Με φόντο την πολύχρωμη, παλλόμενη, ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της πληθωρικής Κωνσταντινούπολης μία πλειάδα ηρώων μας συστήνεται - μας ξεναγεί και μας χάνει στους δρόμους της: ένας επιφυλακτικός έμπορος από τη Θεσσαλονίκη, ένα δυστυχισμένο παντρεμένο ζευγάρι, ένα ερωτευμένο ζευγάρι με πολλές διαφορές, μια Βόσνια νεαρή ηθοποιός, μια ξεριζωμένη ηλικιωμένη γυναίκα από την Παλαιστίνη, ένας μουσικός με υπαρξιακές αναζητήσεις κι ο διάσημος Ελληνας συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης δίνουν την οικουμενική διάσταση της «Αξέχαστης Πόλης».

Υπάρχει κάτι που κάνει τις διαφορετικές ιστορίες στην «Αξέχαστη Πόλη» να μοιάζουν κοντινές η μία στην άλλη, το ύφος όλων των κινηματογραφικών της σπονδύλων να μοιάζει ευθυγραμμισμένο σε μια κοινή λογική. Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς, πως είναι κάτι που έχει να κάνει με μια καλή επιλογή σκηνοθετών, ή με την σχετικά κοινή ρίζα τους από τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, ή ακόμη και με την δουλειά του Πέτρου Μάρκαρη που επιμελήθηκε ολόκληρο το project μαζί με τον παραγωγό Χουσεΐν Καράμπεϊ, όμως στην πραγματικότητα, κάτι μας λέει πως έχει να κάνει με την ίδια την πόλη, με μικρό ή κεφαλαίο «π».

Περισσότερο από χωνευτήρι, η Ιστανμπούλ μοιάζει με ψηφιδωτό, με έναν τόπο γεμάτο μνήμες, με ένα κοσμοπολίτικό παρελθόν το αρωμα του οποίου επιβιώνει ακόμη. Μοιάζει με αόριστο κλισέ, μα στις ιστορίες της «Αξέχαστης Πόλης» αντίθετα από πολλές άλλες portmanteu ταινίες τοποθετημένες στο Παρίσι, την Μέα Υόρκη ή αλλού, εδώ ο τόπος (και ο χρόνος) είναι κάτι παραπάνω από ένα σκηνικό. Ισως όχι σε όλες τις ιστορίες μα σίγουρα σε εκείνες που λειτουργούν καλύτερα.

Οπως για παράδειγμα στην ιστορία του Στέργιου Νιζήρη, στην οποία ο Γιώργος Συμεωνίδης ένας έμπορος που πέφτει θύμα απάτης κι αναγκάζεται να περάσει το βράδυ στο σπίτι μιας χήρας, ή σε αυτή του Ερικ Ναζαριάν για έναν Αρμένιο μουσικό που επιστρέφει στον δρόμο που ο παππούς του είχε εργαστήριο για ούτι.

Ολες όμως ακόμη κι αυτές που θα μπορούσαν να διαδραματίζονται οπουδήποτε αλλού, όπως ο «Mirko» του Στεφάν Αρσενίγιεβιτς και το «Otel(o)» της Αϊντα Μπέγκιτς που αποτελούν και τις πιο αδύναμες ιστορίες του φιλμ, κερδίζουν ένα παραπάνω στρώμα ενδιαφέροντος από το περιβάλλον, από τον τρόπο που η Πόλη ήταν και είναι ένας τόπος γεμάτος παράδοξα και γοητεία.

Και φυσικά, ακόμη κι αν το φινάλε σπάει την φόρμα της μυθοπλασίας και φέρνει τον Πέτρο Μάρκαρη πίσω στην πόλη που μεγάλωσε και στο παλιό του σπίτι που άφησε όταν εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη στην δεκαετία του εξήντα και στο οποίο τώρα κατοικεί ο παραγωγός του φιλμ, είναι ίσως ο καλύτερος δυνατός επίλογος σε ένα φιλμ που θέλει να είναι κάτι παραπάνω από μια συλλογή ιστοριών...