Συνέντευξη

Γιάννης Καράμπαμπας: «Η τρυφερότητα είναι το όπλο μας σε αυτόν τον βίαιο κόσμο»

of 10

Με τον ντεμπούτο του στο «Wishbone» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου έφυγε από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με βραβείο. Ποιος είναι αυτός ο νέος ταλαντούχος πρωταγωνιστής; Ποιος αυτός ο ευαίσθητος, τρυφερός άνθρωπος;

Γιάννης Καράμπαμπας: «Η τρυφερότητα είναι το όπλο μας σε αυτόν τον βίαιο κόσμο»
Φωτογραφίες: Μιχάλης Κωνσταντάς

H Πέννυ Παναγιωτοπούλου («September», «Δύσκολοι Αποχαιρετισμοί: Ο Μπαμπάς μου») επιστρέφει με μία νέα ταινία, αλλά με την ίδια ευαισθησία στην παρατήρηση των ανθρώπων. Ή, μάλλον, στο να ρίχνει ένα τρυφερό βλέμμα κατανόησης στους τσακισμένους ανθρώπους, σε αυτούς που είναι φτιαγμένα από τρυφερά, εύθραυστα, ευάλωτα υλικά και οι ασφυκτικές, αδιέξοδες ζωές τους τρίβουν σαν γυαλόχαρτο.

Αν ποτέ έχετε κατοικήσει σε διαδρόμους νοσοκομείων, ως φροντιστές σε αγαπημένους στις τρομακτικές τους στιγμές, το σεκιούριτι, ο νοσοκόμος, ο γιατρός που θα δείξει μία ευαισθησία παραπάνω στην ανάγκη σας, που θα καταλάβει ότι μέσα σε ένα από αυτά τα πανομοιότυπα αποστειρωμένα δωμάτια δεν κρύβεται «ακόμα ένας», αλλά ο άνθρωπός σας, θα είναι το μοναδικό σας στήριγμα από την τρέλα.

wishbone

Ενα τέτοιο ρόλο έγραψε η Παναγιωτοπούλου για τον κεντρικό της ήρωα στο «Wishbone» ως πλαίσιο στην προσωπική του ιστορία. Γιατί όπως σκληρό, απάνθρωπο και -όπως θα δούμε- διεφθαρμένο είναι το σύμπαν του νοσοκομείου που βρήκε δουλειά ο «Κώστας», τόσο επώδυνη και η προσωπική του ζωή. Με ευθύνες, διλήμματα και αποφάσεις ζωής και θανάτου.

Ποιος θα ενσάρκωνε έναν τέτοιο νεαρό άντρα; Με σκληρό περίβλημα, αλλά εύθραυστη καρδιά; Με την ανεμελιά, την ερωτευμένη νιότη, αλλά ευθύνες πατριάρχη μίας χτυπημένης από τραγωδίες οικογένειας; Σε μια χώρα που η διαφθορά και η ατιμωρησία επιβραβεύονται, και οι κάτοικοί της έχουν πέσει σ' ένα μούδιασμα παραίτησης, ποιος θα έκοβε το γιάντες (Wishbone) με την ευχή για δικαιοσύνη, ισότητα, ζωή; Οχι μόνο «επιβίωση»;

Η Παναγιωτοπούλου δεν απευθύνθηκε σε κάποιον ήδη γνωστό ηθοποιό. Εψαξε και τον βρήκε, στα πρώτα βήματά του, στο θέατρο. Και όταν συναντά κανείς τον Γιάννη Καράμπαμπα, καταλαβαίνεις από τις πρώτες στιγμές τι είδε - πέραν του ταλέντου, της δουλειάς, της λάμψης του πάνω στην οθόνη. Μία ήρεμη, καθόλου φωναχτή, ακεραιότητα που, όχι, δεν συναντάς συχνά πια.

Διαβάστε την κριτική του Flix; για το «Wishbone» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Γιάννη, η ιστορία σου για το πώς έγινες ηθοποιός είναι πρωτότυπη - πέρασες σε εντελώς άλλη σχολή, με εντελώς άλλη κατεύθυνση, αλλά εκεί σου μπήκε το μικρόβιο της υποκριτικής. Πες μας λίγο πώς προέκυψε αυτή η στροφή στη ζωή σου... 

