Ακούγεται πλέον σαν ένα μεγάλο ανέκδοτο (ή σαν τρολιά αν θέλετε) το ότι οι «Ευχούληδες», μια ταινία η οποία όταν κυκλοφόρησε πίσω στο 2016, που είχε ως μοναδικός λόγος ύπαρξης μια καλά προγραμματισμένη κίνηση για την προώθηση παιχνιδιών με την μορφή μιας αδιάφορης, σχηματικής και απλοϊκής μουσικής περιπέτειας κινουμένων σχεδίων, να έχει κάνει τεράστια επιτυχία.
Τόση μάλιστα που να της επιτρέπεται να κυκλοφορήσει δυο ακόμα σίκουελ, τα οποία μπορεί να βγάζουν μια γοητεία μέσα από το, πολλές φορές, τριπαρισμένο τους animation, αλλά παραμένουν στην ουσία άνευρες και ασυνάρτητες περιπέτειες οι οποίες, μέσα από τα αμέτρητα κλισέ τους, καταλήγουν κινηματογραφική παραφωνία.
Μετά από δύο ταινίες πραγματικής φιλίας και ατελείωτου φλερτ, η Πόπη και ο Κλωνάρης είναι πλέον επίσημα ζευγάρι (#broppy)! Οσο έρχονται πιο κοντά, η Πόπη ανακαλύπτει ότι ο Κλωνάρης έχει ένα μυστικό παρελθόν. Ηταν κάποτε μέλος της αγαπημένης της boyband, των BroZone, μαζί με τους τέσσερις αδελφούς του: τον Φλόιντ, τον Τζον Ντόρι, τον Σπρους και τον Κλέι. Οι BroZone διαλύθηκαν όταν ο Κλωνάρης ήταν ακόμα μωρό, ενώ ακολούθησε και η διάλυση της οικογένειας. Από τότε ο Κλωνάρης δεν έχει δει τους αδελφούς του ποτέ ξανά. Αλλά όταν ο Βέλβετ και ο Βενίρ, δύο μοχθηροί ποπ σταρ, απαγάγουν τον αδελφό του Κλωνάρη, τον Φλόιντ, για το μουσικό του ταλέντο, ο Κλωνάρης και η Πόπη ξεκινούν ένα δύσκολο και συναισθηματικό ταξίδι για να φέρουν κοντά τα υπόλοιπα αδέλφια και να σώσουν τον Φλόιντ από την αφάνεια και όχι μόνο.
Ο μινιμαλισμός φαίνεται πως είναι μια άγνωστη έννοια για τους «Ευχούληδες», όπου ακόμα και εδώ, τόσο από τα διάφορα είδη animation που χρησιμοποίει, τα οποία εκτείνονται από το 3D και το ψευδο-stop motion animation μέχρι και το κλασσικό 2D σχεδιασμένο στο χέρι, όσο και από την αμέτρητες πλοκές που ανοίγει το σενάριό του, μοιάζει να ζει μέσα σε μια διαρκής υπερβολή.
Τα πάντα φαίνεται σαν να βρίσκονται στην τροχιά μιας αχρείαστης υπερκινητικότητας, με το σενάριο να μην προσπαθεί (και να μην το ενδιαφέρει) να σε αφήσει να επεξεργαστείς όσα είδες μόλις εκείνη την στιγμή. Προσπαθώντας να σατιρίσει την boyband εποχή του Τζάστιν Τίμπερλεϊκ (ο οποία δανείζει την φωνή στον Κλωνάρη) με τους *NSYNC, χωρίς να τους δίνει τους απαραίτητους ρόλους στην ταινία και μόνο τους αφήνει ως απλούς γκεστ σταρ για το φινάλε της, αλλά και με το να χρησιμοποιεί τους καινούργιους της κακούς ως μια απλή σύγκριση της τοξικής με την πραγματική αδερφική αγάπη, η ταινία, η οποία δεν σταματά να μιλάει για το πόσο κουλ είναι το να είσαι διαφορετικός και περίεργος, το παίζει εκ του ασφαλούς.
Ακόμα και με τα διάφορα mash-up τραγουδιών της, τα οποία πλέον είναι σήμα κατατεθέν της σειράς, μοιάζουν το λιγότερο αδιάφορα, σαν να βγήκαν από έναν πρωτάρη DJ ο οποίος τώρα μαθαίνει το πως να χειρίζεται τα decks. Και χωρίς ιδιαίτερα αστεία και αδιάφορους και κλισέ νέους χαρακτήρες, για άλλη μια φορά οι «Ευχούληδες» χτυπούν το ένα φάλτσο πίσω από το άλλο με μαθηματική ακρίβεια.