Ούτε που γνωρίζαμε, μέχρι που είδαμε τούτη την ταινία, πως ο Μάικλ Κίτον έχει υπάρξει σκηνοθέτης. Είχε γυρίσει, το 2008, το αστυνομικό δράμα «The Merry Gentleman», που τότε είχε κυκλοφορήσει στη χώρα μας κατευθείαν σε dvd. Οπως εκεί, διευθύνει κι εδώ τον εαυτό του στον ρόλο ενός επαγγελματία εκτελεστή.
Εν προκειμένω του Τζον Νοξ, βετεράνου του πρώτου πολέμου του Κόλπου και αποξενωμένου οικογενειάρχη που, παρότι καλλιεργημένος, βρήκε κάποτε προσοδοφόρο το μετιέ του πληρωμένου δολοφόνου. Ηλικιωμένος τώρα, πλην σταθερά ενεργός και με έναν μόνιμο συνεργάτη, μαθαίνει πως πάσχει από Κρόιτσφελντ-Γιάκομπ, μία ραγδαία αναπτυσσόμενη μορφή άνοιας. Ο γιατρός τού δίνει λίγες εβδομάδες φυσιολογικής καθημερινότητας πριν την οριστική απώλεια μνήμης. Κι εκείνος θα πρέπει να τακτοποιήσει όλες του τις εκκρεμότητες όσο την έχειακόμα μισοσώα.
Την πρώτη μεγάλη θολούρα ο Νοξ θα την πάθει στη διάρκεια μιας αποστολής. Τρεις φόνοι αντί του προβλεπόμενου ενός και λάθη στην απόκρυψη ενδείξεων θα φέρουν στα ίχνη του τις Αρχές, συγκεκριμένα μια επίμονη, σχολαστική ντεντέκτιβ του εγκληματολογικού. Ενας παλιός του φίλος, κλέφτης καριέρας, τον συνδράμει όσο μπορεί, αλλά γρήγορα προκύπτει και κάτι άλλο: ο γιος του, που είχε να δει χρόνια, εμφανίζεται στο κατώφλι του αιμόφυρτος, ζητώντας να τον βοηθήσει στη συγκάλυψη ενός δικού του λάθους!
Αν τα παραπάνω ακούγονται ήδη μπουκωτικά (και μιλάμε μονάχα για το πρώτο μισό του 2ωρου φιλμ, χωρίς να έχουμε αναφερθεί σε άλλα πρόσωπα ή λεπτομέρειες που θα πρόδιδαν εξελίξεις ή ανατροπές), στο ντεκουπάζ του σεναριογράφου Γκρέγκορι Πουαριέ και μπροστά στον φακό του Μάικλ Κίτον δεν είναι καθόλου. Υπάρχουν μια ακρίβεια στην πλανοθεσία και μια ρευστότητα στο ξετύλιγμα των σεκάνς που μεταδίδουν αβίαστα κάθε πρόσθετη πληροφορία, σιγονταρισμένες από την ατμόσφαιρα που αναδίνει και η τζαζ μουσική υπόκρουση. Η εσάνς είναι νεονουάρ, αναμφίβολα. Δεν είναι όμως λίγες οι στιγμές που τούτος ο αλά «D.O.A» αγώνας κόντρα στον χρόνο θυμίζει κι άλλες μυθολογίες που ίσα-ίσα διαστέλλουν το πέρασμά του για να ανιχνεύσουν το υπαρξιακό, και δη τις ταινίες δρόμου και περιπλάνησης.
Ακριβέστερα, ο αγώνας δρόμου του Τζον Νοξ έχει προορισμό την εξιλέωση, όχι όμως με την χριστιανική έννοια της προσωπικής κάθαρσης, άλλωστε σε λίγο δε θα θυμάται ούτε αν λυτρώθηκε ή όχι, αλλά με εκείνη της αποκατάστασης των ανθρώπων που αγάπησε και ενδεχομένως αδίκησε με τις επιλογές του. Λίγο μεγαλύτερο βάρος στις τελευταίες - και το παρελθόν του γενικότερα - θα ψώμωνε τη σκιαγράφηση, κι έτσι όπως είναι, πάντως, το «Χρέος του Εκτελεστή» κρατά περίοπτη θέση στη λίστα των αστυνομικών δραμάτων που είδαμε τα τελευταία χρόνια.