«Μην δίνεις στους ανθρώπους αυτό που θέλουν, δώστους αυτό που έχουν ανάγκη.» - Τζος Γουίντον
Το είχε πάντοτε αυτό σαν mantra o Γουίντον, σεναριογράφος τρίτης γενιάς, γιος τυπικής οικογένειας, σύζυγος φανταστικής γυναίκας, πατέρας συμπαθέστατων (υποθέτει κανείς) παιδιών, φίλος συναρπαστικών ανθρώπων. Ολοι οι καλλιτέχνες έχουν σαν καύσιμο για τη δημιουργία, τις ανοιχτές τους πληγές. Τις μεταφέρουν στην παλέτα τους και ζωγραφίζουν γύρω τους, τις εκθέτουν -και μαζί τους εαυτούς τους- μπροστά σε όλους. Το περίεργο με τον Γουίντον είναι ότι ζει μια τόσο φυσιολογική ύπαρξη, που στο χαρτί μοιάζει σα να μην έχει τραύματα να μοιραστεί μαζί μας. Γιατί τότε οι ήρωές του έχουν τέτοιες τραγικές προεκτάσεις; Γιατί ο Γουίντον έγινε (αδίκως) γνωστός στις αρχές των 00s ως «ο σεναριογράφος που σκοτώνει όλους τους χαρακτήρες που αγαπάς»; Γιατί ακόμα και οι πιο στενοί φίλοι στις ιστορίες του είχαν πάντα τέτοιο περιθώριο μέσα τους να πληγώνουν τον άλλον; Ισως ακριβώς επειδή αυτά που διηγείται δεν προκύπτουν από κάτι προφανές και αβάσταχτα συγκεκριμένο (ένας πόλεμος, μια απώλεια, ένας χωρισμός, μια προδοσία, ένα δυστύχημα) αλλά από την πιο αφηρημένη, πιο παγκόσμια πηγή αλήθειας: την καθημερινότητά μας.
Ναι, μιλάμε για τον άνθρωπο που δημιούργησε τη σειρά «Buffy, the Vampire Slayer».
Ασχετα από όλα τα άλλα, δε θα βρεις πουθενά στην τηλεόραση χαρακτήρες όσο συναρπαστικούς, αστείους ή προβληματικούς τους γράφει ο Γουίντον. Τους δίνει φωνή και ψυχή, και μετά τους δίνει αληθινές εσωτερικές διαμάχες. Τους εξελίσσει με φοβερή μαεστρία, τους φέρνει σε συγκρούσεις (με άλλους και με τους εαυτούς τους) και κυρίως, με περίσσιο θράσος, τους φέρεται όπως ενίοτε φέρεται σε όλους μας η ζωή. Και είναι η μεταξύ τους δυναμική που κάνει τις ιστορίες να ζωντανεύουν και την οθόνη να παίρνει φωτιά.
(Και αυτοί οι διάλογοι. Γραφεί απίστευτους διαλόγους, πνευματώδεις, με αστεία που ακολουθούν δική τους συντακτική δομή και δικό τους ρυθμό στο delivery. Πρέπει να το δεις, δεν είναι κάτι που εξηγείται.)
O Τζος Γουίντον στα γυρίσματα των «Εκδικητών»
Ακόμα και για κάτι φαινομενικά απλό και εύπεπτο, όπως οι «Εκδικητές», έχει ένα πράγμα να πει: «Είναι άνθρωποι λαβωμένοι, με τα προβλήματά τους. Οταν συνειδητοποίησα το πόσο εξωφρενική ήταν η ιδέα και μόνο της ύπαρξης μιας τέτοιας ομάδας, τότε ήξερα τι θα είναι η ταινία». Τη συνταγή του εξάλλου την αναλύει σε έναν ηχητικό σχολιασμό στα DVD της «Buffy» ως εξής: «Τα δύο πράγματα που έχουν μεγαλύτερη σημασία για μένα: συναισθηματική απήχηση και ρουκετοβόλα». Στις σειρές του είχε πάντα μπόλικα κι από τα δύο - και κάπως έτσι η επιλογή του ως σκηνοθέτη για την υπερηρωική περιπέτεια της Marvel μοιάζει τελικά κάπως προφανής.
