«Οταν ήμουν 18 ετών ,19, το μόνο που ήθελα ήταν να κάνω μια ταινία.»
Μεγαλώνοντας στο Λονδίνο, γιος δύο Ρώσων Εβραίων γονιών, της Αϊντα και του Σάιμον Μπρουκ, o Πιτερ Μπρουκ τέλειωσε το σχολείο του Γουέστμινστερ και του Γκρέσαμ στο Νόρφολκ και δεν χρειάστηκε ποτέ να διαλέξει ανάμεσα στο πάθος του για το θέατρο και το σινεμά - ανεξάρτητα αν στο μέλλον θα έμενε για πάντα στην ιστορία ως ο άνθρωπος που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στο θέατρο όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Με την ενηλικίωσή του, ξεκίνησε να γυρίζει μικρές ταινίες με την παρέα του, ξοδεύοντας ατέλειωτες ώρες στο να ανακαλύπτει άγνωστες ταινίες, μέχρι που γύρισε ένα διαφημιστικό ενός απορρυπαντικού σε στίλ «Πολίτης Κέιν» και κάπως έτσι η πρώτη του προσπάθεια για να κάνει σινεμά τέλειωσε άδοξα.
Με την Βίβιαν Λι το 1954
Το πραγματικό κινηματογραφικό ντεμπούτο του Πίτερ Μπρουκ έγινε το 1954 με την «Οπερα του Ζητιάνου», μεταφορά της ομώνυμης όπερας του Τζον Γκέι, με τον Λόρενς Ολίβιε στο πρώτο και μοναδικό μιούζικαλ που έπαιξε ποτέ. Η δεύτερη ταινία του ήταν για πολλούς και η καλύτερη της φιλμογραφίας του, το «Moderato Cantabile» του 1960, βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Μαργκερίτ Ντιράς που χειροκρότησε την προσπάθεια του Μπρουκ, σε αντίθεση με τον πρωταγωνιστή του Ζαν-Πολ Μπελμοντό που θεώρησε την ταινία... βαρετή. Η ταινία διαγωνίστηκε για το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, με την Ζαν Μορό να κερδίζει το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας.
Η Ζαν Μορό και ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό στο «Moderato Cantabile»
Το 1963 βγαίνει στις αίθουσες η πιο διάσημη ταινία του, η κινηματογραφική μεταφορά του αριστουργηματικού «Ο Αρχοντας των Μυγών» του Γουίλιαμ Γκόλντινγκ. Ο Μπρουκ σκηνοθετεί παιδιά ερασιτέχνες που δεν γνώριζαν παρά μόνο το γενικό πλαίσιο της ιστορίας του βιβλίου, γυρίζει εξολοκλήρου στο Πόρτο Ρίκο και καταλήγει με 60 ώρες υλικό που χρειάστηκε δύο ολόκληρα χρόνια για να καταλήξει στην τελική εκδοχή της ταινίας. Η ταινία διαγωνίστηκε για το Χρυσό Φοίνικα, παραμένει μέχρι και σήμερα η σημαντικότερη διασκευή του μυθιστορήματος του Γκόλντινγκ και ουσιαστικά είναι η ταινία στην οποία ο Μπρουκ πλησιάσε περισσότερο τη φιλοσοφία του γύρω από το παιχνίδι με το χωροχρόνο του σινεμά.
«Το μόνο που ήθελα εκείνη τη στιγμή ήταν λίγα χρήματα, καθόλου σενάριο, μερικά παιδιά, μια κάμερα και μια παραλία», έγραφε χρόνια μετά στην αυτοβιογραφία του.
Μετά από τον «Αρχοντα των Μυγών», ο Μπρουκ άρχισε να απομυθοποιεί το σινεμά, πιστεύοντας πως η έννοια της «πραγματικότητας» είναι πλαστή στο σινεμά αφού τελικά μιλάμε μόνο για εικόνες παγωμένες στο χρόνο. Στο μυαλό του το θέατρο γινόταν η τέχνη του παρόντος - πιο αληθινό, πιο ριψοκίνδυνο, πιο επικίνδυνο και πιο ανησυχητικό για το θεατή.
Ο Αρχοντας των Μυγών
Ο Πίτερ Μπρουκ στα γυρίσματα του «Αρχοντα των Μυγών»
Αρκετά χρόνια πριν, όταν ήμουν πολύ νέος, μια κρυμμένη φωνή μέσα βαθιά μου μου ψιθύρισε: "Μην παίρνεις τίποτα ως δεδομένο. Να πηγαίνεις για να δεις μόνο σου την αλήθεια". Αυτό το ενοχλητικό μουρμούρισμα με οδήγησε σε τόσα πολλά ταξίδια.»
