O «Μαύρος Φοίνικας», σε σενάριο του Κρις Κλέρμοντ και σχέδιο του Τζον Μπερν, από την πρώτη στιγμή όταν πρωτοκυκλοφόρησε στις αρχές του ’80, θεωρείται όχι μόνο μια από τις πιο γνωστές ιστορίες των X-Men, αλλά και ίσως μια από τις πιο κλασικές. Δεν είναι παράλογο εξάλλου που αρκετοί θεωρούν την ιστορία της διαφθοράς και μεταμόρφωσης της πιο δυνατής μεταλλαγμένης, της Τζιν Γκρέι, σε Μαύρο Φοίνικα ίσως την καλύτερη που έχει γραφτεί ποτέ για κάποιο κόμικ - ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ποπ κουλτούρας.
Οταν ο Μπρετ Ράτνερ προσπάθησε να μεταφέρει την συγκεκριμένη ιστορία στον κινηματογράφο με την ταινία «X-Men: Η Τελική Αναμέτρηση» το 2006, όχι μόνο απέτυχε, σχεδόν παταγωδώς, να αποτυπώσει το δέος και το μεγαλείο των εικόνων του κόμικ στη μεγάλη οθόνη, αλλά και να τιμήσει την ιστορία του Κλέρμοντ με ένα σενάριο που έδειχνε τουλάχιστον παιδαριώδες και αδιάφορο, με τους φανς να απαιτούν να γυριστεί επιτέλους μια ταινία που να δικαιώνει τόσο την τεράστια ιστορία που υπάρχει πίσω από το συγκεκριμένο κόμικ όσο και τον ίδιο τον Μαύρο Φοίνικα.
Χρειάστηκε να περάσει πάνω από μια δεκαετία για να δούμε άλλη μια τέτοια προσπάθεια να γίνεται πραγματικότητα, αυτή την φορά με έναν εκ των δυο σεναριογράφων της «Τελικής Αναμέτρησης», τον Σάιμον Κίνμπεργκ, να προσπαθεί να επανορθώσει τα λάθη του παρελθόντος, αναλαμβάνοντας αυτή την φορά το σενάριο και την σκηνοθεσία. Εξάλλου ο πήχης που είχε θέσει η προηγούμενη ταινία ήταν αρκετά χαμηλός και όχι τόσο δύσκολο να ξεπεραστεί.
Η στρατηγική του Κίνμπεργκ αυτή την φορά μοιάζει αρκετά απλή. Χωρίς να ξεφεύγει σε μεγάλο βαθμό από το αρχικό σενάριο του κόμικ, θα προσπαθήσει να παραμείνει ως ένα σημείο πιστός σε αυτό, ακολουθώντας κάπως ευλαβικά και με αρκετή ασφάλεια την ιστορία της Τζιν Γκρέι μέχρι την μεταμόρφωσή της σε ένα πανίσχυρο ον. Μόνο που αυτό, όσο κι αν ακούγεται ως μια καλή ιδέα στα χαρτιά, στην οθόνη καταλήγει να μοιάζει σαν ένα ορεκτικό μια κάποιας μεγαλύτερης και πιο επικής ταινίας, με το σενάριο απλά να ξύνει την επιφάνεια ενός χαρακτήρα που ζητά απεγνωσμένα την (κινηματογραφική) εξιλέωσή του.
Υπάρχουν στιγμές που νιώθεις πως το βάρος της ιστορίας που θα έπρεπε να πέφτει, σχεδόν όλο, πάνω στην Γκρέι και τον Μαύρο Φοίνικα, υποβιβάζεται σε ένα άτολμο και άκρως υποτυπώδες υπερηρωικό σενάριο καθώς μια εξωγήινη φυλή εισβάλλει στη Γη με μοναδικό σκοπό να αιχμαλωτίσουν την δύναμη του Φοίνικα και να καταστρέψουν τον πλανήτη.
Υπάρχουν ελάχιστες σκηνές που καταφέρνουν αυτή την φορά πραγματικά να εντυπωσιάσουν, με την δράση να δείχνει σε στιγμές έντονες αλλά σε καμιά περίπτωση δεν φτάνει σε επίπεδά ακόμα και των προηγούμενων «X-Men». Ακόμα και στις σκηνές με τον Μαύρο Φοίνικα νιώθεις πως απλά παίρνεις μια μικρή γεύση για κάτι μεγάλο και επικό μέχρι το φινάλε. Μόνο που αυτό το «κάτι», που όλο σου υπόσχεται η ταινία, δεν έρχεται ποτέ. Οχι πως η δράση είναι βαρετή ή άνευρη, απλά δείχνει πολύ λίγη, σαν ένα κομμάτι ενός ακόμη καλοκαιρινού blockbuster του σωρού και δεν στέκεται αντάξια των προσδοκιών για μια ταινία που θέλει να φέρνει περήφανα τον «Μαύρο Φοίνικα» στον τίτλο της.
Μέσα σε όλα αυτά η επιλογή του Κίνμπεργκ να κρατήσει έναν σχεδόν ουδέτερο χαρακτήρα για τους μεταλλαγμένους πρωταγωνιστές του, θολώνοντας την ιδέα μεταξύ του καλού και του κακού, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να δώσει μια διαφορετική ματιά στο πως βλέπουμε την Γκρέι και την μάχη που δίνει μέσα της, μπερδεύει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, δείχνει αχρείαστο, με τις πράξεις τους αρκετές φορές να μην βγάζουν νόημα και να καταλήγουν εύκολα σε σεναριακά αδιέξοδα. Η Σόφι Τέρνερ μοιάζει να αδυνατεί να καταλάβει απόλυτα τον χαρακτήρα της και την ψυχολογία του, απλά εναλλάσσοντας την ερμηνεία της ανάμεσα στο φοβισμένη, νευριασμένη και θλιμμένη ανάλογα με το τι της ζητάει το σενάριο. Ενώ στο πρόσωπο της Τζέσικα Τσαστέιν, στον ρόλο του πιο χάρτινου κακού που έχουμε δει ως τώρα στο κομιξικό αυτό σύμπαν, συγκεντρώνονται όλα τα κλισέ ενός κακογραμμένου και αδιάφορου αντιπάλου.
Το «X-Men: Ο Μαύρος Φοίνικας» σίγουρα δεν είναι η απογοήτευση της «Τελικής Αναμέτρηση», αλλά δεν παύει να καταλήγει ως μια μετριότητα κυρίως για το πως μεταχειρίζεται αυτό τον κλασικό χαρακτήρα και την ιστορία του, αδικώντας ως ένα μεγάλο βαθμό και τα δυο, χωρίς να αποτελεί το φινάλε που αξίζει η συγκεκριμένη σειρά. Για άλλη μια φορά η καλύτερη μεταφορά του saga του «Μαύρου Φοίνικα» παραμένουν τα πέντε επεισόδια εκείνης της σειράς κινουμένων σχεδίων που μεσουρανούσε στις αρχές των 90s, το «X-Men: The Animated Series», τα οποία δείχνουν ακόμα και τώρα πιο διασκεδαστικά από οποιαδήποτε κινηματογραφική προσπάθεια να αποδείξουν το αντίθετο.