Στα μέσα της 2ης σεζόν της «Buffy», συμβαίνει μια εναλλαγή ρόλου που τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια των θεατών, συντάραξε τη δυναμική ανάμεσα στους χαρακτήρες και οδήγησε σε σε μια κορύφωση αντάξια Σαιξπηρικού δράματος, όμοια της οποίας σπάνια είχε υπάρξει ξανά στη μικρή οθόνη. Μιλάμε για το 1997. Πριν τους «Sopranos», πριν το «Wire», πριν το «Lost», πριν τους αντι-ήρωες της καλωδιακής τηλεόρασης, πριν την αφήγηση μυθολογίας σε συνέχειες των 00s, πριν την έκρηξη του βαμπιρικού (ψευδο)ερωτισμού. Πριν από όλα αυτά, υπήρχε η Μπάφι και ο Eιντζελ, ο Αντζέλους, το επεισόδιο «Innocence», και μια πανίσχυρη ιστορία αγάπης και μίσους, προδοσίας και εξιλέωσης, εσωτερικής πάλης και θριάμβου της ψυχικής θέλησης.
Και ρουκετοβόλων.
Δεν ήταν κάτι που ο κόσμος ήθελε. Ο κόσμος θέλει πάντα το happy end. Aλλά ήταν κάτι που ο κόσμος είχε ανάγκη.
Η Σάρα Μισέλ Γκέλαρ σε σκηνή από το «Buffy, the Vampire Slayer»
«Είμαι η Μπάφι. Είμαι καινούρια.» - Buffy, στην ομώνυμη σειρά
Οπως φαίνεται κι από τον θρασύτατα camp τίτλο του κατεξοχήν έργου ζωής του, ο Γουίντον δεν φοβήθηκε ποτέ να βγάλει κάθε πτυχή της αισθητικής του προς τα έξω και να ανακατέψει με προσοχή. Το σαχλό δίπλα στο τραγικό, το μελό δίπλα στο ψύχραιμο, το αστείο δίπλα στο δραματικό, το φιλοσοφικό δίπλα στο πεζό. Οι προκαταλήψεις και οι προσδοκίες διαρκώς ανατρέπονται, από εκείνη την πρώτη σηνή, του πρώτου επεισοδίου, της πρώτης του σειράς:
Στο cold open του πιλότου της «Buffy», μια αβοήθητη ξανθιά κοπέλα οδηγείται στους σκοτεινούς διαδρόμους του σχολείου από έναν περίεργο τύπο. Οταν σιγουρεύονται ότι είναι μόνοι, εκείνη γυρνάει το κεφάλι απειλητικά, πετάει βαμπιροδόντια, και του πίνει το αίμα. Εκτοτε, κάθε κλισέ και κάθε σύμβαση που θα περίμενε κανείς να δεις στο σύνολο του έργου ενός τέτοιου πολυγραφότατου σεναριογράφου sci-fi και fantasy, έρχεται να γυρίσει ανάποδα. Οχι σαν εξυπνακισμός. Αλλά με αγάπη. Από την πρώτη σκηνή της «Buffy», μέχρι την τελευταία σκηνή του «Μικρού Σπιτιού στο Δάσος», το οποίο σε σενάριο Γουίντον και Ντρου Γκοντάρ (εξαιρετικός σεναριογράφος που θήτευσε για χρόνια στο πλευρό του Τζος γράφοντας για «Buffy» και «Angel»), κοιτάζει όλα όσα αγαπάει στο είδος του τρόμου, και αναρωτιέται α) γιατί και β) γιατί όχι πια.
Παράλληλα, θεμελιώνεται η φήμη του ως συγγραφέας ιστοριών με δυνατές ηρωίδες. Πράγματι. Δίνοντας φωνή και υπόσταση σε χαρακτήρες σαν την Γουίλοου, την Ζόι, την Ρίβερ, φυσικά τη Μπάφι, αλλά και σε ένα meta επίπεδο την Εκο του «Dollhouse», ο Γουίντον θα μείνει για πάντα γνωστός ως «ο φεμινιστής σεναριογράφος». Στην πραγματικότητα, πάνω απ’όλα είναι ακραία ουμανιστής - η δύναμη των γυναικείων χαρακτήρων του δεν είναι κάτι το ξεχωριστό σε σχέση με την υπόλοιπη δουλειά του: Απλά γράφει ολοκληρωμένους χαρακτήρες, και κάποιοι τυχαίνει να είναι γυναίκες. Τα πάντα όμως είναι θέμα περιεχομένου και θέμα αναγκών.
