Συνέντευξη

Η Πάολα Ρεβενιώτη δεν θέλει να ξεχάσουμε ποτέ τις πικροδάφνες που χώριζαν στα δύο τη Συγγρού

of 10

Λίγο πριν την πρεμιέρα του νέου της ντοκιμαντέρ «Οι Πικροδάφνες» στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, η Πάολα Ρεβενιώτη πάει το Flix μια αποκαλυπτική βόλτα στις πιάτσες του έρωτα, της καύλας και της πολιτικής της επιθυμίας.

Η Πάολα Ρεβενιώτη δεν θέλει να ξεχάσουμε ποτέ τις πικροδάφνες που χώριζαν στα δύο τη Συγγρού

Τα ντοκιμαντέρ της Πάολας Ρεβενιώτη είναι σαν την ίδια.

Αληθινά, σκληρά, διασκεδαστικά, σαν μικρές αφηγήσεις που μέσα από το μοναδικό βλέμμα της ελευθερώνονται στο χωροχρόνο και ξαφνικά αποκτούν δική τους νέα ζωή. Ελαφρια σαν τον καπνό ενός τσιγάρου που τον παίρνει ο αέρας και βαρυ-σήμαντα όσο η πολύτιμη διάσωση της προφορικής μνήμης. Μια ιστορική καταγραφή που είναι ταυτόχρονα υποχρέωση, δικαίωμα και ακτιβιστική πράξη μαζί. Τεκμηριώσεις μυθικές και όμως κολλημένες πεισματικά στην πραγματικότητα. Κομμάτια ενός μαγικού σύμπαντος, φτιαγμένου από τα υλικά της εμπειρίας, της οργής, της διεκδίκησης, του αβίαστου γέλιου, της σοφίας. Της πίστης στη ζωή, το μέλλον και κυρίως, κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, στον άνθρωπο.

Ντοκιμαντέρ - αποστάγματα μιας σοφίας που ξεκινούν από το «θρύλο της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας», αλλά καταλήγουν στην Πάολα Ρεβενιώτη, την εκδότρια του «Κράξιμο», τη σκηνοθέτη (τα «Καλιαρντά», μόνο ένα ανάμεσα σε πολλά), την ακτιβίστρια, την πολυσχιδή καλλιτέχνη με τον πολιτικό, ανθρώπινο λόγο.

Οι «Πικροδάφνες» είναι κάτι ακόμη περισσότερο. Είναι τα τακούνια τριών μύθων της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, της Πάολας Ρεβενιώτη, της συγγραφέα, ηθοποιού, ακτιβίστριας Μπέττυς Βακαλίδου (της «Μπέττυς», της «Στρέλλας», των θεατρικών παραστάσεων και τόσων άλλων) και της χορεύτριας, ηθοποιού, ακτιβίστριας Εύας Κουμαριανού (μύθος στις «Κούκλες», ενεργό μέλος του Σωμαείου Υποσήριξης Διεμφυλικών, ανάμεσα σε άλλα), ακριβώς τη στιγμή που αυτά σπάνε κράσπεδα, λεωφόρους, πεζοδρόμια, αστικούς μύθους και δεκαετίες προκαταλήψεων για να ζωντανέψουν τη ζωή στις πιάτσες του πληρωμένου έρωτα πίσω στην εποχή που η Λεωφόρος Συγγρού δεν είχε νησίδες αλλά χωριζόταν από πικροδάφνες. Μια απολαυστική, βαθιά συγκινητική, ρομαντική, βόλτα σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια, αλλά που πρέπει με κάθε τρόπο να μείνει ζωντανός.

Στο Flix η Πάολα Ρεβενιώτη μιλάει για όλη τη διαδρομή από τότε μέχρι τώρα, για όσα άλλαξαν, όσα προχώρησαν μπροστά και έμειναν πίσω, τη μεγάλη περιπέτεια που την έμαθε να επιβιώνει και να ζει. Χωρίς νοσταλγία, αλλά με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.


Οι «Πικροδάφνες» της Πάολα Ρεβενιώτη κάνουν πρεμιέρα στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και προβάλλονται στις 3 Ιουλίου στις 21.00 στο θερινό σινεμά Σταύρος Τορνές στη Θεσσαλονίκη και την ίδια μέρα θα είναι διαθέσιμες online για ένα 24ωρο στην πλατφόρμα του Φεστιβάλ.


πικροδάφνες

Τι είναι οι «Πικροδάφνες»;

Οι Πικροδάφνες είναι ένα λουλούδι που το βάζουνε συνήθως στους δρόμους και στις λεωφόρους.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα της ταινίας;

Ξεκίνησε ένα βράδυ που έκανα βόλτα με το αυτοκίνητο από Αθηνάς, από Συγγρού, από όλα τα μέρη της Αθήνας που είχα ζήσει αυτά τα χρόνια. Είδα σε εκείνη τη βόλτα ότι δεν είχανε αυτά τα σημεία της πόλης πια καμία σχέση με τότε. Σκέφτηκα… να υπήρχε μια μηχανή του χρόνου να γυρίσω στο παρελθόν να ξαναβρεθώ εκεί μέσα στη ζωντάνια από αυτές τις πιάτσες.

Σκέφτηκα να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ γιατί ήθελα και για τη γενιά μου, αλλά και για τη ζωή την ίδια, και για τις άλλες που περάσαμε αυτή τη ζωή να κρατηθούν αυτές οι μαρτυρίες.

Ηταν πάντα τόσο ευφυώς απλό το κόνσεπτ: τρεις τρανς που μιλούν για τις πιάτσες και τη ζωή των τρανς πίσω στις δεκαετίες, καθώς περιπλανιούνται στα μέρη που τώρα πια μοιάζουν με ένα ξένο τόπο;

Κάθε ντοκιμαντέρ είναι διαφορετικό. Στις «Πικροδάφνες» είχε νόημα να γίνει έτσι. Πηγαίνουμε ξανά, τρεις από εμάς, στα μέρη από όπου ξεκινήσαμε αυτή τη ζωή. Τρεις διαφορετικές προσωπικότητες με διαφορετικές επιλογές, άλλο χαρακτήρα η καθεμιά μας, που μας ένωνε ένα σημείο. Η ζωή στη νύχτα. Η κάθε μια από εμάς έχει σήμερα πια τη δική της πορεία σε αυτό το χώρο. Ξανασυναντιόμαστε στις «Πικροδάφνες» και επιστρέφουμε σε όλα αυτά τα μέρη και μιλάμε για τις ζωές μας και πώς περάσαμε εκεί, στα μέρη αυτά που τόσο έχουν αλλάξει.

Πώς καταλήξατε στην τριάδα των πρωταγωνιστριών; Τι συμβολίζει η κάθε μία από εσάς για τον κόσμο των τρανς;

Οπως φαίνεται και από το ντοκιμαντέρ η κυρία Βακαλίδου έχει τη δική της πορεία και το δικό της ρόλο σε αυτό τον κόσμο. Και έχει προσφέρει σημαντικό έργο με τα βιβλία της και με την καλλιτεχνική της πορεία. Το ίδιο και η Εύα Κουμαριανού, έχει κάνει τη δικιά της σημαντική πορεία με την τέχνη της και το ταλέντο της πάνω στη σκηνή.

Το κυριότερο ήτανε ότι και η Μπέττυ και η Εύα είναι δυο άνθρωποι που ζήσανε από μικρά παιδιά στους δρόμους τη διαφορετικότητά τους. Και είχανε έτσι να πούνε πολλά για τη ζωή στους σκληρούς δρόμους της Αθήνας που περάσαμε από μικρά παιδιά. Και πιστεύω ότι και το βίωμα το δικό τους μέσα από τις ιδιαίτερες διαδρομές τους αν το παρακολουθήσετε και ακούσετε τις αφηγήσεις τους μαθαίνετε πολλά όχι για τον κόσμο των τρανς μόνο, αλλά ευρύτερα για το πώς λειτουργεί μια ολόκληρη κοινωνία.

Είναι σαν αυτές οι διαδρομές σας να ζωντανεύουν με τον πιο αναπάντεχο τρόπο ξαφνικά έναν κόσμο που μοιάζει να έχει τελειώσει για πάντα. Ηταν αυτή η πρόθεση σας όταν σκεφτήκατε να κάνετε αυτήν την ταινία;

Ναι. Νομίζω είναι σημαντικό να ξέρουμε το παρελθόν μας. Για να το ξέρουμε πρέπει να ακούμε και να καταγράφουμε τι υπήρξε πριν από εμάς. Αυτό που θα δείτε στο ντοκιμαντέρ είναι κομμάτι της ιστορίας μας. Οχι κομμάτι της ιστορίας των τριών τρανς μόνο, που ακούμε τις μνήμες τους στη συζήτηση στο ντοκιμαντέρ. Είναι κομμάτι της ιστορίας αυτής της πόλης και μιας μεσογειακής κοινωνίας όπως είναι η ελληνική.

