Μπορεί στην Βρετανία να είναι περισσότερο γνωστός σαν ηθοποιός σε τηλεοπτικές σειρές όπως το «ΙΤ Crowd», όμως στον υπόλοιπο πλανήτη και στο κοινό των κινηματογραφικών φεστιβάλ ο Ρίτσαρντ Αγιοάντι είναι ο σκηνοθέτης του τρυφερού και ρομαντικού «Submarine» που λίγα χρόνια πριν, στραπατσάρισε ελαφρώς τις ρομαντικές καρδιές των hipster παγκοσμίως.
Η καινούρια του ταινία «Ο Σωσίας» είναι λίγο πιο παράξενη, πιο σκοτεινή και ιδιαίτερη σκοτεινά χιουμοριστική αλλά εσωστρεφής και κρυπτική. Ο σκηνοθέτης της προσπάθησε να την αποκρυπτογραφήσει για μας.
Πως προέκυψε η ιδέα της μεταφοράς του «Σωσία» του Ντοστογιέφσκι στην οθόνη;
Ηταν ιδέα του Αβι Κορίν να μεταφέρουμε τη νουβέλα κι εγώ κατέληξα να γράφω το σενάριο μαζί του, μη έχοντας ακόμη διαβάσει το βιβλίο. Μου άρεσε η ιδέα ενός ανθρώπους τόσο μοναχικού και αόρατου που ένα ακριβές αντίγραφό του θα μπορούσε να εμφανιστεί και κανείς να μην το προσέξει. Κι αυτό που το έκανε ακόμη πιο παράξενο ήταν πως όταν το εξηγούσε στους γύρω του, κανείς δεν έδειχνε να νοιάζεται. Ηταν μια ιδέα που έμοιαζε μοναδική, κάτι που δεν έχω ξαναδεί. Πίστευα πως ήταν μια ιδέα αστεία και θλιμμένη μαζί, κάτι που μιλούσε για τους λόγους που οι άνθρωποι καταλήγουν μόνοι, για το πόσο ανησυχούμε σχετικά με το πως μας βλέπουν οι άλλοι, κάτι που είναι κατανοητό σε όλους μας, παγκόσμιο κι ενδιαφέρον. Ολοι μπορούν να νιώσουν αυτό το συναίσθημα. Νομίζω πως ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε σχέσης μας που χτίζουμε με τους άλλους είναι η διερώτηση: πως νιώθω εγώ γι αυτόν και πως νοιώθει εκείνος για μένα. Και γιατί κάποιος θα ενδιαφερόταν για μένα κι όχι για κάποιον άλλο. Γαιτί ένα πρόσωπο μοιάζει τόσο καθολικά ενδιαφέρον κι άλλο παραμένει αδιάφορο. Νομίζω πως όλοι έχουμε αυτές τις αγωνίες κι αυτό είναι που κάνει το βιβλίο ακόμη τόσο σύγχρονο. Είναι σκέψεις σαν αυτές που κάνουν τον Ντοστογιέφσκι τόσο σημαντικό και τους ανθρώπους να ενδιαφέρονται ακόμη να διαβάζουν τα γραπτά του. Το γεγονός ότι μπορεί να μιλήσει γι αυτά τα θέματα με μια ειλικρίνεια που λίγοι μπορούν να έχουν.
Το γεγονός ότι είστε και ηθοποιός και συχνά καλείστε να παίξετε έναν ρόλο δίνει ίσως σε μια τέτοια σκέψη για τον αληθινό εαυτό μας ένα μεγαλύτερο βάθος;
Το να βλέπεις μια ταινία ή να διαβάζεις ένα βιβλίο, όπως και το να κάνεις μια ταινία, δεν είναι απαραίτητο να έχει κάτι που να σε επηρεάζει βαθιά ή να είναι αυτοβιογραφικό. Δεν είναι ότι βλέποντας μια ταινία σαν το «Badlands» θα ξεκινήσεις να σκοτώνεις, ούτε σε κάθε ταινία που ένας σκηνοθέτης κάνει, θα βρεις απαραίτητα κάτι για την ζωή του. Ομως σαν θεατής, αναγνωρίζεις κάτι στους χαρακτήρες, στα συναισθήματά τους. Το ίδιο συμβαίνει και με έναν δημιουργό. Κάθε φορά που οι ανθρώπινοι χαρακτήρες παρουσιάζονται με ειλικρίνεια και καθαρότητα είναι λογικό να βρίσκεις κάτι από τον εαυτό σου σε αυτούς.
