Η σφαγή του Λάντλοου και η δολοφονία του Ελληνα μετανάστη και συνδικαλιστή Λούη Τίκα (Ηλία Σπαντιδάκη) αποτελεί μία από τις κομβικές στιγμές του αμερικανικού εργατικού κινήματος και ενώνει, έναν ολόκληρο αιώνα μετά, τις ΗΠΑ του 1914 με τις εργατικές και μεταναστευτικές διεκδικήσεις της Ελλάδας του 2014. Η Λαμπρινή Θωμά και ο Νίκος Βεντούρας αναζήτησαν τις μνήμες, την ιστορία και την κληρονομιά του Λούη Τίκα και του Λάντλοου στο Κολοράντο, και μίλησαν με κορυφαίους ιστορικούς, καλλιτέχνες και απογόνους ανθρακωρύχων, καταγράφοντας τα σημάδια που άφησε στο σώμα της εργατικής Αμερικής μία τραγωδία που πολλοί προσπάθησαν να κάνουν να ξεχαστεί.
H αλήθεια είναι πως όταν τελειώνει το «Palikari», όπως είναι και ο αυθεντικός τίτλος του ντοκιμαντέρ του Νίκου Βεντούρα, σου δημιουργείται αυτόματα η επιθυμία να μάθεις και άλλα πράγματα για τη σφαγή στο Λάντλοου, την ιστορία του Λούη Τίκα, το μύθο της Mother Jones, τη γέννηση των συνδικάτων στην Αμερική και την αφετηρία του εργατικού κινήματος που υπήρξε σημαία για μια ολόκληρη αλλαγή στην κοινωνία.
Αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό ή κακό για ένα ντοκιμαντέρ που σε κάθε περίπτωση αφηγείται μια άγνωστη ιστορία γραμμικά και χρονολογικά, αποκλειστικά μέσα από talking heads - ανθρώπους που επιστημονικά ή βιωματικά ξέρουν τα γεγονότα και μπορούν να μεταδώσουν τη σημασία της σφαγής στο Λάντλοου ακριβώς 100 χρόνια πριν το 1914. Το «Palikari» το κάνει καλά, αλλά μόνο ενημερωτικά, μεταφέροντας τη γνώση ενός γεγονότος που όπως αναφέρεται ήδη από την αρχή του φιλμ έχει παραλειφθεί από τα βιβλία της ιστορίας και είναι αλήθεια πως προξενεί εντύπωση πως ακόμη δεν το έχει «περιλάβει» το Χόλιγουντ για ένα σίγουρο οσκαρικό έπος.
Οσο όμως ψύχραιμη κι αν είναι η αφήγηση όσων μιλούν και όσο εμφανές είναι το πάθος τους να διασώσουν τα γεγονότα έστω και μέσα από την προφορική οδό (είναι συγκινητική η εξομολόγηση της δισέγγονης ενός ανθρακωρύχου που μιλάει για το πως θέλει να «προστατεύσει» την ιστορία όπως την έμαθε από την οικογένειά της), από το «Palikari» λείπουν τα ντοκουμέντα (είναι ελάχιστο το αρχειακό - κυρίως φωτογραφικό - υλικό) αλλά και μια περιήγηση σήμερα στα μέρη όπου διαδραματίστηκε η σφαγή (αν και το συνεργείο βρίσκεται στο Κολοράντο), με αποτέλεσμα να υπάρχει συνεχώς η αίσθηση του σωστά τοποθετημένου αλλά όχι κινηματογραφικού αποτελέσματος.
Περισσότερο σαν μια αφορμή για να εμβαθύνεις στην ιστορία (και με γιώτα κεφαλαίο) παρά σαν μια ολοκληρωμένη τεκμηρίωση ενός χρονολόγιου που, ναι, είναι σαφές πως πρέπει να μην ξεχαστεί, το «Palikari» χάνει επίσης και την ευκαιρία να σκιαγραφήσει σε βάθος το πορτρέτο του συναρπαστικού ήρωά του, Λούη Τίκα, μένοντας μόνο σε όσα αρκούνται οι αφηγήσεις, αλλά και να μετουσιωθεί σε ένα ντοκιμαντέρ πάνω στη μνήμη και τα - σίγουρα όχι τυχαία - ολισθήματα της Ιστορίας.
Συνειδητά ή ασυνείδητα, όμως, το «Palikari» λέει κάτι σημαντικό για την εποχή μας και την Ελλάδα και δεν εννοούμε το αυτονόητο της σημασίας των εργατικών κινημάτων που όπως διαπιστώσουν σοφά οι «πρωταγωνιστές» του βρίσκουν 100 χρόνια μετά τα ίδια αίτηματα υπό αμφισβήτηση, αλλά τη γλαφυρή καταγραφή του πως αντιμετωπίστηκαν οι Ελληνες μετανάστες που έφτασαν στην Αμερική με το όνειρο μιας καλύτερης ζωής - κρυστάλλινος καθρέφτης του πως αντιμετωπίζονται σήμερα από τους Ελληνες οι μετανάστες που φτάνουν στην Ελλάδα με τα ίδια όνειρα, αλλά στερημένοι πλήρως από την παραμικρή ελπίδα να διεκδικήσουν ακόμη και τα βασικά δικαιώματά τους .