Από τα σκίτσα στην τηλεοπτική σειρά «Το ιπτάμενο τσίρκο των Μόντι Πάιθον», από εκεί στις μυθικές πλέον ταινίες τους και στη συνέχεια σε μια εκλεκτική καριέρα που περιλαμβάνει θριαμβευτικά αριστουργήματα όπως το «Μπραζίλ» ή τους «12 Πίθηκους», αλλά και πάντα θεαματικά γοητευτικές αποτυχίες, οφείλεις να αναγνωρίσεις στον Τέρι Γκίλιαμ πως στην πορεία ακολούθησε μια διαδρομή τόσο ξεχωριστή όσο και το σινεμά που κάνει.
Στο «Θεώρημα Μηδέν» μιλά για το τώρα μέσα από την ιστορία ενός αποξενωμένου, συνδεδεμένου με τον υπολογιστή του άνδρα που δοκιμάζει να ανακαλύψει έναν πιο ουσιαστικό λόγο για να ζει εκτός από ένα πολυπόθητο τηλεφώνημα που μοιάζει να μην έρχεται ποτέ.
Εκ πρώτης όψεως μια ταινία επιστημονικής φαντασίας που όπως λέει ο ίδιος ο Γκίλιαμ (μόνο κατά το ήμισυ αστειευόμενος) είναι ένα ντοκιμαντέρ για το σήμερα,το φιλμ του δίνει μια ακόμη ευκαιρία να χτίσει έναν δικό του κόσμο από το μηδέν και να μας προσκαλέσει σε αυτόν, για να ρίξουμε μια ματιά σε πράγματα που πιθανότατα θα αναγνωρίσουμε.
Με αυτή την ευκαιρία, μιλήσαμε μαζί του σε μια απόλυτα σοβαρή, μα και γεμάτη ηχηρά γέλια συνομιλία.
Από τις μέρες των Monty Python και μέχρι σήμερα με το Zero Theorem μοιάζει σαν να ψάχνετε το νόημα της ζωής. Νιώθετε ότι βρίσκεστε λίγο πιο κοντά στο να το ανακαλύψετε;
Οχι, φοβάμαι πως όχι. Μάλλον προσπαθώ να το επανεφεύρω κάθε μέρα. Ποιο είναι το νόημα της ζωής σήμερα; Γιατί αξίζει να είμαι ζωντανός μια ακόμη μέρα;
Είναι κάτι που ρωτάτε τον εαυτό σας κάθε πρωί;
Ναι: Γιατί; Γιατί; Γιατί; Γιατί να σηκωθώ από το κρεβάτι μου; (Γελά)
Κι όταν πάτε ξανά για ύπνο έχετε μια απάντηση; Εστω για εκείνη τη μέρα μόνο;
Οχι. Η μόνη σκέψη που έχω τις περισσότερες φορές είναι «δόξα τω θεώ τελείωσε κι αυτό.. (γελά)
Καταλαβαίνω απόλυτα τι λέτε.
(Γελά) Πιστέψτε με δεν είστε ο μόνος.
Για να γυρίσουμε όμως στο «Θεώρημα Μηδέν», τι θα λέγατε ότι ήταν αυτό που σας τράβηξε στο σενάριο του Πάτ Ράσιν;
Οταν διάβασα για πρώτη φορά του σενάριο του Πατ Ράσιν, ένοιωσα ότι με ενδιέφεραν οι χαρακτήρες και ήταν επίσης προφανές ότι είχε δει όλες τις ταινίες μου. Υπήρχαν στοιχεία από αυτές σε πολλά σημεία του. Ενοιωσα ότι το σενάριο άγγιζε πολλά από τα όσα με απασχολούσαν μέσα στα χρόνια αλλά το έκανε με έναν διαφορετικό τρόπο απ' ότι θα το έκανα αν έγραφα εγώ το σενάριο. Το είδα του σαν μια ευκαιρία να κοιτάξω τον κόσμο στον οποίο ζούμε αυτή την στιγμή, που μοιάζει πολύχρωμος, γεμάτος ζωή, με όλους μας να τρέχουμε γύρω γύρω με ένα τηλέφωνο στα χέρια κι έναν άνθρωπο στο κέντρο του που να θέλει απλά να αποσυνδεθεί. Αυτή η αντίστιξη με ενδιέφερε.