Πέρασα στην σχολή Εκπαιδευτικών Πολιτικών Μηχανικών, μετακόμισα στην Αθήνα και γνώρισα κάποιους απ’ τους ανθρώπους που με συντροφεύουν ακόμα στην ζωή μου. Μπήκα στην ερασιτεχνική θεατρική ομάδα της σχολής και έγινα μέλος μιας ευρύτερης κοινότητας ανθρώπων, με κοινούς προβληματισμούς και ανησυχίες. Αυτή ήταν η αρχή, είχαμε ένα θέατρο όλο δικό μας, το αμφιθέατρο της σχολής, διαβάζαμε, φτιάχναμε τα σκηνικά, ανεβάζαμε παραστάσεις. Εκεί μέσα άρχισα να βρίσκω τον εαυτό μου. Ενιωθα ελεύθερος μέσα σε αυτήν την ομαδική λειτουργία και δημιουργικός . Οταν δύο φίλοι αποφάσισαν να δώσουν εξετάσεις σε δραματική σχολή είπα θα δώσω και εγώ. Νομίζω το μικρόβιο το έφεραν οι άνθρωποι της ζωής μου - από παιδί μέχρι και σήμερα και ήμουν τυχερός που τους είχα κοντά μου.

Και τώρα, πρώτος μεγάλος κινηματογραφικός ρόλος. Πώς σε ανακάλυψε η Πέννυ Παναγιωτοπούλου, τι σου είπε για το «Wishbone», τι σε ενέπνευσε ώστε να είναι αυτή η ταινία το ντεμπούτο σου στο σινεμά; Τι σε άγγιξε στην Πέννυ, τι στον «Κώστα» και την ιστορία του;

Πρoτού γνωρίσω την Πέννυ, αφού είχε κανονιστεί ήδη το πρώτο μας ραντεβού, έκατσα και είδα τις δύο προηγούμενες ταινίες της, το «Δύσκολοι Αποχαιρετισμοί: ο Μπαμπάς μου» και το «September». Με γοήτευσε η τρυφερότητα και η ευαισθησία με την οποία αντιμετώπιζε αυτές τις πιο σκοτεινές πλευρές της ζωής, όπως είναι ο θάνατος, η απώλεια, η μοναξιά. Αλλά και το πώς οι ιστορίες της, τοποθετημένες στην σκληρή πραγματικότητα του σήμερα, εμπεριείχαν μια ηρεμία και μια τρυφερότητα. Ενιωσα κάπως, ανεξήγητα, κοντά της.

Οταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά, μετά από μερικές μέρες, η διαίσθησή μου επιβεβαιώθηκε. Συντονιστήκαμε πολύ γρήγορα, κάναμε κάποια δοκιμαστικά και μου είπε «πάρε να διαβάσεις το σενάριο και πάμε να το κάνουμε παρέα». Αυτή η τρυφερότητα που κουβαλούσε κρυβόταν κι εδώ, σε αυτήν την ιστορία και στον ήρωά της. Με άγγιξε στον Κώστα αυτός ο τόσο ευαίσθητος ψυχικός του κόσμος κι ο αγώνας που έπρεπε να δώσει για να τον προστατέψει.

Με γοήτευσε η τρυφερότητα και η ευαισθησία με την οποία η Πέννυ αντιμετώπιζε αυτές τις πιο σκοτεινές πλευρές της ζωής, όπως είναι ο θάνατος, η απώλεια, η μοναξιά. Αλλά και το πώς οι ιστορίες της, τοποθετημένες στην σκληρή πραγματικότητα του σήμερα, εμπεριείχαν μια ηρεμία και μια τρυφερότητα. Ενιωσα κάπως, ανεξήγητα, κοντά της.»

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Το ντεμπούτο στο σινεμά σίγουρα θα έχει όμως και ένα (έστω δημιουργικό) άγχος. Εχοντας μεγαλύτερη εμπειρία στο θέατρο που είναι ένα εντελώς διαφορετικό μέσο, ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση του να προσεγγίσεις τον ρόλο με σωστές ισορροπίες - αυτές του κινηματογραφικού φακού;

