Ο Τζόρνταν Πιλ, ο Αμερικανός κωμικός που δημιούργησε σχολή με το «Key & Peele» στο Comedy Central, κάνει την πρώτη του κινηματογραφική σκηνοθετική απόπειρα, που θα μπορούσε να ήταν ένα ρηξικέλευθο πολιτικό αριστούργημα, αν ήταν καλύτερη ταινία.
Η ιστορία ξεκινά χαριτωμένα και συμβατικά: ο Κρις ετοιμάζεται να πάει στο πατρικό της κοπέλας του, της Ρόουζ, για να γνωρίσει τους γονείς της κι ολόκληρο το σόι της. Εκείνος είναι μαύρος, εκείνη είναι λευκή, αλλά, όπως επίμονα τον διαβεβαιώνει, οι μεγαλοαστοί, καλλιεργημένοι γονείς της δεν θα έχουν τον παραμικρό ενδοιασμό για τη διαφυλετική σχέση της κόρης τους. Πράγματι, τα προβλήματα του Κρις στο πολυτελές σπίτι θα είναι πολύ μεγαλύτερα, πολύ πιο απειλητικά: ένας ζωντανός εφιάλτης ανάμεσα στο θάνατο και τη ζωή, τον ρατσισμό και... την Αμερική της εποχής του Ντόναλντ Τραμπ.
Η επιλογή του Πιλ, με αποτελεσματικό πρωταγωνιστή τον Βρετανό Ντάνιελ Καλούγια, κι ένα έξυπνο και προκλητικό δευτεραγωνιστικό καστ, είναι πανέξυπνη. Οι κλασικοί κανόνες της ταινίας τρόμου, οι εκπλήξεις, τα απρόσμενα ξεσπάσματα βίας, συνδέονται με την οξυδερκή κωμωδία, τις σεναριακές αποκαλύψεις που καθώς σχολιάζουν πολιτικά, ταυτόχρονα κρατούν το θεατή στην άκρη της θέσης του, με τρομοκρατημένο χαμόγελο. Η μητέρα- Κάθριν Κίνερ συνοδεύει τη φιλοξενία με λίγη ύπνωση, για να... πάνε όλα καλά. Το μαύρο υπηρετικό προσωπικό μοιάζει ανατριχιαστικά μειλίχιο, και τι παράξενο που τα μάτια τους δεν ανοιγοκλείνουν φυσιολογικά. Το «σόι» είναι εκτυφλωτικά λευκό, η συνάθροιση λουσμένη σ' ένα φως που εξαφανίζει τα όρια - του αποδεκτού και της λογικής.
Το «Get Out» λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Είναι η διασκεδαστική ταινία τρόμου που βλέπεται με ποπ κορν - ως τέτοια, ξεκινά με διαβρωτικό χιούμορ και πληθωρικότητα στην τρομάρα, αλλά διατηρεί μια προδιάθεση για το γκροτέσκο, που προοδευτικά την προδίδει. Και είναι η πολιτική ταινία ενός σημερινού ανθρώπου, κατ' εξοχήν Αμερικανού, που κυριολεκτικά φρικάρει με την πραγματικότητα που αντιμετωπίζει. Ενα φιλμ που αντιστέκεται σε «εκείνο που κανείς δεν περίμενε», στο ότι στα μέσα της δεκαετίας, το φυλετικό ζήτημα θα αποτελούσε ακόμα (ή και πάλι), καυτό θέμα, ότι η Αμερική θα είχε έναν οριακά παρανοϊκό, απομονωτιστή Πρόεδρο.
Μ' αυτήν την παράμετρο στο μυαλό, ο Πίλ φτάνει οριακά στα άκρα του αντίστροφου ρατσισμού, αλλά και μιας τάσης προς την παρωδία που οδηγεί σ' ένα απογοητευτικό δεύτερο και τελευταίο μέρος της ταινίας. Το «Get Out!» είναι πρωτότυπο και θεωρητικά εύστοχο. Μια ταινία «είδους», με απόλυτα εμπορικές προοπτικές, στην Αμερική τουλάχιστον, όπου έχει ήδη αποκτήσει fans και σημειώσει απρόσμενη εμπορική επιτυχία - άρα χρήσιμη, μια και, όπως γινόταν τιμημένα στο παρελθόν, ο Πιλ επενδύει στο προσιτό θρίλερ της εκτόνωσης, για να θυμίσει στο θεατή σε τι κόσμο ζει. Μόνο που, αναγνωρίζοντας τις ενδιαφέρουσες και μαχητικές προθέσεις του, την πρόσφορη για αναλύσεις ιδέα του, το «Get Out» ξετυλίγεται με έντονη ροπή προς τη σαχλαμάρα.