Και οι δυο ταινίες σας είναι βασισμένες σε βιβλία. Είναι σύμπτωση;
Ναι αγαπώ το διάβασμα, αν και πρόσφατα ξεκίνησα να διαβάζω κανονικά, για καιρό δεν είχα τον χρόνο. Το να εχεις μια νέα οικογένεια δεν σε αφήνει να διαβάζεις όσο θα ήθελες. Αλλά δεν διαβάζω βιβλία με την προοπτική να ανακαλύψω την ιδέα για μια καινούρια ταινία. Τουλάχιστον ελπίζω ότι δεν το κάνω. Ετσι κι αλλιώς είναι τόσο δύσκολο να κάνεις ταινίες που δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος ότι θα υπάρξει μια επόμενη.
Τι είναι αυτό λοιπόν που σας ελκύει στην περιπέτεια της σκηνοθεσίας;
Το να σκηνοθετώ μου ταιριάζει περισσότερο. Εχει μια σειρά από πράγματα που με ενδιαφέρουν. Η συγγραφή ενός σεναρίου, η δουλειά με τους τεχνικούς και τους ανθρώπους του συνεργείου, με τους ηθοποιούς φυσικά και κυρίως, πάνω απ΄όλα το κομμάτι της μουσικής και του ήχου. Ολα αυτά τα πράγματα που σε φέρνουν σε επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους κι επαγγέλματα, μια διαδικασία που δεν αφήνει ποτέ να βαρεθείς. Οσο για το να παίζω απλώς έναν ρόλο σαν ηθοποιός, βρίσκω ότι είναι μια μοναχική δουλειά, νιώθεις λίγο σαν αθλητής που πρέπει να δώσει τον καλύτερο εαυτό του και οφείλει να είναι απομονωμένος στον κόσμο και στην προσπαθειά του.
Μιλώντας για τον ήχο, η δουλειά στον «Σωσία» είναι εξαιρετική. Και η επιλογή των τραγουδιών αληθινά ενδιαφέρουσα.
Το να κάνουμε το sound design της ταινίας μας πήρε πέντε μήνες. Πολύ περισσότερο από τα γυρίσματα. Ηταν μια πολύ ακριβής και ενδιαφέρουσα διαδικασία, γιατί αυτός ο κόσμος δεν είναι ρεαλιστικός οπότε έπρεπε να φτιάξουμε τους ήχους του από την αρχή. Οσο για τα τραγούδια της ταινίας αυτό που μου άρεσε περισσότερο στην γιαπωνέζικη μουσική του φιλμ, εκτός του ότι την αγαπώ και την ακούω, ήταν το ότι όλα έχουν το ύφος μια ρομαντικής απώλειας στον ήχο τους. Επίσης τα τραγούδια που διαλέξαμε αντιγράφουν τον ήχο του British Invasion, το οποίο ήταν από μόνο του ένα αντίγραφο του αμερικάνικου rock n roll, τα οποία αντέγραφαν τον ήχο των μαύρων μπλουζ γκρουπ, οπότε αυτά τα τραγούδια μοιάζουν με το αντίγραφο ενός αντίγραφου κάτι που ταίριαζε πολύ με την ταινία.