Μπήκα σε έναν νέο και σχεδόν άγνωστο τόπο, σχετικά με το μέγεθος του ρόλου και τις διαδικασίες του γυρίσματος και ,ναι, υπήρχε το δημιουργικό άγχος αλλά η συνθήκη και οι άνθρωποι βοήθησαν πολύ. Κατάλαβα γρήγορα την σχέση του φακού με τον χρόνο, με το παρόν και ήξερα πως η Πέννυ αναζητούσε την αλήθεια της στιγμής, ήθελε το στοιχείο του ντοκουμέντου και έτσι προσπάθησα να εστιάσω εκεί. Ο Κώστας, παρά τον έντονο συναισθηματισμό του και την ευαλωτότητά του, εξωτερικά έπρεπε να δείχνει συμπαγής και ανθεκτικός για να επιβιώσει. Ετσι λοιπόν προσπάθησα να φέρω σε ισορροπία την εσωτερική του ζωτικότητα με την εξωτερική σωματική και εκφραστική του συστολή χωρίς την ίδια στιγμή να χάσω την αυθεντικότητά μου και τον αυθορμητισμό μου.

Κουβαλάς τον Κώστα ήσυχα, μελαγχολικά, σιωπηλά - με μια αυτοπεποίθηση που συνήθως απαιτεί εμπειρία. Σε καθοδήγησε η σκηνοθέτης σου με κάποια σημεία αναφοράς - άλλες ταινίες, άλλους ρόλους στο σινεμά- για να σε βοηθήσει να επιτύχεις αυτή τη σωστή τονικότητα;

Με την Πέννυ αναφερθήκαμε σε διάφορες ταινίες όπως το «Serpico», αλλά κυρίως για τα διλήμματα των ηρώων και τις προβληματικές των διεφθαρμένων πολιτικών συστημάτων μέσα στα οποία ζουν. Οσο αφορά το «Wishbone» και τον Κώστα, όμως, όχι δεν πήρα στοιχεία από κάπου συγκεκριμένα. Συζητήσαμε με την Πέννυ πώς φανταζόμαστε αυτόν τον ήρωα μέσα στην ιστορία του, από τον ψυχικό του και αξιακό του πυρήνα, τις σχέσεις του μέχρι και τα όνειρά του. Κατάλαβα πώς έψαχνε στον Κώστα αυτόν τον εσωτερικό αναβρασμό και το πώς αποτυπώνονται τα γεγονότα μέσα του χωρίς να περιγραφούν. Μετά έκανα τη δουλειά μου, να κάτσω και να τα συνθέσω. Σκοπός ήταν να αναδειχθεί η ουσία.

Ζούμε σε μια τέτοια χώρα: της διαφθοράς, της κρίσης, της ατιμωρησίας, της συνολικής υποτίμησης της κοινωνίας από τα συστήματα εξουσίας. Αν δεν παίξεις με τους κανόνες, όχι της ομαλής και δημιουργικής συμβίωσης αλλά της “αγοράς” είσαι εκτός και καταδικασμένος. Μπορεί να ακούγεται γραφικό για κάποιους, αλλά αν θέλουμε να αυτοαποκαλούμαστε πολιτισμένη κοινωνία χρειαζόμαστε ως αφετηρία την αλήθεια, την δικαιοσύνη, τον πολιτισμό, και φυσικά ανεπτυγμένα δημόσια συστήματα εκπαίδευσης και υγείας. Η δουλειά είναι τόσο προσωπική όσο και συλλογική...»

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Πόσο κοντά ένιωσες στην απόγνωση του ήρωα και στην εικόνα μίας διεφθαρμένης χώρας - παραλυμένης από την οικονομική κι ηθική κρίση; Υπάρχει διέξοδος, συλλογικά, προσωπικά; 

Βιωματικά μπορεί να μην είμαι στο ίδιο σημείο με τον Κώστα, όσο αφορά τις απώλειές του και τα τραύματα που συνεπάγονται, αλλά σίγουρα νιώθω κοντά του και κατανοώ την απόγνωσή του. Ζούμε σε μια τέτοια χώρα: της διαφθοράς, της κρίσης, της ατιμωρησίας, της συνολικής υποτίμησης της κοινωνίας από τα συστήματα εξουσίας. Αν δεν παίξεις με τους κανόνες, όχι της ομαλής και δημιουργικής συμβίωσης αλλά της “αγοράς” είσαι εκτός και καταδικασμένος. Μπορεί να ακούγεται γραφικό για κάποιους, αλλά αν θέλουμε να αυτοαποκαλούμαστε πολιτισμένη κοινωνία χρειαζόμαστε ως αφετηρία την αλήθεια, την δικαιοσύνη, τον πολιτισμό, και φυσικά ανεπτυγμένα δημόσια συστήματα εκπαίδευσης και υγείας. Η δουλειά είναι τόσο προσωπική όσο και συλλογική.

