Άποψη

(Τουλάχιστον) 5 σοβαροί λόγοι για τους οποίους η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι η καλύτερη ηθοποιός στον κόσμο!

στα 10

Το 2016 είναι η πιο σημαντική χρονιά στη ζωή και την καριέρα της Ιζαμπέλ Ιπέρ. Δίκαια, αδιαμφισβήτητα και... καθυστερημένα.

(Τουλάχιστον) 5 σοβαροί λόγοι για τους οποίους η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι η καλύτερη ηθοποιός στον κόσμο!

Το 2016 ήταν αναμφίβολα, αν όχι η καλύτερη, τουλάχιστον μία από τις κορυφαίες χρονιές στην καριέρα της Ιζαμπέλ Ιπέρ.

Με δύο εξαιρετικές ερμηνείες σε δύο από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς (βλ. το «Εκείνη» του Πολ Βερχόφεν και το «Μέλλον» της Μια Χάνσεν Λοβ) και την Αμερική να υποκλίνεται με πρωτόγνωρη θέρμη, έστω και καθυστερημένα, στο υποκριτικό της μεγαλείο, η 63χρονη Γαλλίδα ηθοποιός όχι μόνο έχει σαρώσει τα βραβεία σχεδόν όλων των ενώσεων κριτικών στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αλλά αναμένεται να είναι για πρώτη (σκανδαλωδως) φορά υποψήφια για το Οσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου για την προβοκατόρικη ερμηνεία της στο «Εκείνη» - μια ερμηνεία που προσθέτει περισσότερα επίπεδα ανάγνωσης στην ήδη προκλητική προσέγγιση του Πολ Βερχόφεν στην κουλτούρα του βιασμού.

Elle Film 607 Εκείνη του Πολ Βερχόφεν

L' Avenir 607 3 To Mέλλον της Μία Χάνσεν Λοβ

Αλλά αυτή ειναι η ειδοποιός διαφορά της Ιζαμπέλ Ιπέρ σε σχέση με όλες τις συναδέρφους της παγκοσμίως. Ενώ είναι απόλυτα ταγμένη στο όραμα του κάθε σκηνοθέτη με τον οποίο συνεργαζεται, από τον Ζαν - Λικ Γκοντάρ μέχρι τον Μίκαελ Χάνεκε κι από τον Κλοντ Σαμπρόλ μέχρι την Κλερ Ντενί, καταφέρνει να κάνει τον εκάστοτε ρόλο της τόσο δικό της που μοιάζει σαν να σκηνοθετεί κι η ίδια την ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί, ελέγχοντας απόλυτα τα ερμηνευτικά της μέσα και την κατεύθυνση που παίρνει ο ρόλος της.

Cesar and Rosalie 607 Στο ξεκίνημά της, στο «Σεζάρ και Ροζαλί» του Κλοντ Σοτέ το 1972

Isabelle Huppert 607 To 1980 στη Νέα Υόρκη

Loulou 607 Με τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ το 1980 στο «Loulou» του Μορίς Πιαλά

Με πάνω από 120 ταινίες στο ενεργητικό της από το 1972, χρονιά κατά την οποία πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με έναν δεύτερο ρόλο στο «Σεζάρ και Ροζαλί» του Κλοντ Σοτέ στο πλευρό της Ρόμι Σνάιντερ και του Ιβ Μοντάν, μέχρι το εικοσάλεπτο μικρού μήκους «Αυτό που μας Χωρίζει» του Γουέι Χου, που παρουσιάστηκε φέτος στη Φεστιβάλ της Βενετίας και στο οποίο κάνει μια ολιγόλεπτη εμφάνιση ως …ο εαυτός της, η Ιπέρ είναι μια πραγματικά άοκνη λειτουργός της τέχνης που με τόσο πάθος υπηρετεί, όχι μόνο στο σινεμά, αλλά και στο θέατρο με μια εξίσου εντυπωσιακή καριέρα κι ένα ρεπερτόριο που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την «Εντα Γκάμπλερ» του Ιψεν, το «Ψύχωση 4.48» της Σάρα Κέιν και τις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ, στο πλευρό της Κέιτ Μπλάνσετ.