Σε ένα Χόλιγουντ που οι ηρωίδες είναι εκεί συνήθως για συμπλήρωμα, γραμμένες από ανθρώπους που δεν έχουν ιδέα πώς να δημιουργήσουν έναν αυθεντικό γυναικείο χαρακτήρα, αυτή η στιχομυθία από μια προ πενταετίας συνέντευξη του Γουίντον αποκτά βαρύνουσα σημασία:
-Γιατί λοιπόν γράφεις όλους αυτούς τους δυνατούς γυναικείους χαρακτήρες;-Γιατί ακόμα μου κάνεις αυτή την ερώτηση.
(Ο Γουίντον είναι μέλος της οργάνωσης Equality Now που έχει στόχο την την εξάλειψη της βίας και των διακρίσεων κατά των γυναικών σε όλο τον κόσμο)
Dr. Horrible's Sing-Along Blog
«Η σπουδαιότερη επαναστατική έκφραση είναι η χαρά.» -Τζος Γουίντον, παραλαμβάνοντας το μοναδικό του βραβείο Eμμυ.
Το βραβείο το παρέλαβε το 2009 για τη δημιουργία του ιντερνετικού υπερηρωικού μιούζικαλ «Dr. Horrible’s Sing-Along Blog». Η ειρωνία είναι πως ύστερα από τόσα χρόνια προσφοράς στην τηλεόραση, μέσα από ένα σύνολο έργου που τον έκανε αντικείμενο geek λατρείας μέχρι ακαδημαϊκής ανάλυσης (αμέτρητα πλέον τα papers που πραγματεύονται τις διάφορες πτυχές του έργου του), η Ακαδημία εφηύρε μια ανούσια κατηγορία, για να τον βραβεύσει για κάτι που δημιούργησε σε ένα άλλο μέσο, το ίντερνετ.
Ο «Dr. Horrible», μια φανταστική (και φανταστικά συμβολική, σε ένα σωρό επίπεδα) 40λεπτη ιστορία με τον Νιλ Πάτρικ Χάρις στο ρόλο ενός wannabe villain, ήταν παράγωγο της προ τριετίας απεργίας των σεναριογράφων. Οσο ο Γουίντον συμμετείχε στο μποϋκοτάρισμα της πληρωμένης από τα στούντιο δουλειάς, συνέλαβε και γύρισε (με βοήθεια φίλων και γνωστών) μια ουσιαστικά μίνι ταινία, η οποία διέλυσε τα στεγανά στη σκέψη του πώς πρέπει να μοιάζει - και πώς να παρουσιάζεται ή να είναι εμπορικά εκμεταλλεύσιμο - κάτι που φτιάχνεται για το ίντερνετ.
Much Ado About Nothing
Δεν ήταν μεμονωμένη περίπτωση: Μετά τα γυρίσματα των «Εκδικητών», γύρισε μια διασκευή Σαίξπηρ στο εξοχικό του, μέσα σε 10 μέρες. Κι έχει περάσει όλη του την καριέρα δημιουργώντας διαρκώς νέους κόσμους, νέα σύμπαντα χαρακτήρων, νέες ιδέες, αντί να επιστρέφει διαρκώς στις παλιές. Σε κάθε πιθανό μέσο (τηλεόραση, σινεμά, κόμικς, ίντερνετ, συνδυασμούς αυτών). Αλλά πάντα, ανεξαιρέτως, είναι εμφανές πως λατρεύει αυτό που κάνει. Και, όπως λένε, αυτό περνάει στον κόσμο. Πουθενά δε, περισσότερο από την αγνή fanboy αγάπη που βγάζει ενορχηστρώνοντας την απόλυτη περιπέτεια της χρονιάς, τους «Εκδικητές».