Κατανοείς τον άνθρωπο που θα λυγίσει στην πίεση και θα πάει ενάντια στις αρχές του; Ή αν κάνεις την πρώτη υποχώρηση, μετά κατρακυλάς εντελώς;

Κατανοώ τον άνθρωπο γενικά μέχρι το σημείο που οι πράξεις του και η συμπεριφορά του δεν βλάπτει, δεν υποτιμά ή δεν προσβάλλει κάποιον άλλον. Και αναφέρομαι στον μέσο όρο των ανθρώπων στην χώρα μας. Ζούμε σε ένα σύστημα βασισμένο στην ανισότητα και στην αδικία όπως είπα και πριν. Δεν μπορείς να βάλεις στην ίδια ζυγαριά, έναν άνθρωπο που δεν έχει να φάει, να ταΐσει τα παιδιά του και φοβάται για την ζωή του με έναν που έχει εξασφαλίσει τα βασικά, πόσο μάλλον με αυτόν που έχει τα πολλά. Ο άνθρωπος θα κάνει τα πάντα για να επιβιώσει. Το ζήτημα είναι πώς θα καταφέρουμε σαν κοινωνία να γίνουμε συμπεριληπτικοί και να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για ίσες ευκαιρίες και ίσα δικαιώματα για όλους. Τότε ίσως η πίεση μειωθεί και μαζί με αυτήν η υποχώρηση και η κατρακύλα.

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Λένε «μην παίζεις ποτέ με παιδιά και ζώα». Πώς πλησίασες, συνεργάστηκες, κέρδισες την εμπιστοσύνη της Γαρουφαλίνας Κοντόζου και βγάζετε αυτή τη χημεία στην οθόνη; Αξιολάτρευτο αυτό το κοριτσάκι που παίζει για πρώτη φορά στο σινεμά.

Να σου πω την αλήθεια με συγκινεί βαθιά η αθωότητά και η αμεσότητα των παιδιών, νιώθω οικεία μαζί τους. Οταν παίζω με την ανιψιά μου νιώθω ότι μπαίνω σε ένα παράλληλο σύμπαν, σαν να γίνομαι και εγώ ξανά, επιτέλους, παιδί. Το έχω ανάγκη, με κουράζει η συνεχής προσπάθεια τού να είναι όλα σοβαρά. Αντίθετα, η ανεμελιά και η αλήθεια με αναζωογονούν, θεωρώ ότι αναδεικνύουν τον άνθρωπο στο βάθος μου.

Με την Γαρουφαλίνα ένιωσα αμέσως πολύ οικεία. Ηταν πολύ γλυκιά και συνεσταλμένη και είχε όρεξη για παιχνίδι, χωρίς καμιά προσωπική φιλοδοξία, παρά μόνο με την λαχτάρα για το παραμύθι. Δεν έγινε, λοιπόν, καμία προσπάθεια για τίποτα. Αντιμετωπίσαμε ο ένας τον άλλον σαν ίσος προς ίσο. Δεν είχαμε στο μυαλό μας το αποτέλεσμα, μόνο την ιστορία. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι υπήρχε προσοχή και φροντίδα από τους ανθρώπους της ομάδας και αυτό συνέβαλε στο να διαμορφωθεί ένα ασφαλές περιβάλλον που είναι απόλυτα αναγκαίο για να συμβούν όλα τα παραπάνω.

Το «Wishbone» είναι μια καλή αφορμή για να καταλάβουμε ότι το να είσαι ευαίσθητος, εύθραυστος και τρυφερός δεν είναι μειονέκτημα, όπως συνηθίζουμε να πιστεύουμε, αλλά το όπλο μας απέναντι σε αυτόν τον βίαιο κόσμο που ζούμε.»