Αφήσατε ελεύθερη τη μνήμη των τριών σας ή την καθοδηγήσατε σε θεματικές που θέλατε οπωσδήποτε να καλυφθούν μέσα από την ταινία; Ποια νοητή σεναριακή γραμμή διατρέχει την ταινία;

Ούτε καν είχα σχεδιάσει συγκεκριμένα θέματα για να θίξουμε και τέτοια. Πήγαμε μια βόλτα στις πιάτσες, αυτό ήτανε το σχέδιο. Δεν υπήρχε σεναριακή γραμμή που λέτε. Βόλτα στις πιάτσες και σε κάθε δρόμο με τσιγαράκι… βόλτα για να μιλήσουμε σαν τρεις άνθρωποι που μεγαλώσανε και ζήσανε αυτούς τους σκληρούς δρόμους της Αθήνας και καταφέραμε να επιβιώσουμε με ηρωισμό! Απέναντι σε μια κοινωνία που σε ήθελε να είσαι σκουπίδι καταφέραμε να είμαστε δημιουργικές και να υπάρχουμε με αξιοπρέπεια και ομορφιά. Δεν τους κάναμε τη χάρη για αυτό που μας προόριζαν και ήθελαν να είμαστε.

πικροδάφνες

Τις τρανς εγώ τις γνωρίζω… είναι ο κόσμος μου. Από 16 χρονών. Απλά ήθελα να καταγραφεί αυτή η συζήτηση γιατί πρέπει να μάθει και ο κόσμος ότι δεν ήμασταν σε σπηλιές. Ημασταν έξω, στους δρόμους και διεκδικούσαμε τον έρωτα, την ύπαρξή μας, ήμασταν ορατές, επιθυμητές και ζήσαμε, καμια φορά χωρίς να το συνειδητοποιούμε, την πολιτική της επιθυμίας.»

Η Αθήνα στην ταινία μοιάζει άχρωμη, στατική, καθόλου ερωτική σε σχέση με τον πολύχρωμο, glamorous, γεμάτο πόθο κόσμο που ζωντανεύουν οι αφηγήσεις σας. Τι βλέπετε πλέον όταν διασχίζετε πια την πόλη; Συνεχίζει η Αθήνα να είναι αυτό το χωνί μιας στα μυστικά ομολογημένης καψούρας, όπως κάποτε;

Δεν νομίζω να είναι η σημερινή Αθήνα το ίδιο. Κάθε εποχή και κάθε πόλη αλλάζει στο χρόνο. Και αυτό είναι καλό. Η Αθήνα σήμερα είναι πιο ανοιχτή, πιο πολυπολιτισμική. Ισως χάθηκε αυτός ο ερωτισμός και η καύλα που τη διεκδικούσες στο δρόμο. Και που ο δρόμος αναγκαστικά έφερνε ανθρώπους όπως εμάς σε επαφή με το σύνολο του κόσμου, διότι όλοι συνδιαλέγονταν μαζί σου τα βράδια και γινόταν μια πιο ανθρώπινη προσέγγιση πάνω στο θέμα της διαφορετικότητας. Και μέσα από αυτή την σχέση και την επαφή βλέπανε ότι δεν είναι μόνο ένα ξανθό μαλλί και ένα βυζί και ένας ωραίος κώλος αυτό που έχουν απέναντί τους. Βλέπανε ότι είναι ένας άνθρωπος. Και η κοινωνία οφείλει κάτι σε μας, το οποίο ντρέπεται να το πει, ότι δεκάδες χιλιάδες αγοράκια έχουνε μάθει τη διαφορετικότητα μέσα από τις τρανς. Γιατί αναπτύσσαμε φιλίες, σχέσεις ανθρώπινες και έτσι μαθαίνανε πολλά πράγματα.

Μπορούμε πλέον σήμερα να μιλήσουμε απενοχοποιημένα για όλα όσα συνέβαιναν και συμβαίνουν τις μικρές ώρες της νύχτας στη Λεωφόρο Συγγρού, στο Ζάππειο, μέσα κι έξω από τα φυλάκια των ευζώνων;

Από τη μια ναι, μπορούμε να μιλήσουμε πια. Η κοινωνία έχει αλλάξει. Από την άλλη έχει αλλάξει και κάπως σεμνότυφα. Μερικά θέματα σήμερα είναι πιο δύσκολο να συζητηθούν. Νομίζω η εποχή γίνεται με ένα τρόπο και πιο συντηρητική παρόλο που υπάρχει πρόοδος. Περνάμε μιας μορφής αντίφαση αυτή την περίοδο.

Ηταν και είναι η υποκρισία των Ελλήνων το κύριο χαρακτηριστικό που οδήγησε τη χώρα σε πολλά από τα δεινά που την κατατρέχουν ακόμη και σήμερα;

Η υποκρισία των Ελλήνων σε όλα τα επίπεδα σίγουρα παίζει ένα ρόλο σε όλα τα δεινά που μας κατατρέχουν. Η υποκρισία τους επηρεάζει άλλωστε και το πώς πάνε να ψηφίσουν! Αλλά πρέπει να πω κάτι… εγώ δεν το έχω σπουδάσει το θέμα για να σας αναλύσω πως καταλήγει μια χώρα σε δεινή κατάσταση. Είναι πολύπλοκο το θέμα θέλω να πω.

