Ο Κόνορ είναι 12 ετών και θα πρέπει να διαχειριστεί την πολύ σοβαρή ασθένεια της μητέρας του, πράγμα που τον αναγκάζει να περνάει πολύ χρόνο με την καθόλου συμπαθή γιαγιά του. Επιπλέον έχει να αντιμετωπίσει τον καθημερινό εκφοβισμό από τους συμμαθητές του ενώ ο πατέρας του βρίσκεται μίλια μακριά με νέα σύζυγο και άλλο παιδί. Ξαφνικά ένα βράδυ, λίγο μετά τα μεσάνυχτα ένα τέρας εμφανίζεται στο παράθυρο του Κόνορ και απαιτεί από αυτόν να τον ακούσει. Θα του διηγηθεί τρεις ιστορίες και μετά ως αντάλλαγμα θα πρέπει ο Κόνορ να του διηγηθεί την δική του ιστορία.
Οταν ο Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα έκανε το ντεμπούτο του το 2007 με το «Ορφανοτροφείο», ανάγκασε τους πάντες να παραμιλούν για την κινηματογραφική του δεξιοτεχνία στο να μεταφέρει ταυτόχρονα τρόμο και πραγματικό συναίσθημα. Και μπορεί με την δεύτερη του ταινία, το «Impossible» το 2012, να μην κατάφερε να χτυπήσει, με τον τρόπο που θα ήθελε, τα συναισθηματικά κρεσέντα της πρώτης του απόπειρας, αλλά εδώ με την κινηματογραφική του μεταφορά του best seller «Το Τέρας Ερχεται» του Πάτρικ Νες, ο Μπαγιόνα καταφέρνει να σκηνοθετήσει μια από τις καλύτερες ταινίες ενηλικίωσης που θα δείτε φέτος, ισορροπώντας περίτεχνα ανάμεσα στη γοτθική φαντασία και το δράμα.
Δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο να κάνει κάποιος μια ταινία για όλη την οικογένεια που να επικεντρώνεται σε πιο ενήλικα θέματα όπως την αρρώστια, την απώλεια, την οδύνη αλλά και την αγάπη, χωρίς τελικά όλα αυτά να την κάνουν υπερβολικά μελό. Αλλά από τα πρώτα κιόλας λεπτά αυτής εδώ της ταινίας ο Μπαγιόνα αποδεικνύει πως είναι αρκετά έμπειρος στο να δημιουργήσει κάτι το μοναδικό: ενα φιλμ γεμάτο αλληγορία, φαντασία αλλά και ειλικρινές ωμό συναίσθημα.
Με σωστές δόσεις συναισθήματος και τεχνικής, αποφεύγει τους υπερβολικούς μελοδραματισμούς για τους οποίους είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν (βλέπε τον συναισθηματικό εκβιασμό του «Impossible») και με έξυπνο τρόπο εξερευνά τον συνειδητό αλλά και υποσυνείδητο κόσμο του μικρού αγοριού. Με σαφείς επιρροές από το έργο του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, προσπαθεί να συνδυάσει την μαγεία του φανταστικού με τον πραγματικό τρόμο, εξιστορώντας την ιστορία του πάντα μέσα από το βλέμμα του μικρού πρωταγωνιστή του. Μια ιστορία (το σενάριό της υπογράφει κι εδώ ο ίδιος ο συγγραφέας, Πάτρικ Νες) που δεν μοιάζει να ασφυκτιά κάτω από τα πολλαπλά της επίπεδα καθώς ο Μπαγιόνα ξέρει πότε να δώσει ανάσα πνοής μέσα από την σιωπή των χαρακτήρων του, συνοδευόμενη πάντα με τις υπέροχες μελωδίες του επί χρόνια συνεργάτη του Φερνάντο Βελάσκεζ.
Το «7 Λεπτά Μετά τα Μεσάνυχτα» απογειώνεται όταν το Τέρας αρχίζει να αφηγείται τις ιστορίες του, με την γαλήνια φωνή του Λίαμ Νίσον στον μικρό Κόνορ. Ιστορίες αρκετά σκοτεινές που ξετυλίγονται μπροστά σου ως δυο μικρού μήκους αριστουργηματικά animation και μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει από σελίδες των παραμυθιών του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν. Πανέμορφα χρωματισμένα με νερομπογιές, τα animation αυτά αποτελούν και την καρδία της ταινίας ενώ θυμίζουν κάτι από την ιστορία των Τριών Αδερφών στον «Χάρι Πότερ και οι Κλήροι του Θανάτου Μέρος 1ο».
Οσο για την ψυχή της; Ο μικρός Λούις ΜακΝτάγκαλ, που τον είχαμε γνωρίσει από το «Παν» του Τζο Ράιτ, είναι πραγματική αποκάλυψη, καθώς καταφέρνει να σηκώσει στους παιδικούς του ώμους του ολόκληρη την ταινία με την συναισθηματική βαρύτητα ενός αγοριού που «είναι πολύ μικρό για να είναι άντρας, αλλά και πολύ μεγάλο για να είναι παιδί». Ο ΜακΝτάγκαλ καταφέρνει να κινηθεί με απίστευτη ευκολία σε όλα τα επίπεδα συναισθήματος που απαιτεί ο ρόλος του χωρίς να πέφτει στην παγίδα του μελοδραματισμού αλλά εκπέμποντας ταυτόχρονα μια ατίθαση γοητεία. Το ότι παράλληλα πλαισιώνεται από χαρισματικούς ηθοποιούς όπως η Φελίσιτι Τζόουνς και η υπέροχη Σιγκούρνι Γούιβερ στον ρόλο της γιαγιάς του, είναι κάτι που απλά κάνει το φιλμ να χτυπήσει ακριβώς τη στιγμή που πρέπει τις κατάλληλες νότες συγκίνησης.
Δεν είναι εύκολο να ξεφύγεις από την συναισθηματική δίνη που σε βυθίζει το «7 Λεπτά Μετά τα Μεσάνυχτα». Μπορεί εξωτερικά να μοιάζει με κάτι ανάλαφρο και σχεδόν παιδικό, αλλά μέσα του, το υπέροχο φιλμ του Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα κρύβει μια από αυτές τις σπάνιες ταινίες που καταφέρνει, αβίαστα, να μιλήσει με τόση ειλικρίνεια και πραγματική ευθύτητα για τόσο σοβαρό όσο τις φοβίες που σε αναγκάζουν να μεγαλώσεις για πάντα. Μετά σε παίρνει από το χέρι και μέσα από το φανταστικό της κόσμο φτάνει μέχρι την καρδιά σου για να σου δείξει με τον πιο αφοπλιστικό τρόπο πως όλα θα πάνε καλά. Γιατί, τελικά, έτσι είναι η ζωή.