Στο Μιλάνο του 1970, τρεις αδελφές προσπαθούν να διαχειριστούν την αξιοσέβαστη περιουσία που τους άφησε ο πατέρας τους. Η Ταρσίλα, η Καμίλα κι η Φορτουνάτα δεν είναι στην πρώτη νιότη τους, δυστυχώς δεν είναι καν ιδιαίτερα όμορφες κι η αυστηρή ανατροφή τους δεν τους έχει δώσει καμιά εμπειρία ζωής. Είναι όμως αρκετά πλούσιες ώστε να προκαλούν το ενδιαφέρον της κουτσομπόλικης γειτονιάς τους και των φιλόδοξων αντρών. Ο «ώριμος» λογιστής Εμερεντσιάνο, με αφορμή την τακτοποίηση των ζητημάτων τους, θα προσεγγίσει τις αδελφές, θα παντρευτεί τη μία, αλλά δε θ’ αφήσει και τις υπόλοιπες ν’ απομακρυνθούν… από το κρεβάτι του. Ταυτόχρονα, οι γυναίκες αρχίζουν ν’ ανακαλύπτουν τη δύναμη του σεξ που τόσα χρόνια κρατούσαν στα χέρια τους αλλά δεν ήξεραν πώς ν’ αξιοποιήσουν.
Ο Αλμπέρτο Λατουάντα βασίζεται στο μυθιστόρημα «La Spartizione» του Πιέρο Κιάρα για να κάνει μια χαριτωμένη ιταλική ερωτική κωμωδία, θίγοντας ταυτόχρονα τις κοινωνικές αλλαγές της Ιταλίας του ’70. Ο βαθύς συντηρητισμός της Καθολικής, ειδικά της μεγαλοαστικής, ιταλικής οικογένειας ανατρέπεται από τον ελευθέριο αέρα της δεκαετίας και η άπειρη γεροντοκόρη βιβλιοθηκάριος ανακαλύπτει τον Μαρκήσιο Ντε Σαντ κι αποφασίζει να βάλει τα διδάγματά του σε εφαρμογή. Ο comme il faut λογιστής, με αρχές και καλό γούστο στα κρασιά και το φαγητό κι ο άπορος νεαρός αντικέρ κυνηγούν με την ίδια μανία τη γερή προίκα, αποδεικνύοντας ότι όλοι οι κώδικες συμπεριφοράς, ακόμα κι η σεμνοτυφία των τριών κληρονόμων, δεν κρύβουν παρά επιθυμίες για εκμετάλλευση και φιλοδοξίες για πλούτο ή ερωτική ικανοποίηση.
Αυτά από τη «σοβαρή» πλευρά της ταινίας, η οποία έχει, ακριβώς όπως και οι ταινίες του Φίνου, ξεμείνει σε μια παλιά εποχή που αντιμετωπίζεται σήμερα μόνο ως γραφική – η ηλικία της ταινίας, δεδομένης και της συμβατικής σκηνοθεσίας της, δεν την αφήνει να αναπνεύσει στο σήμερα. Εκείνα που επιβιώνουν είναι η διασκεδαστική πονηριά στα σεξουαλικά αστεία της, το εκκεντρικό κάστινγκ στις τρεις αδελφές που ξεπερνούν η μια την άλλη σε παραξενιά και, φυσικά, η παρουσία του Ούγκο Τονιάτσι με την απρόσμενη γοητεία και την κωμική δημιουργικότητά του κρυμμένη πίσω από ένα επιμελώς ανέκφραστο πρόσωπο. Χαρακτηριστικό δείγμα της ιταλικής σεξοκωμωδίας, αν και όχι ένα από τα καλύτερα ή πιο διαχρονικά.