Η Μάλορι Κέιν είναι μία μυστική κυβερνητική πράκτορας - άριστα εκπαιδευμένη για τις πιο επικίνδυνες αποστολές. Οταν η ίδια της η Υπηρεσία την παγιδεύει και την ενοχοποιεί, εκείνη τα βάζει με όλους και με όλα για να βρει την αλήθεια, να ξεσκεπάσει τον προδότη και να καθαρίσει το όνομά της. Μόνο που έχει πολλά περισσότερα από τη φήμη της να διασώσει: η Κυβέρνηση στέλνει έναν-έναν τους πρώην συντρόφους της κατασκόπους για να την εξοντώσουν.

Φανταστείτε μια περιπέτεια του Τζέιμς Μποντ, χωρίς βρετανικό φλέγμα και gadgets, αλλά με διπλάσια δράση και αγωνιώδη plot twists. Συνοδέψτε την με λίγο από κοσμοπολίτικο κατασκοπευτικό b-movie θρίλερ των 60s και των 70s. Ανακατέψτε ένα πρώτης τάξης καστ σε μικρές – απολαυστικές εμφανίσεις (ανάμεσα τους ο Μάικλ Φασμπέντερ περίπου ντυμένος).

Και μπορείτε να πιείτε μονορούφι τη Τζίνα Καράνο, στο ρόλο μιας Αντζελίνας Τζολί που δέρνει καλύτερα...

Ναι, η «Τιμωρός» είναι ένα δροσερό κοκτέιλ από αυτά που πίνεις σε ένα glam πάρτυ στο οποιο παίζει ριψοκίνδυνο φλερτ, ναρκωτικά στην τουαλέτα και νοσταλγική lounge μουσική, αλλά που ποτέ δεν θυμάσαι το όνομα του, όταν χρειάζεσαι ένα δεύτερο (και τρίτο και τέταρτο...)

Ετσι το «πίνει» και ο Στίβεν Σόντερμπεργκ που ξεπερνώντας την ανιαρή σοβαροφάνεια του «Contagion» επιστρέφει εκεί που και ο ίδιο περνάει καλύτερα: στα δωμάτια και τα lobby των ξενοδοχείων που γνώρισε από την καλή και την ανάποδη με τις «Παρέες» (των 11, 12, 13), στα πολλά πρόσωπα που κρύβουν οι άνθρωποι και στην ματαιότητα μιας αποστολής που ακόμη κι αν δεν είναι υπόθεση ζωής και θανάτου, έχει νόημα μόνο όταν παίξει γι’ αυτήν την ζωή σου κορώνα γράμματα.

Και, πιστέψτε το, περνάει ακόμη καλύτερα όταν εδώ σκίζει τα καλοραμμένα κοστούμια και τις μαύρες τουαλέτες, ματώνει τα σατέν σεντόνια και με τη συνήθη σκηνοθετική του δεξιοτεχνία βάζει την κάμερα του εκεί που κανονικά δεν θα μπορούσε κανείς να δει οτιδήποτε.

Βλέπετε, ο Σόντερμπεργκ αποδεικνύεται ικανός μπάρμαν, όσο και σκηνοθέτης, γνωρίζοντας πως το σωστό «εκρηκτικό» κοκτέιλ αντλεί την όποια δύναμη του από το οινόπνευμα που αποτελεί τη βάση του. Μην προσπαθήσετε, όμως, να μαντέψετε τι ποτό θα μπορούσε να ήταν η Τζίνα Καράνο, αφού μόνο αν την δεις να «καθαρίζει» αρσενικά με πρωτοφανείς ικανότητες action hero μπορείς να καταλάβεις γιατί ο Σόντερμπεργκ εμπιστεύτηκε ολόκληρη την ταινία του σε μια άσο των πολεμικών τεχνών.

Χωρίς επιτήδευση, χωρίς «υποκριτική», με τον αέρα της πρωτοεμφανιζόμενης και της γυναίκας που δεν έχει να χάσει τίποτα εκτός από μερικές σταγόνες ιδρώτα, η Καράνο κάνει λίμπα σκηνικά, άντρες και σεναριακές ανατροπές, περνάει μέσα από τοίχους, πηδάει οροφές και και το σημαντικότερο: τρέχει πιο γρήγορα και από τον Σόντερμπεργκ που στην προσπάθεια του να την προλάβει αποδεικνύεται λιγότερο εφετζής, λιγότερο «κουνημένος» και κυρίως λιγότερο εγωμανής.

Αφιερώνοντας τελικά μια ολόκληρη ταινία σε ενα καθαρό σινεμά διασκέδασης που μετά τους τίτλους τέλους δεν έχει καμία σημασία ότι δεν θυμάσαι πια με ποιους έπινες το προηγούμενο βράδυ και κυρίως γιατί βρέθηκες εκεί!