[προσοχή: Το παρακάτω κείμενο δεν αποκαλύπτει σημαντικά τμήματα της πλοκής που έχουν νόημα για την αφήγηση της ταινίας, ωστόσο για τις ανάγκες της κριτικής ενδέχεται να χαλάσει εκπλήξεις για όποιον θεατή θέλει να δει την ταινία χωρίς να γνωρίζει τίποτα, γι' αυτό και προτείνουμε να διαβάσετε το κείμενο αφού έχετε δει την ταινία.]
Υπερτερεί η φύση έναντι του πολιτισμού; Υπερτερεί, θα πει κανείς, ακόμη κι αν πιστεύει στο παμπάλαιο, βιολογικά καθορισμένο και σταθερά αντιδραστικό σχήμα γυναίκα-φύση/άνδρας-πολιτισμός, που νοεί τη γυναίκα ως προέκταση της φύσης και τον άνδρα ως στυλοβάτη του πολιτισμού. Και θα υπερτερεί μόνιμα, τουλάχιστον μέχρι του σημείου εκείνου που η ανδρική αλαζονεία και βαρβαρότητα θα έχει εξαφανίσει κάθε ίχνος φύσης, μηδέ της γυναικείας εξαιρουμένης.
Υπερτερεί, συμφωνεί και ο νεοεμφανιζόμενος Μίνως Νικολακάκης δια της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του. Ακριβέστερα, δια της αινιγματικής φιγούρας της Δανάης, μιας παρία που ζει απομονωμένη σε μια καλύβα της στα δασικά περίχωρα ενός ορεινού χωριού. Αέρινη όσο και παράξενη, η Δανάη είναι θαρρείς κομμάτι της πυκνής βλάστησης που την περιβάλλει. Ζει σε απόλυτη αρμονία με τη φύση, ενώ ακόμη και το εκφυλιζόμενο δέρμα της θυμίζει φλοιό δέντρου. Σε αρχαϊζουσα εκφορά, επαναλαμβάνει πως λαχταρά τις απλούστερες εποχές.
Ομως όλα τα παραπάνω θα τα πληροφορηθούμε μέσα από την αντίληψη του Πάνου, νεαρού γιατρού που αποφάσισε να εγκατασταθεί στο χωριό μετά τον θάνατο του πατέρα του από καρκίνο και παρά τις αντιρρήσεις του θετού αδελφού του. Ο Πάνος γνωρίζει τυχαία τη Δανάη - και μαγεύεται. Αποφασισμένος να την απαλλάξει από τη δερματική της πάθηση, αλλά και τον υποτιθέμενο πατέρα της, έναν άρρωστο και φαινομενικά βάναυσο γέρο, αγνοεί τις προειδοποιήσεις των δεισιδαιμόνων χωρικών, γίνεται συμβίος της και παθιάζεται όλο και περισσότερο με το μυστήριό της.
Που σημαίνει πως η «Αλυτη» είναι μια ταινία πάνω στον Πάνο περισσότερο παρά στη Δανάη, με τον ίδιο τρόπο ίσως που ο «Αντίχριστος» του Λαρς φον Τρίερ ήταν μια ταινία πάνω σε Εκείνον περισσότερο παρά σε Εκείνην. Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τη μελέτη αντεστραμμένη (πόσω μάλλον από μια γυναίκα δημιουργό). Ή και, ανεξαρτήτως φύλου, εστιασμένη στην απέραντη μοναξιά και την αφόρητη μελαγχολία της αθανασίας, όπως ήταν, ας πούμε, η κινούμενη σε ένα αιώνιο νεκροταφείο «Συνέντευξη με Εναν Βρικόλακα» του Νιλ Τζόρνταν.
Ομως οι εικασίες εννοείται πως δεν αναιρούν την αξία και την ιδιαιτερότητα του φιλμ του Μίνωα Νικολακάκη, του οποίου άλλωστε οι προθέσεις ξεκινούν από μια ανίχνευση του πανάρχαιου μύθου της μάγισσας - από τις ομηρικές του καταβολές και τις γοτθικές του παραλλαγές ανά τους αιώνες μέχρι τις αμέτρητες κινηματογραφικές του ενσαρκώσεις.
Γνωστικά και επιδέξια επεξεργαζόμενος τα δίπολα παρόν και παρελθόν, πολιτισμός και φύση, ορθολογισμός και μεταφυσική, και στέκοντας κυρίως πάνω σε εκείνο του επιστητού και του μη επιστητού (που θα κορυφωθεί σε μια πικρή όσο και εντελώς επίκαιρη νίκη του πρώτου), ο νεόκοπος δημιουργός φιλοτεχνεί μια σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα ταινία φαντασίας. Ενα ερωτικό θρίλερ που μετρά με ρευστότητα τα πλάνα του χωρίς στιγμή να ενδίδει στην γκροτέσκο υπερβολή όπου συνήθως παγιδεύονται ο νεοεμφανιζόμενοι σκηνοθέτες ταινιών είδους. Που, ακόμα κι αν παραφορτώνεται σε αναφορές από ένα σημείο κι έπειτα, προχωρώντας (αχρείαστα, νομίζουμε) μέχρι και στις βιβλικές, προσφέρει τα εχέγγυα για έναν δεινό ακροβάτη, του οποίου το επόμενο… σάλτο αναμένουμε με ενδιαφέρον.