Τελικά τι άλλαξε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, για τις πιάτσες και για τις τρανς; Ποια ήταν τα στάδια από τα οποία πέρασε η ζωή στο πεζοδρόμιο; Πώς θα την περιγράφατε σήμερα;

Τα πάντα άλλαξαν. Και οι τρανς, και οι πελάτες και τα τσόλια. Αλλαξε η σεξουαλικότητα των ανθρώπων, άλλαξαν τα ήθη της κοινωνίας. Ετσι κι αλλιώς η ζωή αλλάζει, προχωράει. Η εποχή εκείνη ήτανε η εποχή της καύλας και οι άνθρωποι έπρεπε να βγούνε έξω για να ψάξουν και να αναζητήσουν. Δεν υπήρχε το ίντερνετ. Ητανε διαφορετική η σεξουαλικότητα και δεν υπήρχε η ενοχή να 'ρθεις σε επαφή. Οι ρόλοι ήτανε πιο ξεκάθαροι και όχι έτσι σε πολλά κουτάκια όπως είναι σε αυτή την περίοδο που περνάμε σήμερα. Σήμερα κάποια πράγματα συμβαίνουνε κρυφά και πιο ενοχοποιημένα, γιατί δεν υπάρχει αυτό που συνέβαινε στο δρόμο, αυτή η επικοινωνία. Και αυτή η επαφή ήτανε και μια διαπαιδαγώγηση για πολλά από αυτά τα παιδιά.

πικροδάφνες

Εκείνη την εποχή έπρεπε να έχεις πολλή αντοχή για να επιβιώσεις. Και έπρεπε να επιβιώσεις στο δρόμο. Οι δυνάμεις που έπρεπε να έχουμε ήτανε τεράστιες. Αυτό που σε κράταγε και σου έδινε δυναμισμό ήτανε ο έρωτας. Αν δεν υπήρχαν έρωτες και αγάπη δε θα προχωρούσε τίποτα.»

Οι αφηγήσεις των τριών σας εμπεριέχουν και μια μορφή νοσταλγίας για μια εποχή όπου επικρατούσε η ορμή της αντίδρασης, της επιβίωσης, της άμυνας α-πέναντι στη βία, κρατική και μη - ένα αίσθημα πως η ζωή στο πεζοδρόμιο ήταν μια περιπέτεια, επικίνδυνη μεν αλλά και συναρπαστική. Ηταν έτσι ή μήπως τώρα πια το βλέπετε με άλλο βλέμμα;

Ετσι ήταν. Περιπέτεια και όμορφη περιπέτεια αλλά και άγρια. Ζήσαμε τη ζωή μας έξω στην κοινωνία ανοιχτά και περάσαμε καλά παρά τις δυσκολίες. Τα βάλαμε με την κοινωνία και με τον τρόπο μας νικήσαμε. Περιπέτεια ήτανε, όχι νοσταλγία. Δεν υπάρχει νοσταλγία. Νοσταλγείς κάτι που δεν το χάρηκες πολύ. Εμείς χορτάσαμε και έρωτες και πάθη και καύλα. Βέβαια, να είμαστε ειλικρινείς… όλες μας και όλοι μας νοσταλγούμε τα νεανικά μας χρόνια που ήμαστε πιο επιθυμητοί και που είχαμε πιο πολλές αντοχές απέναντι στη ζωή.

Στην ταινία υπογραμμίζεται με γλαφυρό τρόπο και η δυσκολία που οδήγησε πολλές τρανς στα ναρκωτικά, την τρέλα, το θάνατο. Πόσο δύσκολη ήταν η ζωή των τρανς; Ισχύει ότι είναι μια από τις μειονότητες που υπέφερε περισσότερο και σε όλον τον κόσμο αλλά και στην Ελλάδα;

Ισχύει. Εκείνη την εποχή έπρεπε να έχεις πολλή αντοχή για να επιβιώσεις. Και έπρεπε να επιβιώσεις στο δρόμο. Οι δυνάμεις που έπρεπε να έχουμε ήτανε τεράστιες. Αυτό που σε κράταγε και σου έδινε δυναμισμό ήτανε ο έρωτας. Αν δεν υπήρχαν έρωτες και αγάπη δε θα προχωρούσε τίποτα. Μη ξεχνάμε ότι για τις τρανς, για τις περισσότερες, δεν ήτανε επιλογή τους η πορνεία. Είχανε μόνο ειδικά μέρη ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουνε. Και φτιάξανε τον κόσμο τους μέσα από το πεζοδρόμιο ώστε να μπορέσουν και να περάσουνε καλά και να ζήσουνε. Αποκλεισμένες από παντού και διωγμένες από την οικογένειά τους πολλές από αυτές. Να πούμε και ότι το να είσαι τρανς δεν είναι εύκολο, θέλει και χρήμα …χρειάζονται αποτριχώσεις, χρειάζονται πλαστικές, χρειάζονται επεμβάσεις, και όλα αυτά στοιχίζουνε χρήματα. Αν δεν έχεις κανέναν που να σε στηρίξει, αναγκαστικά τι θα κάνεις; Θα βγεις στο πεζοδρόμιο, αν θέλεις τόσο πολύ να ζήσεις έτσι. Και το πεζοδρόμιο δεν είναι εύκολο.

