Φεστιβάλ / Βραβεία

Midnight in Paris: Το καρτποσταλικό Παρίσι του Γούντι Αλεν

of 10

H καινούρια ταινία του Γούντι Aλεν θα μπορούσε να περιγραφεί με τον ίδιο τρόπο που ο ήρωας της περιγράφει την ζωή: «ελαφρώς απογοητευτική». Δίχως να μπορείς να αρνηθείς ότι δεν έχει την γοητεία της.

Midnight in Paris: Το καρτποσταλικό Παρίσι του Γούντι Αλεν
Πως μου φάνηκε η ταινία; Εε...

Από τα σκαλιά της Μονμάρτρης και τη λαχταριστή τούρτα της Sacre Coeur, ως τα Ηλύσια πεδία, τον Σηκουάνα και τον πύργο του Αιφελ, το «Midnight in Paris» του Γούντι Αλεν, ξεκινά με ένα μοντάζ των πιο όμορφων σημείων της πόλης, τόσο γοητευτικά φωτογραφημένα, που ο Οργανισμός Τουρισμού του Παρισιού, οφείλει να του στείλει μερικά κιβώτια σαμπάνια -αν δεν πλήρωσε ήδη αδρά, την βόλτα του Αμερικανού σκηνοθέτη από τα όμορφα καρτιέ του.

Σύντομα, πριν ακόμη η ταινία ξεκινήσει, θα αρχίσει να βρέχει, ένα μικρό κλείσιμο του ματιού στον ήρωα του φιλμ, ο οποίος, αντίθετα από την εντελώς Αμερικάνα αρραβωνιαστικιά του, πιστεύει, ότι το Παρίσι στη βροχή είναι ακόμη πιο όμορφο. Ο Οουεν Γουίλσον είναι ο Γκιλ, ένας σεναριογράφος του Χόλιγουντ που γράφει το πρώτο του βιβλίο και βλέπει την πόλη απολύτως ρομαντικά, η Ρέιτσελ ΜακΑνταμς, είναι η Ινές, η κόρη πλούσιων γονιών που ετοιμάζεται να παντρευτεί. Οι δύο τους έχουν βρεθεί στο Παρίσι συνοδεύοντας τα πεθερικά σε ένα επαγγελματικό ταξίδι, όμως οι δρόμοι τους θα χωρίσουν, όταν ένα βράδυ ο Γκιλ θα μπουχτίσει από τον ξερόλα, πανταχού παρόντα, πρώην συμφοιτητή της Ινές και την γυναίκα του και θα αποφασίσει να μην τους ακολουθησει για χορό, αλλά να περιπλανηθεί μόνος στους δρόμους της πόλης.

Οταν το ρολόι χτυπήσει δώδεκα, ένα αυτοκίνητο από την δεκαετία του 20 θα σταματήσει και οι επιβάτες του θα τον πάρουν μαζί τους σε ένα πάρτι όπου στο πιάνο παίζει ο Κόουλ Πόρτερ και ο Σκοτ και η Ζέλντα Φιτζέραλντ είναι ανάμεσα στους καλεσμένους. Ξαφνικά, απλά με μια δόση κινηματογραφικής μαγείας, ο Γκιλ θα βρεθεί στην εποχή που πάντα ονειρευόταν, να πίνει με τα λογοτεχνικά του ινδάλματα, να μιλά μαζί τους για την ζωή, την τέχνη τον έρωτα. Σύντομα η απόσταση ανάμεσα στην πρωινή βαρετή καθημερινότητά του σαν τουρίστας και τους βραδινούς περιπάτους του σε μια άλλη εποχή θα γίνει τόσο μεγάλη, ώστε θα ζει μόνο περιμένοντας να νυχτώσει, ειδικά όταν ο Ερνεστ Χέμινγουέι δώσει το βιβλίο του στην Γερτρούδη Στάιν και η καινούρια φιλενάδα του Πικάσο - που θα ήθελε να ζει στη Μπελ Επόκ – αρχίσει να τον ερωτεύεται.

«Αν δεν είχα γεννηθεί στη Νέα Υόρκη, θα ήθελα να ζω στο Παρίσι» λέει ο ίδιος ο Γούντι κι αν πάρεις την ταινία του σαν μια ειλικρινή δήλωση συναισθημάτων, η παραπάνω φράση μοιάζει αυτονόητη. Μόνο που μερικές φορές όταν αγαπάς κάτι τόσο πολύ, τείνεις να χάνεις κάθε αίσθηση αντικειμενικότητας, ή στην περίπτωση αυτού εδώ του φιλμ, τον τρόπο να υπονομεύεις τα κλισέ -που σε μια τέτοια ιστορία είναι λογικό να αφθονούν. Δυστυχώς για το «Midnight in Paris» η χαριτωμένη ιδέα του σεναρίου (που θυμίζει λίγο το «Πορφυρό Ρόδο του Καΐρου» στον τρόπο που παίζει με την φαντασίωση μιας «άλλης ζωής»), μοιάζει να γυρίζει σε κύκλους γύρω από τον εαυτό της μη πηγαίνοντας στ' αλήθεια πουθενά.

Ναι το φιλμ θέλει να (χαμο)γελάσει με τον τρόπο που σε κάθε εποχή κοιτάζουμε με ρομαντισμό το παρελθόν και μεταμορφώνουμε τους ανθρώπους του σε ήρωες, αλλά θα χρειαζόταν να είναι λίγο πιο αιχμηρό, ή έστω να σκιαγραφεί τους χαρακτήρες σαν κάτι περισσότερο από εύκολα αναγνωρίσιμα κλισέ, για να πετύχει τον στόχο του. Στον κόσμο του φιλμ, σχεδόν όλα μοιάζουν όπως τα περιμένεις (αλλά όχι από τον Γούντι Aλεν): Οι απόλυτα ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους, ίσως και λίγο άξεστοι, Αμερικανοί, οι όμορφες Γαλλίδες, οι μπον βιβέρ καλλιτέχνες, οι δόσεις του χιούμορ, τα λογοτεχνικά inside jokes. Το μόνο που λείπει είναι οποιοδήποτε στοιχείο έκπληξης ή φρεσκάδας, ή έστω η αίσθηση ότι εκτός από τα υπέροχα «σκηνικά» και τον εξωτισμό που δίνει η προσθήκη της πόλης στον τίτλο του φιλμ, υπήρχε έστω κι ένας ουσιαστικός λόγος που ο Γούντι Aλεν αποφάσισε να γυρίσει αυτή την ταινία «στην πόλη του φωτός»