Συνέντευξη

«Ο μύθος δεκαετιών, ότι ο ελληνικός κινηματογράφος είναι κρατικοδίαιτος, ήταν ένα ψέμα.» Ο Πρόεδρος του ΕΚΚ, Μάρκος Χολέβας, μιλά στο Flix

of 10

Ο Μάρκος Χολέβας μιλά για όσα θέλει, δεν θέλει, πρέπει, δεν πρόκειται ν' αλλάξουν στο ελληνικό σινεμά.

«Ο μύθος δεκαετιών, ότι ο ελληνικός κινηματογράφος είναι κρατικοδίαιτος, ήταν ένα ψέμα.» Ο Πρόεδρος του ΕΚΚ, Μάρκος Χολέβας, μιλά στο Flix

Στις 25 Σεπτεμβρίου, λίγες μόλις μέρες μετά την παραίτηση του Διοικητικοί Συμβουλίου του πολύπαθου Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, ο οργανισμός είχε νέα ομάδα επικεφαλής. Πρόεδρός της ο σκηνοθέτης Μάρκος Χολέβας που, σε όλη την πορεία του, συνδύαζε έτσι κι αλλιώς την κινηματογραφική δημιουργία με λειτουργικές θέσεις σε κινηματογραφικά σχετιζόμενους φορείς.

Σκηνοθέτης πολλών ντοκιμαντέρ και δύο μεγάλου μήκους ταινιών μυθοπλασίας («Αυτόπτης Μάρτυς» και «E-mail»), ο Μάρκος Χολέβας ξεκίνησε γράφοντας στα Κινηματογραφικά Τετράδια, δίδαξε στο ΑΠΘ, αλλά επίσης υπήρξε μέλος ('91 - '93) και αντιπρόεδρος (2010) του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, ενώ, ως ειδικός σύμβουλος του ΕΚΚ, ανέλαβε τη δημιουργία του Hellenic Film Commission (2007 - 2010).

Διαβάστε ακόμη: Χωρίς μεγάλα λόγια η συνέντευξη Τύπου του νέου ΔΣ του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου

Οπως φάνηκε ήδη από την πρώτη συνέντευξη Τύπου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, ο Μάρκος Χολέβας ακολουθεί την τακτική της ψυχραιμίας, της μελέτης, της μεθοδικότητας, πριν τις ηχηρές δηλώσεις, με τρόπο που μπορεί να μην... κερδίζει δημοσιογραφική ένταση, αλλά δίνει καλές υποσχέσεις για το ελληνικό σινεμά και το μέλλον του. Διαβάστε παρακάτω όσα μας είπε, σε μια κουβέντα εφ' όλης της ύλης, στους δυόμιση μήνες θητείας.


Ποιο θα ήταν το δικό σας σύντομο mission statement ως Προέδρου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και μάλιστα αυτή, την ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο;

Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έρχεται σήμερα τραυματισμένο από τα τελευταία χρόνια: και στη σχέση αξιοπιστίας του με τον κινηματογραφικό χώρο αλλά και το ίδιο, τραυματισμένο, σε σχέση με τα εργαλεία και τα όπλα που του έδινε ο νόμος Γερουλάνου. Πρωταρχικό μας μέλημα είναι να ξαναποκτήσει τη χαμένη του δυνατότητα και αξιοπιστία προς την κινηματογραφική κοινότητα. Το ΕΚΚ είναι εργαλείο έκφρασης πολιτική της Πολιτείας προς τον κινηματογράφο και πρέπει να λειτουργεί υπέρ του κινηματογράφου. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες το αντίστοιχο κέντρο κινηματογράφου πάντα προτοστατεί είτε για την ενίσχυση της εθνικής κινηματογραφίας, είτε στην υποστήριξή της για ν' αναδειχθεί διεθνώς. Η ζωή έχει δείξει ότι το ΕΚΚ είναι αυτό που αποτελεί το βατήρα για τη δημιουργία μιας κινηματογραφικής πολιτικής.

Είναι η πεπατημένη πρακτική της τελευταίας τουλάχιστον δεκαετίας, ο Πρόεδρος ή/και το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΚ να συγκρούεται με την Κυβέρνηση ή, συχνότερα, μεταξύ τους και να παραιτείται ή διαλύεται. Θα θέλατε να μας διαβεβαιώσετε ότι αυτό δεν θα συμβεί με εσάς, ή ποιες θα είναι οι συνθήκες που θα σας εξωθούσαν σε κάτι τέτοιο;

Aυτή τη φορά, τουλάχιστον από μέρους μου, υπήρξε μια φιλοσοφία στον τρόπο σύνθεσης του Διοικητικού Συμβουλίου, για να επιτευχθεί μια αρμονία. Στόχος είναι να εκσυγχρονήσουμε το πλαίσιο χρηματοδότησης και λειτουργίας του ΕΚΚ, άρα χρειαζόμαστε κατάλληλα πρόσωπα, το καθένα με την ευθύνη του σε ό,τι μπορεί να προσφέρει. Τα μέλη του ΔΣ δεν είναι διακοσμητικά (όχι ότι ήταν στο παρελθόν), αλλά αλληλοσυνδεόμενα, δεν λειτουργούν ως αυτόνομες νησίδες. Οταν πρωτοσυζήτησα με το Υπουργείο Πολιτισμού, κάναμε τη σκέψη, πώς ξεκινά μία ταινία; Ξεκινά με το σενάριο. Αρα χρειαζόμαστε κάποιον άνθρωπο με εμπειρία στο σενάριο και κατά προτίμηση με ευρωπαϊκή εμπειρία για τη διασύνδεση με το εξωτερικό: δεν χρειάζεται κάθε φορά να ανακαλύπτουμε τον τροχό, αλλά να παίρνουμε παραδείγματα από την εμπειρία άλλων χωρών που ήδη έχουν βρει μια καλή πορεία - αυτή την ανάγκη ήρθε να καλύψει η Ιζαμπέλ Φοβέλ. Αφού έχουμε ένα σενάριο, εξετάζουμε τη χρηματοδότηση. Αρα θέλουμε έναν άνθρωπο με εμπειρία, διεθνώς, από τα χρηματοδοτικά εργαλεία κι αυτή είναι η Ελένη Χανδρινού. Αφού έχουμε και τη χρηματοδότηση, χρειαζόμαστε ανθρώπους με γνώση όσων συμβαίνουν μπροστά και πίσω από την κάμερα. Οι φίλοι του κινουμένου σχεδίου και ντοκιμαντέρ, ίσως στραβομουτσουνιάσουν μ' αυτό, όμως, κακά τα ψέμματα, η ναυαρχίδα του κινηματογράφου είναι η μυθοπλασία, αυτή είναι που χαρακτηρίζει μια εθνική κινηματογραφία. Ετσι, αναζητήσαμε ένα/μία σκηνοθέτη κι ένα/μία ηθοποιό: αυτοί είναι ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος κι η Μαρία Καλλιμάνη, δυο άνθρωποι που βρίσκονται στα σπλάχνα του κινηματογράφου, μάλιστα, ο Αργύρης έχει κερδίσει διεθνή ακτινοβολία και η πορεία του δεν βασίστηκε στη χρηματοδότηση του ΕΚΚ. Οταν τελειώσει μια ταινία, μπαίνει στο πλάνο η φιλοσοφία της Hellas Film να τη βοηθήσει στα παρακάτω βήματά της, όμως για μένα έπρεπε αυτό να είναι πιο δηλωμένο, ότι, δηλαδή, η ταινία δεν τελειώνει με το DCP, αλλά πρέπει να φτάσει στον αποδέκτη της, μεγάλο ή πιο εξειδικευμένο, άρα χρειαζόμαστε ένα διανομέα ή αιθουσάρχη. Η Ιφιγένεια Βλαχογιάννη είναι ιδιοκτήτρια μιας αίθουσας παραδοσιακής, σε μια μικρή πόλη, που έχει, επιπλέον, κερδίσει ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης. Τέλος, όλα αυτά πάντα θα χρειαστούν νομικές συμβουλές, άρα χρειαζόμαστε μία δικηγόρο κι αυτή είναι η Δάφνη Χατζηπροκοπίου. Η αρχική μας διάθεση ήταν να έχουμε και την εγγύηση μιας πολυμορφίας, μια συμμετοχή 50/50 ως προς το φύλο, αλλά ήρθε η ανατροπή με τη συμμετοχή πέντε γυναικών και δύο ανδρών στη σύνθεση - μάλλον γιατί οι άνδρες είναι πιο δειλοί.

Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έρχεται σήμερα τραυματισμένο από τα τελευταία χρόνια.»

Σε σχέση με το τρέχον Διοικητικό Συμβούλιο αλλά και την ομάδα των συνεργατών σας, με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι μπορείτε να εμπνεύσετε ομαδικότητα, επιμέλεια, δραστηριότητα, επιμονή, τα εφόδια που χρειάζεται κάθε δουλειά σε σχέση με τον ελληνικό κινηματογράφο;

Διαβάστε εδώ: Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έχει νέο Διοικητικό Συμβούλιο

Βασικό στοιχείο για να λειτουργήσει ένας οργανισμός είναι η κορυφή να δείξει εμπιστοσύνη προς την παρακάτω διαστρωμάτωση και να υπάρχει ομόνοια. Οπως στο σχολείο, ένα ατίθασο παιδί δεν θα τα καταφέρει αν απέναντί του έχεις τιμωρητική διάθεση - θα αποτύχεις. Βέβαια, με τον κορονοϊό δεν μπορείς να τους μαζέψεις όλους για συζήτηση και δουλειά, συν το ότι κι εμείς δεν έχουμε ακόμα καταλήξει σε όλα τα πράγματα. Επεξεργαζόμαστε προτάσεις, λύσεις. Αλλά αυτός είναι ο σκοπός, η αναζήτηση λύσεων και όχι η επιβολή της εξουσίας που μας δίνει ο Νόμος. Πιστεύω πάρα πολύ στη συνεργασία κι ο κινηματογράφος το έχει αυτό ως απαραίτητο στοιχέιο. Εάν, ως σκηνοθέτης, είσαι τσακωμένος με τον φωτογράφο ή δεν χωνεύεις τον ηθοποιό, δεν μπορείς να κάνεις δουλειά.

Εάν θεωρήσουμε ότι το ΕΚΚ έχει το βάρος της ποιοτικής ανάδειξης των ελληνικών ταινιών (ενώ, για παράδειγμα, ο ΕΚΟΜΕ της οικονομικής υποστήριξης, χωρίς ποιοτικά επιλεκτικά κριτήρια), πάνω σε ποιους άξονες θα βασίσετε τη στρατηγική σας για τα επόμενα χρόνια; Τι είδους ταινίες και δημιουργοί θα ενισχυθούν; Ο Γενικός Διευθυντής Παντελής Μητρόπουλος έχει ήδη δηλώσει ότι στρέφεται προς τον εμπορικό και όχι τον καλλιτεχνικό ελληνικό κινηματογράφο.

Νομίζω πως η στάση του Παντελή Μητρόπουλου είχε παρεξηγηθεί, όπως παλιότερα είχε παρεξηγηθεί η στάση του Θανάση Βαλτινού που είχε πει ότι το ελληνικό σινεμά είναι πάρα πολύ μέτριο. Δεν πιστεύω στη διάκριση μεταξύ εμπορικού και καλλιτεχνικού σινεμά, χρησιμοποιώ άλλους όρους, ταινίες οικονομικών ή καλλιτεχνικών προθέσεων – και λέω προθέσεων, γιατί μόνο όταν παιχτεί μια ταινία ξέρουμε αν και η καλλιτεχνικών προθέσεων έχει, τελικά, εμπορική επιτυχία ή το αντίστροφο, π.χ. για μια ταινία οικονομικών προθέσεων αποδειχτεί ότι η εισπρακτική επιτυχία δεν ήταν εφικτή. Δεν υπάρχει μυστική συνταγή. Στο τέλος φαίνεται το αποτέλεσμα, μερικές φορές ακόμα και σε μελλοντικό χρόνο. Το σινεμά δεν είναι μια κι έξω, έχει διαχρονικότητα κι αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό κι από την Πολιτεία, η ταινία είναι κάτι ζωντανό μέσα στο χρόνο. Για παράδειγμα, κανείς δεν πίστευε στην επιστροφή του παλιού ελληνικού κινηματογράφου αλλά, με τα χρόνια, έγινε η επανεκτίμηση ταινιών σε σχέση με το πώς είχαν αντιμετωπιστεί αμέσως μετά την αντιπολίτευση.

Η ζωή έχει δείξει ότι το ΕΚΚ είναι αυτό που αποτελεί το βατήρα για τη δημιουργία μιας κινηματογραφικής πολιτικής.»

Ποια στοιχεία πιστεύετε πως πρέπει να ενισχυθούν ώστε να ανακτηθεί η χαμένη εμπιστοσύνη προς το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου;

Υπάρχει συσσωρευμένος όγκος προτάσεων που αγγίζει τις 500, επειδή τα τελευταία δύο χρόνια υπολειτούργησαν. Προτεραιότητα είναι να ξεκαθαριστεί αυτός ο όγκος και, σύμφωνα με τη Διεύθυνση Ανάπτυξης και Παραγωγής θα χρειαστεί ένα τετράμηνο - πεντάμηνο γι’ αυτή τη δουλειά, ξέρω ότι θα προσπαθήσουν να την ολοκληρώσουν το συντομότερο. Αρα να επιτευχθεί αυτή η αποσυμφόρηση, αφού κι ο νέος Κανονισμός θα είναι προσαρμοσμένος στις σημερινές ανάγκες του Κέντρου, ώστε να μπορεί να συμπαρασταθεί σε μια δημιουργική ομάδα που υποβάλει ένα σχέδιο προς χρηματοδότηση και αν είναι δυνατό με τη μικρότερη δυνατή γραφειοκρατεία (για έναν οργανισμό που ανήκει στην ευρύτερη κυβέρνηση κι έχει νομικές υποχρεώσεις που δημιουργούν γραφειοκρατικές διαδικασίες, όχι ότι θα έπρεπε να είναι ασύδωτο αν δεν υπήρχε αυτό, αλλά θα ήταν πιο ευέλικτο). Για παράδειγμα, τυπικά το ΕΚΚ οφείλει ν' ακολουθεί μια μακροσκελή διαδικασία για να έχει εξωτερικούς συνεργάτες. Εγινε ολόκληρη τροπολογία το καλοκαίρι, στο νόμο για το Ακροπόλ, ώστε να μπορούμε να προσλαμβάνουμε readers ή μέλη επιτροπών αξιολόγησης. Δεν μπορείς να μιλάς για ένα σύγχρονο Κέντρο Κινηματογράφου και να μην μπορείς να έχεις τους εξωτερικούς συνεργάτες όταν τους χρειάζεσαι, ούτε να λειτουργείς μ' έναν τεράστιο αριθμό υπαλλήλων.

