Ανατρέχοντας στις συνθήκες που δημιούργησαν τον Δράκο, τη Στέλλα, την Ηλέκτρα, την Ευδοκία, λέω πως ήταν γεννήματα ενός φανατισμού που καταγόταν και στόχευε από και προς ένα κοινό πάθος : να διακονήσουμε με όση ταπεινοσύνη αλλά και με όση έπαρση είχαμε τον μεγάλο ελληνικό μύθο, κατά τις μικρές δυνάμεις που ο καθένας μας είχε, και να τον αντιπαραθέσουμε εμείς, οι υπηρέτες μιας τέχνης συχνά ανεπιβεβαίωτης αλλά παρ’ όλα αυτά παρούσας, με μια εκθαμβωτική ζωντάνια. [ ... ]
Ο Νίκος Κούνδουρος στα γυρίσματα της τελευταίας του ταινίας «Το Πλοίο»
Με αφορμή το θάνατό του σε ηλικία 90 ετών, ακολουθούν χρονολογικά οι 12 ταινίες του Νίκου Κούνδουρου, με την υπόθεσή τους, σχόλια του σκηνοθέτη και μια ματιά στη θέση τους τόσο μέσα στη φιλμογραφία του όσο και στην ιστορία του ελληνικού σινεμά.
Διαβάστε ακόμη: Νίκος Κούνδουρος, ετών 90, το τέλος
Μαγική Πόλις (1954)
Η Μαγική Πόλη, είναι η ταινία της αθωότητας. Εμείς νιώθαμε αθώοι καθώς οι ένοχοι ήταν από την άλλη μεριά.
Μια λαϊκή συνοικία της Αθήνας, το Δουργούτι, αποτελεί το σκηνικό στο οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία ενός σκληρά εργαζόμενου νέου (Γιώργος Φούντας) που βρίσκεται μπλεγμένος σε μια παράνομη δοσοληψία με ένα απατεώνα (Στέφανος Στρατηγός). Με τη βοήθεια των γειτόνων του θα βγει αλώβητος από αυτήν την περιπέτεια και θα κερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του (Μαργαρίτα Παπαγεωργίου). / Το πρωτό νεορεαλιστικό δείγμα του ελληνικού σινεμά, μια ταινία φτιαγμένη χειροποίητα και σε στιγμές άτεχνα αλλά με αντιστάθμισμα τη σταθερή ματιά ενός σκηνοθέτη που ξέρει ακριβώς τι θέλει να πει και πώς να το πει σε ένα ελληνικό σινεμά που θα αργήσει πολύ να ανακαλύψει μέσα στους κόλπους του κινηματογραφικά ρεύματα, οραματιστές δημιουργούς και ταινίες φτιαγμένες για να μείνουν κλασικές.
O Δράκος (1956)
Ο Δράκος είναι η ταινία με τους κώδικες. Δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε. Η λογοκρισία κάθε λογής, άμεση, επίσημη και ανεπίσημη, μας κύκλωνε. Θελήσαμε με τον Καμπανέλη να στήσουμε μια ταινία με αλλεπάλληλους κώδικες, του ίδιους που έχουν και οι φυλακισμένοι, με ένα, δύο, τρία χτυπήματα.
Παραμονή Χριστουγέννων. Ενας μοναχικός κι ασήμαντος υπαλληλάκος, ο Θωμάς, ανακαλύπτει ξαφνικά ότι μοιάζει με τον φοβερό «Δράκο της Αθήνας», έναν αδίστακτο κακοποιό που καταζητείται από την αστυνομία. Στην αρχή τα χάνει κάπως, αλλά στη συνέχεια δέχεται να υποδυθεί το ρόλο του «Δράκου», και ως τέτοιος γίνεται αποδεκτός από τα μέλη μιας συμμορίας του υποκόσμου. Η συμμορία, με αρχηγό τον Χοντρό, συχνάζει σ’ ένα λαϊκό καμπαρέ και ετοιμάζει ένα μεγάλο κόλπο: την κλοπή ενός στύλου από το ναό του Ολυμπίου Διός και τη διάθεσή του σε ξένους αγοραστές. Όταν όμως αποκαλύπτεται πως ο Θωμάς δεν είναι ο πραγματικός δράκος, τα μέλη της συμμορίας που τον πίστεψαν νιώθουν ότι προδόθηκαν και εξεγείρονται. / Μια από τις σημαντικότερες ελληνικές ταινίες όλων των εποχών, ένα νουάρ νεορεαλιστικό δράμα που ανέδειξε τις υποκριτικές ικανότητες του Ντίνου Ηλιόπουλου και μαζί το βλέμμα του Νίκου Κούνδουρου ως μια διεισδυτική ματιά σε μια άλλη ελληνική πραγματικότητα, αυτή του περιθωρίου, της αλληγορίας, του ρεαλισμού και τελικά του βαθιά πολιτικού σινεμά που βάζει στο κέντρο τον άνθρωπο και γύρω του μια αμείλικτη κοινωνία ικανή να τον συνθλίψει.
