Η Αγγελική Παπούλια μπήκε στην κινηματογραφική μας πραγματικότητα με ένα τηλεφώνημα. Παρόλο που η πορεία της είχε ξεκινήσει λίγο πιο πριν (με ταινίες μικρού μήκους κι έναν μικρό ρόλο στην «Αλεξάνδρεια» της Μαρίας Ηλιού), ως «Κική που της έκανε μαλακία το Κατερινάκι», αυτό το θρυλικό, ντελιριακό τηλεφώνημα από το «Σπιρτόκουτο» του Γιάννη Οικονομίδη ήταν η σύστασή μας μαζί της. Και μετά, φυσικά, έσπασε τον «Κυνόδοντά» της, σκαρφάλωσε τις «Αλπεις» κι έπιασε κορυφή ως η μεγάλη πρωταγωνίστρια του Γιώργου Λάνθιμου.
Η απόφοιτη της δραματκής σχολής του Εμπρός και ιδρυτικό μέλος της ομάδας Blitz, δεν έβρισκε καμία επαφή, ποτέ, με οτιδήποτε «νορμάλ» στην τέχνη. Και το μεγάλο ευτύχημα είναι ότι το ελληνικό σινεμά που γεννιόταν παράλληλα με τη δική της στιγμή αφετηρίας, συμφώνησε μαζί της. Ακόμα μεγαλύτερη συγκυρία, το ότι ήμασταν κι εμείς, οι θεατές, έτοιμοι «για κάτι πιο ποπ».
Διαβάστε κι αυτό: Berlinale 2019: Ο Σύλλας Τζουμέρκας μιλάει στο Flix για έναν δικό του Παράδεισο
Από τα γυρίσματα του «Θαύματος της Θάλασσας των Σαργασσών»
Αν ο Λάνθιμος ήθελε την ενέργειά της πειθαρχημένη, ώστε το βίαιο ξέσπασμά των ηρωίδων της να σου παγώνει το αίμα, ο Σύλλας Τζουμέρκας την ονειρεύτηκε αλλιώς. Πιο τσαλακωμένη, το ίδιο πολύπλοκη, αλλά με μία βρώμικη ένταση που θα ξέσπαγε σε μία αξιομνημόνευτη ηφαιστειογενή «Εκρηξη» (2014). Που σήμερα, στη δεύτερη συνεργασία μαζί του, κλιμακώνεται σε θαύμα.
Στο «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών», η Παπούλια μπαίνει στην οθόνη με φόρα, τσαμπουκά, απελπισία, απόγνωση, εύθραυστη δύναμη. Η «Ελισάβετ» είναι διοικητής της αστυνομίας στο Μεσολόγγι, όπου βρέθηκε μετά από δυσμενή απόσπαση - μια άδικη τιμωρία μετά από μία αποτυχημένη αντιτρομοκρατική επιχείρηση σε γιάφκα στην Αθήνα, δέκα χρόνια πριν. Στη βαλτωμένη, κυριολεκτικά και συμβολικά, καθημερινότητα της επαρχίας, η Ελσάβετ πνίγεται μια μέρα τη φορά - στο αλκοόλ και την αυτοκαταστροφή. Μέχρι που μια δολοφονία κι όσα ξεσκεπάζονται την ταρακουνούν για να αλλάξει τη ζωή της.
Σκηνή από το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών»
Ποια ήταν η αφετηρία, ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που σε άγγιξε από τον χαρακτήρα της Ελισάβετ, όταν διάβασες το σενάριο;
Το πρώτο πράγμα που αναγνώρισα και άρχισα να χτίζω τον χαρακτήρα είναι ότι πρόκειται για μία γυναίκα που ασφυκτιά μέσα στα όρια της επαρχίας. Μια γυναίκα που έχει και η ίδια βουλιάξει, βαλτώσει στην μικροκοινωνία της και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην καθημερινότητά της. Μία γυναίκα παγιδευμένη, αυτό ήταν το πρώτο της χαρακτηριστικό. Η κοινωνία σαν φυλακή, σαν συνθήκη που σε πνίγει. Αυτή ήταν η αφετηρία μου. Μετά πήγαμε και σε άλλα χαρακτηριστικά με τον Σύλλα, τη δουλέψαμε πολύ. Το ότι την αδίκησαν και την τιμώρησαν με μετάθεση από την Αθήνα σε αυτό τον ξεχασμένο τόπο, αυτή η αίσθηση της αδικίας που ξεσπά σε οργή και αυτοκαταστοφή. Την υποτίμησαν και συνεχίζει να το κάνει και η ίδια στον εαυτό της. Την ματαίωσαν την Ελισάβετ και ματαιώνει κι εκείνη τη ζωή της. Ζει θαμμένη. Αυτοσαμποτάρεται, αυτοϋπονομεύεται.