Επαναλάβατε πολλες φορές στη συνέντευξη Τύπου πως το Κέντρο δεν είναι παραγωγός, αλλά χρηματοδότης της ελληνικής ταινίας. Εξηγήστε λίγο καλύτερα τι σημαίνει αυτό. Το Κέντρο δεν έχει δικαίωμα πάνω στην ταινία με την ολοκλήρωσή της;

Ο παραγωγός, ακόμα και σε νομικό επίπεδο, είναι εκείνος που έχει την ευθύνη της οικονομικής και διοικητικής ολοκλήρωσης μιας ταινίας. Ο νόμος διαχωρίζει, όπως έκανε η ζωή, ότι ο παραγωγός δεν είναι εκείνος που βάζει τα λεφτά, αλλά που οργανώνει όλη τη χρηματοδότηση κι αυτό έγινε επειδή, στον ανταγωνιμό του με την τηλεόραση, ο κινηματογράφος έχει ανάγκη από περισσότερα χρήματα, ενώ είναι μια επένδυση που εμπεριέχει την αβεβαιότητα ώσπου να φτάσει στο θεατή. Ο άνθρωπος που θα συγκεντρώσει τα κεφάλαια, αποκτά και τα δικαιώματα στην ταινία, όχι επειδή έβαλε χρήματα κι απέκτησε αυτά τα δικαιώματα, αλλά επειδή είναι ο παραγωγός. Αυτό στην ΕΡΤ δεν έχει γίνει πολύ αντιληπτό ακόμα. Δίνουμε τη δύναμη στον παραγωγό, για να έχουμε ένα αποτέλεσμα, ώστε εμείς να μην είμαστε η τροχοπέδη αλλά οι συνοδοιπόροι στο τι εξέλιξη θα έχει αυτή η ταινία. Παλιά υπήρχε η τάση της έμφασης στο «μια παραγωγή του ΕΚΚ», αυτό συνέβαινε και από μια αδυναμία κατανόησης, που στο εξωτερικό είχε ήδη ξεπεραστεί, αλλά και από την ανάγκη μιας σφραγίδας, ενός «πατερούλη» που εγκυάται ότι το έργο αυτό είναι σημαντικό. Αλλά το Κέντρο Κινηματογράφου πραγματικά ποτέ δεν υπήρξε παραγωγός. Είναι αρωγός κι έχει, όπως κι η Πολιτεία, το πλεονέκτημα να υποστηρίζει τον κινηματογράφο που είναι η τέχνη που μπορεί να κυκλοφορήσει στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου με τη μεγαλύτερη ευκολία.

Τι πιστεύετε πως ήταν εκείνο που πήγε στραβά στην πορεία του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, διαχρονικά; Πότε και για ποιο λόγο σταμάτησε να είναι σύμμαχος των δημιουργών;

Η πορεία του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου δεν είναι μία ευθεία γραμμή, το καρδιογράφημά του δεν είναι μια ευθεία, γιατί τότε θα ήταν νεκρός. Το γράφημά του πηγαίνει πάνω και κάτω. Υπηρετεί τις συνθήκες μιας εποχής και προσπαθεί να οραματιστεί ένα μέλλον. Μέχρι το ’10, ένα πρόβλημα των διοικήσεων που ξεχνάμε, είναι ότι δεν υπήρχε σταθερός πόρος χρηματοδότησης για το Κέντρο, οπότε και με τις καλύτερες προθέσεις δεν θα μπορούσε να εκτελέσει το στόχο του. Η πρώτη «θεραπεία» ήρθε το 2006, όταν απέκτησε κωδικό στο Υπουργείο Πολιτισμού κι ένα ελάχιστο ποσό στον προϋπολογισμό – λέω ελάχιστο γιατί δεν είχε καλυφθεί τότε το σύνολο της χρηματοδότησης που θα προσέβλεπε και σε μια στρατηγική ανάπτυξης. Από το ’89 εφαρμοζόταν ο ειδικός φόρος επί του εισιτηρίου κι από τότε ο ελληνικός κινηματογράφος ήταν αυτοχρηματοδοτούμενος. Πρέπει, επίσης, να τονίσουμε ότι αυτός ο μύθος δεκαετιών, ότι ο ελληνικός κινηματογράφος είναι κρατικοδίαιτος, ήταν ένα ψέμμα. Ο κινηματογράφος θα έπρεπε να χρηματοδοτείται από τον ειδικό φόρο, άρα από αυτούς που έβλεπαν ταινίες σ’ αυτή τη χώρα. Δεν στερούνταν τα νοσοκομεία ή οι συνταξιούχοι ούτε μία δραχμή παλιότερα, ούτε ένα ευρώ πιο πρόσφατα, επειδή η Πολιτεία στήριζε την ανάπτυξη του κινηματογράφου. Αυτή η χρηματοδότηση, όμως, έγινε ένα εργαλείο για να καλύπτονται γενικότερες ανάγκες και όχι η ανάπτυξη του ελληνικού κινηματογράφου.

Για παράδειγμα, την εποχή της αντίδρασης των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη, ζητήθηκαν οικονομικά στοιχεία για το ύψος του ειδικού φόρου τα έτη 2004-2008 και πόσα μπήκαν στην παραγωγή: εισπράχθηκαν 85 εκ. ευρώ και στην παραγωγή, μέσω του ΕΚΚ, πήγαν τα 32 εκ ευρώ., αλλά από αυτά το ΕΚΚ κάλυψε λειτουργικές δαπάνες και δαπάνες προς ταινίες κατά 50%, άρα στην πραγματικότητα έφτασαν τα μισά. Πάντα υπήρχε ένα σύστημα στήριξης της αίθουσας και της διανομής μέσα από τον αντίστοιχο πόρο. Ο Νόμος Γερουλάνου το εξέφρασε αυτό, ήταν μία πολιτική απόφαση – έδινε επιστροφή στην αίθουσα, θεσμοθετήθηκε με συγκεκριμένο τροπο η επιστροφή χρημάτων και προς την αίθουσα από αυτόν το φόρο, αλλά και προς τον παραγωγό, που έπαιρνε το ρίσκο να επενδύσει σε μια ταινία. Η κατάργηση του ειδικού φόρου ευνούχισε το ΕΚΚ, το γύρισε στην εποχή όπου η επιβίωσή του εξαρτάται από τα κονδύλια του κρατικού προϋπολογισμού.