Οι Παράνομοι (1958)
Οι Παράνομοι είναι η ταινία της οργής. Η αντίσταση είχε πνιγεί, οι τρόποι έκφρασης των αγωνιστών είχαν καταργηθεί κάτω από τη βία ενός αστυνομικού κράτους. Θέλησα να αποτίσω ένα φόρο τιμής στον αντάρτη των βουνών, στον ταπεινωμένο στον εξευτελισμένο, στον αγνοημένο, στην καλύτερη περίπτωση, Ελληνα, που κράτησε ψηλά τη Ρωμιοσύνη.
Τρεις φυγάδες (Τίτος Βανδής, Ανέστης Βλάχος και Πέτρος Φυσούν) προσπαθούν, ο καθένας για δικούς του λόγους, να διαφύγουν τη σύλληψή τους από τη χωροφυλακή. Καταδιώκονται, επειδή ο ένας σκότωσε τον αδερφό του για ένα κομμάτι γης, ο άλλος είχε αντιστασιακή δράση, και ο τελευταίος επειδή δολοφόνησε τον προδότη που ευθυνόταν για την καταστροφή ενός ολόκληρου χωριού από τους Ναζί. Η Ελλάδα της υπαίθρου μετά τον Εμφύλιο, η αρχαία τραγωδία που επισκέπτεται τη σύγχρονη εποχή, ένα νέο δείγμα σινεμά που ακολουθεί ακόμη τους ρεαλιστικούς δρόμους του «Δράκου» και της «Μαγικής Πόλης», στρέφοντας για πρώτη φορά διακριτικά το βλέμμα στην ποίηση.
Το Ποτάμι (1960)
Τρεις ληστές κλέβουν ένα σταυρό και, ενώ προσπαθούν να περάσουν το ποτάμι, ο ένας (Τίτος Βανδής) χάνεται μαζί με το λάφυρο. Ένας στρατιώτης (Ανέστης Βλάχος), λίγες μέρες πριν απολυθεί, συνομιλεί, μέσω της μουσικής του μπουζουκιού και του τραγουδιού, με έναν αντίπαλο της άλλης όχθης και δέχεται τα πυρά του. Η κόρη ενός στρατιωτικού φεύγει από το σπίτι της και γίνεται φίλη ενός κτηνοτρόφου (Βαγγέλης Ιωαννίδης). Ενα ερωτευμένο ζευγάρι δραπετεύει και καταφεύγει στο ποτάμι, γλιτώνοντας σαν από θαύμα το θάνατο σε ένα ναρκοπέδιο, και ο πατέρας (Γιώργος Εμιρζάς) της κοπέλας δίνει τη συγκατάθεσή του για να παντρευτούν. Τέσσερις διαφορετικές ιστορίες που διαδραματίζονται στις όχθες ενός ποταμού, η ταινία για την οποία ο Νίκος Κούνδουρος πάλεψε για το Director's Cut και ένα από τα δείγματα πειραματικού σινεμά - εισαγωγή σε ολόκληρο το μετέπειτα έργο του.
Μικρές Αφροδίτες (1963)
Οι Μικρές Αφροδίτες είναι η ταινία της απελπισίας. Μια απελπισία που περιγράφεται μέσα σε ωραία γαλάζια νερά, στο Αιγαίο, με δύο παιδόπουλα που ψάχνουν το κορμί τους. Απελπισία γιατί είχαμε αυτοαναιρεθεί, αυτοκαταργηθεί, ακινητοποιηθεί, εμείς που πολεμήσαμε, που φωνάξαμε, που κατεβήκαμε στο πεζοδρόμιο για έναν καινούργιο κόσμο. Δεν είναι τι κάνουμε. Μέσα στην απελπισία μου είπα, ας καταπιαστώ με το τίποτα. Είναι μια ταινία του ιδεολογικού τίποτα.
