Φεστιβάλ / Βραβεία

Sundance 2012: «Red Lights»

of 10

Πριν δυο χρόνια το «Buried» του Ροντρίγκο Κόρτες υπήρξε ένα από τα στιγμιαία hits του φεστιβάλ. Το «Red Lights» δεν είχε την ίδια τύχη.

Sundance 2012: «Red Lights»

Παρά το buzz που προηγείτο της άφιξής του, τα λαμπρά ονόματα των πρωταγωνιστών και την δικαιολογημένη αναμονή για την επόμενη ταινία του σκηνοθέτη που έκλεισε τον Ράιν Ρέινολντς σε ένα φέρετρο για ενενήντα ολόκληρα λεπτά, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Δομημένο ως μια αντιπαράθεση του κόσμου της επιστήμης με αυτόν του παραφυσικού, περιέχει μερικές αληθινά εντυπωσιακές σκηνές, έναν απολαυστικό (και μια ιδέα στα όρια του camp) Ρόμπερτ Ντε Νίρο, αλλά μοιάζει άνισο, προβληματικό, όχι όσο τρομακτικό όσο θα έπρεπε και σίγουρα περισσότερο σχηματικό και προβλέψιμο παρά τις απότομες στροφές και μια μεγάλη αντροπή στο τέλος.

Η ταινία μας συστήνει την Σιγκούρνι Γουίβερ και τον Κίλιαν Μέρφι σαν μια καινούρια πολύ πιο επιστημονική και συγκρατημενη εκδοχή των «Ghostbusters ή του Μόλντερ και της Σκάλι -ή καλύτερα της Σκάλι και του Σκάλι αφού κανείς από τους δυο δεν θέλει «να πιστέψει». Η πρώτη τους συνάντηση μαζί τους στήνει πετυχημένα την ατμόσφαιρα των δυο κυνηγών, όχι φαντασμάτων, αλλά απατεώνων κι ευκολόπιστων ανθρώπων που πιστεύουν στο μεταφυσικό.

Η επανεμφάνιση του Σάιμον Σίλβερ ενός mentalist με δυνάμεις πέρα από τις φυσιολογικές, που είχε αποτραβηχτεί από το προσκήνιο όταν τριάντα χρόνια πριν ο βασικός του αντίπαλος, ένας δημοσιογράφος που προσπαθούσε να αποδείξει ότι πρόκειται για απάτη, πέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες στην διάρκεια ενός σόου του. Η επιμονή του Τομ να ερευνήσουν την πιθανότητα οι δυνάμεις του να είναι αληθινές πέφτουν στο κενό, όμως ο ίδιος πολύ απλά δεν μπορεί να κάνει πίσω. Οταν θα δοκιμάσει να βρει την αλήθεια μόνος του όμως, θα βρεθεί αντιμέτωπος με μερικές πολύ δυσάρεστες εκπλήξεις.

Παρουσιάζοντας την ταινία του στο κοινό πριν την έναρξη της προβολής ο Κορτές είπε πως θέλει στο σινεμά του να μην ξέρεις ποτέ τι θα ακολουθήσει και πως αυτό που θεωρείς ως σταθερό έδαφος να υποχωρείι ξαφνικά κάτω από τα πόδια σου. Αργότερα στο Q&A η Σιγκούρνι Γουίβερ θα έλεγε πως την πρώτη φορά που είδε την ταινία λίγες εβδομάδες νωρίτερα μαζί με μερικούς φίλους της, δεν σταμάτησαν να την συζητούν για ώρες μετά το τέλος της προβολής, όμως μετά την έξοδο από την αίθουσα δεν υπήρχαν πολλοί που έδειχναν πρόθυμοι να κουβεντιάσουν σε βάθος το φιλμ.

Δεν υπάρχουν πολλά να πεις στην πραγματικότητα. Για μια ταινία που θέλει να θέσει μια σειρά από ερωτήματα για τον ορθολογισμό και την πίστη, για τις ψευδαισθήσεις και την ανάγκη μας να πιστεύουμε σε κάτι που μας ξεπερνά, το «Red Lights» μοιάζει περισσότερο απ όσο θα ήθελες με ένα καλοφτιαγμένο b movie. Οι χαρακτήρες είναι σχηματικοί, η ιστορία έχει περισσότερες στιγμές που χρειάζεται να ξεπεράσεις τις αναστολές σου για να την πάρεις στα σοβαρά και με την μουσική να τονίζει με κάθε τρόπο την συναισθηματική κατάσταση στην οποία θέλει να σε υποβάλει σε κάθε στιγμή η ταινία, προβλήματα που δεν της επιτρέπουν να σε παρασύρει.

Οι υποβλητικές στιγμές είναι μάλλον λίγες, ο τρόμος περισσότερο βασισμένος σε απότομα boo απ όσο θα ήθελες, και το εντυπωσιακό φινάλε, ακολουθείται από ένα δεύτερο, που ακόμη κι αν περιέχει μερικές από τις πιο εντυπωσιακές εικόνες ολόκληρου του φιλμ, είναι φορτωμένο από ένα ατυχές voice over που το κάνει τελικά να μοιάζει αχρείαστο.