Γραμμένο το 1974 από την Λόις Ντάνκαν, το «Down a Dark Hall», όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος του «Σκοτεινού Διαδρόμου», κινείται με θαυμαστή άνεση ανάμεσα στα είδη του εφηβικού τρόμου, του γοτθικού μυθιστορήματος και του μεταφυσικού θρίλερ, κλείνοντας μέσα στην απίστευτη (κυριολεκτικά) ιστορία του μια διαχρονική παραβολή για το «ταλέντο» που κρύβει ο καθένας από εμάς, αρκεί να βρεθεί κάποιος, κάτι, κάπου, κάποτε να το αναδείξει.

Αυτό θα συμβεί στην Κιτ, που ως προβληματική, βίαιη και ατίθαση έφηβη δεν αφήνει κανένα περιθώριο στους γονείς της παρά το να εμπιστευτούν τη διαπαιδαγώγησή της σε ένα οικοτροφείο που υπόσχεται την «αναμόρφωσή» της, αλλά ταυτόχρονα και μια ανωτέρου επιπέδου εκπαίδευση. Εκεί η Κιτ θα βρεθεί μαζί με ακόμη τέσσερα επίλεκτα «προβληματικά» κορίτσια, χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο, αντιμέτωπη με τη μυστηριώδη Μαντάμ Ντουρέτ, διευθύντρια του οικοτροφείου και τους αυστηρά επιλεγμένους καθηγητές για τέσσερα – τα πιο σημαντικά – μαθήματα της ζωής τους: μαθηματικά, μουσική, ζωγραφική, λογοτεχνία.

Ξεπερνώντας τον εγκλεισμό τους, αλλά και το παράδοξο της πολύ αυστηρά επιλεγμένης (δεν είναι spoiler!) σύνθεσής τους, τα κορίτσια θα αρχίσουν να αναπτύσσουν ταλέντα που δεν ήξεραν ότι έχουν, αρχικά σαν υπνωτισμένες, στη συνέχεια σαν να βρίσκονται σε παροξυσμό, σε κάθε περίπτωση σαν κάτι πολύ περίεργο να συμβαίνει πίσω από τα κλειδωμένα δωμάτια και τα παράξενα πλάσματα που μοιάζουν να κατοικούν μαζί με καθηγητές και μαθητές στο – όνομα και πράγμα – οικοτροφείο Μπλάκγουντ.

Είναι ωραίο να δεις την ταινία του Ροντρίγκο Κορτέζ χωρίς να γνωρίζεις περισσότερα. Το (πραγματικά απίστευτο με την κυριολεκτική έννοια της λέξης) twist του φινάλε διαθέτει την πρωτοτυπία του, παρόλο που είναι γραμμένο παραπάνω από 40 χρόνια πριν, αλλά κυρίως, αν κάποιος γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτό το οικοτροφείο, δύσκολα θα βρει και κάποιον άλλο λόγο για να επιχειρήσει να περπατήσει τον εν λόγω σκοτεινό διάδρομο.

Παρά τον εμφανή ενθουσιασμό του για το είδος, ο Ροντρίγκο Κορτές του κατά τα άλλα εξαιρετικού «Buried», δεν ξέρει ακριβώς τι να κάνει ούτε με την ατμόσφαιρα που παραπαίει ανάμεσα στον τρόμο και τον ρομαντισμό, ούτε με τον τρόμο που δεν πρέπει να γίνει «ενήλικος» όσο παραμένουμε στα νερά του εφηβικού entertainment, ούτε φυσικά με την Ούμα Θέρμαν που σαν να παίζει σε κάποια (όχι από τις καλές) ταινία του Τιμ Μπάρτον, μπερδεύει συχνά τα όρια ανάμεσα στη μελαγχολία και την καρικατούρα.

Διακρίνεις συνεχώς μια ταινία που κρύβεται κάτω από κάτι πιο θορυβώδες και χαοτικό, υπάρχουν υποβλητικές στιγμές και μια αδιόρατη υποψία εφηβικού αστυνομικού που δεν αξιοποιείται επαρκώς, η ΑναΣοφία Ρομπ (ήταν η νεαρή Κάρι Μπράντσο στο «The Carrie Diaries) οδηγεί το μυστήριο με πάθος, αλλά χωρίς πραγματικά συνεκτικό ιστό, ακόμη και οι μικρές εκπλήξεις του «Σκοτεινού Διαδρόμου» (ως άλλα κρυμμένα ταλέντα!), θα ήθελαν αρκετά περισσότερο κινηματογραφικό φως για να αναδειχθούν.