Επίσης, η υποχρέωση των τηλεοπτικών σταθμών και τώρα των παρόχων περιεχομένου, να επενδύουν το 1,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή δεν εφαρμόστηκε ποτέ όπως προέβλεπε ο νόμος, από αδυναμία του νόμου ή της ηγεσίας, αλλά αυτός ο πόρος για την ελληνική κινηματογραφία χάθηκε μέσα στα χρόνια. Σήμερα κινδυνεύει να χαθεί οριστικά για τον κινηματογράφο. Είναι βασικό ότι μία από τις αιτίες που κακοφόρμησε το 1,5% είναι και οι συγκυρίες και μια κοντόφθαλμη αντιμετώπιση του μέτρου. Η ουσία του νόμου είναι ότι τα κανάλια, όπως γίνεται στην Ευρώπη, με τακτικές που δοκιμάστηκαν και πέτυχαν, επενδύουν σε σχέδια που τα ίδια επιλέγουν, δεν τους επιβάλλει κανείς πού θα κάνουν την επένδυσή τους. Ομως έτσι γίνονται συμμέτοχοι σ’ ένα κινηματογραφικό έργο που έχει τριπλή υπόσταση για τα ίδια: φήμη αν πάει καλά, χρηματικό κέρδος και κύρος. Ο νόμος, απλώς, επειδή θεωρούσε ότι αυτή η υποχρέωση είναι για την ανάπτυξη του κινηματογράφου, όριζε πως εάν τα κανάλια δεν επενδύσουν κάπου, τότε τα χρήματα δίνονται στο ΕΚΚ για να τα διαχειριστεί σε όφελος των ταινιών. Το θέμα δεν είναι εάν γίνεται επένδυση στις μεν ή τις δε ταινίες, αλλά να μένει ζωντανή μια βιομηχανία που θα σου επιτρέψει μέσα από τον πλουραλισμό και το πιο εξειδικευμένο πείραμα. Το 1,5% δεν είναι τιμωρητική διαδικασία. Είναι ανταποδοτική διαδικασία. Η τηλεόραση και οι πλατφόρμες αντλούν έργο (ταινίες) και καλλιτεχνικό δυναμικό από τον κινηματογράφο. Στην αρχή της, η ιδιωτική τηλεόραση πήρε τον Κουτσομύτη, τον Κοκκινόπουλο, ανθρώπους του σινεμά - δεν προσβάλω τον Μπιρσίμ, αλλά δεν ανέθεσαν σ' εκείνον τις πρώτες σειρές. Σήμερα, η πιο επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά είναι οι «Αγριες Μέλισσες», με ανθρώπινο δυναμικό που προέρχεται από το σινεμά. Το ίδιο το Netflix έδωσε ευκαιρία χρηματοδότησης σε κινηματογραφικούς σκηνοθέτες, συχνά εσωστρεφείς κι εγωκεντρικούς. Γιατί ξέρει ότι η δεξαμενή του πρέπει να εμπλουτίζεται και ν’ ανανεώνεται. Ποιος θα περίμενε ότι αυτή η πλατφόρμα θα χρηματοδοτούσε τον Κουαρόν για μια ασπρόμαυρη ταινία; Με τη λογική που τα βλέπουμε εμείς στην Ελλάδα, κάποιος θα έλεγε, «αποκλείεται, κόβω το χέρι μου.» Ε, θα έπρεπε να έχουμε πολλούς κουλοχέρηδες σήμερα.

Υπάρχει συσσωρευμένος όγκος προτάσεων που αγγίζει τις 500, προτεραιότητα είναι να ξεκαθαριστεί αυτός ο όγκος.»

Σκοπεύετε να κάνετε κάποιες κινήσεις προς την εφαρμογή του 1,5% από τα τηλεοπτικά κανάλια;

Πρέπει να εφαρμοστεί η πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολιτισμού για τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή που θα εξέταζε ζητήματα που προκύπτουν από τον Νόμο 3905 και τη διαμόρφωση του τοπίου μέσα από το ταμείο του ΕΚΟΜΕ, είναι η μόνη ενδεδειγμένη λύση κι αποδεδειγμένη από την εμπειρία άλλων χωρών. Στη Ρουμανία, η άνθιση του εθνικού σινεμά ήρθε όταν ανέλαβε Υπουργός Πολιτισμού η Κορίνα Σουτέου και σχεδίασε στρατηγική. Αρα, το Υπουργείο οφείλει να συγκρατήσει τις κεντρομόλες τάσεις να τις εκφράσει μ’ έναν τρόπο δημιουργικό και παραγωγικό. Οσο δημιουργούνται μικροί πυρήνες που δεν διασυνδέονται κι ο ένας πάει να φάει την μπουκιά από τον άλλο, μπορεί να βλέπουμε δούμε ένα πυροτέχνημα επιτυχίας αλλά όχι μια εθνική στραγητική. Είμαστε στην καλύτερη στιγμή, γιατί ο ΕΚΟΜΕ δημιούργησε κίνητρα και ενισχύει την παραγωγή, αλλά και γιατί η νέα γενιά κινηματογραφιστών που έρχεται, έχει καλή διασύνδεση με χρηματοδοτικά εργαλεία και συναδέλφους στην Ευρώπη, άλλωστε οι περισσότερες σημερινές ταινίες είναι ευρωπαϊκές συμπαραγωγές - αυτά αποτελούν μια τεράστια δυναμική που, όμως, θα είναι άχρηστη αν δεν μπορέσουμε να καθίσουμε να τα τακτοποιήσουμε.

Η δική σας άποψη, εκτίμηση για την τροπολογία σχετικά με το 1,5% των καναλιών και άλλων παρόχων ποια είναι;;

Κατ' αρχάς, να ξεκαθαρίσουμε ότι μιλάμε χωρίς τα δεδομένα, δεν ξέρουμε η τροπολογία πότε θα ψηφιστεί και τι θα ορίζει τελικά. Με τα δεδομένα αυτής της στιγμής, αυτή η διάταξη για εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή οδηγία για τις πλατφόρμες, μπορεί να οδηγηθεί σε μπούμερανγκ για την ελληνική κινηματογραφία. Εγώ, μέσα από τη FERA, συμμετείχα στη διαδικασία για ν’ ακολουθήσουμε υπάρξει η οδηγία, ακριβώς γιατί σε άλλες χώρες το 1,5% είναι ζωντανό. Υπάρχει μια διαρκής όσμωση, η Ευρώπη είχε αντιληφθεί ότι πρέπει να ενισχύει το σινεμά κάθε χώρας - η οδηγία προέκυψε από την αγωνία του πώς θα επιβληθεί η υποχρέωση αυτή. Εδώ κινδυνεύουμε να την αφοπλίσουμε. Είναι σαν να έχουμε ένα εργαλείο και επειδή δεν μπαίνει στην πρίζα, πάμε να κόψουμε το καλώδιο. Εμείς πάμε με το ψαλίδι...

Το σινεμά δεν είναι μια κι έξω, έχει διαχρονικότητα κι αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό κι από την Πολιτεία, η ταινία είναι κάτι ζωντανό μέσα στο χρόνο.»

