Το «Μεγαλείο της Πόρνης», που τιμήθηκε με το Orizzonti Special Jury Prize στο Φεστιβάλ Βενετίας, έρχεται να ολοκληρώσει το τρίπτυχο που ξεκίνησε ο Γκλάβογκερ το 1998 με τις «Μεγαλουπόλεις» και συνέχισε με το «Θάνατο του Εργάτη» το 2004. Το φιλμ κοιτάζει την πραγματικότητα της πορνείας σε τρεις εντελώς διαφορετικές χώρες και κουλτούρες: Στην Ταϊλάνδη, οι γυναίκες περιμένουν τους πελάτες τους πίσω από γυάλινα παραπετάσματα, χαζεύοντας το είδωλό τους στο τζάμι. Στο Μπαγκλαντές, οι άνδρες καταφεύγουν στα γκέτο του έρωτα για να ικανοποιήσουν τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες τους με τα κορίτσια που βρίσκονται εκεί υπό καθεστώς δουλείας. Και στο Μεξικό, οι γυναίκες προσεύχονται στη Σάντα Μουέρτε, την αγία του θανάτου, αποφεύγοντας να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα.
Και στις τρεις περιπτώσεις ο Γκλαβόγκερ ακολουθεί τις ιστορίες τους και καταγράφει τις συνθήκες της δουλειάς τους με τρόπο που είναι απόλυτα κινηματογραφικός, μη διστάζοντας να χειραγωγεί την πραγματικότητα δίχως όμως ποτέ να την προδίδει. Παρά τα γεμάτα χρώματα κάδρα, το γύρισμα σε 35mm και τη μουσική της PJ Harvey, οι εικόνες του δε γίνονται λιγότερο επώδυνες.
Ο Μίχαελ Γκλάβογκερ, προσκεκλημένος του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, μίλησε με το κοινό για τον τρόπο προσέγγισης της πραγματικότητας για τη δημιουργία μιας ταινίας.
Τι μας έμαθε ο Μίχαελ Γκλάβογκερ
Η μεγαλύτερη δυσκολία στο «Μεγαλείο της Πόρνης» ήταν να καταφέρω να διαγράψω από το νου μου ό,τι είχα ακούσει πιο πριν γύρω από την πορνεία. Πρόκειται για ένα θέμα για το οποίο έχουν άποψη όλοι, αλλά λίγοι έχουν πάει στο χώρο εργασίας μιας πόρνης ή ακόμη κι αν πήγαν, δεν τον εξέλαβαν ως τέτοιο. Μπορεί να υφίσταται στιγματισμός των γυναικών και των πελατών, όμως η πορνεία υπάρχει για χιλιάδες χρόνια, ακόμη και αν καταστέλλεται, ακόμα και αν επισύρει ποινή θανάτου. Ολοι με ρωτάνε ‘’για ποιο πράγμα είναι η ταινία σας; Για το εμπόριο λευκής σαρκός; Για την ηθική; Για το ‘’ναι ή όχι στην πορνεία;’’. Ουσιαστικά, δεν θέτω θέμα στην ταινία. Στον «Θάνατο του Εργάτη», υπάρχει μια σεκάνς που δείχνει επί ένα 20λεπτο τη σφαγή των ζώων. Το παράξενο είναι ότι κάποια στιγμή όλο αυτό το απωθητικό και αηδιαστικό στοιχείο, όλη αυτή τη βία γίνεται ομορφιά, αρκεί να μη μας φοβίσουν οι σκηνές. Είναι το σημείο όπου το σινεμά διεισδύει στην ανθρώπινη ψυχή και το μυαλό μας εισπράττει αυτά τα παράξενα συναισθήματα. Αυτού του είδους τις στιγμές αναζητώ.