Στα ελληνιστικά χρόνια, γύρω στο 200 π.Χ., μια ομάδα βοσκών με αρχηγό το Μολοσσό (Ζαννίνο) κατεβαίνει από το βουνό στα πεδινά, αναζητώντας καινούριες βοσκές για το κοπάδι της. Οι βοσκοί χάνουν τον προσανατολισμό τους και βρίσκουν καταφύγιο σε μια παραλία, σε ένα ψαροχώρι, κοντά σε μια ομάδα γυναικών, των οποίων οι ψαράδες σύντροφοι λείπουν. Δυο μικρά παιδιά, ο Σκύμνος, περίπου δέκα ετών, και η δωδεκάχρονη Χλόη (Βαγγέλης Ιωαννίδης, Κλεοπάτρα Ρώτα) μυούνται στα μυστικά του έρωτα παρακολουθώντας το ερωτικό σμίξιμο ενός βοσκού, του Τσάκαλου(Τάκης Εμμανουήλ) με μια γυναίκα, την Αρτα (Ελένη Προκοπίου). Η παρακολούθηση της ερωτικής πράξης των μεγάλων μεγαλώνει την ερωτική ένταση στα παιδιά και οδηγεί στην τραγική λύση. Τα ατίθασα παιχίδια τους ξυπνούν την επιθυμία του Λύκα (Κώστας Παπακωνσταντίνου), ενός μουγκού βοσκού που απαγάγει και προσπαθεί να βιάσει τη Χλόη. Εκείνη του παραδίδεται στην παραλία, και ο Σκύμνος, μάρτυρας αυτής της σκηνής, ανήμπορος να αντέξει την πίκρα της προδοσίας, ζητά το θάνατο στη θάλασσα όπου αφήνεται να τον παρασύρουν τα κύματα. / Για πολλούς μια από τις ωραιότερες ταινίες του Νίκου Κούνδουρου, ένα άχρονο παραμύθι για την εφηβεία, τον έρωτα και την λαϊκή παράδοση που εναρμονίζεται με τις εικαστικές ανησυχίες ενός δημιουργου που οδεύει πλέον οριστικά προς το δρόμο ενός εικονοκλαστικού σινεμά - έντονου σε προκλήσεις, σεξουαλικές αναζητήσεις, αλληγορική αφήγηση και θέμα.
Vortex ή Το Πρόσωπο της Μέδουσας (1967)
Το Vortex είναι η ευρωπαϊκή ταινία μου. Θέλησα να κάνω μια καταβύθιση στην ψυχή και στον πανικό του σύγχρονου νέου ανθρώπου.
Πρόκειται για μια υπόθεση «ανθρωποφαγίας» μια σειρά πρόσωπα αλληλοσπαράσσονται έχοντας ως κέντρο ένα θελκτικό θηλυκό που σαν μέδουσα, ή αράχνη, «ρουφάει» χωρίς αναστολές κάθε αρσενικό. Μια μέρα, ο Φίλιππος τη βλέπει από μια μισάνοιχτη πόρτα στην αγκαλιά του μικρότερου αδελφού του και αποσύρεται διακριτικά για να μην τον αντιληφθούν. Λίγες μέρες αργότερα, σε μια εκδρομή στα ελληνικά νησιά, ο μικρός αδελφός εξαφανίζεται και ένα άλλο μέλος της παρέας, ο ομοφυλόφιλος Αλέξης που είναι ερωτευμένος με τον Φίλιππο, εκφράζει τις ανησυχίες του και πιέζει για να λάβει απάντηση, αλλιώς θα καταγγείλει την εξαφάνιση στην αστυνομία. Η κοπέλα υποπτεύεται βέβαια το φονικό, αλλά σωπαίνει. Ένας περαστικός, ο οποίος κάτι υποψιάζεται, πέφτει και αυτός στα δίχτυα της αράχνης και ψάχνει τρόπο να επωφεληθεί. Ο Φίλιππος νιώθει όλο και περισσότερο τον κίνδυνο, αλλά είναι αποφασισμένος για όλα. Όταν η αστυνομία βρίσκει το πτώμα, ο Φίλιππος σκοτώνει και την κοπέλα η οποία τώρα κοιμάται στην αγκαλιά του «περαστικού». / Ο Νίκος Κούνδουρος πειραματίζεται πάνω στο ίδιο το μέσο, πάνω στο σεξ και την έννοια του πάθους που φτάνει μέχρι το θάνατο, σε μια όμορφη μεν, απροσπέλαστη δε ταινία που τον απομακρύνει οριστικά από τη δύναμη των πρώτων ταινιών του, καταφεύγοντας μάλλον σε μια ατελέσφορη (κυρίως για το θεατή) αυτοαναφορικότητα.