Αυτή η μοναδική μείξη της τραγωδίας με την κωμωδία, της θλίψης με την χαρά, του πικρού και του αστείου υπήρξε ένα από τα όπλα της τρανς κοινότητας απέναντι στο bullying, τις επιθέσεις, τον κοινωνικό αποκλεισμό;

Αυτό ισχύει νομίζω για κάθε άνθρωπο σε κάθε εποχή με τις δικές της δυσκολίες. Αν δεν αντιμετωπίζεις με χιούμορ και με αυτοσαρκασμό την ίδια τη ζωή και τον ίδιο σου τον εαυτό δε μπορείς να προχωρήσεις και να χαρείς. Η κοινωνία είναι αδίστακτη και σκληρή απέναντί σου αν είσαι σε θέση αδύναμη ή έχεις και κάποια ιδιαιτερότητα. Χωρίς χιούμορ και άμυνες μπορεί να καταφέρει τελικά να σε ισοπεδώσει.

Με τη δίκη του/της Ζακ/Ζάκι σε διαρκή αναβολή, πιστεύετε ότι οι θυσίες που έκαναν οι τρανς τις δεκαετίες του 70, του 80, του 90 για ολόκληρη την LGBTQ+ κοινότητα, έκαναν τα πράγματα καλύτερα; Πάμε συνεχώς λίγο μπροστά, πολύ πίσω;

Τα πράγματα έχουνε σίγουρα προχωρήσει. Δε μπορούσε να γίνει διαφορετικά μετά από τόσους αγώνες. Την ίδια στιγμή μια μερίδα της κοινωνίας αντιδράει και γίνεται πολύ χειρότερη από τους χειρότερους εκείνης της εποχής. Τότε μας ήξεραν καλύτερα, μας ποθούσαν, ήμασταν στο κέντρο του ερωτικού ενδιαφέροντος πολλών ανθρώπων. Βρισκόμαστε νομίζω τώρα σε ένα μεταβατικό στάδιο. Δε θα πούμε ότι ήτανε καλύτερα στο παρελθόν και χειρότερα στο μέλλον. Ητανε διαφορετικά στο παρελθόν και τώρα σιγά σιγά προσπαθούμε να δημιουργηθεί κάτι άλλο. Η κοινωνία αλλάζει, προχωράει, σπάνε κάποια στερεότυπα, αλλάζει η σεξουαλικότητα… οι νέες τρανς ζούνε πλέον πιο απελευθερωμένες, δεν έχουν αυτά τα βιώματα που είχαμε εμείς και βλέπουνε τη ζωή διαφορετικά, με τα μέτρα του σήμερα.

Αν ξεχνάμε το παρελθόν δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε μέλλον που να μας σέβεται και να μας εμπεριέχει με ίσους όρους. Είναι υποχρέωση και ιστορική και ηθική στα άτομα που αγωνίστηκαν, διεκδίκησαν, με τον τρόπο ζωής τους με την ορατότητα που δημιούργησαν μόνοι τους. Απλοί άνθρωποι με τη διαφορετικότητά τους που δεν το παίζανε ούτε ακτιβιστές ούτε τίποτε. Βγαίνανε έξω - και με κάποιο θράσος βέβαια - και διεκδικούσαν την ευτυχία και την καύλα τους. Και πολλοί χάθηκαν κιόλας μέσα σε όλο αυτό. Αυτό, άμα δε το δούμε συγκεκριμένα, δεν ισχύει μόνο για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, αλλά ισχύει γενικά για όλους τους ανθρώπους.»

Τι μάθατε εσείς προσωπικά σε αυτή τη νυχτερινή διαδρομή που κάνατε για τις «Πικροδάφνες» που δεν το γνωρίζατε για τη ζωή των τρανς;

Τις τρανς εγώ τις γνωρίζω… είναι ο κόσμος μου. Από 16 χρονών. Απλά ήθελα να καταγραφεί αυτή η συζήτηση γιατί πρέπει να μάθει και ο κόσμος ότι δεν ήμασταν σε σπηλιές. Ημασταν έξω, στους δρόμους και διεκδικούσαμε τον έρωτα, την ύπαρξή μας, ήμασταν ορατές, επιθυμητές και ζήσαμε, καμια φορά χωρίς να το συνειδητοποιούμε, την πολιτική της επιθυμίας.

