Εχει γυρίσει ταινίες με άλλους, έχει μια σπουδαία θεατρική πορεία, όμως το όνομα του Ντενί Λαβάν είναι σχεδόν συνώνυμο με αυτό του Λεός Καράξ. Εχουν δουλέψει μαζί σε όλες τις ταινίες του Καραξ, εκτός από το «Pola X» («δεν πειράζει είναι καλό να δουλεύουμε και με άλλους, να συχρωτιζόμαστε και με άλλα “ζώα” » λέει ο Λαβάν). Ισως γιατί το τραύμα της προηγούμενης ταινίας τους «Οι Εραστές της Γέφυρας», ενός φιλμ που δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα αριστούργημα, μα που υπήρξε μια εξουθενωτική σωματικά, οικονομικά και ψυχολογικά εμπειρία, ήταν ακόμη υπερβολικά νωπό. Ο Λαβάν περιγράφει τα γυρίσματα εκείνα σαν «καταναγκαστικά έργα» και λέει πως έχει ξεκινήσει ήδη να γράφει ένα βιβλίο για την περιπέτεια τους που κράτησε τρία χρόνια και δοκίμασε τις αντοχές και τις σχέσεις όλων όσων συμμετείχαν. Αλλά και μια εμπειρία από εκείνες που καθορίζουν τη ζωή σου.
Στις Κάννες όπου τον συναντήσαμε λίγες μόλις ώρες μέτα την πρώτη προβολή του φιλμ, δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό του για το «Holy Motors». Μικροκαμωμένος, αδύνατος μα μυώδης, γεμάτος ενέργεια και με την αδιόρατη αίσθηση μιας παραξενιάς που τον διακρίνει να δίνει τον τόνο στα πάντα, από την εμφάνιση μέχρι την ρύμη του λόγου του, περιέγραψε το ένα φιλμ όπως κάθε ταινία του Καράξ σαν ένα αίνιγμα. «Δεν είχα ιδέα πως θα συνθέσει το υλικό που γυρίζαμε κι έτσι την πρώτη φορά που είδα το φιλμ στις Κάννες ένιωσα βαθιά συγκινημένος με το πως κατόρθωσε να χτίσει μια ταινια που μιλά με τρόπο όχι ξεκάθαρο μα αληθινά βαθύ, για τους ανθρώπους και την ίδια ζωή, και που αποτίει την ίδια στιγμή έναν φόρο τιμής στην τέχνη του ηθοποιού, στην ομορφιά μιας πράξης που γίνεται πάνω απ όλα για την αγάπη στην τέχνη». Ο Λαβάν λεέι πως το φιλμ είναι ξεκάθαρα το σημείο που ο Καράξ, αλλά μαζί του κι ο ίδιος, αγγίζουν την στιγμή της πιο ξεκάθαρης ωριμότητάς τους, το αποκορύφωμα μιας πορείας που υπήρξε κοινή από νωρίς και την οποία με χαρά αναλαμβάνει να μας αφηγηθεί.
Λεός και Ντενί: Boy Meets Boy
Είναι μια πολύ μπερδεμένη ιστορία. Εχουμε κάνει μαζί πέντε ταινίες και είναι κάτι που με εκπλήσσει πολύ όταν το σκέφτομαι. Μόλις τώρα μετά από το «Holy Motors», αρχίζω να αντιλαμβάνομαι και να εκτιμώ την δημιουργική μας σχέση, την πορεία του μακρινού ταξιδιού μας στα χρόνια και το σινεμά. Τον γνώρισα όταν ήταν 21 ετών, είναι ένα χρόνο μεγαλύτερος μου, ένα μόνο χρόνο, αλλά ακόμη κι έτσι είναι μεγαλύτερος μου. Σπούδαζα ακόμη ηθοποιία στο Conservatoire στο Παρίσι κι έκανα τα πρώτα μου βήματα στην σκηνή, γιατί το θέατρο έπαιζε πάντα σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Ηταν η εποχή που είχα μόλις αρχίζω να παίζω ρόλους ανθρώπων, γιατί μέχρι τότε, υποδυόμουν κυρίως ζώα, σκύλους που γάβγιζαν ή που μπορεί και να μιλούσαν, αλλά παρέμεναν ζώα. Είχα έναν ρόλο στο ανέβασμα του «Ηλίθιου» του Ντοστογιέφσκι κι ο Λεός με προσέγγισε και μου ζήτησε να τον συναντήσω στο μικρό του διαμέρισμα στη Rue Pascale, για