Τι γνώμη έχετε για το άνοιγμα του 1,5% των καναλιών και προς τον ΕΚΟΜΕ;

Διαβάστε εδώ: Το 1,5% των τηλεοπτικών καναλιών θα χρηματοδοτεί τον ΕΚΟΜΕ;

Δεν πρόκειται για άνοιγμα, αλλά για άλλη πολιτική φιλοσοφία. Ο σταθμός μπορεί να το δώσει κατευθείαν στον ΕΚΟΜΕ, να μην λειτουργήσει δηλαδή το σύστημα που τροφοδοτεί την παραγωγή στο γίγνεσθαι, στον παραγωγό. Εχω δηλώσει και παλιότερα ότι ο κάθε χρηματοδοτικός φορέας δεν πρέπει ν’ απορροφά πόρους που θα μπορεί ο ίδιος ο παραγωγός να προσεγγίσει, γιατί έτσι δημιουργείς μονοπώλια που είναι επικίνδυνα, είτε ιδιωτικά είτε κρατικά. Το ίδιο ισχύει και για τον κινηματογράφο, γιατί ένας φορέας αποκτά ιδιαίτερη εξουσία που μετά γίνεται αλαζονεία. Το μέτρο δεν πρέπει να χάσει τον πραγματικό του ρόλο, γιατί οι μηχανισμοί που δημοιυργεί η Πολιτεία υπάρχουν για να δώσουν την ώθηση στη δημιουργική ομάδα να πραγματοποιήσει το στόχο της. Δεν υπάρχουν για να γίνει ένας εξουσιαστικός μηχανισμός που θα καθορίζει μία τάση του κινηματογράφου ή ένα μονοσήμαντο είδος σινεμά, αλλά μια ομπρέλα, που από αυτήν να μπορεί κανείς να εκτιμήσει την πιθανότητα επιτυχίας ενός σχεδίου, πράγμα πολύ δύσκολο, ώστε να σταθεί αρωγός στο κομμάτι που μπορεί.

Ποια είναι η δική σας θέση ως προς την πορεία του ΕΚΟΜΕ τα τελευταία δύο χρόνια; Ποια είναι η δική σας γνώμη για την ενδεχόμενη τροπολογία του νομοσχεδίου ώστε να πριμοδοτείται η τιμολόγηση αλλοδαπών εταιρειών και εργαζομένων; Εδώ στο Flix μας έχετε αναφέρει πολλές φορές ο ίδιος το tax shelter – τι, τελικά, κατάφερε να γίνει πραγματικότητα; Εγινε όπως έπρεπε, ή ευκαιριακά;

Διαβάστε εδώ: Σύσσωμος ο κινηματογραφικός κόσμος ζητά κατάργηση της τροποποίησης που αφορά το cash rebate

Πιστεύω ότι ο ΕΚΟΜΕ έχει προσφέρει πολλά θετικά στην ελληνική κινηματογραφία, είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για να αναπτυχθεί η προσέλκυση ξένων παραγωγών στην Ελλάδα – είναι ένα σοβαρό εργαλείο πια, έκανε τη χώρα πιο ανταγωνιστική. Υπάρχουν κάποια προβλήματα στον ιδρυτικό του νόμο – όλοι γνωρίζουμε ότι πολλές φορές το Film Commission του Κέντρου Κινηματογράφου από τη μία και ο ΕΚΟΜΕ από την άλλη καλούνται να κάνουν την ίδια δουλειά, δύο φορείς με το ίδιο πεδίο δράσης – αλλά δεν φταίει ο ΕΚΟΜΕ γι' αυτό, γιατί ο ιδρυτικός νόμος που προσδιορίζει αυτό το κοινό πεδίο θα πρέπει να ξεκαθαριστεί και, με πρωτοβουλία Υπουργείου Πολιτισμού, να γίνει μια ενιαία κινηματογραφική στραγητική, ώστε να είμαστε πιο αποτελεσματικοί. Το πρόβλημα είναι ζήτημα νομοθετικής προσέγγισης σ’ έναν οργαννσιμό που ήρθε μετά το Film Commission, είναι ένα πρόβλημα εγγενές. Εάν προχωρήσει το νομοσχέδιο για την υλοποίηση της ευρωπαϊκής οδηγίας, προβλέπει διάφορες δραστηριότητες που πριν είχαν δοθεί στο Κέντρο και τώρα μεταφέρονται στον ΕΚΟΜΕ. Πρέπει να υπάρξει συντονισμός, αλλά όχι ως αυτοσκοπός – πρώτα χρειάζεται η χάραξη στρατηγικής, τι θέλουμε να έχουμε στο πεδίο του εθνικού κινηματογράφου, τόσο στην καλλιτεχνική παραγωγή της χώρας, όσο και στη βιομηχανία και ποια διασύνδεση αυτών των δραστηριοτήτων θέλουμε να έχουμε με το εξωτερικό.

Στην πρώτη σας συνέντευξη Τύπου φανήκατε διστακτικός να διατυπώσετε άποψη, πόσο μάλλον να παρέμβετε επίσημα σε πρωτοβουλίες άλλων θεσμών κι οργανισμών, όπως το ΕΚΟΜΕ, το Υπουργείο, την Ακαδημία. Αν το Ελληνικό Κέντρο κινηματογράφου έχει ως πρωταρχικό του σκοπό την προστασία του ελληνικού σινεμά, δεν θα έπρεπε να λειτουργεί ως ασπίδα του, προληπτικά και με αποφασιστικότητα;

Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου δρα μ’ έναν δημόσιο λόγο απέναντι σε ζητήματα ή προβλήματα. Απλώς, προσωπικά μιλώντας, δεν πρέπει να μπαίνουμε στη λογική της εύκολης κριτικής και δαιμονοποίησης, το έχουμε πληρώσει και ως χώρος και ως χώρα, πρέπει να κάνεις δουλειά πριν φτάσεις σ’ ένα συμπέρασμα. Είναι εύκολο να δημιουργείς πυροτεχνήματα αλλά πρέπει να ξέρεις καλά τι σημαίνει αυτό που σχεδιάζεται ή εξαγγέλλεται και, γι’ αυτό, με κίνδυνο να γίνω μονότονος, λέω ότι πρέπει να καθίσουν όλοι οι φορείς σ’ ένα τραπέζι και να καταλάβουμε τι είναι εφικτό, τι ζητούμενο και πώς θα εκφραστεί με πράξεις κι όχι λόγια. Ολοι οι θεσμικοί φορείς οι εμπλεκόμενοι με τον κινηματογράφο και εννοώ, όπως μέχρι σήμερα ορίζουν και ο Νόμος Μερκούρη και ο Νόμος Γερουλάνου, το Υπουργείο Πολιτισμού, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Δράμας, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και, όπως προκύπτει τα τελευταία 5 χρόνια, το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, το ΕΣΡ, ο ΕΚΟΜΕ. Λοιπόν, όλοι αυτοί πρέπει να κάτσουν σ’ ένα τραπέζι, με το να ανταλλάσσουμε απόψεις μέσω συνεντεύξεων, απλώς χάνουμε χρόνο. Ο κάθένας έχει και πρέπει να έχει το πλαίσιό του για να λειτουργήσει – όμως η κινηματογραφία, από τη φύση της, είναι συνέργεια, ένα σύνολο ατόμων και δράσεων. Αυτό είναι μονόδρομος. Εμείς, ως Διοικητικό Συμβούλιο, βρεθήκαμε σε μια χρονική στιγμή όπου από διάφορες πλευρές εκφράζονται διάφορες πολιτικές: τουλάχιστον πλέον έχουν αντιληφθεί ότι ο κινηματογράφος μπορεί να φέρει ανάπτυξη στη χώρα, είτε ο ίδιος, είτε μέσου του τουρισμού, είτε δημιουργώντας θέσεις απασχόλησης και ότι είναι ένα σημαντικό πολιτιστικό εργαλείο για την προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού της χώρας. Αυτό, όμως, πρέπει να ενισχύεται συντονισμένα.