Νιώθετε σαν αυτό τον άνθρωπο μερικές φορές;
Συνέχεια (γελά). Κοίτα μου αρέσει να είμαι κοντά στους ανθρώπους αλλά χρησιμοποιώ τον υπολογιστή μου καθημερινά, κάθομαι μπροστά σ΄αυτόν όλη μέρα σαν τον Κόεν, αλά προτιμώ να συναντώ αληθινούς ανθρώπους με σάρκα κι οστά αντί να τουιτάρω, κάτι που δεν κάνω έτσι κι αλλιώς. Ασφαλώς και η τεχνολογία μπορεί να είναι χρήσιμη αλλά όταν είναι αυτή που παίρνει το πάνω χέρι στην καθημερινότητα των ανθρώπων υπάρχει πρόβλημα. Σήμερα πρέπει όλα να τα φωτογραφίσεις και να τα μοιραστείς αυτόματα, «μόλις έκανα αυτό», «μόλις έφαγα αυτό» κάτι που σε κάνει να σκεφτείς, get a life, ξεκίνα να ζεις την ζωή σου αντί να την καταγραφείς και να την «μοιράζεσαι» με τους άλλους.
Οπότε υποθέτω ότι δεν βλέπετε το φιλμ σαν μια ταινία επιστημονικής φαντασίας.
Κάθε άλλο κατά τη γνώμη μου είναι ντοκιμαντέρ για το τώρα. (Γελά) Μπορεί να άλλαξα μερικές λεπτομέρειες, αλλά ας μην γελιόμαστε, λίγο πολύ αυτό είναι το τώρα, αυτή είναι η ζωή που ζούμε.
Σας αποκαλούν συχνά οραματιστή. Οπότε αν αυτό είναι το τώρα, ποιο είναι το όραμά σας για το μέλλον;
Πιθανότατα έχω μια μάλλον άσχημη εικόνα για το που πηγαίνουμε, τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Για να είμαι ειλικρινής δεν μπορώ καν να φανταστώ τι έρχεται. Νομίζω ότι σε όλες μου ταινίες, ή αν όχι σε όλες τότε στις περισσότερες, αυτό που κάνω είναι να κοιτάζω τον κόσμο στον οποίο ζούμε την δεδομένη στιγμή και να επισημαίνω τα ανησυχητικές πλευρές του, αυτά που θα έπρεπε να προσέξουμε για να μην συμβούν. Σε αυτή την ταινία λοιπόν επικεντρώνομαι σε κάποιον που ψάχνει έναν τρόπο να ξεφύγει, αλλά και που κάνει την δουλειά του δίχως να αναρωτιέται τι ακριβώς είναι η δουλειά του, ποιο είναι το νόημά της πέρα από το ότι είναι κάτι που τον απασχολεί. Ο Κόεν είναι κάποιος που είναι καλός στην δουλειά του και κάποιος που νιώθει καλύτερα να ζει σε έναν εικονικό κόσμο μπροστά στην οθόνη του παρά να έρχεται αντιμέτωπος με ανθρώπους ειδικά με μια όμορφη γυναίκα σαν την Μπέινσλι. Αυτό αποτελεί μια πραγματικότητα. Και ανακαλύπτω ότι δεν είναι κάτι που αντιλαμβάνομαι μόνο εγώ αφού υπάρχουν τόσοι πολλοί νεαροί θεατές που ταυτίζονται με την ταινία. Τόσοι πολλοί άνθρωποι που κάθονται σπίτι τους με την οθόνη του υπολογιστή τους, ειδικά όταν έχει να κάνει με το online dating όπου μπορείς πολύ εύκολα να υποκριθείς ότι είσαι κάποιος πολύ διαφορετικός από αυτό που είσαι στην πραγματικότητα. Αναρωτιέμαι τι συμβαίνει όταν αυτοί οι άνθρωποι συναντιούνται πραγματικά, μακριά από την οθόνη τους κι ανακαλύπτουν την αλήθεια ο ένας για τον άλλο.