Ο τρόπος αποτύπωσης της πραγματικότητας. Κάποτε ένας δημοσιογράφος του CNN θέλησε να καταγράψει την πορνεία στην Καμπότζη. Χωρίς να έχει τη συναίνεση των γυναικών, χωρίς να αναρωτηθεί αν είναι σωστό, ήθελε να ξεκινήσει να γυρίζει λέγοντας στους τηλεθεατές του: ‘’βλέπετε πως είναι η εκμετάλλευση;’’. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι γυναίκες άρχισαν να απομακρύνονται από την κάμερα. Εγώ διερευνώ τις λεπτομέρειες για να αναδείξω το σύνολο, δεν πάω αντίστροφα. Αν έχεις τη σύμφωνη γνώμη των υποκειμένων σου για να μιλήσεις για την καθημερινότητά τους, σίγουρα θα βρεις κάτι ενδιαφέρον και με βάθος να δείξεις. Είναι ευκολότερο αν προσεγγίσεις αυτές τις γυναίκες σαν απλός άνθρωπος και όχι σαν δημοσιογράφος που θα τις εκθέσει στα ΜΜΕ και θα φύγει την επομένη μέρα. Χρειάστηκε να έρθω σε επαφή με την τοπική μαφία των προαγωγών για να εξασφαλίσω τη συγκατάθεσή τους και στη συνέχεια να κερδίσω την εμπιστοσύνη των γυναικών, αλλά και να τις πληρώσω για να δεχτούν να τις κινηματογραφήσω. Είναι θέμα αξιοπρέπειας να πληρώνω όσους μου δείχνουν τη ζωή τους, όσους ξοδεύουν τόσο από το χρόνο τους μαζί μου. Τόσο στη δημοσιογραφία όσο και στο ντοκιμαντέρ, αν πληρώσεις θα σου πουν κάτι που αλλιώς δεν θα σου έλεγαν. Ο καθένας έχει τη δική του ζωή και δεν θα σου πει κάτι που δεν επιθυμεί. Στην περίπτωση αυτών των γυναικών ήταν πολύ εύκολο, γιατί δεν κάνουν τίποτε χωρίς χρήματα. Μια συνέντευξη κοστίζει περισσότερο από… ένα ραντεβού με πελάτη. Ζουν άγρια, επικίνδυνα, γιατί λοιπόν να σου που ιστορία τους δωρεάν;
Η θρησκεία και η πορνεία. Οι τρεις πόλεις όπου έχει γυριστεί «Το Μεγαλείο της Πόρνης» αντιστοιχούν σε καθεμιά από τις τρεις θρησκείες - βουδισμό, ισλαμισμό, χριστιανισμό - τις οποίες το ντοκιμαντέρ διερευνά υπό το πρίσμα της σεξουαλικότητας. Θέλησα να κάνω ένα θρησκευτικό ‘’τρίπτυχο’’ όπως οι πίνακες του Ιερώνυμου Μπος, με το βουδισμό στην αριστερή πλευρά, ας πούμε στην πλευρά του παραδείσου - γιατί ίσως στο βουδισμό δεν έχουν τόσες ένοχες, γι’ αυτό κι απολαμβάνουν το σεξ- και τον καθολικισμό στη δεξιά, όπου το αίσθημα της ενοχής και ο φόβος του θανάτου είναι παρών στην ερωτική πράξη.
Καμία παρέμβαση στην πραγματικότητα. Το ντοκιμαντέρ δεν είναι όπως η δημοσιογραφική συνέντευξη, όπου κάνεις από την πρώτη στιγμή ‘’επίθεση’’ με ερωτήσεις, γι’ αυτό και η συνέντευξη δεν αφορά στην πρόσληψη της πραγματικότητας. Εγώ γνωρίζω τους ανθρώπους, μαθαίνω την ιστορία τους, έρχομαι σε επαφή με τον περίγυρό τους. Προτιμώ αντί να κάνω ερωτήσεις, να ανοίξω ένα θέμα συζήτησης και να τους αφήνω να μιλούν, έτσι είναι πολύ πιο άνετοι. Στο Μεγαλείο της πόρνης, για παράδειγμα στήνω την κάμερα στο διάδρομο του πορνείου κι εκείνη τη στιγμή βλέπεις μπροστά σου την πραγματικότητα, εισβάλλει στην ταινία. Δεν προκαλώ καταστάσεις, δημιουργώ τις συνθήκες για να προκύψουν οι καταστάσεις. Αυτό θα συνέβαινε πολύ δύσκολα αν ήμουν σε έναν ιδιωτικό χώρο. Η μέθοδος μου είναι η πιο απλή. Καταγράφω τη ροή της πραγματικότητας, γίνομαι αόρατος, έτσι ώστε να ανοίγονται οι άνθρωποι στον φακό. Συχνά αφήνω την κάμερα να γράφει και κάνω ένα διάλειμμα. Αφήνω τα πράγματα ελεύθερα. Αυτό δε σημαίνει ότι αφήνω τα πράγματα να γίνουν με τυχαίο τρόπο. Ποτέ δεν είναι τυχαίος ο τρόπος, πάντα κάνω επιλογές. Μόνο στο ποδόσφαιρο και τον πόλεμο τα πράγματα εκτυλίσσονται από μόνα τους.
Ο χώρος ως πεδίο εξουσίας. Ο χώρος μιλά από μόνος του, πριν πεις οτιδήποτε. Για παράδειγμα, στην Ταϊλάνδη οι πόρνες κάθονται μέσα σε ένα γυάλινο κλουβί και οι πελάτες τις επιλέγουν από εκεί. Στο Μπαγκλαντές, το πορνείο είναι σαν λαβύρινθος, γεμάτο διαδρόμους, και οι πόρτες κάθε δωματίου κρύβουν ελκυστικούς μικρόκοσμους. Στο Μεξικό, πάλι, οι άντρες περνούν πόρτα σε πόρτα μπροστά από το πορνείο με το αυτοκίνητο, παλιά μάλιστα το έκαναν έφιπποι. Μόλις βγει ο άντρας από το αμάξι, αλλάζουν τα πράγματα, όταν κλείσει η πόρτα του δωματίου, αλλάζει ξανά η σχέση ισχύος. Αυτό από μόνο του σου δίνει την κινηματογραφική δομή.
Απαγορεύσεις και λογοκρισία. Παραδόξως, σχεδόν ποτέ δεν έχω τέτοιο πρόβλημα. Το γύρισμα είναι απίστευτα βαρετή διαδικασία για όποιον είναι έξω από αυτό και κανείς δεν μένει διαρκώς δίπλα μου για να μου λέει γύρνα αυτό ή μη γυρίζεις το άλλο. Κάποιες φορές η λογοκρισία είναι πολύ αυστηρή και πρέπει να αποφασίσεις αν θες να γυρίσεις την ταινία με κάθε τίμημα. Για παράδειγμα, στην Ταϋλάνδη ο λογοκριτής μου είπε ότι δεν ήθελε να ακούγονται οι ονομασίες των γεννητικών οργάνων, γιατί ο βασιλιάς λέει ότι δεν υπάρχει πορνεία στην χώρα, και αν το λέει ο βασιλιάς τότε ‘’έτσι είναι’’, επομένως απλώς παρέλειψα τις λέξεις. Πρέπει να είσαι κάπως σαν ζογκλέρ για να κρατήσεις τις ισορροπίες.
Διαβάστε περισσότερα για τον Μίχαελ Γκλάβογκερ εδώ
Για όσους δεν τον πρόλαβαν στη Θεσσαλονίκη, ο Μίχαελ Γκλάβογκερ θα παραδώσει Masterclass στην Αθήνα, τη Δευτέρα 19 Μαρτίου, από τη 13.00 ως τις 16.00, στο Exile Room (Αθηνάς 12, 3ος όροφος, απέναντι από τη στάση Μετρό Μοναστηράκι, τηλ 210 3223395), με ελεύθερη είσοδο. Την Τρίτη 20 Μαρτίου, θα γίνει προβολή της ταινίας «Whore’s Glory» στην Ταινιοθήκη, παρουσία του σκηνοθέτη.
Διαβάστε περισσότερα για το 14ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης
στο gallery, φωτογραφία του Μίχαελ Γκλάβογκερ από το masterclass (Motionteam) και από το «Μεγαλείο της Πόρνης»