Ο «Απόστρατος» του Ζαχαρία Μαυροειδή είναι μια από τις ταινίες που αγαπήσαμε στο 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όταν έκανε την πρεμιέρα του. Και ξανά τον Φεβρουάριο του 2020, όταν βγήκε στις κινηματογραφικές αίθουσες. Και πάλι όταν, λόγω των πρωτόγνωρων, τότε, μέτρων κατά της πανδημίας, η πορεία του αναχαιτίστηκε πριν ολοκληρωθεί πλήρως. Κι άλλη μια φορά όταν συγκαταλέχθηκε στις ταινίες που το ΦΚΘ και η ΕΑΚ προέβαλαν δωρεάν διαδικτυακά, για να μας κάνει συντροφιά όσο «μέναμε σπίτι». Κι όταν τιμήθηκε με το Βραβείο Ιρις Σεναρίου. Και τώρα ήρθε η ώρα να την αγαπήσουν κι όσοι δεν τη γνώρισαν ακόμα, καθώς ο «Απόστρατος» θα προβάλλεται online, μέσω της Viva, από τις 19 ως τις 31 Μαρτίου.
Στην ταινία, ο Αρης (Μιχάλης Σαράντης), είναι ένας τριαντάρης, χαριτωμένα λαμόγιο: στην προσπάθεια να στήσει τη δική του επιχείρηση, εισαγωγές της καλύτερης εσπρεσιέρας που χρειάζεται κάθε σπίτι, εγκαθίσταται εκεί όπου έμενε ο απόστρατος παππούς του, στου Παπάγου, φυσικά. Εκεί θα συναντήσει τον Βάσο (Θανάσης Παπαγεωργίου), τον κομμουνιστή αδελφικό φίλο του παππού κι η σχέση του νέου με τον γηραιότερο θα φέρει στην επιφάνεια όχι μόνο συγκινητικά μυστικά, αλλά κι ολόκληρη την ελληνική αιχμή του εμφυλίου, αλλά και το τριπαρισμένο αδιέξοδο της σημερινής νέας γενιάς που δεν ξέρει, ακριβώς, πού να πατήσει. Ο Ζαχαρίας Μαυροειδής ξαναγράφει την ελληνική Ιστορία με μια μικρή ταινία που μιλά με συναισθηματική ειλικρίνεια για τις μεγάλες (εθνικές) πληγές.
Διαβάστε ακόμη:
- Η κριτική του Flix: Ο «Απόστρατος» του Ζαχαρία Μαυροειδή χαρίζει όλα του τα παράσημα στην αγάπη
- Επιστράτευση τώρα! Ο «Απόστρατος» επιστρέφει με online προβολές
- «Ταινία αγνώστων λοιπών στοιχείων»: O Ζαχαρίας Μαυροειδής ψηλαφίζει την ταυτότητα του «Απόστρατου»
- Στον «Απόστρατο» του Ζαχαρία Μαυροειδή διορθώνονται μέχρι και ιστορικές αδικίες
- 60ό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Ο Ζαχαρίας Μαυροειδής έγινε σκηνοθέτης στα καθίσματα του Φεστιβάλ
- To Flix στα γυρίσματα του «Απόστρατου» του Ζαχαρία Μαυροειδή
Με αφορμή, λοιπόν, τη διαδικτυακή πρεμιέρα του «Απόστρατου», μιλήσαμε με τον Ζαχαρία Μαυροειδή για την ταινία του, για όσα έφερε κι όσα πήρε ο χρόνος από την πρώτη της προβολή στην αίθουσα, για το πώς στέκονται οι καλλιτέχνες απέναντι στην πανδημία και την Πολιτεία, για τα περιστατικά κακοποίησης στο χώρο του θεάματος, εν τέλει, για την αγάπη κι όσα αυτή μας χαρίζει. Διαβάστε παρακάτω.
φωτογραφία: Αρης Ράμμος
Πώς θα περιέγραφες μετά από χρόνια σε κάποιον τη σύμπτωση της εξόδου της ταινίας σου με την πανδημία; Θα ήταν ένα ωραίο σενάριο;
Αν το ζητούμενο είναι το δράμα, νομίζω ότι υπήρξαν άλλοι συνάδελφοι που πλήρωσαν μεγαλύτερο τίμημα. Για παράδειγμα ακύρωση γυρισμάτων ή ακύρωση της φεστιβαλικής πρεμιέρας. Αν μη τι άλλο, ο «Απόστρατος» πρόλαβε να συστηθεί στο κοινό.
Τι σκέψεις κάνεις για την πορεία της ταινίας σου, όπως «διακόπηκε» κι επανέρχεται με τα κύματα της πανδημίας; Τι σου στέρησε, σε τι, ίσως, σε βοήθησε;
Η πανδημία διέκοψε τη διανομή της ταινίας στην 4η βδομάδα της. Είχαμε τη δυνατότητα να εισπράξουμε το αρχικό γκελ της με το κοινό το οποίο ήταν πολύ θετικό (περάσαμε τα 5.000 εισιτήρια). Νομίζω ότι η πρόωρη διακοπή λόγω πανδημίας παρέγραψε την αναμενόμενη φθίνουσα πορεία της ταινίας στο δίκτυο διανομής και άφησε ένα θετικό word of mouth το οποίο ελπίζουμε να κεφαλοποιήσουμε τώρα. Εχω μεγάλη περιέργεια να δω τι θεατές θα προσελκύσει η online διανομή της ταινίας, καθώς στις αίθουσες ο «Απόστρατος» ένωσε ένα ιδιαίτερα ετερόκλητο κοινό.
Ειδικά στην πανδημία, φάνηκε πόσο αναγκαία είναι η τέχνη για την υγεία της κοινωνίας.»
Ο Απόστρατος γεννήθηκε μέσα στην οικονομική κρίση και αναφέρεται σε αυτήν; Τι προσέθεσε στα βάρη της ίδιας γενιάς, της δική σου, η υγειονομική κρίση; Τι θα έκανε σήμερα ο Αρης;
Δεν ξέρω τι θα έκανε ο Αρης στη συνθήκη της πανδημίας. Σίγουρα ο απογαλακτισμός του από τα gadget και τον καταναλωτισμό γενικότερα, όπως προκύπτει χάρη στη συναναστροφή του με τον Βάσο, έναν ηλικιωμένο αριστερό που ζει με τα απολύτως απαραίτητα, θα ήταν ένα πολύ σημαντικό εφόδιο. Θυμάμαι ένα σαρκαστικό meme που είχε κυκλοφορήσει πέρσι την άνοιξη που έλεγε «είναι αστείο το γεγονός πως η παγκόσμια οικονομία καταρρέει τη στιγμή που οι άνθρωποι αγοράζουν μόνο όσα πραγματικά έχουν ανάγκη». Υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα στον τρόπο που λειτουργεί η παγκόσμια οικονομία και η πανδημία είναι άμεση απόρροια αυτού.
Ανήκεις στο κίνημα support art workers; Πιστεύεις ότι η Πολιτεία δεν βοήθησε όσο έπρεπε, δεν νοιάστηκε για τον κόσμο της Τέχνης; Τι θα έπρεπε να είχε γίνει κατά τη δική σου γνώμη;
Η ρίζα του προβλήματος είναι ιδεολογική. Η Πολιτεία, διαχρονικά, αντιλαμβάνεται τις τέχνες ως ένα πάρεργο, μια πολυτέλεια. Αυτό εκφράζεται στην Παιδεία, στους θεσμούς, στους νόμους. Ομως, ειδικά στην πανδημία, φάνηκε πόσο αναγκαία είναι η τέχνη για την υγεία της κοινωνίας. Οι αφηγήσεις που παρακολούθησαν οι άνθρωποι από τις οθόνες τους ήταν ένα βάλσαμο στον εγκλεισμό. Το τι θα έπρεπε να είχε γίνει άπτεται της συνολικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση η οποία είναι παντελώς ανερμάτιστη.
Ολο το φάσμα της ζωής μας έχει εν μέρει περάσει στο διαδίκτυο, από την εκπαίδευση μέχρι τις αγορές, τον έρωτα, την πολιτικοποίηση.»
Ο κόσμος του ελληνικού σινεμά αγωνιά για το άνοιγμα των κινηματογραφικών αιθουσών στις οποίες ωστόσο ούτε εύκολα φτάνουν οι ελληνικές ταινίες, ούτε το κοινό τις εμπιστεύεται - μάλλον τις αποφεύγει. Πού στέκεσαι σε αυτήν την αντίφαση; Πώς ανταποκρίνεσαι στο γεγονός ότι σε streaming μπορεί να δουν την ταινία σου περισσότεροι άνθρωποι απ' ότι στο σινεμά;
Το streaming είναι σημείο των καιρών. Ολο το φάσμα της ζωής μας έχει εν μέρει περάσει στο διαδίκτυο, από την εκπαίδευση μέχρι τις αγορές, τον έρωτα, την πολιτικοποίηση. Ως εκ τούτου, θεωρώ εύλογο και η θέαση ταινιών να συμβαίνει και στο διαδίκτυο. Δε νομίζω ότι αυτό θα πλήξει ανεπανόρθωτα την κινηματογραφική αίθουσα. Η συνύπαρξη με αγνώστους μέσα σε μια σκοτεινή αίθουσα έχει μια υπεραξία ως εμπειρία που δεν αντικαθίσταται εύκολα. Κρατάω βέβαια μια επιφύλαξη ότι μπορεί αυτά να είναι μια αυταπάτη που οφείλεται στην ηλικία μου - οι πιο νέοι έχουν μεγαλώσει μέσα σε ένα ψηφιακό περιβάλλον. Ως προς τις ελληνικές ταινίες, υπάρχει ένα ικανό κομμάτι των ενεργών κινηματογραφιστών που παλεύει συνειδητά για την αναθέρμανση της σχέσης του ελληνικού σινεμά με το κοινό του. Μου φαίνεται αυταπόδεικτο ότι μια εθνική κινηματογραφία αφορά πρωτίστως το κοινό της χώρας της. Ταυτόχρονα, πιστεύω ότι η ελληνική παραγωγή ούτε υστερεί, ούτε υπερέχει της παραγωγής οποιασδήποτε άλλης μικρής ευρωπαϊκής χώρας. Η κακή τύχη των ελληνικών ταινιών στο δίκτυο διανομής οφείλεται πολύ περισσότερο στην τάση, τόσο από τους κριτικούς, όσο και από μερίδα του κοινού, να ανάγουν κάθε ελάττωμα μιας ελληνικής ταινίας σε επιβεβαίωση του αφηγήματος «δεν υπάρχει καλό ελληνικό σινεμά». Ακόμα και η επιβράβευση μιας ταινίας γίνεται όπλο ενάντια στο ελληνικό σινεμά: «επιτέλους μια καλή ελληνική ταινία, μπα; Τι παράξενο!». Θεωρώ τέτοιες κριτικές άδικες (αλήθεια, πόσο καλά γνωρίζουμε το ουγγρικό σινεμά;). Και εν τέλει δεν έχουν να κάνουν με τις ταινίες αλλά με το εθνικό μας κόμπλεξ κατωτερότητας.
Εχεις κάνει μια ταινία σεναρίου και, ταυτόχρονα, μια ταινία ηθοποιών. Τι σημαίνει για σένα η συγγραφή σεναρίου; Μίλησέ μας για την επιλογή και τη συνεργασία με τον Μιχάλη Σαράντη και τον Θανάση Παπαγεωργίου.
