Βασισμένο σε ένα γαλλικό best seller της Ντελφίν ντε Βιγκάν, σε διασκευή του ίδιου του Ρομάν Πολάνσκι και του Ολιβιέ Ασαγιάς, το «Μια Αληθινή Ιστορία» είναι ένα θρίλερ που φέρνει έντονα στο μυαλό το «Νέα Γυναίκα Μόνη Ψάχνει», το «Misery», ακόμη και το «Συγγραφέα Φάντασμα» του ίδιου του Πολάνσκι, με μόνη διαφορά, πως κάθε μια από αυτές είναι μια πολύ καλύτερη ταινία.
Στο φιλμ η «μούσα» και σύζυγος του Πολάνσκι Εμανουέλ Σενιέ υποδύεται την Ντελφίν, μια πετυχημένη συγγραφέα η οποία αμέσως μετά μια μεγάλη εκδοτική επιτυχία με ένα βιβλίο αφιερωμένο στη μητέρα της, δέχεται πλήθος ανώνυμων γραμμάτων που την κατηγορούν ότι έχει ξεπουλήσει την οικογένειά της, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται παγιδευμένη στην αδυναμία της να ξεκινήσει το επόμενο βιβλίο της και στην όλο και πιο σκοτεινή επιρροή μιας γυναίκας που σταδιακά κυριεύει την καθημερινότητα και την ζωή της.
Ο χαρακτήρας της Εβα Γκριν ονομάζεται απλά L (που διαβάζεται Elle δηλαδή «Εκείνη», στα γαλλικά), κάτι που μάλλον αρκεί να υποψιάσει για το μπερδεμένο υπόβαθρο αυτής της σχέσης, ή ακόμη και για την ίδια την ύπαρξή της έξω από την σφαίρα της φαντασίας της Ντελφίν, της οποίας η ψυχολογική κατάσταση δεν μοιάζει να είναι ακριβώς σε ισορροπία.
Φανερά εμμονικός αλλά και... κουρασμένος, ο Πολάνσκι δεν κατορθώνει να κάνει τίποτα αληθινά καινούριο με αυτά τα ομολογουμένως γνώριμα στοιχεία της πλοκής, ούτε καν να ανεβάσει την ένταση της αγωνίας, καθώς η δυναμική της σχέσης των δυο γυναικών γίνεται ολοένα και πιο μπερδεμένη.
Ρίξτε το φταίξιμο στο σενάριο που δεν ενδιαφέρεται να χτίσει ένα πιστευτό υπόβαθρο για τις πράξεις της Ντελφίν ή την σαγήνη της Ελ, στις μη συντονισμένες ερμηνείες των δυο πρωταγωνιστριών (η Εβα Γκριν φλερτάρει επικίνδυνα με την καρικατούρα, ενώ η Εμανουέλ Σενιέ μοιάζει να περιφέρεται από ταινία σε ταινία με την ίδια - όχι πάντα ερεθιστική - ηδυπαθή σεξουαλικότητα), στην άνευρη σκηνοθεσία, ακόμη και στην μουσική του Αλεξάντρ Ντεσπλά που υπογραμμίζει περισσότερο απ’ όσο θα χρειαζόταν το τι και πότε θα έπρεπε να το νιώθεις.
Και κάπως έτσι το φιλμ παραμένει άνευρο και χλιαρό, ένας Πολάνσκι light που δεν ενδιαφέρεται καν να σπρώξει την ιστορία του στα άκρα ή σε πιο σκοτεινές ψυχοσεξουαλικές περιοχές και στην εν δυνάμει ένοχη απόλαυση που θα μπορούσε να κανείς να αντλήσει από εκεί.