Και το ύφος της; Πως χτίσατε αυτόν τον παράξενο κόσμο;
Κατά ένα μεγάλο μέρος, το ύφος του φιλμ προέρχεται από την ιστορία κι από το τι έμοιαζε να της ταιριάζει. Καθώς σχεδόν όλη η ταινία διαδραματίζεται την νύχτα, έπρεπε να έχουμε φωτισμούς κι επειδή θέλαμε να την φωτίσουμε με απευθείας φωτισμό, κάτι που ίσως τη τελευταία φορά που χρησιμοποιήθηκε ήταν στο ασπρόμαυρο φιλμ νουάρ. Στις έγχρωμες ταινίες το φως διαχέεται, κανείς δεν χρησιμοποιεί απ΄ευθείας φωτισμό πια. Ετσι αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε tungsten φώτα που έδωσε στο φιλμ ένα συγκεκριμένο ύφος. Επίσης το look που είχαμε στο μυαλό μας ήταν οι πίνακες του Μαγκρίτ ή του Εντουαρτ Χόπερ, αυτή η αίσθηση μοναξιάς, ή η «Κραυγή» του Εντβαρτ Μουνκ, αυτά ήταν πράγματα που είχαν άμεση επίδραση στην εικόνα του «Σωσία».
Πως καταλήξατε στον Τζέσε Αϊζενμπεργκ για τον πρωταγωνιστικό ρόλο;
Ο άνθρωπος που θα έπαιζε αυτό τον ρόλο παλιότερα, θα ήταν ο Ντάστιν Χόφμαν ή ο Τζακ Λέμον, ηθοποιοί που μπορούν να παίξουν μια τεράστια γκάμα χαρακτήρων, αλλά που στην εμφάνισή τους, λίγο πολύ μοιάζουν. Κι επειδή η ιδέα του φιλμ απαιτούσε από τον ηθοποιό του να έχει μερικές λεπτές διαφορές στις δυο διαφορετικές προσωπικότητές του, αναζητούσαμε κάποιον που να μπορεί να το κάνει εσωτερικά, δίχως την ανάγκη μιας εξωτερική αλλαγής. Ο Τζέσε κατορθώνει να παίξει δυο διαφορετικούς ρόλους δίχως να χρειαστεί να αλλάξει τίποτα στην εμφάνισή του.
Μετά το φιλμ με την πρώτη ευκαιρία που βρέθηκα μπροστά σε έναν καθρέφτη δεν μπορούσα παρά να ρίξω μια λίγο πιο προσεκτική ματιά στον εαυτό μου...
Σας ευχαριστώ, το παίρνω ως κομπλιμέντο.
Πιστεύετε πως υπάρχει σε όλους μας μια άλλη διαφορετική πλευρά; Ενας άλλος εαυτός μας κρυμμένος κάπου;
Πιστεύω ότι υπάρχει μια σκιά σε όλους μας, ένας εαυτός που ίσως συχνά δεν θέλουμε να αποδεχτούμε. Ολοι μας νομίζω ότι είμαστε παραπάνω από μια εκδοχή του εαυτού μας περισσότερο από ένα πράγμα. Ετσι είναι η ανθρώπινη φύση. Ο Ντοστογιέφσκι είχε πει ότι οι άνθρωποι έχουν ένα πρόσωπο που δείχνουν στον κόσμο, ένα πρόσωπο που δείχνουν στους φίλους τους, ένα πρόσωπο που δείχνουν μόνο στο εαυτό τους κι ένα άλλο που δεν μπορούν να δείξουν ούτε στον εαυτό τους. Πιστεύω ότι υπάρχει μια αλήθεια σε αυτό.
Και μια τελευταία ερώτηση. Γιατί το όνομα «Παπαδόπουλος» για το αφεντικό του ήρωα;
Ηταν ένα όνομα που μου ήρθε στο μυαλό. Δεν ξέρω γιατί, στ΄αλήθεια μου ακούγεται σαν ένα ευχάριστο όνομα να προσφέρεις. Ηταν κάτι που δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί και πως το σκέφτηκα, αλλά έμοιαζε να ταιριάζει απόλυτα.
Με τους πρωταγωνιστές της ταινίας, Τζέσε Αϊζενμπεργκ και Μία Γουασισκόφσκα
Διαβάστε ακόμη: