«Το Καστελλόριζο είναι ένα μικρό θαύμα. Πολύ εύκολα θα μπορούσε να έχει εξαφανιστεί, ειδικά αν μελετήσει κανείς την Ιστορία του τόπου μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά νάτο μπροστά μας.Οι κάτοικοί του υπήρξαν αποφασιστικοί στο να το αναστηλώσουν, να το διατηρήσουν ζωντανό»
Δεν είναι Ελληνας, αλλά Ιρλανδός, όμως γνωρίζει πολύ καλά την ελληνική γλώσσα και κυρίως την ελληνική Ιστορία, όχι μόνο των τελευταίων δεκαετιών - όσο δηλαδή ήταν ανταποκριτής μεγάλων μέσων όπως το Reuters και ο Economist - αλλά και την Ιστορία που διαμόρφωσε τη σύγχρονη Ελλάδα, από τη Μικρασιατική Καταστροφή και ακόμη πιο πίσω στην Αρχαία Ελλάδα που τον έπεισε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους Βρετανούς υποστηρικτές της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Μιλάμε στα αγγλικά, αλλά θα μπορούσαμε να μιλάμε και στα ελληνικά. Και είναι απόγευμα στο Καστελλόριζο, τρίτη ημέρα του Beyond Borders, όπου ο Μπρους Κλαρκ βρίσκεται εδώ σχεδόν με όλες τις ιδιότητές του. Ως συγγραφέας, παρουσιάζοντας το βιβλίο του «Δυο Φορές Ξένος» για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ως μέλος της κριτικής επιτροπής του Διαγωνιστικού Τμήματος, για να απονείμει τα βραβεία του Φεστιβάλ. Και ως ρεπόρτερ και φιλλέλληνα, εμπνευστής και πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ «Από το Cambridge με Αγάπη» για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα.
«Εργάστηκα πολλά χρόνια στον έντυπο Τύπο. και δούλεψα στον Economist, με διακοπές για περίπου 20 χρόνια. Στο τέλος, ασχολούμασταν κυρίως με τα multimedia. Τα «κείμενά» μας ήταν πια ταινίες, podcasts, βίντεο. Ημουν υπεύθυνος για πολλές από τις ταινίες που γυρίσαμε για τον Economist. Στη νέα πραγματικότητα, είναι τόσο εύκολο να μεταδώσεις εικόνες. Οι λέξεις, οι λέξεις που λέγονται παραμένουν σημαντικές και το βλέπουμε αυτό στο ραδιόφωνο και στην άνοδο της δημοτικότητας των podcasts. Κάποιος είπε εύστοχα κάποια στιγμή πως το ραδιόφωνο έγινε καλύτερο όταν και οι εικόνες άρχισαν να γίνονται καλύτερες. Χρειαζόμαστε πάντα τις λέξεις...»
Πίσω στη δεκαετία του '80, ο Μπρους Κλαρκ ξεκινούσε την καριέρα του ως δημοσιογράφος, ο μόνος ξένος ανταποκριτής στην Ελλάδα για λογαριασμό του Reuters από το 1982 μέχρι το 1986. Είχε ήδη ταξιδέψει μια δυο φορές στη χώρα - στα ελληνικά νησία με το σκάφος του πατέρα του. Είχε προλάβει να μάθει και ελληνικά στο Πανεπιστήμιο. Και να δουλέψει για λίγο στην Αθήνα παραδίδοντας μαθήματα αγγλικών. Γι' αυτό και συνεχίζει να νιώθει τουλάχιστον μισός Ελλήνας. Θα ξεκινούσε την καριέρα του στη Θεσσαλονίκη, θα επέστρεφε πολλές φορές στην Αθήνα, σχεδόν σε όλο το σύνολο της επαγγελματικής του ζωής.
Ποια είναι, λοιπόν, η εντύπωσή του μέσα στα χρόνια για τη δεύτερη αυτή χώρα του.
