Γνωρίσαμε τον Βασίλη Ραΐση το 2008, ως συνσεναριογράφο της «διόρθωσης» του Θάνου Αναστόπουλου και το 2009 ως σκηνοθέτη με το «Τελευταίο Τραγούδι του Ελβις» που κέρδισε και το πρώτο βραβείο στο τότε Digital Wave τμήμα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Μόνο που αυτές δεν είναι οι μόνες ιδιότητές του: εκπαιδευτικός, θεατρικός συγγραφέας, συγγραφέας παιδικών και εφηβικών βιβλίων, εμψυχωτής θεατρικών ομάδων, ο Βασίλης Ραΐσης είναι σίγουρο πως δεν κατατάσσει πουθενά συγκεκριμένα τον εαυτό του, όπως ακριβώς δυσκολεύεται να κατατάξει τη νέα του ταινία «Η Τελευταία Φάρσα» σε ένα μόνο κινηματογραφικό είδος.
Λίγο πριν την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας στο 54ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Flix μίλησε μαζί του, προσπαθώντας να καταλάβει που ακριβώς (στο σινεμά, όπως και στη ζωή) σταματάει η φάρσα και ξεκινάει η αλήθεια...
Τι είναι «H Τελευταία Φάρσα»;
Ενας επιστήμονας εισβάλλει στο κοινόβιο ενός ψευδο-θεραπευτή, ώστε να αποκαλύψει την απάτη. Εκεί όμως, τα πράγματα δεν θα πάνε όπως τα σχεδίασε, καθώς βρίσκεται διχασμένος ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας;
Φανταστείτε δύο διδύμους, τον Α και τον Β, που έχουν την ίδια ασθένεια και παίρνουν τα ίδια φάρμακα. Οι δίδυμοι είναι πανομοιότυποι, εκτός από ένα πράγμα: Ο Α πιστεύει ακράδαντα ότι ο ίδιος ο θεός Ερμής θα τον γιατρέψει τελικά, ενώ ο Β κάνει απλώς υπομονή. Τελικά, η πίστη του Α ενισχύει τον οργανισμό του, αντιμετωπίζει την αρρώστια και ζει, ενώ ο Β δεν τα καταφέρνει και πεθαίνει. Αυτό είναι ένα δικό μου «παράδοξο των διδύμων», κωμικό και τραγικό ταυτόχρονα, πάνω στο οποίο ήθελα να πω μια ιστορία.
Πως κάνει κανείς μια ταινία στην Ελλάδα του σήμερα;
Με τη μέθοδο των ποσοστών (επί των εισπράξεων). Αυτό το σύστημα είναι ευχή και κατάρα, προς το παρόν κρατάει ζωντανό το θέατρο και το σινεμά στην Ελλάδα αλλά δεν μπορεί να τραβήξει για πολύ ακόμα…
Πόσο επηρέασε η κατάσταση της κρίσης το σενάριο και την υλοποίηση της ταινίας;
Πέρα από τις προσωπικές μου περιπέτειες, θεωρώ ότι η κρίση δεν σχετίζεται ούτε θετικά, ούτε αρνητικά με την άνθιση του σινεμά στην Ελλάδα. Απλά, υπήρχε ένα τεράστιο δυναμικό νέων δημιουργών που με κρίση ή χωρίς, με λίγα, πολλά ή καθόλου χρήματα, θα έβρισκε ένα τρόπο να κάνει ταινίες. Αυτό που έκανε πραγματικά την διαφορά είναι η φτηνή υψηλής ποιότητας τεχνολογία.
Μια ταινία επιστημονικής φαντασίας ή τι...;
Δυσκολεύομαι να κατατάξω τη ταινία μου σ’ ένα μόνο είδος. Για καλό μου φαίνεται αυτό…
Ποιες είναι οι προσδοκίες σου από την προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης;
Εχω σε ιδιαίτερη εκτίμηση το κοινό του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ενα ενθουσιώδες χειροκρότημα στο τέλος της προβολής θα ήταν ό,τι καλύτερο. Να θυμίσω ότι τα βραβεία που συνδεόντουσαν με το ελληνικό τμήμα δεν υπάρχουν πια, καθώς βγάλαμε τα μάτια μας με τα ίδια μας τα χέρια και μάλιστα δυο φορές: τη μία καθιστώντας τα ανυπόληπτα και τη δεύτερη ζητώντας την κατάργησή τους.
