Συνέντευξη

Μίκαελ Χάνεκε: «Το χειρότερο που θα μπορούσα να κάνω θα ήταν να δίνω εγώ τις απαντήσεις»

στα 10

H καινούρια του ταινία «Αγάπη», χάρισε σε εκείνον τον δεύτερο συνεχόμενο Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και σε μας, μια κινηματογραφική εμπειρία από εκείνες που καθορίζουν τη σχέση σου με το ίδιο το σινεμά. Ο σπουδαιότερος ίσως σκηνοθέτης των ημερών μας, μίλησε στο Flix.

Μίκαελ Χάνεκε: «Το χειρότερο που θα μπορούσα να κάνω θα ήταν να δίνω εγώ τις απαντήσεις»
Photo: Markus Roessle

Συναντηθήκαμε στις Κάννες, δυο μέρες πριν κερδίσει το μεγαλύτερο βραβείο του φεστιβάλ για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά κι αν εξαιρέσεις το γεγονός ότι ήταν ιδιαίτερα κεφάτος, χαμογελαστός και πρόθυμος να γελάσει, ή να κάνει αστεία έδειχνε να μην ενδιαφέρεται στ΄ αλήθεια για την «τιμή» ενός ακόμη βραβείου. «Ναι ένας Χρυσός Φοίνικας κάνει τη συνέχεια στη δουλειά σου λίγο πιο εύκολη και σου δίνει κάτι για να γεμίσεις ένα άδειο ράφι», θα έλεγε στην αναπόφευκτη ερώτηση για το πως νιώθει ως φαβορί.

Οι συνεντεύξεις δεν είναι κάτι που απολαμβάνει, αλλά στην διάρκειά της έμοιαζε απόλυτα συγκεντρωμένος και «παρών». Ακόμη κι όταν διέκοψε στη μέση μια φράση του για να ρωτήσει έναν συνάδελφο από που αγόρασε τα ολόμαυρα all star του και να ξεκινήσει μια κουβέντα που διακοπτόταν από γέλια για το πως είναι πολύ δύσκολο να βρει αθλητικά παπούτσια που να είναι μαύρα από την κορυφή ως τη... σόλα -όπως ολόκληρη η γκαρνταρόμπα του. Μόλις η απορία του λύθηκε, συνέχισε να απαντά σαν να μην είχε μεσολαβήσει αυτό το μικρό χαριτωμένο διάλειμμα.

Λίγο αργότερα, ξανά στη μέση μιας απάντησης για τη ζωή και τον θάνατο, χτύπησε το τηλέφωνο του δωματίου στο οποίο βρισκόμασταν κι ενώ το κοιτάζαμε με απορία και πριν ο μεταφραστής του αποφασίσει να το σηκώσει, ο Χάνεκε είπε με σοβαρό ύφος: «Μάλλον θα είναι ο Θεός».

Μπορεί τα παραπάνω να μην ταιριάζουν με την εικόνα που ίσως έχετε σχηματίσει γι αυτόν κρίνοντας τον από τις ταινίες του και από μια σειρά (λανθασμένα) στερεότυπα για το πως οφείλει να είναι ένας «σοβαρός καλλιτέχνης», αλλά όπως κάθε αληθινά «μεγάλος», ο Χάνεκε ξέρει πως η απλότητα δεν σημαίνει έλλειψη βάθους ή ουσίας. Και είναι κάτι που αποδεικνύει ξανά και ξανά, μέσα από τις ταινίες του όπως η «Αγάπη», ή τις κουβέντες του στην παρακάτω συζήτηση...

3Στα γυρίσματα της «Αγάπης» με την Εμανουέλ Ριβά και τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν

Ας ξεκινήσουμε από κάτι ίσως όχι τόσο σημαντικό. Τα ονόματα των ηρώων σας. Δεν τους λένε πάντα, μα σχεδόν πάντα «George» και «Anna». Γιατί;

Είναι αστείο, αλλά αυτή ήταν η τελευταία ερώτηση που μου έκαναν στην προηγούμενη συνέντευξη. Σε μια από τις πρώτες μου τηλεταινίες, έψαχνα ονόματα για τους ήρωες μου. Ηθελα να είναι απλά, σύντομα, εύκολα να τα θυμάσαι. Κατέληξα σε αυτά και τα χρησιμοποιώ από τότε.

Θα μπορούσα να σας ρωτήσω για το πρώτο πλάνο της ταινίας; Το κοινό κοιτάζει ένα κοντσέρτο , αλλά στην ουσία κοιτάζει εμάς που το κοιτάμε. Μοιάζει με έναν απλό μα εντελώς αποτελεσματικό τρόπο να κάνεις το κοινό του σινεμά να νιώσει λίγο άβολα, ήδη από την αρχή.