Δεν θα λέγατε όμως ότι και το σινεμά είναι με κάποιον τρόπο ένας τέτοιος εικονικός κόσμος.
Απόλυτα. Είναι ένας τελείως ψεύτικος κόσμος. Οχι όμως όταν γυρίζεις τις ταινίες. Κι αυτό είναι που μου αρέσει περισσότερο απ οτιδήποτε άλλο, η περίοδος που γυρίζω μια ταινία. Εχεις να κάνεις με ανθρώπους διαφορετικών ταλέντων, ικανοτήτων χαρακτήρων και μαζί σαν μια ομάδα, προσπαθείτε να φτιάξετε κάτι από κοινού. Και βρίσκω σπουδαίο το ότι μπορώ να φαντάζομαι κάτι μόνος μου στο δωμάτιο μου και μετά να μπορώ από αυτό να φτιάχνω κάτι αληθινό με την συμμετοχή άλλων ανθρώπων. Είναι μια μεγάλη πολυτέλεια, σαν να παίρνω το καλύτερο από τους δυο διαφορετικούς κόσμους.
Ακόμη κι αν το να κάνεις σινεμά σαν το δικό σας είναι μια δύσκολη δουλεία στις μέρες μας.
Ναι είναι δύσκολο. Αν είχα περισσότερα χρήματα τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Αλλά μπορεί να είναι και ένα δημιουργικό πρόβλημα. Οταν δεν έχεις αρκετά χρήματα, φτιάχνεις ότι μπορείς απ΄ότι μπορείς να βρεις. Οταν είσαι παιδί και δεν μπορείς να αγοράσεις ένα ξίφος για να παίξεις τους ιππότες, φτιάχνεις ένα από ένα κομμάτι ξύλο και γίνεται στο μυαλό σου σπαθί. Αυτός είναι ο τρόπος που δουλεύουμε. Παίρνουμε αυτό που μπορούμε να έχουμε και το μετατρέπουμε σε αυτό που χρειαζόμαστε.
Ποιο είναι το μυστικό λοιπόν του να κάνεις μια ταινία με λίγα χρήματα να δείχνει πιο πλούσια;
Με αυτή την ταινία μου αρέσει να ρωτάω τους ανθρώπους «πόσο νομίζετε ότι κόστισε;» και μου απαντούν τριάντα εκατομμύρια. Εχει πλάκα όταν τους απαντώ, οχτώ και μισό.
Πως το καταφέρνετε λοιπόν;
Με το να μην πληρώνω πολλά λεφτά τους ανθρώπους που δουλεύουν (γελά). Με το να πηγαίνω στο Βουκουρέστι το οποίο αν και παρέχει εξαιρετικές υπηρεσίες είναι αρκετά φτηνά, το να πείθω φίλους ηθοποιούς να δουλεύουν για μια μέρα με ελάχιστα χρήματα, πράγματα σαν αυτά. Στην πραγματικότητα εκμεταλλεύομαι πολλούς ανθρώπους και γι αυτό νιώθω ότι οι ταινίες μου γίνονται από μια ομάδα αφοσιωμένων συνεργατών.
Είναι απογοητευτικό ότι ακόμη και μετά από τόσα χρόνια είναι δύσκολο να βρείτε τα χρήματα που θα χρειαζόσασταν;
Είναι η φύση των ταινιών σήμερα τέτοια. Οι περισσότερες κοστίζουν δεκάδες εκατομμύρια για να γίνουν. Και ναι, φυσικά είναι πρόβλημα. Εξακολουθώ να ελπίζω ότι ο κόσμος θα γίνει ξανά σαν την Ιταλία της Αναγέννησης κι εξακολουθώ να ψάχνω τους δικούς μου Μεδίκους, κάποιον που θα μπορούσε να γίνει ο μαικήνας μου, αλλά ο κόσμος δεν λειτουργεί έτσι πια. Η κατάσταση είναι σχεδόν παρανοϊκή στον κόσμο του σινεμά σήμερα. Από τη μια έχεις το Χόλιγουντ που κάνει ταινίες για 150 ή 200 εκατομμύρια δολάρια και οι υπόλοιποι μένουμε με πενταροδεκάρες για να δουλέψουμε.
Νιώθετε ότι θα μπορούσατε με κάποιο τρόπο να ξελογιαστείτε από τον κόσμο του Χόλιγουντ, να κάνετε μια ταινία με τους δικούς του όρους;
Πάντα θα εξαρτώταν από τα συστατικά, αλλά νιώθω ότι καθώς περνούν τα χρόνια ενδιαφέρομαι όλο και λιγότερο για τα αληθινά «μεγάλα» πράγματα. Ηταν πιο εύκολο όταν ήμουν νεότερος. Για μένα το κλειδί είναι, να έχω τον έλεγχο της ταινίας, να έχω το final cut και τα περισσότερα στούντιο δεν θα το έδιναν ποτέ. Οπότε δεν το βλέπω να συμβαίνει σύντομα.
Τι είδους ταινίες θα λέγατε ότι σας αρέσουν αυτό τον καιρό;
Τι μου αρέσει; Τι μου άρεσε τον περασμένο χρόνο; Είδες το «Εφτά Ψυχοπαθείς»; Μου άρεσε πολύ. Αλλά αυτό που μου άρεσε περισσότερο απ οτιδήποτε άλλο ήταν το «Breaking Bad». Είδα όλες τις σεζόν επιτέλους και σκεφτόμουν αυτή η σειρά είναι κάτι το εξαιρετικό.
Θα μπορούσε η τηλεόραση να είναι ίσως ένας τρόπος να αφηγηθείτε κι εσείς τις ιστορίες σας με τον τρόπο που θέλετε;
Στην πραγματικότητα είναι κάτι που συζητάω αυτό τον καιρό, αλλά οφείλω να σας ομολογήσω ότι έχω δισταγμούς. Το να κάνω τηλεόραση θα είναι σαν να πηγαίνω ένα βήμα πίσω στην καριέρα μου, εκεί όπου ξεκίνησα, οπότε υπάρχει ένα κομμάτι του εαυτού μου που αντιστέκεται, θα ήταν σαν να παραδέχομαι την ήττα μου. Από την άλλη μερικά από τα πιο καλογραμμένα πράγματα τα βρίσκεις πλέον στην καλωδιακή τηλεόραση της Αμερικής, εκεί γίνεται η καλύτερη δουλειά αυτή την στιγμή. Είναι μια απόφαση που ακόμη εκκρεμεί στο μυαλό μου.
Μιλήσατε για το «Εφτά Ψυχοπαθείς» και το «Breaking Bad». Και τα δυο μοιράζονται ένα μάλλον μαύρο χιούμορ. Οπως άλλωστε και το «Θεώρημα Μηδέν».