Τραγούδια της Φωτιάς (1975)
Τα Τραγούδια της Φωτιάς το μόνο ντοκιμαντέρ που έχω φτιάξει, μια ταινία συντεθειμένη από φωνές και αιτήματα όπως αυτά διαμορφώθηκαν στους δρόμους της Αθήνας αμέσως μετά την παλινόρθωση της Δημοκρατίας. Μία ταινία ωδή στη λευτεριά. Αυτό τίποτε άλλο.
Ενα ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει την αντίδραση του ελληνικού λαού στη χούντα των συνταγματαρχών, και τους πανηγυρισμούς μετά την πτώση του μισητού καθεστώτος. Παρουσιάζονται οι δύο συναυλίες που έγιναν το 1974 για την υποστήριξη του αγώνα των Κυπρίων, οι πορείες του 1974 για την επέτειο του Πολυτεχνείου, η αναπαράσταση των βασανιστηρίων στα οποία υποβλήθηκε ο αγωνιστής του ΠΑΜ Χρήστος Ρεκλείτης και η κηδεία του Κύπριου Δώρου Λοΐζου. / Το μοναδικό ντοκιμαντέρ του Νίκου Κούνδουρου, μια - κι αυτή - πράξη αντίστασης περισσότερο ως ντοκουμέντο μιας ολόκληρης εποχής.
1922 (1978)
1922 μια ιστορία μνήμης. Ηταν η ώρα που το ΕΚΚ σε μια ευλογημένη στιγμή της ύπαρξης του, λειτούργησε δημιουργικά και έξυπνα. Μας κάλεσε τότε ο πρόεδρος του, τον Κακογιάννη, το Δημόπουλο και την αφεντιά μου και μας είπε κάνετε ότι θέλετε. Και αυτό το ότι θέλετε ξύπνησε μέσα μου ευφορία. Ηθελα να καταθέσω ένα ειλητάρι στη μνήμη της μικρασιατικής οδύνης, όπως εγώ την έζησα μέσα από μια κοπελιά που είχε μαζέψει η μάνα μου από τις Χαμένες Παρτίδες. Δανείστηκα το βιβλίο του Βενέζη, το «Νούμερο 31328» και έφτιαξα το δικό μου νούμερο το 1922.
Η γυναίκα ενός εμπόρου, μια δασκάλα και ένας δεκαεφτάχρονος προσπαθούν να επιβιώσουν ακολουθώντας την φάλαγγα των αιχμαλώτων στα βάθη της Μικράς Ασίας. Η δασκάλα θα δολοφονηθεί από έναν Τούρκο, η γυναίκα του εμπόρου θα χάσει τα λογικά της και μόνο ο νεαρός θα καταφέρει να σωθεί. / Ο Νίκος Κούνδουρος διασκευάζει το «Νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη σε μια δική του αποτίμηση μιας «ελληνικής» τραγωδίας. Επικό και μαζί ποιητικό, πομπώδες και με στιγμές αφοπλιστικές, μια επιστροφή στη φόρμα για τον ίδιο τον Κούνδουρο, αν και πλέον με όρους ενός σινεμά βαρυφορτωμένου με αναφορές, πολιτικού πάντα αν και με όρους διδακτισμού. Η ταινία απαγορεύθηκε και προβλήθηκε πρώτη φορά το 1982.
Μπορντέλο (1984)
Το Μπορντέλο θέλησα να στριφογυρίσω λίγο στην πατρίδα μου. Και σκέφτηκα το προκλητικό μπορντέλο της Μαντάμ Ορτάνς στην καρδιά της πόλης, στα Χανιά, την εποχή των συμμαχικών στόλων. Να ‘σου και ο παππούς μου αρχηγός της επανάστασης του 1887 που λευτέρωσε την Κρήτη. Ας κάνω μια ταινία ταπεινή προσφορά στη μνήμη του παππού μου είπα. Όταν όμως η ταινία ονομάστηκε «Μπορντέλο» αφαίρεσα τον παππού από τη μέση.