Μπήκατε και η ίδια σε μια διαδρομή μνήμης κατά τη δημιουργία της ταινίας; Τι είναι αυτά που κρατάτε και αυτά που πετάτε από τη ζωή στις πιάτσες; Τι είναι αυτό που δεν θα ξεχάσετε ποτέ;

Φυσικά και μπήκα… γιατί γύρισα στα μικρά μου χρόνια. Μου ξυπνήσανε μνήμες… μου ξυπνήσανε αυτόφορα, μου ξυπνήσανε έρωτες, μου ξυπνήσανε δυνατές εμπειρίες από εκείνα τα χρόνια. Από την άλλη εγώ δε γυρνάω ποτέ στο παρελθόν. Κοιτάω το μέλλον, πώς θα χαρώ και στο μέλλον τη ζωή μου. Το έχω ζήσει το παρελθόν, και με την ευτυχία του και με τις σκληρές του πλευρές και κοιτάω πώς να περάσω ήρεμα, καλά και με αξιοπρέπεια και να παραμείνω δημιουργική και στο μέλλον, όπως ήμουν πάντα στη ζωή μου.

Συνήθως τη ζωή μου τη μετράω πάντα με μια ζυγαριά. Και κοιτάω στη ζυγαριά ότι περισσότερα είναι τα καλά που έχω περάσει στη ζωή μου, παρά τα κακά. Αρα τα κακά τα αφήνω σε μια άλλη πλευρά του εαυτού μου που απλά μου δώσανε μάθημα πώς να πορευτώ στη ζωή μου για να τα αποφεύγω.

Από τις πιάτσες δε θα ξεχάσω ποτέ τους έρωτες και τα συγκλονιστικά αγόρια που έχω γνωρίσει. Και αισθάνομαι από τους πιο τυχερούς ανθρώπους γι' αυτό. Αυτές τις ματιές των αγοριών που δε νομίζω να τις έζησαν πάρα πολλοί άνθρωποι… Και αν δεν είχα κάνει αυτή τη ζωή δεν θα τα βίωνα όλα αυτά, μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας που μεγάλωσα.

Με όλο σας το έργο, ήδη από την εποχή που εκδίδατε το «Κράξιμο», αλλά κυρίως με τις ταινίες σας (χαρακτηριστικό παράδειγμα τα «Καλιαρντά») μοιάζει σαν να θέλετε να κρατήσετε ζωντανή τη μνήμη μιας κουλτούρας που δεν υπάρχει πια. Πόσο εύκολο είναι να χαρτογραφήσεις γεγονότα και ιστορίες που ζουν κυρίως στην προφορική μνήμη;

Κατ’ αρχάς δε νομίζω ότι δεν υπάρχει πια αυτή η κουλτούρα. Υπάρχει αλλά, όπως είπατε, στην προφορική μνήμη. Σε μια γενιά που σιγά σιγά φεύγει. Καλό είναι να καταγράψουμε αυτές της μνήμες. Την προφορική μνήμη για να την καταγράψεις χρειάζεσαι ένα βίωμα και τους κατάλληλους ανθρώπους που έχουν κάτι να σου πούνε. Το ντοκιμαντέρ προσφέρεται για να καταγράφουμε τις μνήμες ώστε να μπορούν και μελλοντικά οι άνθρωποι μέσα από αυτές τις μαρτυρίες να μάθουνε πώς έζησαν τα άτομα που ήτανε σαν κι αυτούς με τις ιδιαιτερότητές τους στο παρελθόν.

πικροδάφνες

Μια μεγάλη επιθυμία μου; Να δω κάθε αδύναμο άνθρωπο και αδικημένο να μπορεί να μην επιβιώνει απλά αλλά να ζει αξιοπρεπώς με δικαιώματα και πραγματική ισότητα. Δεν ξέρω εάν αυτό έρχεται μόνο από τη Βουλή και τις νομοθεσίες. Πρέπει να υπάρχουνε και κινήματα και να αλλάξει η κοινωνία. Από την άλλη και μόνο η παρουσία ενός προσώπου σαν κι εμένα στη Βουλή θα άλλαζε πάρα πολύ σημαντικά την κοινωνία. Οι γονείς θα έπρεπε να δώσουνε εξηγήσεις στα παιδιά τους που θα ρωτούσαν τι πρόσωπο είναι αυτό. Είναι πολύ σημαντικό αυτό, αυτό σημαίνει ορατότητα και θα άλλαζε πολλά πράγματα.»