Είναι ένα ευρύ πλάνο, βλέπεις πολλούς ανθρώπους στο κοινό της αίθουσας της συναυλίας, ανάμεσά τους και τους πρωταγωνιστές, αλλά ίσως βλέποντάς το, αναγνωρίζεις τον εαυτό σου ανάμεσά τους, απέναντί σου στην οθόνη, να σε κοιτάζει πίσω.

Γιατί διαλέξατε να να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία τώρα;

Βίωσα μια παρόμοια εμπειρία στην οικογένειά μου. Αναγκάστηκα να παρακολουθώ ανίκανος να κάνω οτιδήποτε, όσο κάποιος που αγαπούσα πολύ, πέθανε με φρικτό τρόπο. Κι αυτό με έκανε να αρχίσω να σκέφτομαι πάνω στο θέμα της ασθένειας και του θανάτου, με οδήγησε σε αυτή την ταινία.

Ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία ο θάνατος είναι κάτι που ακόμη αντιμετωπίζεται σαν ταμπού. Προσπαθούμε να κρατήσουμε τους ανθρώπους στη ζωή ακόμη κι αν στην πορεία χάνουν την αξιοπρέπειά τους. Ποια είναι η δική σας θέση πάνω στον υποβοηθούμενο θάνατο;

Μου ζητάτε να μιλήσω για την άποψή μου πάνω σε θέματα που η ταινία αγγίζει έστω και έμμεσα, αλλά είναι αρχή μου να μην εξηγώ τις δικές μου ιδέες, να μην μιλώ για την δική μου στάση πάνω στα θέματα των ταινιών μου. Θα ήταν αντιπαραγωγικό. Κι αυτή η ταινία μου θέλει να προκαλέσει το κοινό να βρει τις δικές του απαντήσεις, τις αναρωτηθεί για τη δική του στάση πάνω σε θέματα όπως αυτό. Το χειρότερο που θα μπορούσα να κάνω θα ήταν να τις δώσω εξ αρχής εγώ.

Ηταν όμως μια από τις προθέσεις σας να δείξετε πόσο υποκριτικά η κοινωνία μας αντιμετωπίζει τον θάνατο στις μέρες μας;

Θα μπορούσατε να πείτε ότι κάτι τέτοιο αποτελεί μια από τις δεύτερες σκέψεις του φιλμ. Αυτό που ήθελα να κάνω ήταν να εξετάσω πως αντιμετωπίζεις, πως αντέχεις να βλέπεις κάποιον που αγαπάς να υποφέρει. Για μένα η αφορμή ήταν κάτι τόσο απλό. Ολες οι άλλες σκέψεις που γεννά το φιλμ, προέρχονται από την πολιτισμική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κοινωνία μας αυτή τη στιγμή, αλλά δεν ήταν στις προσθέσεις μου να μεταδώσω οποιοδήποτε μήνυμα. Στην πραγματικότητα, δεν είναι κάτι που κάνω ποτέ, είναι αντιπαραγωγικό για το είδος του σινεμά που κάνω.

3

Γράψατε την ιστορία έχοντας τους συγκεκριμένους ηθοποιούς στο μυαλό σας;

Εγραψα το σενάριο για τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Αν έλεγε όχι δεν θα την γύριζα ποτέ. Οσο για την Εμανουέλ Ριβά την θυμόμουν πενήντα χρόνια πίσω από το «Χιροσίμα Αγάπη μου», αλλά δεν ήξερα τι έκανε στο μεταξύ. Οταν άρχισα να αναζητώ την ηθοποιό που θα έπαιζε τον ρόλο, κάναμε οντισιόν για Γαλλίδες ηθοποιούς της ηλικίας της και από την αρχή ήταν αυτή που ήθελα για το ρόλο. Οχι μόνο γιατί είναι εξαιρετική ηθοποιός, αλλά γιατί συνθέτουν ένα υπέροχο ζευγάρι με τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και εύκολα μπορείς να πιστέψεις ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια μαζί.

Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν, πως ο τίτλος της ταινίας ίσως χρειαζόταν ένα ερωτηματικό στο τέλος...

Είναι δική σας απόφαση να διαλέξετε. Οι λόγοι που μας οδηγούν στις πράξεις μας είναι πάντα μπερδεμένοι. Δεν είναι κάτι τόσο απλό όσο το να διαλέγεις αυτό ή εκείνο. Πάντα τα συναισθήματα, τα κίνητρά μας εκπορεύονται από μια τόσο σύνθετη πραγματικότητα και ψυχολογική διαδικασία που είναι πολύ δύσκολο να τα αναλύσεις. Ισως κοιτάζοντας πίσω μπορείς να δεις καθαρότερα τις πράξεις σου και τον τρόπο με τον οποίο ενέργησες, αλλά όσο βιώνεις μια κατάσταση, είναι αδύνατον. Ειδικά όταν πρόκειται για κάτι τόσο μπερδεμένο και σοβαρό όσο αυτό που εξετάζει η ταινία.