Μια πόρνη από τη Μασσαλία, η Ρόζα Βοναπάρτη (Μαρίνα Βλαντύ) φτάνει στα επαναστατημένα και διψασμένα για ένωση με την Ελλάδα Χανιά του 1897, και μαζί της φέρνει μια ντουζίνα κοπέλες για να ανοίξει εκεί έναν οίκο ανοχής. Το «σπίτι» της γίνεται κέντρο διασκέδασης και συγκέντρωσης μιας πλειάδας ανθρώπων που πρωταγωνιστούν ή συμμετέχουν στα κρίσιμα γεγονότα της εποχής. Σύντομα θα ξεκινήσει ένα αδυσώπητο παιχνίδι συνωμοσιών ανάμεσα στους επαναστάτες και τους αντιπάλους τους, που θα οδηγήσει πολλούς από τους θαμώνες στο θάνατο, θα παραδώσει το σπίτι στις φλόγες και θα εξαναγκάσει τις κοπέλες να φύγουν προς μακρινούς προορισμούς. / Σεναριακά σχηματικό και αργόσυρτο, φορτωμένο με αλληγορίες και συμβολισμούς, η πιο απρόσιτη ταινία του Νίκου Κούνδουρου και μαζί ένα φλέρτ με το γκροτέσκο που εμποδίζει οποιαδήποτε διάθεση για πολιτική, κοινωνική ή κινηματογραφική ανάλυση να βρει το δικό της χώρο πίσω από τις μάσκες ενός θεάτρου του παραλόγου και του πιο παραλόγου την ίδια ακριβώς στιγμή.
Μπάυρον: Μπαλλάντα για Ενα Δαίμονα (1992)
Ο Λόρδος Βύρων δεν είναι δικιά μου σύλληψη. Ήρθε κάποιος από την Αγγλία, με υλικό λέγοντάς μου για τα 200 χρόνια – επέτειο – από τη γέννηση του Μπάιρον. Σιγά σιγά μπήκα μέσα στο μύθο των μαθητικών μας χρόνων, τον ωραίο Μπάιρον. Και ανακάλυψα πέρα από τα άσπρα γιακαδάκια α λα Μπάιρον, το δραματικό τέλος ενός μυθικού προσώπου. Ενός πρωτοπόρου και φιλελεύθερου πνεύματος. Ενός μεγάλου ποιητή και μέτριου στρατηγού.
Ο ποιητής λόρδος Μπάυρον (Μάνος Βακούσης) αποφασίζει να αγωνιστεί μαζί με τους έλληνες επαναστάτες στο Μεσολόγγι εναντίον των Τούρκων. Αναλαμβάνει την ηγεσία μιας στρατιωτικά άπειρης μονάδας που απαρτίζεται από Έλληνες και ξένους αγρότες ή περιθωριακούς της εποχής. Ο Μπάυρον φλέγεται από τον πυρετό και έρχεται αντιμέτωπος με οράματα και φαντάσματα του παρόντος και του παρελθόντος. Μέσα στη δίνη της επανάστασης, ο ποιητής γίνεται ένα με την καταστροφή και τη φρενήρη πορεία των πραγμάτων, οδηγούμενος προς το θάνατό του. / Θρίαμβος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ίσως πιο κινηματογραφική ταινία αυτής της περιόδου του Νίκου Κούνδουρου, με ενδιαφέρουσες ποιητικές στιγμές μάχης και στοχασμού, μια ερμηνεία με πάθος από τον Μάνο Βακούση και αφαιρετική αισθητική που υπηρετεί την ποιητική γύρω από τον ίδιο τον Λόρδο Βύρωνα και το μύθο των τελευταίων ημερών του.
Οι Φωτογράφοι (1998)
Οι Φωτογράφοι είναι η αφύπνιση του σκηνοθέτη. Νόμιζα ότι με είχε πάρει ο ύπνος, ένας ήμερος ύπνος από αναπόληση και από κούραση και ξαφνικά θύμωσα. Και λέω, όχι δεν θα κάθομαι στην άκρη. Διαλέγω ένα χώρο οδυνηρό. είναι ο χώρος όπου σήμερα σπαράζουν οι άνθρωποι, όπως εμείς πριν από 50 χρόνια. Η συμμετοχή μου, η αντίσταση μου, σε αυτήν την υπέροχη αδιαφορία που μοιραία μας έχει κυκλώσει όταν πατάμε το κουμπί και βλέπουμε τη φρίκη από την πολυθρόνα μας.