Το 1,5% δεν είναι τιμωρητική διαδικασία. Η τηλεόραση και οι πλατφόρμες αντλούν έργο και καλλιτεχνικό δυναμικό από τον κινηματογράφο.»

Τι σκέψεις υπάρχουν για την παρουσία του Κέντρου και των ταινιών που διαχειρίζεται ως συμπαραγωγός, στο εξωτερικό αλλά και, τώρα πια, στις πλατφόρμες διαδικτυακής προβολής;

Η δυνατότητα της προώθησης ταινιών με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως ορίζει το νομικό πλαίσιο, είναι μέσα στις συζητήσεις μας. Δεν υπάρχει ακόμα στρατηγική, είναι πολύ νωρίς για το διάστημα απ' όταν αναλάβαμε, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πάλι ότι πρέπει να σχεδιαστεί σωστά γιατί το ΕΚΚ έχει ένα μέρος μόνο των δικαιωμάτων πολλών ταινιών, απαιτείται πολύ καλή μελέτη και δουλειά. Στα λόγια είναι εύκολο, βεβαίως, αλλά ας αποφύγουμε μια πρόταση κενή περιεχομένου. Για να το υλοποιήσεις χρειάζεται σοβαρή δουλειά που να πείσει όσους έχουν τα δικαιώματα εκμετάλλευσης ότι σχεδιάζεις κάτι σε βάθος χρόνου που θ’ αποδειχτεί ένα χρήσιμο εργαλείο. Η προσωπική μου τάση είναι να μην επιβάλεις πράγματα, γιατί δεν τα ξέρεις όλα, δεν μπορείς να δραστηριοποιείσαι σε όλα τα επίπεδα, γι’ αυτό και είναι χρήσιμος ο κατακερματισμός των ειδικοτήτων.

Το σινεμά δεν είναι μια κι έξω, έχει διαχρονικότητα κι αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό κι από την Πολιτεία, η ταινία είναι κάτι ζωντανό μέσα στο χρόνο.»

Τι θεωρείτε πως πήγε στραβά με τον Νόμο Γερουλάνου; Γιατί υπήρξε τόσο μεγάλη αντίδραση εναντίον του και ποιος φταίει που δεν εφαρμόστηκε όλα αυτά τα χρόνια; Ποιοι είναι οι άξονες του νόμου που εσείς θα θεωρούσατε ιδιαίτερα σημαντικούς, ως προς τη στήριξη του ελληνικού σινεμά ως προς την παραγωγή αλλά και τη διανομή;

Ουσιαστικά, όταν έγινε ο Νόμος Γερουλάνου και ο ειδικός φόρος κατανέμονταν μεταξύ του παραγωγού, του αιθουσάρχη, κατά ένα μικρό ποσό στο Υπουργείο Πολιτισμού και το κύριο και μεγαλύτερο ποσό πήγαινε στη χρηματοδότηση ταινιών, μέσω του ΕΚΚ, είχε αφεθεί ένας από τους κρίκους χωρίς θεσμοθετημένη χρηματοδότηση κι αυτός ήταν η Διανομή. Οι τότε διοικήσεις του ΕΚΚ δεν φρόντισαν να δημιουργήσουν στιβαρό πρόγραμμα που θα στήριζε τη διανομή ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε ταινίας και της κάθε χρονικής στιγμής. Θα έπρεπε να έχει ένα ευέλικτο σχήμα που ν’ αλλάζει κάθε χρόνο, κάθε δύο χρόνια, γι’ αυτό και προέκυψε παρεξήγηση και ένταση μεταξύ των διανομέων και του νέου νόμου. Αυτό δεν ήταν αδυναμία του νόμου, αλλά μια ευελιξία που παρείχε ο νόμος, ώστε να μη χρειάζεται κάθε τόσο να γίνεται τροποποίηση του.

Γιατί και, κυρίως, πώς αναλαμβάνει κάποιος ένα Κέντρο Κινηματογράφου μετά από μια σύσσωμη παραίτηση, υποψίες για κακοδιαχείριση γενικώς, εκκρεμείς υποθέσεις κλπ;

Από τότε που πρωτομπήκα στο σινεμά, στο δημιουργικό κομμάτι του, γρήγορα είχα εμπλακεί και στα διοικητικά θέματά του, μέσω της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, πιο παλιά είχα αναλάβει στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το ρόλο του συνδετικού κρίκου μεταξύ της Εκθεσης και της Οργανωτικής Επιτροπής. Με κέντριζε ότι άδικο, ή το να λέμε πολλά για το πώς πρέπει να γίνουν τα πράγματα κι όταν σου προτείνουν να πάρεις μέρος, να λες τώρα δεν μπορώ, γιατί ποιοι θα τα κάνουν; Αυτό μου το πρωτοέβαλε στο μυαλό ο Απόστολος Δοξιάδης, όταν προταθήκαμε για το Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΚΚ, τότε η Πέννυ Παναγιωτοπούλου κι εγώ και ήμασταν τα νεώτερα μέλη του. Ο Δοξιάδης ήταν Σύμβουλος Κινηματογραφίας στο Υπουργείο, είχαμε κουβεντιάσει και του έλεγα ότι το ΕΚΚ χρειάζεται πρόγραμμα ευέλικτο για τους νέους σκηνοθέτες και ξαφνικά δέχτηκα ένα τηλεφώνημα. Την πρώτη στιγμή είπα όχι, θα με φάνε τα θηρία και μου είπε ο Δοξιάδης, έξω από το χορό, πολλά τραγούδια λέγονται. Είναι εύκολο να κάνουμε κριτική, να λέμε λόγια όταν βρισκόμαστε απ’ έξω, αλλά όταν σου δοθεί η ευκαιρία, νομίζω ότι οφείλεις ν' αναλάβεις ευθύνη, το θεωρώ υποχρέωση. Δεν θεωρώ ότι τα προηγούμενα ΔΣ δεν το προσπάθησαν. Υπάρχουν και περιπτώσεις που μόνο θέλουν ν’ απολαμβάνουν τα πλεονεκτήματα της θέσης, αλλά το θέμα είναι ότι οι περισσότεροι που περνούν από το ΕΚΚ έχουν διάθεση να προσφέρουν.

Το όνομά σας ήταν από αυτά που ήταν υποψήφια και την πρώτη φορά για το ΔΣ του ΕΚΚ; Γιατί τότε δεν επιλεγήκατε ενώ τώρα ήσασταν η τέλεια λύση για όλους;

Δεν το ξέρω εγώ, αν κάτι δεν συμβεί και τα τεκμήρια δεν το αποδεικνύουν, δεν υπάρχει. Οι μόνοι που μπορούν να απαντήσουν είναι το Υπουργείο, αλλά μπορώ να πω ότι δεν δέχτηκα κάποιο τηλέφωνημα – αν το συζητούσατε μεταξύ σας, αυτό δεν έφτασε ποτέ να είναι πρόταση.

