Υπάρχουν ταινίες που περικλείονται απόλυτα από τον τόπο και το χρόνο όπου έγιναν. Εάν το «Καμία Αλλη Γη» δεν ήταν μια συνεργασία Παλαιστινίων και Ισραηλινών κι αν δεν είχε γίνει δυο ανάσες πριν την πυροδότηση του σημερινού πολέμου στη Γάζα, θα συζητούνταν διαφορετικά.

Ομως το «Καμία Αλλη Γη» είναι ακριβώς αυτό. Μια ταινία, ένα ντοκιμαντέρ, που γύρισαν δυο νέοι (ακτιβιστές θα λέγαμε, αλλά δεν υπήρξε και θέμα επιλογής), ο Παλαιστίνιος δικηγόρος Μπάζελ Αντρα κι ο Ισραηλινός δημοσιογράφος Γιουβάλ Αμπραχάμ, μαζί, σ' έναν τόπο μικρογραφία της παλαιόθεν ισραηλο-παλαιστινιακής σύρραξης, για να καταδείξουν από τη μια τι συμβαίνει, από την άλλη ότι υπάρχει περιθώριο συνεννόησης μεταξύ των δυο λαών. Πριν τον πόλεμο.

Στο νότιο άκρο της Δυτικής Οχθης βρίσκεται η Μασαφέρ Γιάτα, μια ορεινή περιοχή, καλλιεργήσιμη, όπου από το 1945, λίγο πριν την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, έχουν κατοικηθεί γύρω στα είκοσι μικρά, πετρόκτιστα παλαιστινιακά χωριά. Ωστόσο, το 1980 ο ισραηλινός στρατός κήρυξε την περιοχή «ζώνη στρατιωτικής εκπαίδευσης», απαγορεύοντας την κατοίκησή της από Παλαιστίνιους κι εξαφανίζοντας τα κατοικημένα χωριά από τον επίσημο χάρτη. Από τότε, τακτικά, ο ισραηλινός στρατός με μπουλντόζες ισοπεδώνει τα κτίσματα κι εκτοπίζει βίαια τους κατοίκους, για να τα εξαφανίσει και κυριολεκτικά. Εκείνοι επιστρέφουν, ξαναχτίζουν, ξαναεγκαθιστούν γεννήτριες, ξαναβρίσκουν τα ζώα και τα χωράφια τους. Ως την επόμενη φορά.

Αυτή την ιστορία καταγράφει το ντοκιμαντέρ «Καμία Αλλη Γη», το οποίο έκανε την πρεμιέρα του και βραβεύτηκε ως καλύτερο ντοκιμαντέρ στην Berlinale (προκαλώντας πολιτικό χάος, θυμηθείτε εδώ), αποσπώντας το βραβείο κοινού και εκεί αλλά και στα περίοπτα φεστιβάλ ντοκιμαντέρ CPH:DOX και Visions du Réel, και κερδίζοντας, μόλις προχθές, το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στις Νύχτες Πρεμιέρας.

Το ντοκιμαντέρ είναι μια ταινία ανθρωπιστική, μια και παρακολουθεί μεν τη βιαιοπραγία, επαναλαμβανόμενα, αλλά εστιάζει με τρυφερότητα και επιμονή στο πώς την εισπράττουν τα θύματα, οι κάτοικοι, μαγνητοσκοπώντας τα τραύματά τους, ψυχικά και σωματικά, την απελπισία τους, τη διαμαρτυρία τους και την ιστορία τους: μια πάππου προς πάππου αντίσταση που διατρέχει γενιές αλλά δεν μοιάζει να κερδίζει το παιχνίδι με το χρόνο. Κι αυτό το κάνει, από τη μια χωρίς να παραμελεί την κινηματογραφική του διάσταση, κι από την άλλη χωρίς να γίνεται, σκόπιμα τουλάχιστον, χειριστικό συναισθηματικά. 

«Θέλεις να ανατρέψεις την Κατοχή μέσα σε δέκα μέρες, χρειάζεται υπομονή,» λέει σε μια στιγμή ο Μπάζελ στον Γιουβάλ κι εκεί είναι που η ταινία παίρνει την πραγματική της διάσταση. Γιατί τη βλέπουμε σε μια εποχή όπου η επίθεση στη Γάζα και, πλέον, τον Λίβανο, μετρά εκατοντάδες θανάτους κάθε μέρα. Γιατί η πίστη των δυο δημιουργών και της ομάδας τους, ότι η ομόνοια μπορεί να υπάρξει, ότι η συνεργασία θα φέρει την ειρήνη, δεν μπορεί παρά να μοιάζει ρομαντική, καλόπιστα αφελής. 

Εκείνο που πραγματικά καταφέρνει το «Καμία Αλλη Γη», ακόμα και μέσα από τη φεστιβαλική του επιτυχία (κυρίως γι' αυτή), είναι να φέρει τους θεατές αντιμέτωπους, πρόσωπο με πρόσωπο, με πράξεις αποτρόπαιες και μια καθηλωτική δυστυχία, χωρίς να σχολιάζει, αλλά και χωρίς να τους δίνει περιθώριο ν' αποστρέψουν το βλέμμα. Με ησυχία και καθαρότητα. Κι αυτό, αυτή τη στιγμή, είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για το αίτημα κατάπαυσης πυρός, με τη μορφή μιας μαρτυρίας.