TV & STREAMING

«The Newsroom»: Εσύ πιστεύεις ακόμα στους ανθρώπους;

of 10

Το νέο δράμα του Ααρον Σόρκιν έκανε πρεμιέρα από τη συχνότητα του ΗΒΟ δηλώνοντας στάση αισιοδοξίας και πίστη στο κοινό. Είναι όμως καθόλου καλό;

«The Newsroom»: Εσύ πιστεύεις ακόμα στους ανθρώπους;

Στην πρώτη σκηνή του δράματος του Ααρον Σόρκιν, ο Γουίλ Μάκαβοϊ, χλιαρός πολιτικός τηλε-σχολιαστής που -όπως μας εξηγεί η σειρά και αφήνει να φανεί μέσα από τις σαχλές τοποθετήσεις του στα πρώτα αυτά λεπτά- είναι ο Τζέι Λένο του πολιτικού λόγου. Που θα πει, για όποιον δε γνωρίζει πρόσωπα και καταστάσεις στη νυχτερινή τηλεοπτική ζώνη των ΗΠΑ, ότι δεν διαθέτει καμία αιχμή στο λόγο του, δεν έχει καμία διάθεση να προκαλέσει, να πάρει σαφή θέση, να πολεμήσει για κάτι. Στέκεται εκεί, στη μέση, διατηρώντας ένα πολυάριθμο τεμπέλικο κοινό μη προσβάλλοντας ποτέ κανέναν.

Ομως ο Γουίλ αυτή τη φορά είναι «mad as hell» και «he’s not gonna take it anymore». Αντιδρώντας σε διαρκείς προκλήσεις του συντονιστή μιας πολιτικής κουβέντας, καθώς και -πιθανώς- στο τσίγκλισμα που δέχεται από την ίδια του τη συνείδηση, προχωρά σε ένα ξέσπασμα, αρθρώνοντας όσα τόσο καιρό κρατούσε προστατευμένα κάτω από πάπλωμα της ουδετερότητας. Καθισμένος ανάμεσα σε έναν ρεπουμπλικάνο και μια δημοκράτη (ένας απλός και πρακτικός συμβολισμός από τον Σόρκιν), ξεσπαθώνει απέναντι στα λάθη και των δύο πλευρών, καταθέτοντας στην πορεία την άποψη πως η Αμερική δεν είναι το σπουδαιότερο έθνος στον κόσμο.

«Ηταν κάποτε», εξηγεί, «και μπορεί να γίνει ξανά». Στην πορεία της οργισμένης κατάθεσης του επιχειρήματός του, χρησιμοποιεί στατιστικές, λεκτικά τεχνάσματα, ειρωνείες, επιθετικό λόγο, είναι τελοσπάντων όλα όσα οφείλει να είναι ένας τέτοιος δημοσιογράφος.

news

Τίποτα από αυτά δεν είναι κάτι καινούριο για όποιον γνωρίζει προηγούμενες δουλειές του Σόρκιν. Η «Δυτική Πτέρυγα» ξεκινούσε με ένα ξέσπασμα κατά του κλήρου από ένα μέλος του Λευκού Οίκου, το «Studio 60 on the Sunset Strip» άνοιγε με έναν οργισμένο μονόλογο του παραγωγού της κωμικής σειράς απέναντι στην καταβαράθρωση της ποιοτικής τηλεόρασης. Ο Σόρκιν, μεγάλος θαυμαστής του Πάντι Τσαγιέφσκι, εκκινεί ουσιαστικά κάθε του δουλειά με μια νέα εκδοχή του μονολόγου του Πίτερ Φιντς από το «Δίκτυο». Αλλη φορά μιλάει για πολιτική, άλλοτε για κουλτούρα, συχνά και για τα δύο. Στον Σόρκιν είναι πάντα κάποιος άντρας ήρωας, παγιδευμένος σε ένα πλοίο που βουλιάζει, μέχρι που σπάει τα δεσμά του και περνάει τα ακόλουθα επεισόδια παλεύοντας να σωθεί - και μαζί να σώσει ό,τι είναι αυτό για το οποίο πολεμάει.

Στο «Newsroom» αυτό το κάτι, είναι το ίδιο το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Ο Γουίλ (ένας Τζεφ Ντάνιελς που σωματικά είναι ιδανικός για το ρόλο, επικοινωνόντας παράλληλα με ιδανικό τρόπο την εξουθένωση του συμβιβασμού του) βλέπει τον βολικό, ΤζειΛεν-ικό του κόσμο να διαλύεται ύστερα από το ξέσπασμά του: Όταν επιστρέφει στο γραφείο μαθαίνει πως σχεδόν όλο το προσωπικό του τον έχει εγκαταλείψει για να δουλέψει για το καυτό νέο όνομα των ειδήσεων. Νέα παραγωγός της εκπομπής του θα είναι η Μακένζι ΜακΧέιλ (η Εμιλι Μόρτιμερ φέρνει βρετανική προφορά στα βαρυσήμαντα γραπτά του Σόρκιν), η οποία έχει παρελθόν με τον Γουίλ, κάτι που φυσικά δημιουργεί ενδεχόμενα εκρηκτική κατάσταση στο newsroom.

Ο πιλότος είναι σκηνοθετημένος με αναπάντεχα, αλλά ευχάριστα μη-ΗΒΟ τρόπο από τον Γκρεγκ Μοτόλα («Superbad»), και θυμίζει περισσότερο τις sitcom τεχνικές του «Sports Night» με τη δράση να περιορίζεται σε λογομαχίες, βλέμματα και πόρτες που κλείνουν με δύναμη και νεύρα, εντός των 4 τοίχων του γραφείου. Διαδραματίζεται κατά κύριο λόγο στη διάρκεια ενός απογεύματος, καθώς ο Γουίλ προσπαθεί να αποφασίσει αν θέλει να δουλέψει μαζί με τη Μακένζι και υπό ποιες συνθήκες, την ώρα που οι λιγοστοί άνθρωποι που του έχουν απομείνει διαχειρίζονται μια κρίση από το πουθενά.

Δε θα αποκαλύψουμε ποια είναι αυτή. Θα πούμε μόνο πως η στιγμή που συνειδητοποιείς (μέσα από μια πολύ έξυπνα δοσμένη αποκάλυψη) τι παρακολουθείς -και πότε- θα ανεβάσει αυτομάτως τον πήχυ στα όσα παίζονται. Ξαφνικά αυτοί οι άνθρωποι, που καλά καλά δεν ξέρουν αν μπορούν να συνυπάρξουν, θα πρέπει να ανταπεξέλθουν στα στάνταρ που κάποτε έθεσαν για τους εαυτούς τους. Μιλάμε για Σόρκιν, έναν αθεράπευτο ιδεαλιστή, οπότε φυσικά θα τα καταφέρουν. Ομως η διαδικασία είναι που κάνει την προσπάθειά τους να αξίζει.

newsroom

Ο Σόρκιν γράφει ένα παραμύθι μεγάλων ιδεών και μεγάλης ελπίδας - πάντοτε αυτό έκανε. Στο «Sports Night» οι παραγωγοί μιας αθλητικής εκπομπής έπαιρναν μαθήματα ζωής από τις ιστορίες ατραγούδιστων ηρώων από τα πιο δημοφιλή σπορ μέχρι τα πιο περίεργα. Εξυπακούεται πως όχι, τέτοια αθλητική εκπομπή δε θα βρεις πουθενά στον αέρα. Στη «Δυτική Πτέρυγα» οι κατά Σόρκιν πολιτικοί έδιναν απάντηση στον φρικτό ρεαλισμό της κυβέρνησης Μπους με την ελπίδα πως η ηθική και η ανθρωπιά μπορεί να οδηγεί μια κυβέρνηση, κι όχι τα συμφέροντα και το χρήμα. Στο «Studio 60» συγγραφείς ενός κωμικού σόου με σκετσάκια μίλαγαν για κομέντια ντελ’άρτε εν μέσω διαφημιστικών διαλειμμάτων.

Τώρα, στο «Newsroom», ο Γουίλ και η Μακένζι -κυρίως η Μακένζι- πιστεύουν πως μπορούν να πουν τα νέα με τρόπο που ακολουθεί τα ιδανικά ενός Εντουαρντ Μόροου (ο οποίος όχι τυχαία κοσμεί τους τίτλους αρχής της σειράς), δίχως να χάσουν το κοινό τους. Και πως, τελικά, αν το χάσουν, είναι άξια θυσία μπροστά στο Σωστό. Για τον Σόρκιν πάντως, ο κόσμος δεν κάνει μακριά από την ποιότητα. Αν του τη δώσεις, θα έρθει. Αν παλέψεις για ένα -όποιο- ανώτερο ιδανικό, θα ανταμειφθείς. Αν το αποφασίσεις, θα δικαιωθείς - και ποιος είναι ο τίτλος του επεισοδίου; «We Just Decided to». Ακριβώς.

Και είναι τα πάντα εκεί: Οι εμψυχωτικοί μονόλογοι περί ηθικής και αλήθειας, τα ανυψωτικά έγχορδα στο μουσικό ντύσιμο (ο Τόμας Νιούμαν κάνει φανταστικά πράγματα συνθέτοντας τη μουσική της σειράς), το δύσκολο δίλημμα που ίσως λήξει μια ασφαλή καριέρα, οι σκρούμπολ ρυθμών πινγκ-πονγκ διάλογοι, το χιούμορ αμηχανίας, τα παθιασμένα παραληρηματικά κηρύγματα, οι χαμηλών τόνων στιγμές που ο πρωταγωνιστής κι ο αποφασισμένος ανώτερός θα βγάλουν έξω το ουίσκι. (Στο ρόλο ο Σαμ Γουότερσον σε μια πολύ περίεργη, σαν μονίμως μεθυσμένη, εκδοχή του τυπικού Σορκίνειου μέντορα.)

sorkin<em>newsroom_O Aαρον Σόρκιν με τους πρωταγωνιστές του - Εμιλι Μόρτιμερ, Τζεφ Ντάνιελς

Ο Οσκαρικός δημιουργός παραμένει βέβαια θρυλικά ατζαμής στον τρόπο με τον οποίον γράφει τις ελαφρά σαπουνοπερατικές διαπροσωπικές σχέσεις των συνεργατών, μια σταθερή πλήγή κάθε σειράς του. Όμως είναι η άσβεστη πίστη του στους πρωταγωνιστές του, που κάνει αυτό που γράφει να είναι πάντοτε εγκάρδιο. Παίρνει μεν τον εαυτό του σοβαρά, αλλά δίχως να ξεχνά να φέρει και τα αστεία. Γράφει ζωές ανιδιοτελών ηρώων, αλλά θυμίζει πως κι αυτοί συχνά δεν έχουν ιδέα πώς να φερθούν. Πιστεύει πως γράφει κάτι σημαντικό, αλλά δεν σε κοιτάει σκυθρωπά μέσα από το μονόκλ του: Σου προτάσσει το χέρι για να πας μαζί του.

Το «Newsroom» μπορεί να μην μοιάζει πολύ με σειρά του ΗΒΟ. Ο πρωταγωνιστής δεν είναι κάθαρμα, η σήψη δεν έχει αγκαλιάσει κάθε πτυχή του θεσμού-αντικειμένου, η ελπίδα μπορεί να υπερτερεί του κυνισμού, και μόλις και μετά βίας ακούμε δυο βρισιές σε 70 λεπτά. Και μπορεί να είναι πολύ γνώριμο σε όποιον έχει παρακολουθήσει τις προηγούμενες δουλειές του Σόρκιν. Είναι όμως αρνητικά αυτά τα στοιχεία;

Σε μια από τις πρώτες σκηνές της Μακένζι της Eμιλι Μόρτιμερ, η νέα παραγωγός έχει μόλις φτάσει στα γραφεία της εκπομπής και μιλάει με την ανασφαλή intern-μετέπειτα βοηθό-μετέπειτα παραγωγό Μάγκι (διασκεδαστική η Aλισον Πιλ στο ρόλο), η οποία έχει θέματα με το αγόρι της, τον μέχρι πρότινος παραγωγό της εκπομπής. Πριν προλάβει να τα βάλει σε μια σειρά, η Μακένζι τα έχει καταλάβει όλα.

-Τα συνέδεσες όλα πολύ γρήγορα, λέει αλαφιασμένη η Μάγκι.-Δεν είναι και καμιά πρωτότυπη ιστορία, της απαντά με ένα ζεστό χαμόγελο σιγουριάς η Μακένζι.

Το «Newsroom» το αποκωδικοποιείς σχετικά γρήγορα. Δεν κρύβει τις προθέσεις, τους μηχανισμούς ή τις ευαισθησίες του. Δεν είναι και καμιά πρωτότυπη ιστορία. Oμως έχει αυτό το ζεστό χαμόγελο σιγουριάς.

Διάβασε περισσότερα για το τηλεοπτικό έργο του Aαρον Σόρκιν.