Ολες οι ταινίες του Σύλλα μιλούν για την Ελλάδα – ως «Χώρα Προέλευσης», χώρα κρίσης («Εκρηξης») κλπ. Αυτή εδώ τι θέλει να πει για την ελληνική επαρχία που επί χρόνια είχε αγιοποιηθεί η αγνότητά και η αθωότητά της; Χώρα υποκρισίας;
Δεν ξέρω αν μιλάει μόνο για την υποκρισία της ελληνικής επαρχίας. Νομίζω ότι αυτό που περιγράφει έχει να κάνει γενικώς με τα κλειστά περιβάλλοντα, ως συνθήκη. Οπου υπάρχει καθημερινός συχνωτισμός είναι αναπόφευκτο να δημιουργηθεί μυστικοπάθεια, υποκρισία, βαρβαρότητα. Γιατί για μένα υπάρχει μία βαρβαρότητα σε όλο αυτό – διαφορετικής ποιότητας από αυτή που υπάρχει στα αστικά κέντρα.
Σκηνή από το «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών»
Εχει σημασία που οι δυο κεντρικοί άξονες της ιστορίας είναι γυναίκες; Αυτή η υποκρισία, αυτή η βαρβαρότητα ξεσπά διαφορετικά πάνω στις γυναίκες;
Δε θέλω να το πιστέψω. Δεν το βλέπω έτσι – δε θέλω να βλέπω διαφορές. Εγώ ποτέ δεν χωρίζω τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά σε ανδρικά και γυναικεία. Ολα αυτά είναι στερεότυπα κι έχουμε μάθει να μεγαλώνουμε με όλα αυτά. Τι είναι αντρικό και τι είναι γυναικείο; Δεν το κατάλαβα ποτέ. Δεν ήθελα να με καθορίζουν – ούτε στην προσωπική μου ζωή, ούτε στους χαρακτήρες που υποδύομαι.
Η αλήθεια είναι ότι οι ηρωίδες που συχνά ερμηνεύεις δεν είναι απαραίτητα συμπαθείς ή αθώες. Είναι σύνθετες, πολύπλοκες, κάνουν λάθη, έχουν ελαττώματα. Ομως καταφέρνεις να τις βγάλεις ανθρώπινες κι οικείες...
Μα αυτό είναι το στοίχημα. Αυτό είναι το ζητούμενο. Σ' ένα σενάριο, σε έναν χαρακτήρα θέλεις να έχει επίπεδα, διαστάσεις. Να σε προκαλεί να κοτάξεις κάτω από επιδερμίδες και μάσκες και να βρεις τον άνθρωπο – είτε άντρας είναι αυτός είτε γυναίκα. Μέσα από το τρωτό, μέσα από την πληγή, μέσα από το τραύμα βρίσκεις την αλήθεια του ρόλου.
Tο σινεμά είναι κάτι μέσα από το οποίο αντιλαμβάνομαι τη ζωή. Εχει να κάνει με τον τρόπο που ζω, δεν είναι κάτι ξέχωρο. Ο κινηματογραφικός τρόπος ζωής με βοηθά να υπάρξω στη ζωή. Για αυτό και το βλέπω ως ένα μεγάλο προνόμιο.»
Πορτρέτο από τον φωτογράφο Αρη Ράμμο
Τι αγαπάς στο σινεμά του Σύλλα κι επέστρεψες σε αυτό, μετά την «Εκρηξη»;
Πρώτα από όλα, αυτό που συζητάμε. Οτι μαζί με τη Γιούλα Μπούνταλη γράφουν τέτοιες γυναίκες – οριακές, ακραίες. Ηρωίδες που αναμετριούνται συνεχώς με τα πράγματα, κοντράρουν τα όριά τους. Αυτή η μη-αποδοχή της πραγματατικότητας που τους περιβάλλει, η προσπάθεια να τη διαρρήξουν και να βγουν πέρα από αυτήν είναι κάτι που με ενδιαφέρει σε έναν χαρακτήρα. Γυναίκες που σπάνε το κοινωνικό περιβάλλον, που συνήθως είναι σκοτεινό κι ασφυκτικό, είναι κάτι που με ενεργοποιεί. Επίσης με ενδιαφέρει πολύ και η υπαρξιακή διάσταση που δίνουν στα σενάριά τους, η σχεδόν μεταφυσική ανάγκη να ξεφύγουν οι ηρωίδες από τη μοίρα τους – όπως εδώ, να «κολυμπήσουν» σε μια άλλη πραγματικότητα, όπως το θαύμα με τα χέλια.