Στα τέσσερα χρόνια που έγραφα το σενάριο του «Απόστρατος» δεν είχα συγκεκριμένους ηθοποιούς στο μυαλό μου. Οταν έφτασε η ώρα του casting είχα την τεράστια χαρά να συνεργαστώ με τη Σωτηρία Μαρίνη και τον Ακη Γουρζουλίδη. Η διαδικασία του casting οδήγησε σε μια νέα γραφή του σεναρίου προκειμένου να πλησιάσει το κείμενο τις χημείες των ηθοποιών. Εν τέλει, όσο καλογραμμένο κι αν είναι ένα σενάριο, ένας ρόλος στο χαρτί δεν είναι παρά ένα σκιαγράφημα. Ο ηθοποιός που θα τον ερμηνεύσει «γράφει» το μεγαλύτερο κομμάτι του με τα όσα φέρει: το πρόσωπό του, το χαμόγελό του, το κορμί του, τις ατέλειές του. Αυτό έγινε με τον Μιχάλη και τον Θανάση αλλά και τους υπόλοιπους ηθοποιούς της ταινίας για τις ερμηνείες των οποίων καμαρώνω πάρα πολύ.
Η σοβαροφάνεια είναι για 'μένα αφάνταστα ψυχαγωγική.»
Ο «Απόστρατος», εκτός από κοινωνικό σχολιασμό και μια καταγραφή της ελληνικής πραγματικότητας, εμπεριέχει και μια αίσθηση ανάλαφρου απέναντι στη ζωή. Πιστεύεις ότι αν έγραφες τώρα την ταινία, αυτό θα είχε αλλάξει;
Δε θα είχε αλλάξει. Αυτό το ανάλαφρο που αναφέρεις απορρέει από τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα. Είναι ένας πηγαίος αυτοσαρκασμός απέναντι σε κάθε τι σοβαρό, δραματικό. Η σοβαροφάνεια είναι για 'μένα αφάνταστα ψυχαγωγική. Γι’ αυτό και λατρεύω να βάζω τους χαρακτήρες μου να παλεύουν να αποδείξουν ότι είναι «κάποιοι».
Ο κόσμος του σινεμά βρίσκεται πάλι σε ένα τέλμα. Από τη μια οι συνθήκες της πανδημίας που κάνουν τα πάντα δύσκολα, από την άλλη εμπόδια από την Πολιτεία, ελάχιστη στήριξη, φορείς και θεσμοί που αντί να ενώνονται προς υποστήριξη του ελληνικού σινεμά, κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη θέση του. Τι πρέπει να γίνει; Τι μπορεί να γίνει;
Παρακολουθώ με απορία τις τρικλοποδιές που βάζει η Πολιτεία στην ελληνική παραγωγή. Το πρόγραμμα στήριξης ήταν μια θετική πρωτοβουλία αλλά με κάκιστο σχεδιασμό και, εν τέλει, χωρίς κάποιο σκεπτικό από πίσω. Βρέθηκε ξαφνικά όλη η κινηματογραφική κοινότητα να διεκδικεί ένα καρότο για να κάνει μια μικρού μήκους με λίγα χρήματα. Για ποιο λόγο; Απλώς για να επιβιώσει; Γι’ αυτό κάνουμε ταινίες; Αυτό δείχνει τη βαθιά άγνοια που έχει το Υπουργείο Πολιτισμού για τις πραγματικές ανάγκες του χώρου. Αλλά, δεν ξαφνιάστηκε κανείς. Πώς να γνωρίζεις τις ανάγκες του χώρου όταν δεν γνωρίζεις καν τι παράγει; Να ένας ακόμη λόγος για να παραιτηθεί η υπουργός μας: να βρει λίγο χρόνο να δει καμιά σύγχρονη ελληνική ταινία.
Είμαι αισιόδοξος ότι αυτό που βιώνουμε τώρα θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στο απυρόβλητο των θυτών.»