Συνεχίζετε αμείωτα να βρίσκεστε στην εμπροσθοφυλακή ενός δημόσιου λόγου που παρεμβαίνει, υπενθυμίζει, δρα ακτιβιστικά, πολιτικά, με ενσυναίσθηση για τον διπλανό και ειδικά για τον αδύναμο, αόρατο άνθρωπο. Τι είναι αυτό που συνεχίζει να σας κινητοποιεί και να σας ευαισθητοποιεί;

Αυτό δεν το ξέρω. Προσπαθώ κι εγώ να καταλάβω μερικές φορές τον εαυτό μου γιατί από μικρό παιδί ήμουν πάντα έτσι, ατίθασο και έξω από τα καλούπια που ήθελε η κοινωνία. Και δεν ήτανε μόνο θέμα σεξουαλικότητας. Από μικρό παιδί, πριν ακόμη καταλάβω τη σεξουαλικότητά μου, ένιωθα ότι δεν μπορώ να ακολουθήσω αυτά τα πρότυπα που μας μαθαίνανε. Το ότι έγινα τρανς για εμένα ήτανε μεγάλη ευλογία, περισσότερο ευλογία παρά κατάρα που θα νομίζανε μερικοί, γιατί μέσα από τα βιώματα και για να μπορέσω να υπερασπίσω την αξιοπρέπειά μου και την προσωπικότητά μου άρχισα να δημιουργώ και να είμαι δραστήρια πολιτικά.

Η εμπειρία σας από την πολιτική σκηνή τι σας δίδαξε; Πιστεύετε ότι αν βρισκόσασταν στη Βουλή θα είχατε καταφέρει να κάνετε περισσότερα πράγματα; Ποια θα ήταν μια μεγάλη επιθυμία σας που θα θέλατε να τη δείτε να νομοθετείται;

Μια μεγάλη επιθυμία μου; Να δω κάθε αδύναμο άνθρωπο και αδικημένο να μπορεί να μην επιβιώνει απλά αλλά να ζει αξιοπρεπώς με δικαιώματα και πραγματική ισότητα. Δεν ξέρω εάν αυτό έρχεται μόνο από τη Βουλή και τις νομοθεσίες. Πρέπει να υπάρχουνε και κινήματα και να αλλάξει η κοινωνία. Από την άλλη και μόνο η παρουσία ενός προσώπου σαν κι εμένα στη Βουλή θα άλλαζε πάρα πολύ σημαντικά την κοινωνία. Οι γονείς θα έπρεπε να δώσουνε εξηγήσεις στα παιδιά τους που θα ρωτούσαν τι πρόσωπο είναι αυτό. Είναι πολύ σημαντικό αυτό, αυτό σημαίνει ορατότητα και θα άλλαζε πολλά πράγματα.

Τι σας κάνει να νιώθετε περήφανη και τι απογοήτευση σε σχέση με τα δικαιώματα των τρανς, την ορατότητα, τις διεκδικήσεις μέσα στα χρόνια, την ισονομία της LGBTQ+ κοινότητας σήμερα;

Αν βλέπετε μια νεοφιλεύθερη ακροδεξιά κυβέρνηση να φλερτάρει και αυτή με τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα και διάφορους ακτιβιστές τότε έχει αλλάξει πλέον το ζήτημα σε αυτή την κοινωνία. Η ελληνική κοινωνία προχώρησε τα τελευταία χρόνια. Τα δεξιά κόμματα στην Ελλάδα τα έχει ξεπεράσει η ίδια η κοινωνία, η ίδια η πραγματικότητα και προσπαθουνε και αυτοί βλέποντας τι γίνεται και στην Ευρώπη και με πίεση από την Ευρώπη να έρθουν στη σημερινή πραγματικότητα που τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ συζητιούνται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Το έχασαν το τρένο και προσπαθούν τώρα να προσαρμοστούν όχι πραγματικά από αγάπη για αυτή την κοινότητα αλλά για τις ψήφους.

Περήφανη είμαι γιατί οι αγώνες τα τόσα χρόνια των κινημάτων αυτών στην Ευρώπη αλλά και την Ελλάδα δεν πήγαν χαμένοι. Ψηφίστηκε το σύμφωνο συμβίωσης, ψηφίστηκε η ταυτότητα φύλου, αλλά υπάρχει δρόμος ακόμα στη νομοθεσία. Πολιτικός γάμος, τεκνοθεσία... είναι σημαντικό να ψηφιστούν αυτά τα δικαιώματα.