Από την πρόσφατη πανελλήνια πρεμιέρα της ταινίας στο 60ο Φεστιβάλ Κιν/φου Θεσσαλονίκης
Εσένα τι σε έκανε να κολυμπάς σε άλλες πραγματικότητες μέσα από την ηθοποιΐα; Πώς ξεκίνησε αυτό το ταξίδι;
Υπήρχε μια ανάγκη για διοχέτευση. Σε μια πραγματικότητα που δεν είναι αυτή που ξέρω και βιώνω. Υπάρχει ένας άλλος χρόνος και μια παράλληλη πραγματικότητα. Κι αυτό μου επιτρέπει αυτή η δουλειά - το να βυθίζομαι σε αυτό τον άλλο χρόνο. Ο ηθοποιός έχει την ευκαιρία μετάβασης σ' έναν άλλον χρόνο – είτε αυτός είναι ο θεατρικός, είτε ο κινηματογραφικός- όπου μπορεί να υπάρχει με έναν τρόπο διαφορετικό από την πραγματική του διάσταση. Επίσης, με έλκει το παράλογο. Είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να έλκεσαι από κάτι που δεν είναι «νορμάλ».
Με τον Σύλλα Τζουμέρκα και την Γιούλα Μπούνταλη στο photo call & τη συνέντευξη Τύπου της ταινίας στην Berlinale 2019
Τι σημαίνει σινεμά για σένα;
Από πολύ μικρή πήγαινα σινεμά. Και μάλιστα πήγαινα μόνη μου. Ωρες ολόκληρες, ξανά και ξανά. Είχα μία πολύ μεγάλη επιθυμία να βλέπω ταινίες και, μετέπειτα, να παίζω σε ταινίες. Από πολύ μικρή το σινεμά ήταν κάτι μέσα από το οποίο αντιλαμβανόμουν τη ζωή. Εχει να κάνει με τον τρόπο που ζω, δεν είναι κάτι ξέχωρο. Ο κινηματογραφικός τρόπος ζωής με βοηθά να υπάρξω στη ζωή. Για αυτό και το βλέπω ως ένα μεγάλο προνόμιο.
Είχες την ευτυχία να συμπορευτείς κινηματογραφικά με την τελευταία δεκαετία του ελληνικού σινεμά – όταν αυτό έκανε το μεγάλο άνοιγμα στα διεθνή δρώμενα, άλλαξε το προφίλ της κινηματογραφίας μας, γνώρισε διακρίσεις, γέννησε νέους δημιουργούς. Πώς τη θυμάσαι αυτή τη δεκαετία;
Εχω ζήσει πολύ χαρούμενα γεγονότα αυτή τη δεκαετία, ναι. Εχω δουλέψει με ανθρώπους, έχω δουλέψει ρόλους. Εχω ταξιδέψει πολύ, έχω ζήσει την εμπειρία όλων αυτών των φεστιβάλ κι έχω δει πώς οι ταινίες ανταποκρίνονται κι επικοινωνούν με θεατές από διαφορετικές χώρες και κουλτούρες. Δεν μπορούσα να το φανταστώ αυτό πριν – πόσο μπορεί μία ταινία που δεν μιλά τη γλώσσα των άλλων, να τους συγκινεί, να τους αγγίζει, να τους καθορίζει. Με έχει εκπλήξει αυτό και μου έχει δώσει πολύ μεγάλη χαρά. Αυτή η δύναμη του σινεμά που εισβάλει στη ζωή των ανθρώπων, που δεν ξέρω και δεν με ξέρουν, και μετά καταλαβαίνω από όσα λένε ότι με κατάλαβαν, τους άγγιξε αυτό που κάναμε, επικοινώνησε, τους συγκίνησε, τους παρηγόρησε. Επίσης το γεγονός ότι όλο αυτό έγινε με ταινίες που διαμόρφωσαν μία άλλη αισθητική, μία άλλη κινηματογραφική γλώσσα είναι κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό.
Mοιάζει να επιβιώνει από θαύμα όμως το ελληνικό σινεμά. Τι θα κάνουμε για να το στηρίξουμε τα επόμενα δέκα χρόνια;
Ο,τι μπορούμε. Τη δουλειά μας. Εγώ, από την πλευρά μου, θα συνεχίσω να συνεργάζομαι με σκηνοθέτες που με προκαλούν και με κάνουν καλύτερη. Αν εννοείς όμως τι θα κάνουμε ως κράτος, ως χώρα, δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι άλλο χρειάζεται να δουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι για να στηρίξουν ουσιαστικά το ελληνικό σινεμά.