Ποια ήταν η διαδικασία που ακολουθήσατε για την ταινία που θα προβληθεί τελικά στο Φεστιβάλ;
Η ταινία ολοκληρώθηκε σε τρία στάδια. Μόλις τελειώσαμε το πρώτο μοντάζ, δείξαμε την ταινία σε φίλους και γνωστούς και με βάση τις παρατηρήσεις που μαζέψαμε, γυρίσαμε δυο έξτρα σκηνές, κόψαμε άλλες και ξαναμοντάραμε την ταινία. Στη συνέχεια δείξαμε την καινούργια εκδοχή σε αίθουσα, όπου στο τέλος μοιράσαμε ανώνυμα ερωτηματολόγια στο κοινό. Μελετώντας τις απαντήσεις, αποφασίσαμε να γυρίσουμε μία ακόμα σκηνή και καταλήξαμε στο τελικό μοντάζ.
Που τοποθετείς τον εαυτό σου και την ταινία στο γενικότερο κλίμα της άνθισης που γνωρίζει το ελληνικό σινεμά στο εξωτερικό και εντός συνόρων;
Ως θεατής έχω ενθουσιαστεί με τις περισσότερες από αυτές τις ταινίες, αλλά ως δημιουργός οδηγούμαι σε μια πιο ‘παραδοσιακή’ δραματουργία και σε λιγότερο ‘πειραγμένες’ φόρμες αφήγησης.
Ο τίτλος της ταινίας μοιάζει με μακρινή αναφορά στο «Τελευταίο Ψέμα» του Μιχάλη Κακογιάννη; Υπάρχει κάποια συνειδητή παραπομπή;
Ούτε καν ασυνείδητη, διότι δεν έχω δει ακόμα την ταινία. Ενας από τους λόγους που διάλεξα τον τίτλο είναι γιατί συνδυάζει τη μελαγχολία του «τελευταία» με το κωμικό του «φάρσα». Νομίζω ότι ο τόνος της ταινίας συνδυάζει αυτά τα δύο.
Είναι όλο αυτό που ζούμε στην Ελλάδα σήμερα μια κακόγουστη φάρσα;
Ζούμε το φινάλε της. Η φάρσα έχει αποκαλυφθεί αλλά συμβαίνει κάτι περίεργο: πριν προλάβουν να θυμώσουν τα θύματα με τους φαρσέρ, συνέβη το αντίθετο. Οι φαρσέρ θύμωσαν που τα θύματά τους δεν αντιλήφθηκαν τόσα χρόνια ότι ζούσαν σε μια φάρσα, με αποτέλεσμα το αστείο να παρατραβήξει. Τώρα υπόσχονται όλοι ότι θα σοβαρευτούνε, πράγμα επίσης πολύ αστείο.
Η Τελευταία Φάρσα / Σκηνοθεσία: Βασίλης Ραϊσης / Σενάριο: Βασίλης Ραϊσης – Γαβριήλ Ευσταθίου / Διεύθυνση φωτογραφίας: Διαμαντής Τάσσης / Μοντάζ: Διαμαντής Τάσσης – Βαγγέλης Μανώλης / Μουσική: Μανόλης Παπαδάκης / Μίξη ήχου: Μιχάλης Χατζημωυσής - Πάνος Κατσαράς / Ηχοληψία: Πάνος Κατσαράς / Εικονοληψία: Μάρκος Κιμιωνής / Σκηνικά: Γιάννα Θώδη - Λία Αλαβάνου / Ενδυματολογία: Αλεξάνδρα Δεληθέου / Οργάνωση παραγωγής: Ελευθερία Αστρινάκη / Παραγωγή: Digi dv – Βασίλης Ραϊσης / Πρωταγωνιστούν: Νικόλας Πιπεράς, Μαρίνα Καλογήρου, Ανδρέας Μαριανός, Νίκος Μοναστηριώτης, Μιχάλης Καλιότσος, Γιώτα Αργυροπούλου, Αριστείδης Μπαλτάς, Γιώργος Μπινιάρης, Λυδία Τρύφωνα, Φώτης Θωμαϊδης, Δρόσος Σκώτης
Η «Τελευταία Φάρσα» του Βασίλη Ραΐση προβάλλεται την Πέμπτη 07/11/13 στις 19:30 στην Αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη και το Σάββατο 09/11/13 στις 17:00 στην Αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη.
Διαβάστε ακόμη: