Η ιστορία του «Terrifier» είναι από αυτές που κανονικά θα έπρεπε να απασχολεί στο μέλλον φοιτητές και θεωρητικούς κινηματογράφου. Κάτι που ξεκίνησε ως το προσωπικό απονενοημένο όραμα ενός τύπου ονόματι Ντέιμιαν Λεόνε πίσω στα τέλη του 2000 (με τις μικρού μήκους ταινίες «The 9th circle» και «Terrifier», οι οποίες στη συνέχεια συμπεριλήφθηκαν στην ανθολογία «All Hallows’ Eve» του 2013) έγινε γρήγορα ένας μαγνήτης φανατικού κοινού που κατέληξε στην πρώτη μεγάλου μήκους με τον τίτλο «Terrifier» το 2016 και έκτοτε δύο ακόμη συνέχειες με τεράστια επιτυχία στο box office.
Με κεντρική ιδέα το copycat φτηνών slasher b-movies της δεκαετίας του ’80 και κεντρικό πρωταγωνιστή τον Art the Clown, έναν ακόμη soon to be εμβληματικό κακό στη μεγάλη αλυσίδα των Φρέντι και του Τζέισον αυτού του κόσμου, το «Terrifier» δεν είναι σίγουρα η τριλογία που αλλάζει το ρου της ιστορίας του κιννηματογραφικού τρόμου και ούτε καν τρεις ταινίες που χρειάζεται να πάρεις στα σοβαρά. Δεν το ζητάει ούτε ο ίδιος ο δημιουργός του που, ειδικά εδώ στο τρίτο μέρος, το πρώτο που βγαίνει και στις ελληνικές αίθουσες, και γνωρίζοντας ότι πλέον έχει για συμμάχους του ορδές από νεαρούς διψασμένους για ψεύτικο αίμα θαυμαστές, δεν χαμηλώνει την ταχύτητα, αλλά, τουναντίον, δυναμώνει την ένταση τόσο των αποτρόπαιων θανάτων όσο και του εν γενεί γκροτέσκου που χαρακτηρίζει το «έργο» του.
Είναι Χριστούγεννα και η Σιένα με τον αδερφό της, επιζήσαντες της πρότερης σφαγής του Halloween και υπεύθυνοι για τον αποκεφαλισμό του Art the Clown προσπαθούν να ξεχάσουν το τραυματικό παρελθόν, ξεκινώντας νέα βήματα στις ζωές τους. Ο περίεργος όμως Αϊ - Βασίλης που εμφανίζεται από το πουθενά σκορπίζοντας τρόμο, έχει έρθει αποφασισμένος να βάψει τα πάντα κόκκινα: δώρα, δέντρα και ανθρώπινες ζωές.
Χτυπώντας διάνα στο χριστουγεννιάτικο ντεκόρ, ο Λεόνε τοποθετεί τον Art the Clown μέσα στην ατμόσφαιρα της θαλπωρής ως διαβρωτικό υλικό και όποιον πάρει ο χάρος, σε μια αλυσίδα από πραγματικές αποτρόπαιες δολοφονίες που τεμαχίζουν μέλη και κόβουν σώματα στη μέση, χωρίς καμία συστολή και κυρίως καμία σοβαροφάνεια. Ο Λεόνε ξέρει ακριβώς τι προσφέρει, δεν ξεφεύγει στιγμή από τον κωμικό τόνο της αυτο-παρωδίας του και επαναλαμβάνεται τόσο που η ταινία του ουσιαστικά έχει τελειώσει στην πρώτη σκηνή - για να μην πει κανείς στην προηγούμενη ταινία - χωρίς να ενοχλεί κανέναν.
Ή σχεδόν κανέναν, αφού το «Terrifier 3» δημιουργεί ήδη εχθρούς προς δύο κατευθύνσεις. Από τη μία - και δικαιολογημένα - σε όσους αρνούνται να συνηγορήσουν σε μια κουλτούρα φτηνού σαδιστικού τρόμου που εκτοξεύεται χωρίς ενοχές σε μια χώρα που ο αμοραλισμός προβληματίζει ποικιλοτρόπως. Από την άλλη - και δικαιολογημένα επίσης - σε όσους με επιτηδευμένη σοβαροφάνεια προσπαθούν τα τελευταία χρόνια να ανανεώσουν τον κινηματογραφικό τρόμο για να δουν τελικά ένα ηλεκτρικό πριόνι, έναν εκνευριστικό κλόουν και μερικά φτηνά εφέ να μαζεύει όλο το χαρτί.