Στην αγροτική μοναξιά της ξεχασμένης Αμερικής, ο έφηβος Τζόνας μεγαλώνει με έναν απαιτητικό μαζί του πατέρα και την μητέρα του σε κατάθλιψη. Οταν μετακομίσει δίπλα τους η Κέισι, η ζωή του θα φωτίσει με ελπίδα. Οπως και η δική της: η μητέρα της έχει πρόσφατα πεθάνει κι ο πατέρας της είναι ένας διαφθαρμένος μπάτσος, ένα αλκοολικός ενήλικας που κακοποιούσε τη γυναίκα του και κάνει το ίδιο και στην κόρη του. Τα δύο παιδιά θα ερωτευθούν και θα αποδράσουν από τον αδιέξοδο κόσμο τους, με τον Τζόνας να κλέβει ένα σάκο με βρώμικα χρήματα από μία αγοροπωλησία του αστυνομικού με εμπόρους ναρκωτικών. Κι έτσι ξεκινά ένα ανελήτο κυνηγητό στους badlands τόπους της Αμερικής, με τα παιδιά να αναζητούν καταφύγιο από τον ενήλικο κόσμο.

Ο Νέιθαν Μορλάντο επιχειρεί ένα ξεκάθαρο φόρο τιμής στο «Badlands» του Τέρενς Μάλικ, καταγράφοντας την ιστορία, την πλοκή, τους χαρακτήρες στο φόντο και φέρνοντας το τοπίο μπροστά, για τον πραγματικά πρωταγωνιστικό ρόλο. Με τη βοήθεια του διευθυντή φωτογραφίας του, Στιβ Κόσεν, η κάμερα κινείται μελαγχολικά πάνω από την απεραντοσύνη των λειβαδιών, τη μοναξιά της ενδοχώρας, ενώ γειώνει τη χρωματική παλέτα σε χρυσές και μπρούτζινες σκουριές, καθώς η θλίψη της χαμένης Αμερικής είναι αυτή που κρατά στην πραγματικότητα το τιμόνι της αφήγησης.

Η νέα γενιά τρέχει για να ξεφύγει από τις αμαρτίες της προηγούμενης, αλλά... που θα πάει, όταν δεν υπάρχει τίποτα στον ορίζοντα; Που θα κρυφτεί, όταν τίποτα δεν προσφέρει καταφύγιο;

Δυστυχώς όμως, αυτή η υπέροχη ιδέα και η υποβλητική της ατμόσφαιρα, δε συναντιούνται με ένα σενάριο που θα μπορούσε να στηρίξει το φιλόδοξα σιωπηλό όραμα του σκηνοθέτη. Οι χαρακτήρες είναι χάρτινοι. Οι γονείς σχηματικοί. Η πλοκή διάφανη. Ειδικά το κομμάτι του βίαιου και διεφθαρμένου τέρατος-πατέρα (Μπιλ Πάξτον) ξεφεύγει σε καρικατούρα και μοιάζει από άλλη ταινία. Το «καλό» με το «κακό» είναι γραμμένα (από τους προφανείς συμβολισμούς, μέχρι και τους υπαρκτούς «ρεαλιστικούς» διαλόγους), με κλισέ και στερεότυπα.

Το αποτέλεσμα: ένα b-movie θρίλερ που ονειρεύτηκε ότι μπορεί να ακολουθήσει τα χνάρια των κλασικών 70ς αντιηρωικών αμερικανικών αριστουργημάτων. Ομως τα όνειρα καμιά φορά είναι άγρια.

[Για έναν επιτυχημένο φόρο τιμής στο «Badlands», ας ξαναδούμε το [«Ain't Them Bodies Saints» («Μείνε Δίπλα μου», 2013)](https://flix.gr/cinema/meine-dipla-moy.html) του Ντέιβιντ Λόουερι]