Διαβάστε ακόμη: O συγκινητικός αποχαιρετισμός της Ιζαμπέλ Ιπέρ στον Μάικλ Τσιμίνο

Heaven's Gate 607 Στα γυρίσματα του «Heaven's Gate» του Μάικλ Τσιμίνο (1981)

SPecial treatment 607 Στο «Special Treatment» της Ζαν Λαμπρούν (2010)

Sauve Qui Peut la Vie 607 Στο «Sauve qui Peut la Vie» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ (1980)

Με τη φετινή θεατρική της παραγωγή, τις «Φαίδρες» του Κριστόφ Βαρλικόφσκι, η Ιζαμπέλ Ιπέρ φτάνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής της περιοδείας, για τρεις (φυσικά sold out) παραστάσεις. Ιδανικό momentum για να αποθεώσουμε την ηθοποιό την περίοδο που βρίσκεται στην κορυφή της δόξας της, αλλά και ιδανική αφορμή για να σταθούμε σε πέντε ενδεικτικές, περισσότερο ή λιγότερο γνωστές, κινηματογραφικές ερμηνείες της, που αποδεικνύουν άνευ ετέρου γιατί είναι η καλύτερη ηθοποιός παγκοσμίως αυτή τη στιγμή. (Συγνώμη, Μέριλ!)

Διαβάστε ακόμη: Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έρχεται ως «Phaedra(s)» στη Στέγη

La Dantelliere 607

Για μια Νύχτα Αγάπης (La Dentellière) του Κλοντ Γκορετά, 1977

Μ΄αυτόν τον μάλλον ανεκδιήγητο τίτλο προβλήθηκε στη χώρα μας το «La Dentellière» του Κλοντ Γκορετά, το οποίο αποτέλεσε το διεθνές ερμηνευτικό breakthrough της νεαρής τότε γαλλίδας ηθοποίου. Η Ιπέρ όχι μόνο κέρδισε για το ρόλο της αθώας κι ευαίσθητης Μπεατρίς (ή Πομ, όπως είναι το υποκοριστικό της) το βραβείο BAFTA της πιο πολλά υποσχομενης ηθοποιού το 1978, αλλά ήταν την ίδια χρονιά για πρώτη φορά υποψήφια για το Σεζάρ Πρώτου Γυναικείου Ρόλου, θέτοντας το έναυσμα για τις επόμενες δωδεκα υποψηφιότητες στην κατηγορία, οι οποίες μαζί με τις δύο υποψηφιότητες για το Σεζάρ Β’ Γυναικείου Ρόλου (για το Αλοϊζ της Λιλιάν ντε Κερμαντέκ το 1976 και το Amour του Μίκαελ Χάνεκε το 2013) την καθιστούν την ηθοποιό με τις περισσότερες υποψηφιότητες στην ιστορία του θεσμού. Σχεδόν αγνώριστη για όποιον την έχει πρωτογνωρίσει από τους πιο πρόσφατους και δυναμικούς της ρόλους και αμακιγιάριστη σε όλη τη διάρκεια του φιλμ, η Ιπέρ υποδύεται με αποκαλυπτικό και απόλυτο (αυτο)έλεγχο την άβγαλτη και ρομαντική Πομ, απαδίδοντας την πορεία της στην ψυχιατρική κλινική λόγω ερωτικής απογοήτευσης με εσωτερικότητα και συγκρατημένη μελαγχολία και θυμίζοντας τον ομότιτλο πίνακα του Βερμέερ, ο οποίος αποτέλεσε, άλλωστε, πηγή έμπνευσης της ταινίας.

Madame Bovary 607

Μαντάμ Μποβαρί (Madame Bovary) του Κλοντ Σαμπρόλ, 1991

Η συνεργασία της Ιπέρ με τον Κλοντ Σαμπρόλ ήταν μία από τις πιο παραγωγικές κι επιτυχημένες της καριέρας της, αφού χάρη στον Γάλλο σκηνοθέτη κέρδισε το πρώτο από τα δύο ερμηνευτικά της βραβεία στις Κάννες για τη Βιολέτ Νοζιέρ το 1978 (το δεύτερο ήταν φυσικά για τη «Δασκάλα του Πιάνου» το 2001) και τα δύο βραβεία γυναικείας ερμηνείας στο Φεστιβάλ της Βενετίας, για το Μια Υπόθεση Γυναικών το 1988 και την αριστουργηματική Τελετή το 1995, με το δεύτερο να της χαρίζει και το μοναδικό Σεζάρ στην καριέρα της. Από τις επτά ταινίες που γύρισαν μαζί, όμως, κορυφαία υπήρξε η μεταφορά του αριστουργήματος του Γκιστάβ Φλομπέρ στον κινηματογραφο, στην οποία η ηθοποιός ενσαρκωνει ιδανικά την εμβληματική ηρωίδα με έναν ανανεωτικό νατουραλισμό, απαλλαγμένο από ρομαντικά φτιασιδώματα μιας τυπικής ταινίας εποχής, και αποτυπώνοντας με ακρίβεια την καταβύθιση στον αμοραλισμό που προκαλεί η αφόρητη ennui της γαλλικής επαρχίας, μέχρι την προδιαγεγραμμένη καταστροφή.