Από την άλλη δεν υπάρχει για την τρανς κοινότητα καμία προστασία. Ενα μεγάλο ποσοστό εξακολουθεί να είναι αναγκασμένο να δουλεύει στο πεζοδρόμιο. Πολλές τρανς σε μεγαλύτερη ηλικία δε μπορούν να έχουν ούτε τα απαραίτητα, γιατί δεν έχουνε ούτε συντάξεις ούτε άλλα εισοδήματα γιατί η εργασία τους ήτανε απαγορευμένη και ήτανε αποκλεισμένες από οποιαδήποτε άλλη εργασία. Και για τα νέα τρανς παιδιά πρέπει να υπάρχει ουσιαστική υποστήριξη από το σύστημα υγείας για να μπορέσουν να καλύψουν τα έξοδα για ό,τι χρειάζονται ώστε να μπορούν να ζήσουνε ευτυχισμένα στο σώμα τους ανεξάρτητα αν τους υποστηρίζει η οικογένεια τους.

Για ποια διεκδίκηση θα βγαίνατε σήμερα στο δρόμο για να διαδηλώσετε;

Για τα τεκνά. Καλέ τι να απαντήσω τώρα σε αυτή την ερώτηση; Οπως και τόσα άλλα άτομα ευτυχώς σε αυτή την κοινωνία, έτσι βγαίνω κι εγώ για τη διεκδίκηση ενός πιο δίκαιου κόσμου για όλα τα μέλη της κοινωνίας.

Πρέπει να περιμένουμε να νιώσει έτοιμη η Ελλάδα πριν κατοχυρώσουμε νομικά ίσα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους;

Τι να περιμένουμε; Ολα αυτά είναι αλληλένδετα. Φυσικά χρειάζεται το θεσμικό πλαίσιο για να καλυτερεύσει η ζωή αυτών των ανθρώπων αλλά χρειάζεται και παιδεία, στο σχολείο, στην οικογένεια, να μάθει η κοινωνία να σέβεται τη διαφορετικότητα. Αν δεν αλλάξει αυτό, όσοι νόμοι και θεσμικά μέσα και να υπάρξουνε πάλι θα υπάρχουν διακρίσεις και ρατσισμός.

Οι τρανς απομυθοποιήθηκαν. Αλλά ποιος μύθος τους θα μείνει για πάντα ζωντανός;

Οτι είναι άνθρωποι που ζούνε τη ζωή τους και με αυτό και μόνο αμφισβητούν ουσιαστικά τα κυρίαρχα στερεότυπα της κοινωνίας. Για παράδειγμα τα στερεότυπα σε σχέση με το φύλο. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Και μόνο η αμφισβήτηση αυτή είναι επαρκής για να το μύθο. Τώρα αν μιλάμε για τη γενιά τη δικιά μου, μένει η έντονη ερωτική ζωή που περάσαμε, η καύλα που ήτανε διάχυτη παντού με μια ομορφιά δοσμένη και όχι με προστυχιά και η σημαντική επικοινωνία που είχαμε με τον κόσμο.

Είναι (ιστορική) υποχρέωση μας να μην ξεχνάμε το παρελθόν;

Υποχρέωση μας είναι, γιατί αν ξεχνάμε το παρελθόν δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε μέλλον που να μας σέβεται και να μας εμπεριέχει με ίσους όρους. Είναι υποχρέωση και ιστορική και ηθική στα άτομα που αγωνίστηκαν, διεκδίκησαν, με τον τρόπο ζωής τους με την ορατότητα που δημιούργησαν μόνοι τους. Απλοί άνθρωποι με τη διαφορετικότητά τους που δεν το παίζανε ούτε ακτιβιστές ούτε τίποτε. Βγαίνανε έξω - και με κάποιο θράσος βέβαια - και διεκδικούσαν την ευτυχία και την καύλα τους. Και πολλοί χάθηκαν κιόλας μέσα σε όλο αυτό. Αυτό, άμα δε το δούμε συγκεκριμένα, δεν ισχύει μόνο για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, αλλά ισχύει γενικά για όλους τους ανθρώπους.

Τελικά, όπως αφηγείστε μέσα στην ταινία ότι σας έλεγε ένα βράδι ο Κώστας Ταχτσής στην πιάτσα, «η ευτυχία βρίσκεται πάντα στο απέναντι πεζοδρόμιο»;

Βρίσκεται και στο απέναντι πεζοδρόμιο.


Δείτε το τρέιλερ για τις «Πικροδάφνες» και αναζητήστε εδώ περισσότερες πληροφορίες για τα ντοκιμαντέρ της Πάολα Ρεβενιώτη και την ομάδα της


Οι «Πικροδάφνες» της Πάολα Ρεβενιώτη κάνουν πρεμιέρα στο 23ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και προβάλλονται στις 3 Ιουλίου στις 21.00 στο θερινό σινεμά Σταύρος Τορνές στη Θεσσαλονίκη και την ίδια μέρα θα είναι διαθέσιμες online για ένα 24ωρο στην πλατφόρμα του Φεστιβάλ.


Πικροδάφνες Αφίσα