Μετά τον «Αρχοντα των Μυγών», ο Πίτερ Μπρουκ συνέχισε να πειραματίζεται με το σινεμά, αν και πιο αραιά και σε μικρότερη κλίμακα από το εντυπωσιακό κινηματογραφικό ξεκίνημα.
To 1967 γύρισε το «Marat/Sade», μεταφορά του θεατρικού του Πίτερ Βάις, με ηθοποιούς από το Royal Shakespeare Company, ανάμεσά τους τον Ιαν Ρίτσαρντσον, τον Πάτρικ Μαγκί, την Γκλέντα Τζάκσον και άλλους και το 1968 γύρισε το «Tell me Lies», μια υποτιμημένη σχετικά ταινία που ο Μπρουκ γύρισε με ηθοποιούς από την Royal Shakespeare Company. Το θέμα της ήταν ένα ζευγάρι που όταν βλέπουν σε ένα περιοδικό ένα ακρωτηριασμένο μωρό από βόμβα στο Βιετνάμ αλλάζει η ζωή τους. Η ταινία δεν παίχτηκε λόγω πολιτικής αντιπαράθεσης στις Κάννες, βραβεύθηκε αργότερα στη Βενετία και το 2011 αποκαταστάθηκε πλήρως - αφού θεωρούνταν χαμένο - με τη βοήθεια του Ζαν Κλοντ Καριέρ, στην εκδοχή που το ήθελε ο Μπρουκ αρχικά.
Ο Πίτερ Μπρουκ στα γυρίσματα του «Marat/Sade»
Tell me Lies
Ο «Βασιλιάς Ληρ» του 1971, με τον Πολ Σκόφιλντ στον ομότιτλο ρόλο, ήταν μια κατάμαυρη, αφηρημένη μεταφορά του σαιξπηρικού έργου που δεν άρεσε στους κριτικούς και πέρασε απαρατήρητο από το κοινό, το 1979 διασκέυασε το «Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους» του Ζορζ Γκούρτζιεφ στο Αφγανιστάν με τον Τέρενς Σταμπ και επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Βερολίνου, το 1983 διασκεύασε με τον Ζαν Κλοντ Καριέρ την Κάρμεν του Προσπέρ Μεριμέ και του Ζορζ Μπιζέ με τίτλο «H Τραγωδία της Κάρμεν», το 1984 έβαλε το χέρι του στο σενάριο του «Swann in Love» του Φόλκερ Σλέντορφ και το 1989 κυκλοφόρησε τη δική του εκδοχή - εξάωρη εκδοχή - πάνω στη «Μαχαμπαράτα» που είχε ήδη ανεβάσει σε μια εννιάωρη παράσταση που ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο.
Το τελευταίο κινηματογραφικό του πρότζεκτ ήταν ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο «The Tightrope» που μέσω κρυμμένων καμερών, ανιχνεύει τη δημιουργική διαδικασία της διδασκαλίας του πάνω στη σκηνοθεσία και το θέατρο, σαν ένα πολύτιμο μάθημα ζωής προς τις επόμενες γενιές.
«Συναντήσεις με Αξιοσημείωτους Ανθρώπους»
The Tightrope
Ο Πίτερ Μπρουκ πέθανε στις 2 Ιουλίου του 2022 σε ηλικία 97 ετών στο Παρίσι.
Κάθε επιλογή που έκανα στη ζωή μου, μου την υπέδειξε περισσότερο ένα άμορφο ένστικτο παρά η αυστηρή λογική.»
Δείτε εδώ ολόκληρο τον «Αρχοντα των Μυγών»:
Δείτε εδώ μια συνέντευξη του Πίτερ Μπρούκ για τον «Αρχοντα των Μυγών»:
Δείτε εδώ το συγκινητικό reunion που έγινε το 1996 για τον «Αρχοντα των Μυγών»:
Δείτε εδώ το ντοκιμαντέρ «Brook by Brook: An Intimate Portrait» για τον Πίτερ Μπρουκ:
Δείτε εδώ την εξάωρη «Μαχαμπαράτα» του Πίτερ Μπρουκ:
Δείτε εδώ ολόκληρο το «Marat/Sade»: