Βασισμένο σε ένα βιβλίο που είναι, σύμφωνα με τον συγγραφέα του, Ντέιβιντ Μίτσελ, αδύνατον να κινηματογραφηθεί, το φιλμ των τριών σκηνοθετών δοκιμάζει να κάνει το αδύνατο δυνατό. Και το καταφέρνει, με την έννοια του ότι το «Cloud Atlas» τώρα είναι και ταινία. Αλλά τι ακριβώς ταινία είναι;
Σίγουρα είναι ένα φιλμ που ιντριγκάρει. Με μια διάρκεια που αγγίζει τις τρεις ώρες, με μισή ντουζίνα ιστορίες που εξελίσσονται ταυτόχρονα σε διαφορετικούς τόπους και διαφορετικούς χρόνους, αλλά με τους ίδιους ηθοποιούς να υποδύονται άλλους ρόλους και μια κοινή θεματική γραμμή να τις ενώνει, το φιλμ των τριών σκηνοθετών (κι αυτό κι αν είναι παράξενο), είναι μια τολμηρή, εντυπωσιακή προσπάθεια για κάτι αληθινά μεγάλο.
Μοιάζει σχεδόν αξιοθαύμαστο πως ένα φιλμ που ακολουθεί τόσους χαρακτήρες και τόσες διαφορετικές ιστορίες κατορθώνει από την αρχή να κερδίσει το ενδιαφέρον σου και να σε κάνει να παρακολουθήσεις την εξέλιξή του δίχως να νιώσεις κούραση, όμως αν αυτό είναι ένα πεδίο στο οποίο το «Cloud Atlas» θριαμβεύει, δυστυχώς, μοιάζει να σκοντάφτει σε κάτι πολύ πιο βασικό και ουσιώδες.
Μέσα από τις διαφορετικές ιστορίες του, το βιβλίο του Μίτσελ δημιουργεί μια μεγαλύτερη, «μαγική» εικόνα για το πώς οι ζωές όλων μας είναι αλληλένδετες, για το πώς ο κάθε ξεχωριστός άνθρωπος κι όλοι μαζί κολυμπάμε στην ίδια κοσμική «οργανική σούπα», πώς κάθε πράξη, ακόμη και η πιο μικρή, μπορεί να έχει έναν αντίκτυπο, πώς, όπως λέει ένας από τους ήρωες στο φιλμ, «ο ωκεανός δεν είναι τίποτα άλλο από αμέτρητες σταγόνες ενωμένες μαζί».
Ισως ιδέες σαν αυτές να είναι πιο εύκολο να μεταφερθούν με μια βαρύτητα και βάθος στο χαρτί, όπως και ένας συναισθηματικός κόσμος που νιώθεις να ζει κάτω από την επιφάνεια της ταινίας των Γουατσόφσκι-Τίκβερ, αλλά που σπάνια κατορθώνει να σε παρασύρει, να σε συγκινήσει, να σε κάνει να τον πιστέψεις με τον τρόπο που θα έπρεπε.
Και δυστυχώς παρά την τολμηρή μέθοδο αφήγησής της και τον τρόπο με τον οποίο κατορθώνει να ενώνει τις διαφορετικές ιστορίες σε ένα αποτέλεσμα που δεν μοιάζει άμορφο, η ταινία δεν λειτουργεί πάντα όσο καλά θα έπρεπε, ούσα συχνά αμήχανη, αλλάζοντας τόνο με απότομες στροφές, δυσκολεύοντας το άλμα από το χιούμορ μιας ιστορίας στην τραγική φύση μιας άλλης, κάτι που στις σελίδες ενός βιβλίου επιτυγχάνεται απλά με ένα μικρό διάλειμμα και μια ανάσα ανάμεσα σε δύο κεφάλαια.
Ομως ακόμη κι έτσι, το «Cloud Atlas» δεν έχει την αίσθηση μιας σπονδυλωτής ταινίας, αλλά ενός κατακερματισμένου όλου, που έχει νόημα, ακόμη κι αν τελικά η ουσία του δεν καταλήγει μια κοσμική και συναισθηματική αποκάλυψη, αλλά κάτι που μοιάζει πολύ πιο εύκολο και προφανές, κι ακόμη κι αν τελικά, οι επιμέρους ιστορίες του δεν βρίσκουν έναν καινούριο τρόπο να υπάρχουν σε ένα τόσο διαφορετικό πλαίσιο, αλλά μιμούνται και θυμίζουν το ύφος και το είδος άλλων, πολύ πιο συμβατικών και συνηθισμένων φιλμ.
Ναι, το «Cloud Atlas», παρά την τόλμη και το μέγεθός του, δεν είναι κάτι αληθινά σπουδαίο -και καθώς η ώρα προχωρά, γλιστρά συχνά σε γνώριμες περιοχές και σε άλλες, που προκαλούν ακόμη και το μειδίαμα ή το γέλιο για τους λάθος λόγους- όμως είναι ένα φιλμ που επιβάλλεται απλά λόγω της παράξενης, ιδιαίτερης ύπαρξής του. Η τύχη του από την άλλη μοιάζει αβέβαιη. Μοιάζει δύσκολο να κερδίσει φανατικούς υποστηρικτές, ίσως πιο πιθανόν να βρει φανατικούς πολέμιους, πιο δύσκολο να βρει ένα μεγάλο κοινό και σχεδόν αδύνατον να κερδίσει μια θέση στην ιστορία του σινεμά, αντάξια με τις φιλοδοξίες και το μέγεθός του.
Δείτε πιο κάτω το τρέιλερ του φιλμ και διαβάστε περισσότερα για το φεστιβάλ του Τορόντο στο ειδικό τμήμα του flix.