Το ζευγάρι της ταινίας σας είναι μεγαλοαστικό. Θα λέγατε ότι η αγάπη αλλάζει ανάλογα με την τάξη; Θα λέγατε πως ο τρόπος που αγαπάς, αλλάζει ανάλογα με την τάξη στην οποία ανήκεις;

Οι ήρωες μου ανήκουν στην υψηλή αστική τάξη, γιατί αυτή είναι η τάξη που γνωρίζω από αυτή προέρχομαι κι εγώ. Αλλά υπάρχει ένας ακόμη λόγος. Θα μπορούσα να είχα τοποθετήσει την ιστορία σε μια διαφορετική κοινωνική τάξη, θα μπορούσε το ζευγάρι μου να ανήκει στην εργατική τάξη, αλλά τότε θα υπήρχε ο κίνδυνος να δει κανείς την ταινία σαν κοινωνικό δράμα. Το κοινό θα μπορούσε εύκολα να σκεφτεί «αν μπορούσαν να έχουν μια νοσοκόμα στο σπίτι η κατάσταση θα ήταν διαφορετική». Αν ο σύζυγος έπρεπε να δουλεύει καθημερινά στο εργοστάσιο, η γυναίκα του δεν θα μπορούσε να μείνει σπίτι, θα έπρεπε να μπει στο νοσοκομείο. Κι όλα αυτά θα μας αποσπούσαν από το αληθινό θέμα της ταινίας που δεν είναι άλλο από το συναισθηματικά φορτισμένο ερώτημα του πως αντιμετωπίζεις την σωματική φθορά, τον θάνατο ενός ανθρώπου που αγαπάς τόσο πολύ.

3

Και οι δυο χαρακτήρες στο φιλμ, είναι δάσκαλοι πιάνου. Και δεν μπορεί κανείς να κάνει μια σύνδεση ανάμεσα στο «Amour» και την «Δασκάλα του Πιάνο». Και τα δυο μιλούν για την αγάπη το καθένα με τον τρόπο του. Υπάρχει κάτι που τα ενώνει στο μυαλό σας;

(Γελά). Ισως το ότι και οι δυο ταινίες έγιναν από τον ίδιο σκηνοθέτη. Είναι ένα περιβάλλον που γνωρίζω ο πατέρας μου και η μητέρα μου ήταν ηθοποιοί, ο πατριός μου ήταν συνθέτης και μαέστρος, η μουσική σήμαινε πολλά για μένα και σημαίνει ακόμη και γι αυτό είναι παρούσα στις ταινίες μου.

Απ όλες τις ταινίες σας, αυτή μοιάζει να είναι η πιο συναισθηματική.

Νομίζω ότι έχει να κάνει με το θέμα της. Με τον τρόπο που ο θεατής αντιδρά σε αυτό. Σε σχέση με την δική μου αντίδραση απέναντι στην ταινία θα έλεγα ότι έχω βιώσει εξίσου έντονες στιγμές, ακόμη κι αν στην διάρκεια των γυρισμάτων προσπαθείς να παραμένεις αποστασιοποιημένος, να μην αφήσεις τα συναισθήματά σου να πάρουν το πάνω χέρι. Για παράδειγμα στη σκηνή του θανάτου του παιδιού στο «Funny Games», νομίζω ότι ήμουν απλά σοκαρισμένος, νιώθοντας την τραγωδία αυτού του ζευγαριού.

Για να αφήσουμε λίγο την ταινία και να μιλήσουμε για εσάς...

Ω, όχι! (Γελά)

Ξέρω ότι δεν σας αρέσει να μιλάτε για το έργο σας. Κι όμως τώρα κάνουμε αυτό ακριβώς. Εχει αλλάξει η στάση σας ή είναι απλά κάτι που πρέπει να κάνετε;

Είναι κάτι που πρέπει να κάνω (γελά). Νομίζω ότι η δουλειά μου έχει τελειώσει όταν ολοκληρώνω την ταινία. Και ναι αντιλαμβάνομαι γιατί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να καταλάβουν την άρνησή μου να σχολιάσω και να αναλύσω τις ταινίες μου. Νομίζω ότι το να σχολιάζεις ένα έργο τέχνης ο ίδιος, το να δίνεις τις δικές σου απόψεις είναι σαν να το σκοτώνεις, να περιορίζεις την ποικιλία του, σαν να το καταδικάζεις σε καλλιτεχνικό θάνατο. Υπάρχει μια θαυμάσια φράση της Σούζαν Σόνταγκ που δεν μπορώ να την μεταφέρω ακριβώς, αλλά λέει ότι η απόπειρα να την ερμηνεύσεις, είναι η εκδίκηση της τέχνης απέναντι στον δημιουργό της.