να μιλήσουμε για μια ταινία. Ηταν συνηθισμένο οι κινηματογραφιστές της εποχής να αναζητούν ηθοποιούς της γενιάς μου στους σπουδαστές του Conservatoire. Μου έδωσε το σενάριο του «Boy Meets Girl» και το διάβασα με προσοχή, αλλά πρέπει να πω ότι δεν το κατάλαβα πολύ, γιατί βρισκόταν τόσο μακριά από τη ζωή μου, από όλα όσα έκανα τότε. Ηταν ένα φιλμ σαν όνειρο, σαν δράμα εποχής, μου θύμιζε ένα έργο του Σέξπιρ. Και παρ ότι θα έπρεπε να το έχω κατανοήσει απόλυτα γιατί μιλούσε για έναν άντρα στην ηλικία μου, που ετοιμάζεται για την στρατιωτική του θητεία κι έχει παράλληλα μια μπερδεμένη συναισθηματική ζωή, έμοιαζε παράξενο στα μάτια μου. Υπήρχαν όμως κομμάτια που μου έλεγαν κάτι, στοιχεία που μπορούσα να αντιληφθώ υποσυνείδητα, αλλά όχι με τη λογική. Θυμάμαι την εικόνα που μου μίλησε περισσότερο όταν διάβαζα το σενάριο. Είναι η σκηνή που ο Αλεξ φορά τα ακουστικά του και ακούει ένα τραγούδι νομίζω του Ντέιβιντ Μπάουι ενώ περνά την γέφυρα του Pont Neuf στο Παρίσι και ρίχνει μερικά κέρματα σε ένα ζευγάρι που φιλιέται. Αυτή ήταν η σκηνή που μου μίλησε (μια σκηνή που περιείχε ήδη μέσα της τους «Εραστές της Γέφυρας»). Του έδωσα πίσω το σενάριο και πήγα στη Νίκαια για την παράσταση κι όταν επέστρεψα του είπα ότι ήθελα να κάνουμε μαζί την ταινία. Ηταν μια συνεργασία που δεν ήταν ποτέ δεδομένη. Είμαι σίγουρος ότι είδε πολλούς ηθοποιούς για εκείνο τον ρόλο, αλλά για κάποιο λόγο διάλεξε εμένα. Και για κάποιο λόγο εξακολουθεί να με χρησιμοποιεί. Στην πορεία περάσαμε πολλά, ανάμεσα τους την μεγάλη περιπέτεια των «Εραστών της Γέφυρας», μια ταινία της οποίας τα γυρίσματα κράτησαν τρία χρόνια και που συχνά μας έκαναν να νιώθουμε ότι ζούμε σε μια φυλακή, ότι κάνουμε καταναγκαστικά έργα, αλλά ακόμη και μέσα από αυτό παραμείναμε φίλοι. Δεν ήμασταν ποτέ κολλητοί, είμαστε μάλλον ντροπαλοί ο ένας απέναντι στον άλλο, αλλά γνωριζόμαστε τόσο καλά που επικοινωνούμε σχεδόν χωρίς λόγια, ξέρουμε πολύ καλά τι θέλει ο ένας από τον άλλο.
Η ποίηση της κίνησης
Δεν κατάγομαι από μια καλλιτεχνική οικογένεια. Ο πατέρας μου ήταν παιδίατρος, η μητέρα μου που ζει ακόμη, ήταν ψυχολόγος. Ο πατέρας μου ήταν φανατικός κινηματογραφόφιλος, αλλά εγώ πήγαινα περισσότερο στο θέατρο μαζί τους. Θυμάμαι ακόμη την θέρμη με την οποία μιλούσαν οι γονείς μου για τις παραστάσεις, για τους σκηνοθέτες και ήταν κάτι που με εντυπωσίαζε πάντα, το πως μπορούσες να βιώσεις μια έντονη εμπειρία παρακολουθώντας κάτι στη σκηνή και στη συνέχεια να το κουβαλήσεις μαζί σου, να το μεταδώσεις σε κάποιον άλλο. Εκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική όχι με λέξεις, αλλά με κινήσεις, με τη γλώσσα του σώματος. Θυμάμαι όταν ήμουν 13 ετών είδα τον Μαρσέλ Μαρσό και μαγεύτηκα τόσο που άρχισα να κάνω τις δικές μου παραστάσεις παντομίμας στο σπίτι μπροστά στην οικογένεια. Τις θυμάμαι σαν κάτι που με γέμιζε χαρά, γιατί μπορούσα να αφηγηθώ ιστορίες δίχως να χρησιμοποιώ λέξεις. Στη συνέχεια στο γυμνάσιο, ένας καθηγητής έστησε