8 Femmes

8 Γυναίκες (8 Femmes) του Φρανσουά Οζόν, 2002

Στο ρόλο της σεξουαλικά στερημένης και στριμμένης γεροντοκόρης αδερφής της Κατρίν Ντενέβ, με τα δικά της ένοχα μυστικά, η Ιζαμπέλ Ιπέρ κατάφερε όχιι μόνο να κλέψει την παράσταση από όλες τις αξιοσέβαστες θεότητες του γαλλικού σινεμά που συγκέντρωσε το τότε enfant terrible Φρανσουά Οζόν στην ταινία του και να προσδώσει βάθη ανθρωπιάς κι ευαισθησίας σ΄αυτό το camp παραλήρημα υστερίας κι αλλοφροσύνης, αποκαλύπτοντας ταύτοχρονα τη σπάνια και γνήσια κωμική της φλέβα, είπε κι ένα τραγούδι, το καλύτερο μάλιστα από τα υπόλοιπα επτά των συμπρωταγωνιστριών της. Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Ιπέρ καταπιάνεται με την κωμωδία, καθώς έχει πρωταγωνιστήσει σε αρκετές μάλλον εσωτερικής κατανάλωσης κωμωδίες, εκ των οποίων ελάχιστες έχουν προβληθεί στη χώρα μας (με πιο πρόσφατη το «Ούτε στον Εχθρό μου» της Αν Φοντέιν το 2011), αλλά είναι σίγουρα η πιο αξιομνημόνευτη, γιατί αρκεί ένα νεύμα της ή μια λοξή ματιά πίσω από τα αυστηρά, κοκκάλινα γυαλιά της για να βγάλει γέλιο και συγκίνηση στις ίδιες ποσότητες.

Abuse of Weakness 607

Abuse of Weakness (Abus de Faiblesse) της Κατρίν Μπρεγιά, 2013

Απρόβλητη στη χώρα μας, η συνεργασία της Ιζαμπέλ Ιπέρ με την μεταφεμινίστρια σκηνοθέτη και συγγραφέα Κατρίν Μπρεγιά, γνώστη - κυρίως - από το προκλητικό «Romance», πέρασε αδικαιολόγητα απαρατήρητη ή τουλάχιστον δεν προκάλεσε την αίσθηση που της άξιζε, διαθέτει όμως μία από τις δύσκολες ερμηνείες της ατρόμητης ηθοποιού, η οποία υποδύεται την δραματοποιημένη έκδοχή της σκηνοθέτη μετά το εγκεφαλικό που υπέστη στον ύπνο της και την μάχη που έδωσε με την παράλυση των άκρων της, ενώ στη συνέχεια έπεσε θύμα ενός διαβόητου απατεώνα. Οι σκηνές του εγκεφαλικού επεισοδίου και κυρίως των επώδυνων συνεδριών φυσιοθεραπείας για την αποκατάσταση του ημί-παραλυμένου της σώματος στο πρώτο μέρος της ταινίας είναι για άλλη μια φορά αποκαλυπτικές της ερμηνευτικής ικανότητας της Ιπέρ, η οποία με μια πρωτοφανή σωματικότητα μεταδίδει όλο τον πόνο, αλλά και την ένταση της προσπάθειάς της για θεραπεία, είναι όμως στον ψυχολογικό εμπαιγμό που υφίσταται στο δεύτερο μέρος και κυρίως στο βλέμμα της (από)γνωσης στο τέλος, όπου η Ιπέρ δίνει βάθη στην ηρωίδα, που ενδεχομένως η σκηνοθέτης δεν είχε φανταστεί καν, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να υπερβεί το υλικό με το οποίο καλείται να δουλέψει. Αυτή η ικανότητά της να αναδεικνύει ταινίες που χωρίς αυτή ενδεχομένως θα βούλιαζαν στη μετριότητα, αλλά και να τολμά ρόλους που κινούνται στην γκρίζα ζώνη της ηθικής και στα πιο σκοτεινά της επιθυμίας διατρέχει το σύνολο σχεδόν της καριέρας της, από το «Η Μητέρα Μου» του Κριστόφ Ονορέ, όπου παρασύρει τον γιο της Λουί Γκαρέλ σε ένα παιχνίδι εξουσίας και αιμομειξίας μέχρι το «Amateu»r του Χαλ Χάρτλει στο οποίο κεντάει ως νυμφομανής (αν και παρθένα!) πρώην μοναχή και νυν πορνογράφος,

Isabelle Huppert 607

Η Δασκάλα του Πιάνου (La Pianiste) του Μίκαελ Χάνεκε, 2001

Τα λόγια περιττεύουν γι’ αυτή την ερμηνεία που είναι ο ορισμός του tour de force, βρίσκεται (ή θα έπρεπε να βρίσκεται) στις πρώτες θέσεις κάθε λίστας με τις καλύτερες γυναικείες ερμηνείες στην ιστορία του κινηματογράφου και δε θα μπορούσε να λείπει κι από αυτή τη δεκάδα, όσο κι αν μοιάζει προβλέψιμη επιλογή. Στην πρώτη της συνεργασία με τον Μίκαελ Χάνεκε (θα ακολουθούσαν άλλες δύο, η «Ωρα του Λύκου» και το «Amour», ενώ η τέταρτη, το «Happy End», βρισκεται ήδη στα σκαριά), η Ιπέρ δεν υποδύεται, αλλά είναι η Ερικα Κόχουτ, όπως ακριβώς βγήκε από τις σελίδες της βραβευμένης με Νόμπελ Λογοτεχνίας Ελφρίντε Γέλινεκ και μεταφέρθηκε στη μεγαλη οθόνη από τον Αυστριακό σκηνοθέτη, μια γυναίκα που διψά για έρωτα κι αγάπη, αλλά δεν έμαθε ποτέ να εκδηλώνει τις επιθυμίες της, παρά μόνο μέσα από τον μαζοχισμό και την αυτοτιμωρία. Τολμώντας να σκιαγραφήσει πτυχές του πάθους που καμία άλλη συνάδερφός της δε μπόρεσε να καταφέρει (εκτός ίσως από τη φίλη της και συγκάτοικό της στα 70’s Ιζαμπέλ Ατζανί στο «Μια Γυναίκα Δαιμονισμένη» του Αντρέι Ζουλάφσκι), με απόλυτη αυταπάρνηση και υποταγή στο όραμα του σκηνοθέτη, αλλά ταυτόχρονα κυρίαρχος στο έπακρο του σώματος της και όλων των ερμηνευτικών της μέσων, η Ιπέρ βυθίζεται σε έναν τραγικά αποξενωμένο από τον εαυτό του χαρακτήρα, για να αναδειχθεί απόλυτη θριαμβεύτρια, πετυχαίνοντας να διασχίσει με αποστομωτική άνεση όλες τις ενδογενείς αντιφάσεις της ηρωίδας της και να συνθέσει ένα από τα πιο διεξοδικά γυναικεία πορτρέτα που αποτυπώθηκαν ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Κάπως ειρωνικό που αρνήθηκε να παίξει στο «Funny Games» του ίδιου σκηνοθέτη, γιατί φοβήθηκε το ρόλο.

Δείτε και διαβάστε ακόμη: Οταν ο Τζον Γουότερς συνάντησε την Ιζαμπέλ Ιπέρ

Isabelle Huppert 607

Δεν ξέρουμε μέχρι πότε θα επιτρέψει η βιολογική συνθήκη στην Ιζαμπέλ Ιπέρ να εμφανίζεται με τέτοια συχνότητα και τόσο υψηλό επίπεδο υποκριτικής στο θέατρο, στον κινηματογράφο, ακόμα και στην τηλεόραση (όπου έχει κάνει γκεστ εμφάνιση στο «Νόμος και Τάξη» μαζί με την Σάρον Στόουν!), το μόνο σίγουρο είναι πάντως πως η φιλμογραφία της είναι ένας θησαυρός, στον οποίο η Γαλλίδα ηθοποιός δείχνει διατεθειμένη να προσθέτει για πολλά χρόνια ακόμα κρυφά και φανερά διαμάντια. Γιατί, όπως οι «Φαίδρες» της, έτσι κι αυτή είναι ανεξάντλητη σε δυνατότητες κι ερμηνείες.