Ενας πληρωμένος δολοφόνος, η «συνεργάτης - ατζέντισά» του που φορά μικροσκοπικά δερμάτινα φορέματα, ένα δωμάτιο ξενοδοχείου το οποίο εκείνη απολυμαίνει εξονυχιστικά κάθε βράδυ, όταν αρχίζει η δική της βάρδια. Μια ιστορία μυστηρίου σ' ένα επιθετικό νεονουάρ, που δεν έχει καμία σημασία: το σενάριο δίνει την αίσθηση, συμπληρώνει το φως και το χρώμα.
Ο ευρυγώνιος καδράρει ασύστολα, παραμορφώνοντας πρόσωπα και δράση, συνήθως σε λήψεις που γέρνουν, οδηγώντας τις αυστηρές γεωμετρικές γραμμές των χώρων, του δωματίου, του σταθμού του τρένου, στο άπειρο. Μια φαμ φατάλ κι ένας strong silent type, λίγο στραπατσαρισμένοι, σε μια πλοκή που εκτυλίσσεται... ιμπρεσιονιστικά, περισσότερο σαν αφιέρωμα μόδας σε περιοδικό του '90 με «υπόθεση», στιγμιότυπα από τη δράση των ηρώων. Κι η κάμερα στο χέρι, που κινείται με κάθε είδους ταχύτητα, με freeze frame, slow motion, fast motion, ό,τι έχει ως τότε εφευρεθεί και κάτι παραπάνω.
Τα στοιχεία του σινεμά του Γουονγκ Καρ-γουάι είναι εδώ, όπως και χαριτωμένες αναφορές (οι κονσέρβες ανανά, η ξανθιά περούκα), στην προηγούμενη ταινία του, το «Chungking Express». Ο σκοτεινός ρομαντισμός, τα καμμένα χρώματα, τα φίλτρα, μια ταινία συναρπαστική κι αισθαντική που περισσότερο βιώνεται παρά παρακολουθείται. Αλλά και απόλυτα συνυφασμένη με την εποχή της, τα '90ς, με την πληθωρικότητά τους, την απαίτηση να κάνεις μόνο κάτι καινούριο, ποτέ κάτι τετριμμένο κι αυτό στην υπερβολή.
Είναι αυτά τα στοιχεία του σινεμά του που αγαπήθηκαν τόσο τότε, από τους θεατές που άκουγαν γκαραζάκια και που πίστευαν ότι όσο περισσότερο κουνιόταν η κάμερα, τόσο πιο ιδιοφυής ήταν ο (νεαρός, πάντα) σκηνοθέτης. Τα ίδια στοιχεία που, στην πορεία της φιλμογραφίας του, ο Γουονγκ Καρ-γουάι τιθάσευσε, άφησε να ωριμάσουν, αξιοποίησε με ουσία και περιεχόμενο, αφήνοντας τους «Εκπτωτους Αγγελους» να θυμίζουν γρήγορα βράδια, αργές μέρες και αλήτικο εστέτ σινεμά.