Οταν μια ταινία τιτλοφορείται «Οι Αναρχικοί», περιμένεις τουλάχιστον μια γροθιά στο κατεστημένο, μια ουσιαστική πολιτική ματιά έστω ως πλαίσιο, αν όχι ως κεντρικό θέμα. Η νέα ταινία του Ελί Γουαζμάν, δεύτερη μετά το «Aliyah», θα μπορούσε εξίσου να λέγεται «Οι Χρυσοθήρες», «Οι Μεταλλουργοί» ή «Παρισινοί Ερωτες», μια και οι ήρωες παρεμπιπτόντως είναι και αναρχικοί, σ' ένα φιλμ που καθόλου δεν προορίζεται για να εξιστορήσει την πορεία της πολιτικής κοινότητας στην αλλαγή του αιώνα, ούτε και για να εμπνεύσει (ή να απορρίψει) το ιδανικό της άρνησης της εξουσίας και της πολιτικής δομής. Παρότι το «vive l' anarchie» ακούγεται συχνά-πυκνά στο σενάριο, η ταινία ασχολείται περισσότερο μ' έναν αδιέξοδο έρωτα και με όμορφα κοντινά των πρωταγωνιστών του.
Διαβάστε ακόμη: Κάννες 2015. Τα 10 trending topics της #1ης μέρας
To 1899, ένας νεαρός αστυνομικός, ο Ζαν Αλμπερτινί, ορφανός, φιλόδοξος, χωρίς ανθρώπινους δεσμούς που να τον κρατούν πίσω, αναλαμβάνει την αποστολή να εισχωρήσει σε μια ομάδα αναρχικών στο Παρίσι και να τους εκθέσει στην αστυνομία, με το αζημίωτο. Ο Ζαν είναι έξυπνος, διαβασμένος και πολύ γοητευτικός. Γι' αυτό και η γνωριμία του με την επίσης αισθησιακή και φλογερή Ζουντίτ, την κοπέλα του επικεφαλής της οργάνωσης, οδηγεί σ' ένα μοιραίο κρυφό πάθος, χωρίς ωστόσο ο Ζαν να ξεστρατίζει από τον στόχο του. Οι ήρωες της ταινίας είναι όλοι πραγματικά πρόσωπα και το σενάριο έχει βασιστεί στις δικές τους αφηγήσεις. Ωστόσο οι πολιτικές απόψεις και οι τακτικές βίαιες εξορμήσεις περιγράφονται με τρόπο επιδερμικό και χλιαρό, ενώ ταυτόχρονα οι άνθρωποι που απαρτίζουν το κίνημα δεν αποκτούν ποτέ οντότητα, βάθος ή ουσία, με αποτέλεσμα η ιστορία τους να μην κερδίζει το ενδιαφέρον ή κάποια συμπάθεια.
Από την άλλη πλευρά, η Αντέλ Εξαρχόπουλος αποδεικνύει ξανά ότι η «Ζωή της Αντέλ» δεν ήταν πυροτέχνημα. Με μια πηγαία γήινη γοητεία και αντιμετωπίζοντας θαρραλέα την κάμερα που κολλά στο πρόσωπό της, δίνει μια θαυμάσια ερμηνεία την οποία εμπλουτίζει απλώς και μόνο με την ύπαρξή της. Απέναντί της, ο Ταχάρ Ραχίμ, ευαίσθητος, βελούδινος, δυναμικός, εκλύει κύματα ενέργειας που βρίσκουν φιλόξενο λιμάνι. Με άλλα λόγια, η χημεία του πρωταγωνιστικού ζευγαριού δίνει σε μια κατά τα άλλα αδιάφορη ταινία έναν άξονα ενδιαφέροντος. Ή αλλιώς, «βιβ λε σεξαπίλ»!