Αν αυτό που ορίζει μια καλή ανθολογία είναι τα διαφορετικά της μέρη να συμπληρώνουν τη μεγαλύτερη εικόνα που φιλοδοξεί αρχικά η ύπαρξή της, τότε το «Terror» είναι απόλυτα πετυχημένο και την ίδια στιγμή παραπλανητικό όσο λίγες ανθολογίες, αφού, παρά τον τίτλο του και τα φαινόμενα, αυτό που ενώνει τους δύο - μέχρι στιγμής - αυτοτελείς κύκλους του δεν είναι ο «τρόμος» αλλά η «επιβίωση».
Στον πρώτο αριστουργηματικό κύκλο, η ιστορία των πλοίων του βρετανικού στόλου που εν έτει 1848 επιχείρησαν να φτάσουν από την Ευρώπη στην Αμερική μέσω της Αρκτικής, βασιζόταν σε αληθινά γεγονότα που συμπλήρωσε με τη φαντασία του σε ένα best seller ο Νταν Σίμονς, πρώτη ύλη για δέκα επεισόδια από τα πιο σκοτεινά που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στην τηλεόραση. Ο τρόμος δεν ήταν τα τεμαχισμένα κορμιά, η σήψη και η διαρκής ασημαντότητα του ανθρώπινου είδους μπροστά στο δέος της Φύσης, αλλά η κατάσταση εκείνη στην οποία περιέρχεται ο άνθρωπος όταν αντιλαμβάνεται ότι πρέπει με κάθε τρόπο να επιβιώσει.
Η επιβίωση είναι ο... τρόμος και στο δεύτερο μέρος της ανθολογίας με υπότιτλο «Infamy» και έμπνευση από το (αρχέγονο) ασιατικό horror.
Στα 10 αυτά επεισόδια, η ιστορία δεν βασίζεται σε κάποιο best seller, αλλά στην πραγματική ιστορία περίπου 120.000 Ιαπώνων Αμερικανών πολιτών οι οποίοι, μετά από διαταγή του Προέδρου των ΗΠΑ, Φρανκλίνου Ρούζβελτ, μεταφέρθηκαν, μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκεί θα μεταφερθεί και ο Τσέστερ, παιδί μιας τακτοποιημένης οικογένειας Ιαπώνων Αμερικάνων, ο οποίος μοιάζει να μεταφέρει μαζί του μια προαιώνια κατάρα, το πνεύμα μιας γυναίκας που τον ακολουθεί διαρκώς σε κάθε μικρή η μεγάλη στιγμή της περιπετειώδους ζωής του.
Η μείξη των δύο στοιχείων - του ιστορικού και του μεταφυσικού - είναι και το μεγάλο στοίχημα αυτού του δεύτερου κύκλου, ο οποίος σε εκπλήσσει αρχικά από την επιλογή της ανασύστασης μιας από τις πιο άγνωστες, επώδυνες σελίδες της αμερικανικής Ιστορίας, στη συνέχεια από τη διάθεση των δημιουργών του να μην παρασυρθούν από τις ταχύτητες και το οπωσδήποτε binge watching των επεισοδίων και στο τέλος από την επιβεβαίωση πως αυτό που τελικά παρακολούθησες δέκα επεισόδια πριν δεν ήταν παρά μια μικρή ιστορία που στο σύγχρονο οπτικοακουστικό τοπιο δεν θα μπορούσες να δεις πουθενά.
Το βάρος πέφτει αναπόφευκτα στην ιστορία των Ιαπώνων Αμερικάνων που παρά το γεγονός ότι παραπάνω από το 60% υπήρξαν Αμερικάνοι πολίτες, έζησαν για ένα διάστημα (από την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ μέχρι λίγο πριν την έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα) σαν αιχμάλωτοι πολέμου. Δυο γενιές ανθρώπων που στην πραγματικότητα δεν γνώρισαν ποτέ άλλη χώρα, έγιναν μέσα σε λίγες ώρες υπόπτοι κατασκοπείας και παρίες μιας ολόκληρης χώρας, θύματα των παιχνιδιών της διεθνούς διπλωματίας, αλλά ακόμη και πριν από αυτό, θύματα της ίδιας της βιαιότητας του πολέμου. Οι εικόνες τους καθώς προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, η διαρκής τους προσπάθεια να μην αλλάξουν καθόλου τον τρόπο της ζωής τους παρά το γεγονός ότι αναγκάστηκαν να κοιμούνται μέσα σε ξύλινες υπαίθριες αποθήκες, η πίστη τους πως όλο αυτό είναι μόνο ένα κακό αστείο ή ένας εφιάλτης από τον οποίο θα ξυπνήσουν χωρίς να θυμούνται τίποτα, όλα μοιάζουν με στοιχεία ενός great american movie επιβίωσης που - το νιώθεις - ότι δεν θα το χρηματοδοτούσε κανείς παρά μόνο η... τηλεόραση.
Στον αντίποδα, το μεταφυσικό στοιχείο ολοκληρώνει το σύμπαν του «Terror Infamy» αλλά ταυτόχρονα το αποσυνθέτει, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους του. Δεν αρνείται κανείς πως οι μικρές αλλά ισχυρές (προσοχή στους ευαίσθητους καθώς υπάρχουν πραγματικά ανατριχιαστικές σκηνές gore) δόσεις από horror, ακόμη κι όταν μοιάζουν επαναλαμβανόμενες ή αχρείαστες, προσδίδουν στην όλη σειρά μια επίφαση b-movie που την κάνει πραγματικά κάτι το ξεχωριστό μέσα στο σύγχρονο τηλεοπτικό τοπίο. Βραδυφλεγής ως προς την αποκάλυψη όλων όσων κρύβονται πίσω από τη μυστηριώδη παρουσίας της γυναίκας που είναι φάντασμα αλλά ταυτόχρονα και ζωντανή παρουσία, η σειρά ξετυλίγει προς το φινάλε της όλο τον μελοδραματικό ιστο που δεν περίμενες ποτέ ότι θα βρεις σε μια ανθολογία τρόμου και μαζί μια απεικόνιση του εδώ και του... άλλου κόσμου από τις πιο όμορφες, ευφάνταστες και μοντέρνες που έχουμε δει ποτέ.
Στο κέντρο του «Terror Infamy», μια ερωτική ιστορία (επική με την κινηματογραφική έννοια) γίνεται η αρχή, η μέση και το τέλος όλων. Ολοκληρώνοντας την πιο ενδιαφέρουσα απεικόνιση του diversity (με αιτία) που είδαμε τελευταία (μόνο εύσημα για τον υπέροχο ρόλο του Τζορτζ Τακέι), ο Τσέστερ και το κορίτσι που αγαπάει, η μεξικανικής καταγωγής Λουζ (σημαίνει φως) θα γίνουν δύο κυνηγημένοι εραστές, δύο καταραμένοι εραστές, δύο εραστές στη δίνη μιας στιγμής της Ιστορίας που θα τους ήθελε μόνο μακριά τον ένα από τον άλλο. Οι συναντήσεις τους μέσα στο χρόνο - από τα μυστικά τους ραντεβού στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και από τη φάρμα στο Μεξικό μέχρι τον άλλο κόσμο - ορίζουν τον πραγματικό «τρόμο» που είναι το πέρασμα από το παρελθόν στον μέλλον, από το θάνατο στη ζωή, από την εύκολη τηλεόραση του εντυπωσιασμού σε αυτή που, ακόμη κι όταν δεν πετυχαίνει να αλλάξει την ιστορία, τουλάχιστον την διαβάζει από την αρχή με έναν ανανεωτικό τρόπο.
Δες το «The Terror Infamy» όπως του αξίζει, σε Samsung QLED 8K