Oscars 2011 | Κυνόδοντας: με τον Γιώργο Λάνθιμο και την Αριάν Λαμπέντ στο κόκκινο χαλί
Ας μείνουμε στο σήμερα: πώς αντιδράς στην πραγματικότητα που σε θέλει την μεγαλύτερη πρωταγωνίστρια του νέου ελληνικού σινεμά;
Η μεγαλύτερη χαρά είναι ότι έχω συνεργαστεί με τους σκηνοθέτες που έχω συνεργαστεί. Το λέω πολύ ειλικρινά. Το λέω με πολύ μεγάλη χαρά και ικανοποίηση και περηφάνια και αγάπη. Ολο το υπόλοιπο είναι το αποτέλεσμα. Αλλά δεν σκέφτεσαι ποτέ το αποτέλεσμα. Επιλέγεις σκηνοθέτες, επιλέγεις ομάδες που κάνεις τις δουλειές που σε αφορούν και σε εκφράζουν. Και με τον Γιώργο (Λάνθιμο) αυτό έγινε. Δεν σκεφτόταν κανείς, ούτε μπορούσε να το διανοηθεί, όλο αυτό που ακολούθησε.
Κάνουμε ο,τι μπορούμε για να στηρίξουμε το ελληνικό σινεμά. Τη δουλειά μας. Εγώ, από την πλευρά μου, θα συνεχίσω να συνεργάζομαι με σκηνοθέτες που με προκαλούν και με κάνουν καλύτερη. Αν εννοείς όμως τι θα κάνουμε ως κράτος, ως χώρα, δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι άλλο χρειάζεται να δουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι για να στηρίξουν ουσιαστικά το ελληνικό σινεμά.»
Βενετία 2011, «Αλπεις» και Κάννες 2015, «Αστακός»
Πόσο καμαρώνεις την επιτυχία του Γιώργου Λάνθιμου;
Είμαι πολύ χαρούμενη. Και πάρα πολύ περήφανη για αυτόν. Είναι ένας άνθρωπος που του αξίζει όλο αυτό που έχει συμβεί. Γιατί είναι αποτέλεσμα μεγάλου ταλέντου, τεράστιας προσωπικής κατάθεσης και απίστευτα σκληρής δουλειάς. Ο Γιώργος είναι ένας άνθρωπος μεγάλης στοχοπροσήλωσης, ένας καλλιτέχνης που εργάζεται με πολύ μεγάλη αφοσίωση κι ευθύνη. Είμαι πραγματικά πολύ περήφανη για αυτόν.
Από τα γυρίσματα του «Θαύματος της Θάλασσας των Σαργασσών»
Eσύ έχεις σκεφτεί τη διεθνή καριέρα; Είναι κάτι που σε απασχολεί, που θα το επιδίωκες, είσαι ανοιχτή σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο;
Φυσικά και είμαι. Αλλά δεν είναι για μένα αυτοσκοπός. Μου αρέσει να κάνω ταινίες γιατί έχω μία επικοινωνία με το έργο ενός σκηνοθέτη. Αν αυτός είναι Ελληνας ή όχι, το αφήνω ανοιχτό. Δε θα κάνω μια ταινία εκτός Ελλάδας για να την κάνω – αν για μένα είναι κάτι που δεν μπορώ να ανταποκριθώ ή να ανταπεξέλθω. Το βλέπω κατά περίπτωση.
Πώς ονειρεύεσαι τη δουλειά σου από εδώ και πέρα; Εχεις κινηματογραφικούς ήρωες που τώρα μπορεί και να μπορέσεις να συνεργαστείς;
Δεν μπορώ να κλείσω τα όνειρα και τις επιθυμίες μου σε μία πρόταση, ή σ' έναν σκηνοθέτη. Ισως το όνειρο να είναι να μπορέσω να παραμείνω ανοιχτή...
Διαβάστε περισσότερα:
- Berlinale 2019: Ο Σύλλας Τζουμέρκας μιλάει στο Flix για έναν δικό του Παράδεισο
- Berlinale 2019: Πιστέψαμε στο «Θαύμα της Θάλασσας της Σαργασσών»
- Το Flix πήγε βόλτα στο «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» του Σύλλα Τζουμέρκα
Με την ομάδα της ταινίας στο 60ό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (φωτό: Αρης Ράμμος)