Κολομβία, τέλη της δεκαετίας του 80. O Νικ κι ο αδελφός του, δύο νεαροί Καναδοί, βρίσκουν την τέλεια παραλία και στήνουν μία παράγκα όπου πουλάνε ποτά και παραδίδουν μαθήματα σερφ. Εκεί, ο Νικ γνωρίζει κι ερωτεύεται την όμορφη ντόπια Μαρία. Βρίσκεται στον παράδεισο: εξωτικό, απάτητο, ανέμελο, μαζί με το κορίτσι των ονείρων του. Ολα αλλάζουν όταν ο Νικ γνωρίζει και την οικογένεια της κοπέλας. Ισχυρός πατριάρχης, ο θείος της, Πάμπλο Εσκομπάρ. Καθώς η Μαρία είναι αδυναμία του, ο τσάρος των καρτέλ παίρνει τον Νικ υπό την προστασία του. Οταν όμως συνειδητοποιεί ότι ο νεαρός δεν μπορεί και δε θέλει να γίνει μέρος του εγκλήματος, οπότε ούτε μέλος της οικογένειας, ο Εσκομπάρ πρέπει να τον βγάλει από την μέση...

Ο Ιταλός ηθοποιός Αντρέα Ντι Στέφανο («Η Ζωή του Πι», «Εννέα») υπογράφει το σενάριο και κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με αυτό το θρίλερ που τοποθετεί τον διαβόητο κολομβιανό τσάρο της κοκαΐνης και ηγετική μορφή του Μεντελίν Καρτέλ σε μία φιξιόν ιστορία. Η ιστορία δεν είναι αληθινή δηλαδή, αλλά μπορεί κανείς να φταναστεί ότι ο Εσκομπάρ ήταν ακριβώς έτσι: από την μία πιστός οικογενειάρχης κι από την άλλη αδίστακτος δολοφόνος.

Με μία ισόποσα σωματική (βαρύς, μονοκόμματος, αλλά σαν αγρίμι που ελλοχεύει) όσο και εγκεφαλική, μελετημένα ειρωνική ερμηνεία (παύσεις, βλέμματα, ανατριχιαστικά χαμόγελα) ο Ντελ Τόρο θα μπορούσε να είχε αποδώσει έναν Εσκομπάρ που θα έμενε κληρονομιά στην κινηματογραφική ιστορία.

Εδώ όμως, παρόλο το όνομά του στον τίτλο, ο Εσκομπάρ δεν είναι πρωταγωνιστής. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας πέφτει πάνω στον άχρωμο Νικ και την περιπέτειά του. Ο Τζος Χάτσερον παραδιδει μία μονοδιάστατη ερμηνεία – ιδρωμένος νέος με διάπλατα από τον τρόμο μάτια τρέχει να σωθεί- όσο εμείς αναρωτιόμαστε κι ανυπομονούμε να ξεπηδήσει στην οθόνη ξανά το τέρας, να ξυπνήσει την εικόνα και την πλοκή. Χαμένος Παράδεισος, χαμένη ευκαιρία για μια μεγάλη ταινία.