Τα περιστατικά κακοποίησης στο χώρο του θεάματος τι θέση έχουν στο σινεμά; Υπήρξες ποτέ θύμα, θύτης ή αυτόπτης μάρτυρας συγκεκριμένων καταστάσεων; Τι πιστεύεις ότι θα αλλάξει τώρα που ο κόσμος ξεκινάει να μιλάει;
Δεν έχω κάποια αξιοσημείωτη προσωπική εμπειρία ως θύμα. Ως μάρτυρας έχω παρευρεθεί σε γυρίσματα ή εταιρίες παραγωγής όπου υπήρχε διάχυτος κακοποιητικός λόγος, ομοφοβία και σεξισμός. Το τρομακτικό ήταν το πόσο εύκολα παραβλέπαμε αυτά τα περιστατικά, όταν ακόμη και τα ίδια τα θύματα συχνά δυσκολεύονταν να τα εγγράψουν στη συνείδησή τους ως κακοποιήσεις. Αυτό δείχνει τον τεράστιο βαθμό κανονικοποίησης του φαινομένου. Το πρόβλημα είναι πρωτίστως κοινωνικό και κατ’ επέκταση εργασιακό - η εμπέδωση της κανονικοποίησης ξεκινά από την οικογένεια. Οπου υπάρχει εξουσία, υπάρχει γόνιμο έδαφος για την κατάχρησή της. Η καταλυτική παράμετρος είναι η ασφάλεια που νιώθει ο εκάστοτε θύτης πως οι πράξεις του δεν θα έχουν συνέπειες. Μια ασφάλεια που απορρέει από το άμεσο περιβάλλον του, την κοινωνική πραγματικότητα και, φυσικά, τους θεσμούς του κράτους. Είμαι αισιόδοξος ότι αυτό που βιώνουμε τώρα θα αποτελέσει σοβαρό πλήγμα στο απυρόβλητο των θυτών. Οφείλουμε όλοι μια βαθιά υπόκλιση στα θύματα που βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν.
Διαβάστε ακόμη: Τι κάνεις Ζαχαρία Μαυροειδή στο Animasyros;
Το νέο σου πρότζεκτ είναι η animation μεταφορά του βιβλίου σου «Εφτά Ψυχές στο Στόμα». Σε ποια φάση βρίσκεσαι; Πώς ενσωματώνεται η εποχή γύρω μας μέσα στο σενάριο της ταινίας;
Αυτή την περίοδο δουλεύω δύο τελείως διαφορετικά πρότζεκτ. Από τη μία έχω το μικρού μήκους animation «Cat-postal» (τίτλος εργασίας), το οποίο είναι ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο μου «Εφτά Ψυχές στο Στόμα». Σε αυτή την εκδοχή της ιστορίας, η πανδημία έχει μπει ως φόντο: Σ’ ένα μικρό νησί των Κυκλάδων, οι γάτες αναζητούν τους ανθρώπους που έχουν εξαφανιστεί για άγνωστους λόγους (βλ. κωδικός 6…).
Βρισκόμαστε στην φάση του animatic, δουλεύοντας εντατικά με τον καταξιωμένο σκηνοθέτη ταινιών animation Αγγελο Ρούβα και την ομάδα του. Μέσα από τη συνεργασία με τον Αγγελο, ο οποίος έχει αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση της ταινίας, έχω μπει σε ένα πρωτόγνωρο δημιουργικό ταξίδι. Το animation χειρίζεται την οπτικοακουστική γλώσσα με έναν σχεδόν παραισθησιογόνο τρόπο. Απώτερος (και πολύ φιλόδοξος) στόχος μας με την παραγωγό Μαρία Κοντογιάννη είναι η μικρού μήκους να αποτελέσει το πρώτο βήμα για την μεγάλου μήκους διασκευή του μυθιστορήματος.
Παράλληλα είμαι στη διαδικασία του casting για την επόμενη ταινία μου, την κωμωδία «Το Καλοκαίρι της Κάρμεν», σε συνεργασία πάλι με την Σωτηρία Μαρίνη και τον Ακη Γουρζουλίδης. Στο σενάριο συνέπραξε ο Φώντας Χαλάτσης ενώ την παραγωγή τρέχει η Ιωάννα Μπολομύτη σε συνεργασία με τον Πάνο Παπαχατζή και τον Δημήτρη Τσακαλέα. To be continued…