Η δεκατετράχρονη Ανι γνωρίζει ένα νέο φίλο μέσα από το internet και αποφασίζει να τον συναντήσει. Οταν όμως ανακαλύπτει πως ο φίλος της είναι ένας 40χρονος άντρας που σκοπεύει να τη βιάσει, είναι πλέον πολύ αργά. Ο πατέρας της στοιχειώνεται από την επίθεση στην κόρη του κι αποφασίζει να αναζητήσει τον ένοχο, ενώ η μητέρα της μένει πίσω στο σπίτι, προσπαθώντας να μαζέψει τα κομμάτια.
Κινδυνολογώντας με πολύ πιο προφανή τρόπο απ όσο θα χρειαζόταν για να κάνει τους (πολύ αληθινούς κινδύνους) που περιγράφει, να γίνουν απειλητικοί, χρησιμοποιώντας τις συναισθηματικές ευκολίες μιας ταινίας που θα μπορούσε να προβληθεί «προς γνώση και συμμόρφωση» από την τηλεόραση, υπεραπλουστεύοντας τα πράγματα για να κάνει το μήνυμα κατανοητό ακόμη και σε όσους δεν έχουν κάνει ποτέ chat, το φιλμ του Ντέιβιντ Σουίμερ, δυστυχώς, απευθύνεται κι ενδιαφέρεται μάλλον για τους γονείς που μένουν «προσκολλημένοι στον κανονικό κόσμο» κι όχι για την γενιά των παιδιών που ζουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους online.
Με τη λογική του «η ώρα είναι δώδεκα, ξέρετε που είναι τα παιδιά σας;», τον μπαμπούλα με τον οποίο, τόσο η αμερικάνικη, όσο και η ελληνική συντηρητική τηλεόραση τρομοκρατούσε κάποτε ευκολόπιστους γονείς, θέλοντας να τους κάνει να κρατήσουν τα τέκνα τους κλειδωμένα μπροστά στην υπνωτική λάμψη της, το «Πίστεψε με», προσπαθεί θεωρητικά να αφυπνίσει το κοινό απέναντι σε ένα πολύ υπαρκτό πρόβλημα.
Μόνο που ένα κοινωνικό μήνυμα και μια (ακόμη κι απολύτως σοβαρή) καταγγελία, δεν δίνει απαραίτητα μια καλή ταινία, παρά τις καλές προθέσεις. Πόσο μάλλον, όταν ο κοινωνικός σχολιασμός της, έχει την ιδεολογική οχύρωση μαθητικής έκθεσης ιδεών και το βάθος ενός, «just say no» συνθήματος .
Ο Κλάιβ Οουεν σοκάρεται από την αποπλάνηση της κόρης του από έναν μεγαλύτερο άντρα, ενώ ο ίδιος βγάζει το ψωμί του μεταμορφώνοντας έφηβους σε σεξουαλικά αντικείμενα για τις ανάγκες της καμπάνιας της εταιρίας ρούχων, (ναι, η «American Apparel», φταίει για όλα), που το διαφημιστικό του γραφείο προωθεί.
Ο φίλος και συνάδελφός του φλερτάρει ασύστολα με κορίτσια που θα μπορούσαν να είναι κόρες του και η μαμά Κάθριν Κίνερ, είναι απούσα, θολώνοντας το μητρικό της φίλτρο με την ανάγκη της για καριέρα και ζωή έξω από το σπίτι.
Ναι το φιλμ του Σουίμερ, είναι δυστυχώς ξεκάθαρα ηθικοπλαστικό κι ακόμη χειρότερα, εντελώς άνευρο, βρίσκοντας μόνο περιστασιακά την ένταση και το βάθος που το δράμα την ιστορίας θα απαιτούσε για να σε αγγίξει.
Τώρα, παραμένει απλά μια ιστορία τρόμου για νεο-λουδίτες γονείς, που προτιμούν να κλείνουν το modem στα τέκνα τους, αντί να προσπαθούν να αποκτήσουν μια πιο ουσιαστική σύνδεση με την πραγματικότητά τους, αφήνοντας αδιάφορους, όσους δεν έχουν παιδιά στην εφηβεία, ή έχουν προφίλ στο facebook.
Αφού και μόνο το τελευταίο αρκεί για να βιώσεις στο μέγιστο, την αληθινή φρίκη της διαδικτυακής ζωής...