Στο κέντρο ενός κορεατικού δάσους, μέσα σε μια λίμνη, βρίσκεται το ερημητήριο ενός μεσήλικα Βουδιστή μοναχού. Μαζί του έχει ένα μικρό αγόρι, μαθητή και προστατευόμενό του. Ο πιτσιρικάς βρίσκεται στην Ανοιξη της ζωής του - όλα είναι καινούργια, όλα ανθίζουν μπροστά του. Πρέπει να επιλέξει (ή να μάθει) αν θα κόψει τα λουλούδια ή θα τα σεβαστεί και θα τα μυρίσει. Ολες οι ζωές, όλα τα πλάσματα της φύσης έχουν αξία. Αυτό είναι το πρώτο μεγάλο μάθημα κι ο απαράβατος κανόνας.

Μία μητέρα επισκέπτεται το ερημητήριο απελπισμένη: η κόρη της είναι άρρωστη και η επιστήμη δεν μπορεί να την κάνει καλά. Στα χέρια του μοναχού το κορίτσι σταθεροποιείται. Στην αγκαλιά του μαθητή του ανασταίνεται. Κι ο ίδιος γνωρίζει την πρώτη αγάπη, την ενηλικίωση, την κάψα του Καλοκαιριού του. «Πρόσεχε γιατί ο πόθος μετατρέπεται σε απαίτηση ιδιοκτησίας» τον προειδοποιεί ο μοναχός, αλλά εκείνος δεν ακούει. Το σκάει μαζί με το κορίτσι και γυρίζει την πλάτη του στον Δάσκαλό του. Το Φθινόπωρο όμως επιστρέφει - γεμάτος οργή. Ζητώντας καταφύγιο, απόδραση από την προδοσία και τα αμαρτήματά του. Κανείς όμως δεν μπορεί να σταματήσει το ρου της ζωής. Οπως έρχονται οι εποχές της, η μία μετά την άλλη, έτσι κι ο άνθρωπος διαγράφει κύκλους - από την αθωότητα στην ενηλικίωση, από τη γέννηση στο θάνατο, από το μάθημα στο δίδαγμα, από την εμπειρία στη γνώση.

Πριν από 20 περίπου χρόνια ο Κιμ Κι-Ντουκ θα σκηνοθετούσε την ταινία που θα εκτόξευε την διεθνή του καριέρα και θα στεκόταν ως ορόσημο στην αναγνωρισιμότητα του κορεατικού σινεμά. Ενα κινηματογραφικό ποίημα και παράλληλα μία φιλοσοφική διατριβή, το «Ανοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας... και Ανοιξη» στέκεται μέσα στα χρόνια ως ένα λυρικό αριστούργημα.

Με βασικό άξονα τις πιο αρχέγονες αναζητήσεις για το τι μας κάνει θνητούς και πόσο απέχουμε από την ιεροσύνη, ο Κι-Ντουκ κατασκευάζει μία ταινία που ξεπερνά τα όρια του βουδιστικού θεωρήματος και μιλά απευθείας στην καρδιά των απανταχού θεατών - σχεδόν δεν χρειαζόμαστε υπότιτλους για να καταλάβουμε τα βαθιά της νοήματα.

Κι αυτό γιατί ο Κι-Ντουκ αποδεικνύεται μάστερ, με μία ονειρική όσο και απόλυτα πειθαρχημένη σκηνοθεσία που επιτρέπει στην εικόνα να κινεί τη δράση και την κινηματογραφική γλώσσα να αφηγείται την ιστορία.

Απλότητα, γαλήνη, σιγουριά. Οπως κι ο μεσόκοπος μοναχός, έτσι κι ο Κι-Ντουκ δεν χρειάζεται να υπερβάλει για να μεταγγίσει νόημα. Εχει μεγάλη εμπιστοσύνη στη δύναμη του σινεμά να κουβαλήσει τα πιο πολύπλοκα υπαρξιακά θεωρήματα. Ο τίτλος μάλιστα φανερώνει εξ αρχής ότι πραγματική πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι η φύση και η νομοτέλεια της ζωής. Οπως η φύση αποδέχεται στωικά την αλλαγή των εποχών, έτσι κι ο άνθρωπος οφείλει να σεβαστεί τις εμπειρίες της διαδρομής του στο δρόμο προς τη γνώση. Οπως η φύση πεθαίνει, ανανεώνεται και ξαναγεννιέται, έτσι κι ο άνθρωπος πρέπει να συμβιβαστεί με τη φθορά της αθωότητας, να παλεύει με τις αμαρτίες του, την τιμωρία και την εξιλέωση.

Οσο το εικαστικό μεγαλείο συγκρούεται με τα ανθρώπινα λάθη και πάθη, τόσο ο Κι-Ντουκ διαφωτίζει το ποιμνίο των θεατών του αβίαστα και ταπεινά. Χρειαζόμαστε κι εμείς το πέρασμα των εποχών, τις 5 πράξεις του έργου του, για να επαναβαπτιστούμε στις αλήθειες για την ανθρώπινη φύση και το νόημα της ζωής. Σιωπηλά, συγκινητικά κι ουσιαστικά μέσα στον ναό της κινηματογραφικής αίθουσας.