Είναι εύκολο να κάνουμε κριτική, να λέμε λόγια όταν βρισκόμαστε απ’ έξω, αλλά όταν σου δοθεί η ευκαιρία, νομίζω ότι οφείλεις ν' αναλάβεις ευθύνη, το θεωρώ υποχρέωση.»

Πώς θα καταφέρει το Κέντρο να μην είναι εξαρτώμενο από τις αλλαγές κυβερνήσεων, υπουργών, διαθέσεων και κέντρων επιρροής;

Από τη φύση του νόμου, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου είναι οργανισμός εποπτευόμενος από το Υπουργείο Πολιτισμού, το Υπουργείο μπορεί να σε ελέγξει για την πολιτική σου και την οικονομική σου διαχείρηση, άρα πρακτικά είναι εξαρτημένο. Στην ηθική πλευρά, θα πρέπει όλοι ν' αντιληφθούμε, ως κοινωνία, αυτό που συμβαίνει σε άλλες χώρες, όπου αναγνωρίζεται ο βαθμός ανεξαρτησία που είναι απαραίτητος για να παράγεται έργο. Μέχρι τώρα και από την πρώτη στιγμή, μου δόθηκε η δυνατότητα και ο χώρος για να λειτουργήσω όπως ήθελα και αισθανόμουν, δεν μου επιβλήθηκε ένα Διοικητικό Συμβούλιο, πρότεινα, ήθελα να έχω την ευθύνη της σύνθεσής του. Πρώτον για να μην μπορώ αργότερα να κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου και να λέω «μου έβαλαν τον έναν και τον άλλον», αλλά κι επειδή χρειαζόμουν μια ομάδα που να λειτουργήσει και να δουλέψει και που να μην είναι yes men. Κι ας θεωρηθεί ότι είμαι φιλοκυβερνητικός, ή ότι γλύφω το Υπουργείο, εγώ θεωρώ ότι παραθέτω γεγονότα. Είναι σημαντικό και στην κινηματογραφική κοινότητα να μιλάμε όχι με φήμες, όχι με ποστ στο facebook, αλλά σταράτα κι απ’ ευθείας.

Διαβάστε εδώ: Worst of 2020 | (Οχι άλλο) Ειδικό Πρόγραμμα ενίσχυσης του ελληνικού σινεμά λόγω της πανδημίας

Για παράδειγμα, όταν χρειάστηκε να λύσουμε τον γόρδιο δεσμό του Προγράμματος Covid, διαμορφώσαμε ένα συμπληρωματικό πρόγραμμα: εκεί το Υπουργείο ήταν συνεργάτης, έβαλε άλλο ένα εκατομμύριο ευρώ για να βοηθήσει στην επίλυση του προβλήματος και να χρηματοδοτήσει επιπλέον σχέδια. Αρα τα δείγματα μέχρι στιγμής είναι δείγματα καλής συνεργασίας και κατανόησης. Η πιο συχνή συνεργασία είναι με τον Νικόλα Γιατρομανωλάκη, ως Γενικό Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, μια και ο κινηματογράφος είναι αρμοδιότητά του. Αλλά και με την ίδια την Υπουργό, όποτε χρειάστηκε, υπήρξε συνεργασία και όχι επιβολή άποψης κι εύχομαι να διατηρηθεί.

Χρειαζόμουν μια ομάδα που να λειτουργήσει και να δουλέψει και που να μην είναι yes men. Κι ας θεωρηθεί ότι είμαι φιλοκυβερνητικός, ή ότι γλύφω το Υπουργείο, εγώ θεωρώ ότι παραθέτω γεγονότα.»

Γιατί σταμάτησε το ελληνογαλλικό ταμείο; Υπάρχει περίπτωση να ξανασυμβεί;

Ηδη κάναμε συνάντηση με την Πρεσβεία της Γαλλίας και τον Επιτετραμμένο επί των Οπτικοακουστικών και θέσαμε το θέμα του Ταμείου, αλλά και της αναθεώρησης και επικαιροποίησης της ελληνογαλλικής συμφωνίας υποστήριξης παραγωγής. Δεν ξέρω το χρονοδιάγραμμα που θ' ακολουθηθεί, αλλά η πρόθεση της αναβίωσης υπάρχει.

Γιατί δεν υπάρχει υποχρέωση των αιθουσών να παίζουν ελληνικό σινεμά;

Διαβάστε εδώ: H Eνωση Σκηνοθετών Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου ζητάει την απόσυρση της κατάργησης του ειδικού φόρου επί των εισιτηρίων

Δεν υπάρχει γιατί το θεσμικό πλαίσιο καταργήθηκε με την κατάργηση του ειδικού φόρου. Εμεινε ένα κενό, μια τρύπα. Οπότε είτε το ζήτημα θα το επωμιστεί το ΕΚΚ και όσο πιο πολλά επωμιστεί, κάποια στιγμή θα κλατάρει, είτε όλοι οι φορείς, με την πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολιτισμού, θα πρέπει να καθίσουν σ’ ένα τραπέζι και να δουν πώς μπορεί ο καθένας να καλύψει μικρές αδυναμίες του νόμου για να γίνει πιο αποτελεσματική η εφαρμογή του. Τώρα, μέσα στις προτάσεις του νομοσχεδίου της Γ.Γ. Επικοινωνίας και Ενημέρωσης, βλέπουμε να αφαιρείται η χορήγηση ιθαγένειας από το ΕΚΚ και να ανατίθεται στον ΕΚΟΜΕ – η ιθαγένεια παλιότερα ήταν ευθύνη του Τμήματος Κινηματογράφου του Υπουργείου Πολιτισμού, στην πορεία πέρασε στο ΕΚΚ με τη λογική δημιουργίας του εθνικού φορέα που ίσως έχει καλύτερη γνώση του αντικειμένου. Ξαφνικά έρχεται πρόταση να φύγει και να πάει εκεί. Δεν ξέρω ποια είναι η τεχνογνωσία και φιλοσοφία, μπορεί ν’ αγνοώ κάποια δεδομένα. Ομως πρέπει να υπάρξει αυτός ο γύρος συνομιλιών, αλλιώς δεν φτιάχνεις εθνικό σχέδιο για την κινηματογραφία.

