Ως γνωστόν, σκύλος και γάτα χωριό δεν κάνουν. Τα συγκεκριμένα, ωστόσο, τετράποδα, θ' αναγκαστούν όχι μόνο να συμβιώσουν, αλλά και να δώσουν μάχη για να επιβιώσουν. Η Ντίβα είναι η γάτα της Μόνικα: είναι ινφλουένσερ (η Ντίβα, όχι η Μόνικα), με εκατομμύρια followers και το αντίστοιχο ταμπεραμέντο υπεροπτικής σελέμπριτι. Ο Τούλης, από την άλλη, είναι ένα αδέσποτο ημίαιμο κουτάβι, έτοιμο για κάθε περιπέτεια. Συγκεκριμένα, μόλις δει στο δρόμο ένα τεράστιο, κατακόκκινο... ρουμπίνι, θα το καταπιεί άθελά του, χωρίς να γνωρίζει ότι έπεσε από τον ληστή Τζακ που το είχε μόλις κλέψει. Η ζωή θα φέρει την Ντίβα και τον Τούλη μαζί, να προσπαθούν να ξεφύγουν από τον αστυνομικό Μπραντ που θέλει να κάνει το ρουμπίνι δικό του, ενώ ο Τζακ και η Μόνικα ψάχνουν τα ζωάκια. Αταίριαστοι κι οι μεν, αταίριαστοι κι οι δε, θ' ανακαλύψουν ότι μια περιπέτεια σε φέρνει πιο κοντά.

Η Γαλλίδα ηθοποιός και σκηνοθέτης κωμωδιών, Ριμ Κερισί, σκηνοθετεί αυτό που θα λέγαμε «ταινία για όλη την οικογένεια» αν ζούσαμε ακόμα στα '80ς. Κρατά για τον εαυτό της το ρόλο της Μόνικα κι επιστρατεύει δυο από τους δημοφιλέστερους Γάλλους κωμικούς ηθοποιούς, τον Φρανκ Ντιμπόσκ και τον Φιλίπ Λασό για να συμπληρώσουν το καστ. Τόσο οι τρεις πρωταγωνιστές, όσο και οι κύριοι ήρωες της ταινίας, ο σκύλος και η γάτα, είναι βγαλμένοι από κακό CGI. Τα αστεία είναι παιδικά (όλη η ταινία είναι παιδική, εξ ου και προβάλλεται μεταγλωττισμένη, οι ενήλικες θα θελήσουν να το σκάσουν σαν... να τους κυνηγάνε), η σωματική κωμωδία τόσο κακόγουστη όσο και η σύγχρονη ελληνική, η κεντρική ιδέα τίποτε περισσότερο απ' ό,τι περιγράφει ο τίτλος χωρίς την τρέλα, αλλά είναι βέβαιο πως το μικρής ηλικίας κοινό θα γελάσει, όπως όταν βλέπει κάποιον να πατά μπανανόφλουδα και να πέφτει. Καμία μπανανόφλουδα, ωστόσο, δεν πάτησε η Ριμ Κερισί μια και, αναμενόμενα, το φιλμ ήταν λιχουδιά για τα γαλλικά ταμεία.