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Και ενώ, υποθέτω, είχες την προσωπική σου αγωνία για την πρεμιέρα της ταινίας, τι τελικά κατάφερες στην πρώτη απόπειρα, αν κέρδισες τα προσωπικά σου στοιχήματα… κερδίζεις κατευθείαν το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού στη Θεσσαλονίκη. Πόσο σοκ ήταν αυτό, πόση δύναμη, πόση αυτοπεποίθηση σου έδωσε για το μέλλον;

Ακόμα τα διαπραγματεύομαι τα πράγματα μέσα μου. Η πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ήταν μοναδική εμπειρία εννοώντας ότι βρέθηκα στον τόπο όπου μεγάλωσα, στο μέρος όπου έκανα τα πρώτα μου βήματα στην υποκριτική, με όλους τους αγαπημένους μου ανθρώπους, να βλέπω την πρώτη μου ταινία, τον κόπο που κατέβαλα, την δουλειά που κάναμε με όλη την ομάδα να παίρνουν σάρκα και οστά. Είναι μία νίκη, όχι η επιτυχία αλλά η προσωπική κατάθεση καθ’ εαυτή. Οταν ήρθε το βραβείο ένιωσα σαν να κλείνει ένας κύκλος και να ανοίγει κάποιος άλλος. Και δύναμη λοιπόν και αυτοπεποίθηση και πολλή όρεξη για δουλειά.

Σινεμά ή θέατρο; Ποια τα γοητευτικά στοιχεία του κάθε μέσου, ποιες οι δυσκολίες του; Τι ταιριάζει σε σένα περισσότερο;

Δεν έχω καταλήξει ακόμα. Το θέατρο είναι ο κοινός χωροχρόνος του θεατή, του ηθοποιού, της σκηνικής δημιουργίας και τελικά της παράστασης που τα εμπεριέχει όλα. Μια κοινή μετατόπιση και είναι ίσως η πιο αποκαλυπτική λειτουργία για έναν ηθοποιό. Από την άλλη, το σινεμά είναι η δύναμη της στιγμής, της εικόνας και της αφήγησης. Με γοητεύουν και νιώθω σαν καλλιτέχνης ότι τα χρειάζομαι και τα δύο.

Εγώ, τι ευχή θα έκανα; Ενα κερδισμένο γιάντες για όλες τις χαμένες, πληγωμένες και αδικημένες ψυχές αυτού του κόσμου.»

Γιάννης Καράμπαμπας Photo credit: Μιχάλης Κωνσταντάς

Το ελληνικό σινεμά έχει κι έναν ιδιαίτερο βαθμό δυσκολίας: ενώ τα τελευταία 15 χρόνια έχει φέρει μεγάλες διακρίσεις και βραβεία από φεστιβάλ του εξωτερικού, στην Ελλάδα γίνεται με αίμα και ιδρώτα, ενώ τα εισιτήρια δείχνουν κι ένα επιφυλακτικό κοινό. Τι θα έλεγες για το «Wishbone» στον Ελληνα θεατή - γιατί να το δει;

Το ελληνικό σινεμά έχει διακρίσεις και βραβεία και τρομερά ταλαντούχους καλλιτέχνες να το απαρτίζουν. Παρ’ όλα αυτά παραμένει μια μικρή αγορά και όχι τόσο κερδοφόρα όσο θα ήθελαν κάποιοι για να επενδύσουν σε αυτό. Είναι υποτιμημένο -όπως ο πολιτισμός συνολικά στην χώρα μας. Επιπλέον όλη αυτή ή τάση της πλατφόρμας και της εύκολης πρόσβασης τόσο σε ταινίες όσο και στη μουσική και σε οποιαδήποτε άλλη μορφή τέχνης μας έχει αδρανοποιήσει, εξαφανίζοντας τον κόπο, την προσπάθεια και την ανάγκη που γεννιέται από την διαδικασία της αναζήτησης και της προσωπικής εμπλοκής. Γιατί να το δει λοιπόν; Αναφέρομαι και σε μένα. Για να πάει στο σινεμά.

Το «Wishbone» είναι μια καλή αφορμή για να καταλάβουμε ότι το να είσαι ευαίσθητος, εύθραυστος και τρυφερός δεν είναι μειονέκτημα, όπως συνηθίζουμε να πιστεύουμε, αλλά το όπλο μας απέναντι σε αυτόν τον βίαιο κόσμο που ζούμε.

Αν είχες στα χέρια σου ένα wishbone, ένα γιάντες, τι ευχή θα έκανες; Για τη ζωή, την καριέρα σου, τα όνειρα σου;

Ενα κερδισμένο γιάντες για όλες τις χαμένες, πληγωμένες και αδικημένες ψυχές αυτού του κόσμου.

Το «Wishbone» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 20 Μαρτίου από την Rosebud.21