Μια ομάδα δημοσιογράφων διασχίζει την έρημο, ακολουθώντας τον λοχαγό Γιεσού Ελ Ντιν. Ο εμφύλιος πόλεμος διεξάγεται χωρίς κανόνες, χωρίς έλεος για τον νικημένο αντίπαλο. Η πολεμιστές του λοχαγού εκτελούν κάθε άντρα που έχει μείνει ζωντανός από τη φονική μάχη. Μόνο οι γυναίκες πλανιούνται στο ερημωμένο χωριό, ψάχνοντας τους συγγενείς τους ανάμεσα στους νεκρούς. Οι κάμερες των φωτορεπόρτερ καταγράφουν τη φρίκη του θανάτου και της εκδίκησης. Εικόνες ωμές, που με άρρωστη επιμονή κυνηγάει με το φακό της η αμερικανίδα φωτογράφος Σάρα Μπλούμενταλ, η μόνη γυναίκα της αποστολής. Κάποια στιγμή, η Σάρα θα συναντηθεί μ' ένα κορίτσι που ψάχνει στους νεκρούς το σώμα του σκοτωμένου αδελφού της. Ακολουθώντας το κορίτσι, θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον άγνωστο κόσμο της Ανατολής, που αγωνίζεται να βρει τη θέση του μέσα από τη βία και το αίμα που συνοδεύουν το τέλος του αιώνα μας. / Χωρίς πλέον καμία έμπνευση, αλλά με ατάκτως ερριμμένα στοιχεία που δεν υπηρετούν ούτε όραμα, ούτε πολιτική θέση, ούτε κινηματογραφική αφήγηση, ο Νίκος Κούνδουρος εγκαταλείπει το σινεμά και επιδίδεται σε ένα αθέλητα αστείο θέαμα που θυμίζει κάτι από αρχαία τραγωδία και παρωδία μαζί.
Ενα Πλοίο για την Παλαιστίνη (2011)
Το Πλοίο καταγγέλλει την αδιαφορία των Ευρωπαίων. Η Ευρώπη κάθεται σχεδόν απαθής και παρακολουθεί το δράμα των Παλαιστινίων. Μετά τον Αραφάτ, που ήταν ο ιδανικός μαχητής, οι επίγονοί του έχουν μείνει σε μια αμηχανία χωρίς να ξέρουν πώς να διαχειριστούν το δικαίωμά τους για δημοκρατία και ελευθερία.
Σε ένα μικρό λιμάνι στο νότο της Πελοποννήσου, ο Ιορδάνης Κύρογλου, άντρας με μεγάλη επιρροή και μέγας διδάσκαλος στη στοά των μασόνων, συνεργάζεται με τον Γιατράκο, τον αρχηγό της αστυνομίας, και προσπαθεί να συλλέξει πληροφορίες για την άφιξη του φορτηγού πλοίου «Ναόμι», που μεταφέρει σιτάρι από τον Παναμά στο Ισραήλ. Η αναμονή του πλοίου αποτελεί τον κεντρικό άξονα της ταινίας, γύρω από τον οποίο ξετυλίγονται οι προσωπικές ιστορίες των ηρώων: του αρχηγού των Παλαιστινίων κομάντος Αμπντουλά αλ Φακίρ, της Εβραίας Σάρα Μπεν Σουσάν, κόρης του Κύρογλου, του Κουρτ, αρχηγού μιας ομάδας νεοναζί, του εκδότη της τοπικής εφημερίδας, και των 17 κοριτσιών που έχουν έρθει απ’ τα ταραγμένα Βαλκάνια σε αναζήτηση μιας καινούριας πατρίδας. / Οχι το κύκνειο άσμα που θα άρμοζε στη φιλμογραφία του Νίκου Κούνδουρου, περισσότερο μια γκροτέσκα εκδοχή του προηγούμενου έργου του, με προφανείς πολιτικές κραυγές και παραγωγή που θα ταίριαζε περισσότερο σε... απογευματινή τηλέοραση.
Διαβάστε και δείτε ακόμη:
- Αποχαιρετισμοί στον Νίκο Κούνδουρο
- Νίκος Κούνδουρος, ετών 90, το τέλος
- Τα 10 καλύτερα κινηματογραφικά τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι
- Οι Βρετανοί ανακαλύπτουν το «Δράκο» του Νίκου Κούνδουρου!
Ο Νίκος Κούνδουρος, το 1958 στον Στρυμόνα, στα γυρίσματα της ταινίας «Το ποτάμι», μαζί με μία από τις ηθοποιούς, την Πατρίτσια Μπίνι
Tags: Νίκος Κούνδουρος