μια ερασιτεχνική ομάδα όπου ανεβάζαμε παραστάσεις. Σε αντίθεση με την αυστηρότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, αυτή υπήρξε ένας πυρήνας απόλυτης ελευθερίας. Αποφασίζαμε μόνοι μας μας ποια έργα θα ανεβάσουμε, κάναμε τα πάντα ομαδικά, υπήρχε μια σχέση ελευθερίας με το σώμα μας και τα κορίτσια. Μπορούσαμε να αυτοσχεδιάσουμε, να πάρουμε αποφάσεις, να δείξουμε τα συναισθήματά μας, να αγγιχτούμε, να αγκαλιαστούμε. Ηταν πολύ σημαντικό να μάθω τον τρόπο της καλλιτεχνικής έκφρασης μέσα από την σωματική επαφή. Αυτή ήταν η πρώτη δραματική μου σχολή, οι παραστάσεις μου μπροστά σε ένα κοινό συμμαθητών ηλικίας 10 έως 17 ετών. Και θυμάμαι ακόμη την απόλαυση που έπαιρνα από αυτές τις παραστάσεις, όχι τόσο μέσα από τους ρόλους, όσο από την κίνηση στη σκηνή, την τελετουργία της απεικόνισης της, την σημασία των χειρονομιών, την ικανότητά του σώματος να μεταφέρει συναισθήματα. Ακόμη με ενδιαφέρει το σώμα, η ποίηση της κίνησης, πολύ περισσότερο από την σαφήνεια του λόγου, τις ίδιες τις λέξεις.
Ηθοποιός 24/7
Το «Holy Motors» ήταν εξαιρετικά απαιτητικό έπρεπε να χωρέσω όλους αυτούς τους ρόλους μέσα σε δυο μήνες γυρισμάτων, να μεταμορφώνομαι ολοκληρωτικά, σωματικά και ψυχολογικά για κάθε ένα από τα ραντεβού του Οσκαρ. Αυτό που προσπάθησα να κάνω όμως, ήταν να βάλω κάτι από τον εαυτό μου μέσα σε κάθε χαρακτήρα, να τους επιτρέψω την πρόσβαση σε μένα. Το ότι έπρεπε να γίνουν όλα τόσο γρήγορα κατά κάποιο τρόπο με βοήθησε, μου έδωσε την άνεση να κινούμαι από τον ένα χαρακτήρα στον άλλο δίχως ιδιαίτερη σκέψη. Απλά αλλάζοντας την εμφάνισή μου. Ηταν σαν να φοράω μια μάσκα και να γίνομαι αμέσως ο χαρακτήρας. Οσο για τις στιγμές που βρισκόμουν στη λιμουζίνα, όσο ήμουν ο Οσκαρ, αυτές ήταν το ακριβώς αντίθετο. Γιατί η άισθηση μου ήταν κάτι πολύ γνώριμο, όπως οι δικές μου στιγμές στο καμαρίνι πριν την παράσταση. Δεν χρειάστηκε να προετοιμαστώ ιδιαίτερα γι αυτές τις σκηνές, είναι κάτι που ξέρω καλά.Δεν ξέρω αν ο Οσκαρ υπάρχει ποτέ στ΄αλήθεια. Οι ρόλοι είναι η ζωή του, είναι σαν ένας τσιγγάνος προσωπικοτήτων. Και θα μπορούσε να είμαι εγώ, μόνο που εγώ στο τέλος της μέρας πηγαίνω πίσω στο σπίτι μου. Αλλά ακόμη κι εγώ νιώθω πάντα την ανάγκη να παίξω ρόλους, ρόλους που με συμπεριλαμβάνουν που με περικλείουν ολοκληρωτικά. Κι όχι μόνο στην σκηνή, αλλά στην καθημερινή μου ζωή, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει ένα κοινό μπροστά μου, όταν απλά πίνω έναν καφέ, ή όταν βρίσκομαι σε ένα βιβλιοπωλείο. Με ελκύει πάντα και προσπαθώ πάντα να βρίσκω πράγματα που οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύψουν κάτω από την επιφάνεια, οπότε κατά κάποιο τρόπο πάντα υποδύομαι έναν ρόλο.
Διαβάστε την κριτική του flix για το «Holy Motors», μια συνέντευξή της Εύα Μέντες για την ταινία, την ανταποκρισή μας από την συνέντευξη τύπου μετά την πρώτη προβολή στο Φεστιβάλ των Καννών και βυθιστείτε -με δική σας ευθύνη- στο σύμπαν του φιλμ.
Tags: holy motors, Ντενί Λαβάν