Οι ταινίες για τον αλκοολισμό είναι μόνιμα καταδικασμένες, θα λέγαμε, στο να εκπέμπουν ένα μήνυμα. Κατά κάποιον τρόπο, στο κινηματογραφικό αυτό υποείδος ισχύει το περίφημο απόφθεγμα του ΜακΛούαν «το μέσο είναι το μήνυμα», εφόσον δεχτούμε πως το μέσο εν προκειμένω είναι το υποκείμενο που ασθενεί βαριά όταν στερείται ενός συγκεκριμένου ποσοστού αλκοόλ στο αίμα του. Η εικόνα του συστηματικού πότη που τρεκλίζει, χάνει τα λόγια του, κακοποιεί εαυτόν και συχνά και άλλους, μπορεί ενίοτε να γίνει και παραβατικός, είναι από μόνη της ένα μήνυμα αποτρεπτικό. Κάτι που ισχύει όχι μόνο για τις ταινίες που τον αντιπαραθέτουν με το δήθεν πολιτισμένο, «ξεμέθυστο» κοινωνικό του περιβάλλον, όπως το «Χαμένο Σαββατοκύριακο», το «Αφήνοντας το Λας Βέγκας» ή το πρόσφατο «Ασπρο Πάτο», αλλά και για εκείνες που κινούνται αποκλειστικά στην εντροπία των εθισμένων, όπως το «Μπάρφλαϊ».
Από τη στιγμή, λοιπόν, που το μήνυμα είναι εξαρχής εγγεγραμμένο, το βάρος πέφτει αναγκαστικά στην προϊστορία. Τι οδήγησε τον αλκοολικό στην τωρινή του κατάντια; Κάποιος δυσβάσταχτος πόνος; Κάτι βαθύτερα φροϋδικό, όπως άσχημα παιδικά χρόνια; Μήπως κάποια απλή σύμπτωση, ή οι «κακές» παρέες; Οποια κι αν είναι η αιτία, αυτό που εύλογα συνεπάγεται είναι ένα σινεμά χαρακτήρων, που μονάχα κατ’ επέκταση λειτουργεί και ως ανάλυση ευρύτερη κοινωνική.
Στο δράμα του Γερμανού Μάρκους Γκόλερ «Ενα για τον Δρόμο», ελλειμματική είναι η σκιαγράφηση τόσο των χαρακτήρων όσο και εκείνων που τους περιβάλλουν. Ο Μαρκ, έγκριτος εργοδηγός οικοδομών το πρωί και ξέφρενος πότης το βράδυ (σωστότερα, από το απόγευμα), χάνει το δίπλωμα οδήγησης σε αλκοτέστ μετά από άλλη μια εξόρμηση στα βερολινέζικα μπαράκια. Αρνούμενος την εξάρτησή του και πεπεισμένος πως θα περάσει αέρα τις συνεδρίες τύπου ΑΑ που του επέβαλαν οι Αρχές για να μπορέσει να ξαναπάρει το δίπλωμα, στοιχηματίζει με τον κολλητό του ότι δε θα ξαναπιεί ποτέ. Μέχρι που γνωρίζεται καλύτερα με την Ελένα, αλκοολική δασκάλα δημοτικού που επίσης παρακολουθεί τις συνεδρίες.
Κι εκεί που θα περίμενες μια εμβάθυνση εκατέρωθεν, ειδικά μετά το (προβλέψιμο) ξανακύλημα του Μαρκ, το φιλμ αναλώνεται απλώς σε μια παράθεση περιστατικών που αφορούν πάντα το ίδιο το αιτιατό και ουδέποτε το αίτιο (στιγμιαίες αναλαμπές που αποδίδουν το πρόβλημα σε κοινωνικούς παράγοντες, όπως η εξομολόγηση του ατσαλάκωτου γείτονα, μένουν κι αυτές στην επιφάνεια).
Αποτέλεσμα, μια ταινία αγκιστρωμένη στο μήνυμα, ανίκανη να αναδομήσει οτιδήποτε καθότι εξαρχής ανεπαρκέστατη σε ανάλυση - κάτι σαν διαφημιστικό κοινωνικής προσφοράςξεχειλωμένο σε δύο ώρες. Η δε σταθερά περίλυπη έκφραση του πρωταγωνιστή Φρέντερικ Λάου («Victoria»), που θυμίζει μια νεότερη και πάρα πολύ στενοχωρημένη εκδοχή των Πολ Ντέινο και Μπράντλεϊ Κούπερ σε διασταύρωση, κάθε άλλο παρά βοηθά.