Είναι ενδιαφέρον ότι στην Αγγλία πολλοί κριτικοί μεταχειρίστηκαν το φιλμ σαν να ήταν κωμωδία, αλλά δεν είναι κωμωδία. Ναι έχει χιούμορ σε όλη την διάρκειά του, αλλά είναι ένα χιούμορ που έρχεται από τις παράλογες καταστάσεις του φιλμ, αλλά από πολλές απόψεις το φιλμ για μένα είναι μια τραγωδία. Είναι μια θλιμμένη ταινία, για έναν ήρωα που δεν μπορεί να συνδεθεί με τον κόσμο. Εχει αποξενωθεί ολοκληρωτικά. Στην αρχή από επιλογή και στη συνέχεια από τα όσα έχει ζήσει υποθέτω. Είναι τελικά πιο εύκολο να ζεις στον ψηφιακό κόσμο; Αυτό είναι το ερώτημα. Κι είναι ένα ερώτημα που δυστυχώς αγγίζει πολλούς ανθρώπους εκεί έξω.
Ομως ίσως ακόμη και στην αληθινή ζωή είναι συχνά δύσκολο να ξεχωρίσεις το τραγικό από το σκοτεινά αστείο.
Φυσικά. Συμφωνώ απόλυτα (γελά), γιατί η αληθινή ζωή είναι πολύ αστεία στην πραγματικότητα. Κι αν δεν γελάς θα πεθάνεις γρήγορα.
Νιώθετε ότι η πραγματικότητα που βιώνουμε οφείλεται για την βύθιση ενός όλο και μεγαλύτερου κομματιού των ανθρώπων στον ψηφιακό κόσμο;
Νομίζω πως ναι. Φυσικά κάθε χώρα είναι διαφορετική, αλλά νομίζω ότι στις προηγμένες χώρες εκεί που οι κάτοικοι είναι πιο «συνδεδεμένοι», μοιάζει πιο δύσκολο να αντιδράσουν στο οτιδήποτε. Πιθανότατα σε χώρες σαν την Ελλάδα ή την Ισπανία θα ήταν πιο εύκολο να υπάρξουν αντιδράσεις στα όσα βιώνουν οι κάτοικοι εκεί, να βγουν στους δρόμους και να δημιουργήσουν «προβλήματα» αν δεν ήταν κολλημένοι στις οθόνες τους. Το βλέπω στον εαυτό μου: Η οθόνη του υπολογιστή μου, μπροστά από την οποία περνάω το μεγαλύτερο κομμάτι της μέρας μου -κι αυτό είναι τραγικό- είναι τόσο ελκυστική. Μπορείς στ΄αλήθεια να περάσω μέρες μπροστά της δίχως να μιλήσω σε κανέναν, κάτι σχεδόν τρομακτικό. Κι από την άλλη έχεις ανθρώπους που τουιτάρουν ή ανανεώνουν το status τους όλη την ώρα. Κάτι που βρίσκω απλά γελοίο. Δεν σκέφτονται καν, απλά είναι σαν να λένε «είμαι εδώ», «είμαι εδώ», «είμαι εδώ», «είμαι εδώ κι έχω ενδιαφέρον». «Εγώ, εγώ, εγώ». Δεν είμαι σίγουρος που πηγαίνει το πράγμα. Το γεγονός ότι έχουμε ένα εργαλείο σαν το internet που μας προσφέρει στιγμιαία επικοινωνία, στιγμιαία πρόσβαση στην πληροφορία είναι απίθανο, το πως το χρησιμοποιούμε είναι το θέμα. Θα κυριαρχήσει πάνω μας τόσο όσο να γίνουμε εύπλαστοι και εύκολοι να πεισθούμε; Κάποτε ήμασταν εύκολοι στο να πειστούμε από τους πολιτικούς, σήμερα μας πείθουν πιο εύκολα οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες.
Μια ταινία για το που πηγαίνουμε, που αγγίζει λίγο πολύ κοινά σημεία με το «Θεώρημα Μηδέν» είναι το φιλμ του Σπάικ Τζόουνς «Δικός της». Το είδατε μήπως;
Ναι το είδα και ως ένα σημείο -γιατί φυσικά είναι δυο διαφορετικές ταινίες- συμφωνώ. Βρισκόμαστε στον ίδιο κόσμο, στην ίδια περιοχή. Κι εκείνη η ταινία εξερευνά τα ίδια πράγματα, το πως οι σχέσεις σε έναν ψηφιακό κόσμο είναι μάλλον πιο εύκολες απ΄ότι στον αληθινό.