«Αν τίποτα που κάνουμε δεν έχει σημασία, τότε το μόνο που έχει σημασία είναι όσα κάνουμε.» - Angel, στην ομώνυμη σειρά
Μια από τις κυριότερες θεματικές που διατρέχουν όλες τις σειρές του Γουίντον αφορά σε αυτές τις προσωπικές μάχες, όπου κάποιος ήρωας παραμερίζει για λίγο το συμφέρον, τις πιθανότητες, ακόμα και τη λογική, και κάνει αυτό που ξέρει πολύ καλά, πως είναι το σωστό. Είτε είναι μια έφηβη μαθήτρια που σκοτώνει αυτό που αγαπάει περισσότερο, το πλήρωμα περιθωριακών τύπων ενός παμπάλαιου σκάφους που τα βάζουν όχι απλά με μια συγκεντρωτική κυβέρνηση αλλά και με την ίδια την ιδέα της, η πληγωμένη ομάδα ηρώων που στριμώχνεται σε ένα σοκάκι παλεύοντας μέχρι -βέβαιου- τέλους, μια κοπέλα που θυσιάζεται γνωρίζοντας πως η απουσία της μπορεί να επιφέρει ισορροπία στον κόσμο.
Ή, απλώς μαντεύουμε τώρα, μια ομάδα υπερηρώων που στέκεται στην καταστροφή και τη σωτηρία της Γης;
Πολύ συχνά θα παρατηρήσει κανείς κάτι που μοιάζει με παραίτηση. Οπως έχει πει κι ο ίδιος σχετικά με το πώς βλέπει το μέλλον, «οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι... και υπάρχουν αμάξια που πετάνε». Το βλέπεις στην (ύποπτα κοντινή στην πραγματικότητά μας) συγκεντρωτική κυβέρνηση του «Firefly» ή στον μετα-αποκαλυπτικό κόσμο του «Dollhouse», όμως στην πραγματικότητα είναι ο θρίαμβος της φευγαλέας εκείνης στιγμής που το χάος βγάζει νόημα.
Σκηνή από το «Angel»
Αλήθεια: Εχουμε δει αμέτρητες ιστορίες ηρωισμού και αυταπάρνησης με ήρωες που σώζουν τη μέρα και στο τέλος όλα είναι φωτεινά και υπέροχα. Για τον Γουίντον αυτό που είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον (και ειλικρινές) είναι εκείνες οι μάχες που γίνονται για να σώσεις πρωτίστως αυτό που έχεις μέσα σου, και ύστερα -ίσως- όλα τα άλλα. Μπορεί και να μην το ξέρεις ποτέ.
«You can’t stop the signal.» -Το Ιντερνετ.
Η (πρώτη) μετάβασή του Γουίντον στο σινεμά έγινε με εντελώς διαφορετικούς όρους από ό,τι σήμερα. Το 2005 έγραψε και σκηνοθέτησε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, την ταινία επιστημονικής φαντασίας «Serenity», που στην πραγματικότητα ήταν απλώς ένα πιο ακριβό, πιο εντυπωσιακό, πιο καθυστερημένο επεισόδιο του άδικα κομμένου «Firefly». Το διαστημικό γουέστερν που δημιούργησε το Σεπτέμβρη του 2002 παραμένει, στα μόλις 14 επεισόδιά του (συν μία ταινία) ίσως το αποκορύφωμα της καριέρας του Γουίντον. Μια φανταστική μίξη ειδών, και ταυτόχρονα μια ιστορία πείσματος στο πρόσωπο της απιθανότητας, για φανταστικούς ξεροκέφαλους ανθρώπους που κάνουν το Σωστό κάνοντας ένα σωρό λάθη, ένα ξεκαρδιστικό, αγωνιώδες, πανέμορφο φιλοσόφημα πάνω στη ζωή και την ηθική.