Γιατί ο κινηματογράφος είναι τόσο χαμηλά στις προτεραιότητες του Υπουργείου, ενώ την ίδια στιγμή είναι επενδυτική δύναμη, έχει παρουσία στο εξωτερικό - όλα αυτά που δηλαδή αναζητούμε διακαώς σε άλλους τομείς;

Διαχρονικά δεν πιστεύω ότι ο κινηματογράφος ήταν το «παραπαίδι» των τεχνών, για παράδειγμα με τον νόμο Μελίνας-Ζαχαρία ήταν η μόνη τέχνη που είχε γνωμοδοτικό συμβούλιο και σύμβουλο κινηματογραφίας στο Υπουργείο Πολιτισμού. Θα τολμήσω να πω ότι νομίζω πως μια μεγάλη ευθύνη φέρουμε κι εμείς οι ίδιοι. Την περίοδο της αυτοδιαχείρισης, ο νόμος Μερκούρη - Ζαχαρία, οδήγησε σε αδιέξοδο και η αντίδραση ήταν οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη που εξέφρασαν ότι ασφυκτιούσαν μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Η ύπαρξη, σήμερα Γενικού Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού δίνει τη δυνατότητα στον κινηματογράφο να βρίσκεται σε απ' ευθείας συνομιλία με το Υπουργείο Πολιτισμού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Υπουργείο Πολιτισμού είναι ένα από τα παλαιότερα υπουργεία στη χώρα και επιφορτισμένο με τη μεγάλη ευθύνη διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς που εντοπίζετα πολλές φορές στον αρχαίο πολιτισμό. Αρα ίσως το παράπονο είναι ότι ο σύγχρονος πολιτισμός δεν έχει εξεταστεί στρατηγικά. Αλλά η ύπαρξη ενός Γενικού Γραμματέα, επιφορτισμένου με την ευθύνη του σύγχρονου πολιτισμού, δείχνει αυτή την τάση, ότι, δηλαδή, αυτό πρέπει να αναθεωρηθεί κι εγώ το βλέπω πολύ θετικά. Οποια δουλειά έχει δημόσια ευθύνη κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Βέβαια, υπήρχαν χρονικές στιγμές όπου, πράγματι, Υπουργοί κατά τη θητεία τους δεν άρπαξαν την ευκαιρία, μέσα από τις επιτυχίες του ελληνικού σινεμά στο εξωτερικό, να δημιουργήσουν συνθήκες για τη χάραξη εθνικής πολιτικής για τον κινηματογράφο.

Είναι σημαντικό και στην κινηματογραφική κοινότητα να μιλάμε όχι με φήμες, όχι με ποστ στο facebook, αλλά σταράτα κι απ’ ευθείας.»

Ποια θεωρείτε πως θα είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που θ’ αντιμετωπίσετε στη θητεία σας;

Να πετύχουμε αυτά που ονειρευόμαστε ως Διοικητικό Συμβούλιο. Με την ελπίδα, πάντα, ότι τα όνειρά μας είναι και όνειρα άλλων.

Τι περιμένετε ο ίδιος από τους υπόλοιπους επαγγελματίες του κλάδου ώστε να δουλέψετε πιο αποτελεσματικά;

Θεωρώ ότι πρέπει ο χώρος να δεχτεί ότι το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου είναι ένα εργαλείο για την ανάπτυξη της κινηματογραφίας και να μας δώσει το χρόνο και την πίστωση σε λάθη για να μπορέσουμε αυτό να το κάνουμε το νέο μότο του ελληνικού κέντρου κινηματογράφου. Δεν εννοώ να μας συγχωρέσει λάθη, απλώς να μην αρχίσει η προσφιλής συνήθεια των εύκολων συμπερασμάτων και της μήνης εναντίων των καταστάσεων. Πρέπει να υπάρχει αυτό που θα λέγαμε δημιουργική όσμωση.

Και ως δημιουργός, πως αντιδράτε στην κατηγορία ότι για το γεγονός ότι οι Ελληνες δεν βλέπουν ελληνικό σινεμά φταίνε οι ταινίες; Πώς θα μπορέσει το ελληνικό σινεμά να αφορά το κοινό του;

Η κάθε εθνική κινηματογραφία πρέπει να αφορά την παγκόσμια κοινότητα. Ο κινηματογράφος είναι μια λαϊκή, παγκόσμια τέχνη. Εχει ήδη το στοιχείο της μη εθνικής ταυτότητας από τη φύση της χρηματοδότησης, σήμερα το 90% των ταινιών πρέπει να βρίσκουν συμπαραγωγούς σε άλλες χώρες, συνένοχους στο εγχείρημα. Αυτό που έχει χαθεί τα τελευταία χρόνια είναι η σύνδεση με το κοινό. Χρειάζεται δουλειά για να ανακτηθεί η αξιοπιστία. Επιπλέον, όλες οι ταινίες δεν θα έχουν 200, 300.000 κοινό. Ναι, ας το πούμε με ειλικρίνεια πια, υπάρχουν και ταινίες πολύ σινεφίλ κοινού. Αυτή είναι η διαφορά μιας εθνικής στρατηγικής, με την ελευθερία που έχει η παραγωγή που έχει πια διεθνοποιηθεί. Είναι διεθνοποιημένος ο ελληνικός κινηματογράφος, έχει χάσει ένα τμήμα του την επαφή του με το ελληνικό κοινό. Πέρσι, βέβαια, είχαμε το παράδειγμα της «Ευτυχία», με σκηνοθέτη τον Αγγελο Φραντζή, έναν από τους πιο art δημιουργούς, του οποίου ως τώρα το 90% των θεατών αγνοούσε την ύπαρξη. Επίσης, όμως, θέλω να τολμήσω να προσάψω και στο κοινό κάτι. Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος μου είχε μιλήσει, όταν βγήκε στις αίθουσες η ταινία του, «Ο Εχθρός μου» κι έκανε περίπου 20.000 εισιτήρια. Εκείνος πάντα έφτιαχνε σινεμά με προσέγγιση προς το κοινό, με τον τρόπο που εξέφραζε το καλλιτεχνικό του έργο, άρα το νούμερο ήταν για εκείνον ένα σοκ. Ομως, ξαφνικά, όταν μπλοκαρίστηκε μια πλατφόρμα παράνομης διακίνησης ταινιών, έμαθε ότι εκεί η ταινία είχε 300.000 θεατές. Αρα εδώ βρίσκεται και η ευθύνη του κοινού, όταν λέει, δεν θα τη δω στην αίθουσα, θα την κατεβάσω - αν η ταινία είχε κάνει 320.000 εισιτήρια στο σινεμά θα ήταν μια καταπληκτική επιτυχία. Πάντως, όλες οι ταινίες δεν είναι των 500.000 εισιτηρίων στην αίθουσα - αλλά όλες όσες έχουν κάτι, θα βρουν το κοινό τους και πάντα θα υπάρχουν κι ορισμένες που δεν θα βρουν κανένα κοινό, ούτε διανομή κι αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Τη βεντάλια πρέπει να επιδιώξουμε. Να δουλέψουμε με τον θεατή για να κερδίσουμε σε αξιοπιστία, ώστε να δεχτεί να καταβάλλει το αντίτιμο του εισιτηρίου. Πολλοί παραγνωρίζουν την επιτυχία των τελευταίων ετών, να διεισδύουν οι ελληνικές ταινίες στο εξωτερικό και μάλιστα στην αίθουσα, πέρα από τα Φεστιβάλ. Οχι στο mainstream κύκλωμα ίσως, αλλά κανονικά σε αίθουσα, όχι σε... γκαλερί, που νομίζουν κάποιοι. Επομένως, η δουλειά πρέπει να γίνει έχοντας κατά νου ότι το ελληνικό σινεμά έχει θετικό αντίκτυπο, αλλά πρέπει να ξανακερδίσει την επικοινωνία του και με το ελληνικό κοινό.