Πολλοί μιλούν για το «Θεώρημα Μηδέν» σαν το τελευταίο κεφάλαιο μιας τριλογίας σας. Είναι κάτι με το οποίο συμφωνείτε;
Οχι, δεν το είδα ποτέ έτσι. Κάποιος το σκέφτηκε πρώτος και μετά στην εποχή της cut/paste δημοσιογραφίας που βιώνουμε συνεχίστηκε να αναπαράγεται. Για να είμαι ειλικρινής δεν σκέφτηκα καν τους «12 Πίθηκους», αλλά ήξερα ότι το θέμα του φιλμ θα μπορούσε να φέρει συγκρίσεις με το «Μπραζίλ» και γι αυτό συνειδητά, έψαχνα τρόπους να το κάνω διαφορετικό, να δείχνει διαφορετικό, να το νιώθεις διαφορετικό. Και πάλι βεβαίως είναι μια ιστορία για έναν μοναχικό χαρακτήρα, αλλά ο δικός του κόσμος είναι πιο εφηβικός σαν μια φαντασία κι ο ήρωας μας προσπαθεί να ξεφύγει από αυτό που έχει γίνει σχεδόν λούνα παρκ, όπου όλοι στον δρόμο μοιάζουν να γελάνε και να παίζουν. Οπότε με κάποιο τρόπο είναι ένας κόσμος στον αντίποδα αυτού στο «Μπραζίλ». Επίσης εκείνη η ταινία ήταν για ένα πολιτικό σύστημα, για το πώς κάθε πολιτικό σύστημα χρειάζεται τρομοκράτες και εν ανάγκη θα τους δημιουργήσει, ενώ αυτό το φιλμ έχει να κάνει με τις εταιρίες, με την πληροφορία με το τι κάνουμε οι ίδιοι στην ζωή μας. Που πηγαίνουμε στο μέλλον.
Μιλώντας για το μέλλον, τι υπάρχει για εσάς στο άμεσο μέλλον μετά από αυτή την ταινία;
Το πιο άμεσο είναι ότι σε λίγες μέρες ξεκινάω πρόβες για μια όπερα, την δεύτερη όπερα που θα σκηνοθετήσω, το «Benvenuto Cellini» του Μπερλιόζ, μια μεγάλη παραγωγή για την English National Opera (δείτε τον εδώ να μιλά για το «Benvenuto Cellini») και ελπίζω ότι θα ξεκινήσουμε να γυρίζουμε επιτέλους τον «Δον Κιχώτη» τον Οκτώβριο. Επιτέλους.
Μοιάζει απίστευτο ότι τελικά αυτή η ταινία θα γίνει. Αυτή είναι η ποια; Η έκτη φορά που προσπαθείτε να το κάνετε;;
Νομίζω στην πραγματικότητα ότι είναι η εντέκατη. (γελά)
Τι είναι αυτό που σας κάνει να επιμένετε τόσο σε αυτό το σχέδιο;
Νομίζω ότι πια μου έχει γίνει εμμονή και είναι άσχημο να έχεις εμμονές. Θα έλεγα ότι δεν είναι καν εμμονή, είμαι κάτι σαν καρκινικός όγκος που έχει πια μεγαλώσει τόσο που αν δεν τον αφαιρέσω δεν θα μπορέσω καν να ζήσω. (γελά)
Ελπίζω αυτή τη φορά η επέμβαση να είναι επιτυχής.
(Γελά δυνατά) Σας ευχαριστώ πολύ, το εύχομαι κι εγώ.
Διαβάστε ακόμη: