Ο Μάικ συναντά την παρέα του τρία χρόνια αφότου εγκατέλειψε την καριέρα του στρίπερ, ενώ οι «Βασιλιάδες της Τάμπα» βρίσκονταν στο απόγειο τους. Μόνο που αυτή τη φορά, τα υπόλοιπα αγόρια έχουν αποφασίσει ότι έχει έρθει η ώρα να εγκαταλείψουν και εκείνοι την ενεργό δράση, αλλά με στιλ: κάνοντας μια τελευταία παράσταση στο Μίρτλ Μπιτς με επικεφαλής τον θρυλικό Μάτζικ Μάικ! Στον δρόμο για την τελευταία τους αυλαία, μεταξύ Τζάκσονβιλ και Σαβάνα, μεταξύ νέων φίλων και παλιών γνώριμων, ο Μάικ και η υπόλοιπη παρέα θα μάθουν μερικές νέες φιγούρες αλλά και καινούργιους τρόπους για να απαλλαγούν από το παρελθόν.

Αν το πρώτο «Magic Mike» διατηρούσε στην ελαφριά γκαρνταρόμπα του μια επίφαση δραματουργίας και ένα υπόβαθρο σχολίου πάνω στο αμερικάνικο όνειρο, το σίκουελ έρχεται γυμνό από οποιαδήποτε υποκρισία, φανερώνοντας μεμιάς πως ο μοναδικός του σκοπός είναι το ακατάσχετο και ανώφελο fun – χωρίς αναστολές, χωρίς φόβο και χωρίς ρούχα…

Σαν να βλέπεις τον «Ηλίθιο και τον Πανηλίθιο» να προσλαμβάνονται σε strip club, τα αγόρια του «Magic Mike XXL» είναι extra extra large σε σημεία που δεν μπορούσατε ποτέ να φανταστείτε: στο cheessiness, στη λατρεία τους για τα boy bands, στο bromance που ξεχειλώνει από... ερωτικές εξομολογήσεις, στο voguing, στο φλερτ που υπαγορεύει πριν απ’ όλα το κορμί τους και στην φιλοσοφία ζωής που θέλει τον male entertainer (μην ξανακούσουν τη λέξη στρίπερ!) να συμπεριφέρεται στη γυναίκα σαν να είναι μια βασίλισσα – τουλάχιστον όση ώρα διαρκεί το κάθε σόου.

Ας ξεπεράσουμε όμως το borderline του σεξισμού, την σχεδόν προσβλητική για τους στρίπερ υπαγωγή του ΙQ τους σε δυσθεώρητα βάθη και ας μείνουμε σε όλα αυτά που κάνουν το «Magic Mike XXL» μια σαχλαμάρα ολκής – τόσο αδιανόητη που τελικά κάνει τη διαδρομή από το «τι βλέπω ακριβώς» μέχρι το «δεν βλέπεται» να μοιάζει ακαταμάχητη.

Λίγη ώρα μέσα στην ταινία και ενώ μπορείς ταυτόχρονα να σκέφτεσαι ταυτόχρονα την ελληνική κρίση, τι θα φας το μεσημέρι και όλες τις φορές που γράφτηκες στο γυμναστήριο και όμως δεν πήγες ποτέ, ο Τσάνινγκ Τέιτουμ κάνει το πρώτο του σόλο μέσα στο αυτοσχέδιο ξυλουργείο του, προκαλώντας παραισθήσεις ενός σχεδόν soft πορνό που ακόμη και να το ζητούσες κανείς δεν θα είχε σκεφτεί να το γυρίσει.

Αρκετή ώρα μετά, ο Τζο Μαγκανιέλο χαρίζει την πρώτη μεγάλη σκηνή ανθολογίας της χρονιάς κερδίζοντας ένα στοίχημα με τη βοήθεια των Backstreet Boys και εκτοξευόμενων υγρών, ενώ σε σχεδόν ολόκληρο το δεύτερο μέρος ο ναός της Τζέιντα Πίνκετ Σμιθ γίνεται το πιο κοντινό που βρέθηκε ποτέ γυναίκα θεατής σε κινηματογραφικό οργασμό – όταν ο Τσάνινγκ Τέιτουμ (ε, ναι ντε αυτός είναι ο πρωταγωνιστής) προδώσει όλα όσα μπορεί να κάνει με το σώμα του σε μια αναπαράσταση ερωτικής πράξης.

Πίσω (αρκετά) από το «φάτε μάτια ψάρια», το «Magic Mike XXL» είναι ανεξάντλητο και ακούραστο – επίσης και σαχλά αστείο, αφού στηριζόμενο πάνω στις φέτες των πρωταγωνιστών του δεν υποχωρεί σε οτιδήποτε βλακώδες θα έπρεπε να είχε κοπεί ήδη από το σενάριο, καταφέρνοντας να το «πουλήσει» ως μια απόλυτα φυσική συνέχεια μιας διαδρομής προς το αισθησιακό φινάλε – εκεί όπου το σίκουελ του «Magic Mike» τα δίνει όλα, πετυχαίνοντας με το έτσι θέλω να καθηλώσει το όποιο κοινό με την ολοκλήρωση μιας κοσμικής φαντασίωσης.

Συγχωρεμένο για το γεγονός πως κάθε δευτερόλεπτο που περνάει νομίζεις πως από κάπου θα σκάσει ο Ρομπ Σνάιντερ ή τουλάχιστον ο Μποράτ για να αποκαλύψει πως αυτό που βλέπεις είναι ένα mockumentary και δεν μπορεί να είναι δυνατόν να το βλέπεις έστω και στα ψέματα, το «Magic Mike XXL» δεν είναι τελικά ούτε μια τσιχλόφουσκα. Είναι η ζάχαρη που μένει όταν αυτή σκάσει και – ειδικά αν βρίσκεσαι μπροστά σε κόσμο – οφείλεις να την καθαρίσεις με τη γλώσσα μέχρι τα χείλια σου να σταματήσουν να γυαλίζουν.

Αυτό κάνουν και τα αγόρια του «Magic Mike XXL» - χωρίς να υπόσχονται τίποτα περισσότερο - και όσο και να τους κατηγορήσεις γι’ αυτό, στο τέλος θα παραδεχτείς πως το να ενδίδεις στο camp με τόσο απενοχοποιημένο τρόπο συγκρίνεται εδώ μόνο με την κίνηση των γοφών του Τσάνινγκ Τέιτουμ – με την τελευταία να κερδίζει, προφανώς στα... σημεία!