Αφήνοντας πίσω του την επιστημονική φαντασία του «TRON: Legacy» και του «Oblivion», ο Τζόζεφ Κοζίνσκι προσγειώνεται στην πραγματικότητα προκειμένου να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την αληθινή ιστορία των Granite Mountain Hotshots, μιας ομάδας ντόπιων πυροσβεστών από το Πρέσκοτ της Αριζόνα που κατάφεραν να καταταχθούν στο πιο επίλεκτο πυροσβεστικό τμήμα των ΗΠΑ. Η προϋπηρεσία του στο χώρο της φαντασίας διαφαίνεται εδώ ίσως μονάχα στον βιρτουόζικο χειρισμό των θεαματικών όσο και ρεαλιστικών σκηνών καταστροφής, συχνά με τη συνοδεία ροκ επιτυχιών να σιγοντάρουν την πύρινη λαίλαπα καθώς καταβροχθίζει με μανία εκατοντάδες στρέμματα δασική έκτασης.
Κι όταν δεν παρακολουθεί τις σκληρές προσπάθειες αυτής της χούφτας ανδρών να δαμάσουν τις πύρινες φλόγες, ο Κοζίνσκι τους ακολουθεί στενά καθώς παλεύουν με τους προσωπικούς τους δαίμονες. Ομως όλη αυτή η ζηλόφθονη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και των στενών δεσμών που χτίζονται μεθοδικά ανάμεσά τους μοιάζει να χάνει τελικά κάτι από την ουσία της όταν αντιλαμβάνεσαι σταδιακά ότι έχει έναν και μόνο σκοπό: να ανταλλάξει εκβιαστικά τις ανθρώπινες ιστορίες τους με εύκολη συγκίνηση καθώς βαδίζει αναπόφευκτα προς το μεγάλο φινάλε-φόρο τιμής στους ήρωες της διπλανής πόρτας.
Οι συμπαθείς ερμηνείες (με καλύτερους τους Τζεφ Μπρίτζες και Τζένιφερ Κόνελι σε δεύτερους ρόλους) και τα εντυπωσιακά ειδικά εφέ δεν αρκούν για να κρατήσουν το ενδιαφέρον για όλη την (υπερβολικά μεγάλη) διάρκεια της ταινίας, που επαναλαμβανόμενα απαριθμεί τα κατορθώματα των χαρακτήρων της προσπαθώντας θαρρείς να εξιλεώσει με αυτόν τον τρόπο κάθε αρνητική τους πλευρά πριν τους παραδώσει ως μάρτυρες στα βουρκωμένα μάτια του κοινού.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται αντικειμενικά για μια συνταρακτική ιστορία, όμως περισσότερο από την όποια μεγάλη τραγωδία ή αυτοθυσία, η δύναμή της βρίσκεται περισσότερο στις μικρές εκείνες στιγμές όπου οι πρωταγωνιστές της παραδέχονται και βρίσκονται αντιμέτωποι με τις ατέλειές τους. Εκεί όπου δεν χωρούν ηρωισμοί.