Σκηνή από το τελευταίο επεισόδιο του «Firefly»
Οι θεαματικότητες έξυναν όμως τον πάτο, η σειρά κόπηκε, αλλά η δίψα των φαν ήταν τόσο μεγάλη (και ο θαυμασμός ανθρώπων-κλειδιά στη βιομηχανία τόσο μεγάλος), που πράγματι, όπως έμεινε ως φράση-σύμβολο του όλου απίθανου εγχειρήματος, «το Σινιάλο δεν σιώπησε ποτέ». Μια εμπορικά αποτυχημένη σειρά έγινε ταινία, εμπορικά αποτυχημένη κι αυτή, αλλά σαν τις συχνά καταδικασμένες μάχες των ηρώων του, έτσι κι αυτή η μάχη του Γουίντον δεν απέφερε τελικά τίποτα (το «Firefly» πέθανε για τα καλά), όμως θα έλεγες πως απέφερε και τα πάντα: λίγη, αλλά αρκετή, αριστουργηματική τηλεόραση συν μια μικρή δόση σινεμά.
Ο Γουίντον, που πριν μπλέξει με όλα αυτά τα τηλε-auter-ίστικα, ήταν έμπιστος script doctor με προϋπηρεσία σε ένα μάτσο προβληματικές ταινίες (μέτρα: «Άλιεν: Η Αναγέννηση», «Υδάτινος Κόσμος», «Twister», «Titan A.E.» αλλά και: «Speed», «Toy Story») έκανε επιτέλους το δικό του ντεμπούτο, αλλά η περίπτωση ήταν τόσο ειδική, και η ταινία τόσο αποτυχημένη, που θα πρέπει να λογίζεται περισσότερο ως αστερίσκος, παρά ως ξεκίνημα.
Ομως λίγο η ασυγκράτητη δημιουργικότητα (που γέννησαν το σενάριο για το «Μικρό Σπίτι στο Δάσος» εκεί γύρω στην εποχή του «Dr. Horrible» και του «Dollhouse»), λίγο το ένδοξο πέρασμα από τα κόμικς (έγραψε το πολυβραβευμένο «Astonishing X-Men» για 25 τεύχη, κάνοντας την Marvel να πειστεί πέραν αμφιβολίας πως αυτός ήταν ο άνθρωπος για τους «Εκδικητές»), βρεθήκαμε σε αυτή τη συγκυρία. Στο μεν «Μικρό Σπίτι στο Δάσος» την κάμερα κρατάει ο Γκόνταρντ, με τον Γουίντον στο σενάριο και την παραγωγή, στους δε «Εκδικητές» να είναι εκείνος που κουμαντάρει τα πάντα.
Τζος Γουίντον και Ντρου Γκόνταρντ στα γυρίσματα του «The Cabin in the Woods»
Παράλληλα, έχει την ίδια στιγμή άλλες δύο ταινίες σε διαφορετικά στάδια παραγωγής, σχέδια για το σίκουελ του «Dr. Horrible», και δεδηλωμένη την δίψα του για επιστροφή στην τηλεόραση. Επειδή, όπως λέει, του λείπει το φορμάτ των ιστοριών σε συνέχεια, όπου μπορεί να εξερευνήσει τις λεπτομέρειες του κάθε χαρακτήρα που αλλιώς θα παραπέσουν στην άκρη καθώς παρακολουθούμε τα βασικά.
Ομως για την ώρα το ραντεβού είναι στη μεγάλη οθόνη. Είπαμε: «You can’t stop the signal».
«Το Μικρό Σπίτι στο Δάσος» του Ντρου Γκόνταρντ βγαίνει στις αίθουσες στις 15 Απριλίου. «Οι Εκδικητές» του Τζος Γουίντον βγαίνουν στις αίθουσες στις 26 Απριλίου. Οι σειρές, οι ταινίες, τα κόμικς και τα web series του Γουίντον είναι όλα, όπως και η αλήθεια, κάπου εκεί έξω.
Διαβάστε εδώ περισσότερα για τον Τζος Γουίντον.
Διαβάστε ακόμη:
- «In Your Eyes»: Ο Τζος Γουίντον συναντά το «Sleepless in Seattle»
- Δεν είναι Γούντι Αλεν... Δεν είναι Γουίλιαμ Σαίξπηρ... Είναι το τρέιλερ του «Much Ado About Nothing» του Τζος Γουίντον
- Τζος Γουίντον: «Σήμερα βλέπουμε τον καπιταλισμό να αυτοκαταστρέφεται!»
- Τα 10 καλύτερα τηλεοπτικά φινάλε
- «Tι ήταν αυτό που μόλις είδα;»: τα καλύτερα cliffhangers στην τηλεοπτική ιστορία