«Νομίζω πως η Ελλάδα έγινε κομμάτι του εαυτού μου. Ηταν αναπόφευκτο. Και θέλω να ελπίζω πως υπήρξα και συνεχίζω να είμαι ρεαλιστής όσον αφορά τις αδυναμίες της και τα δυνατά της σημεία. Εγραψα και ένα βιβλίο που βγήκε το 2021 (σ.σ. «Athens: City of Wisdom») και αυτό με έφερε πολλές φορές ξανά πίσω στην Ελλάδα. Οταν ξεκίνησα πίσω στα 80s ήταν τα χρόνια της πρώτης διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Ηταν οι εποχές των μεγάλων πολιτικών παθών, των διαδηλώσεων, των μεγάλων πολιτικών συγκεντρώσεων. Είναι αδιαμφισβήτητο πως η ποιότητα ζωής στην Αθήνα σήμερα είναι καλύτερη. Ολοι ξεχνάμε πως υπήρξε μια πόλη με καυσαέριο και μια πόλη δύσκολη για να ζεις. Σήμερα είναι λιγότερο δύσκολη. Η κοινωνική ανισότητα ωστόσο είναι μεγαλύτερη. Θυμάμαι πως στα χρόνια του '80 μπορούσες να ζήσεις ακόμη και με τα πολύ λίγα, στο περιθώριο της mainstream οικονομίας. Και να επιβιώσεις. Σήμερα αυτό μοιάζει αδύνατο.»
«Υπήρξαν πολλές διακυμάνσεις μέσα σε αυτά τα χρόνια. Και υπήρξαν και δύσκολα χρόνια, η δημοκρατία απειλήθηκε πολλές φορές, η πολιτική δεν έβγαζε πια πολύ νόημα. Οι αποφάσεις έρχονταν απέξω οπότε δεν ένιωθες ότι η γνώμη σου, η ψήφος σου είχε νόημα. Ευτυχώς αυτή η «κρίση» δεν κράτησε πολύ. Οταν η Ελλάδα έφτασε στο μηδέν, άρχισε να ανασταίνεται από τις στάχτες της. Αρχισε να νιώθει εμπιστοσύνη στον εαυτό της, στη δημιουργία της, στον κόσμο.»
Είναι σημαντικό να μελετάμε την Ιστορία του τόπου μας. Να κοιτάμε τις ομοιότητες, αλλά και τις διαφορές. Τους παραλληλισμούς. Αλλά και να τοποθετούμε την κάθε εποχή μέσα στο δικό της ιστορικό πλαίσιο.»
Και αν και δεν προτιμά τις γενικεύσεις, πώς θα χαρακτήριζε τους Ελληνες;
«Αυτό που με συγκινεί στους Ελληνες είναι ότι κάθε συνδιαλλαγή μαζί τους, οικονομική, κοινωνική, φιλική κρύβει μέσα της πάντα το ανθρώπινο στοιχείο. Εχει σημασία ποιος είναι απέναντί σου και με ποιον συνομιλείς. Καμία συνδιαλλαγή δεν είναι αδιάφορη.»
Μαθαίνουμε από την Ιστορία μας; Πόσο το να διδασκόμαστε από αυτή μας επιτρέπει να κατανοούμε το σήμερα; Η ερώτηση είναι προφανής, αλλά αφορά το βιβλίο του «Δύο Φορές Ξένος» που καταγράφει την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στους Ελληνες και τους Τούρκους μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
«Είναι σημαντικό να μελετάμε την Ιστορία του τόπου μας. Να κοιτάμε τις ομοιότητες, αλλά και τις διαφορές. Τους παραλληλισμούς. Αλλά και να τοποθετούμε την κάθε εποχή μέσα στο δικό της ιστορικό πλαίσιο. Φυσικά και υπάρχει μια ευθεία γραμμή που ενώνει τους πληθυσμούς που μετακινήθηκαν με τη συνθήκη της Λωζάνης με τους σημερινούς πρόσφυγες. Αλλά η διαδρομή τους υπήρξε διαφορετική,»
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το 9ο Beyond Borders - Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Καστελλορίζου μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα ή να επικοινωνήσετε με το Φεστιβάλ στη διεύθυνση info@beyondborders.gr. Μείνετε συντονισμένοι για όλες τις δράσεις και τα νέα του Beyond Borders, ακολουθώντας το Φεστιβάλ στο Facebook, στο Instagram, στο YouTube και στο LinkedIn.