Δεν είναι δύσκολο να χαρακτηρίσεις τα «Σάβανα» ως την πιο απροκάλυπτα προσωπική ταινία του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ - ό,τι τελικά κι αν σημαίνει αυτό για μια φιλμογραφία που δεν έκρυψε ποτέ ότι γεννιόταν, πέθαινε και ξαναγεννιόταν μέσα από απόλυτα προσωπικούς (και συχνά ερμητικούς) κυρίως εφιάλτες αλλά και όνειρα.
Ο θάνατος της συζύγου του Κρόνενμπεργκ, Καρολίν Ζάιφμαν το 2017 βρίσκεται παντού μέσα στην ταινία: στη θλίψη που κουβαλάει ο πρωτοπόρος επιχειρηματίας Καρς (Βενσάν Κασέλ) για τη νεκρή γυναίκα του (Ντάιαν Κρούγκερ), αλλά κυρίως στην απονενοημένη ιδέα του να φτιάξει ένα νεκροταφείο (που διαθέτει και ένα πολυτελές εστιατόριο) στο οποίο, μέσα από ειδικά κατασκευασμένα σάβανα δίνεται η ευκαιρία στους συγγενείς των νεκρών να παρακολουθούν σε ανάλυση 8K σε real time και ανά πάσα στιγμή τη σήψη των αγαπημένων τους μέσα από το κινητό τους.
Ποιοι είμαστε εμείς - φανατικοί του έργου του εξ απαλών ονύχων, ακόμη και στις πιο αδύναμες στιγμές του - που θα φέρναμε αντίρρηση στον Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, ακόμη και για μια ιδέα που το νιώθεις ότι υπερβάλλει στη μείξη του hi-tech με το body horror και ένα sub-plot συνομωσιών που μοιάζει τελείως ξένο με την θεματική και κυρίως προβληματική της;
Είναι όμως η δεύτερη συνεχόμενη φορά μετά τα «Εγκλήματα του Μέλλοντος» που το σινεμά του Καναδού μοιάζει παραδομένο σε κάτι που θυμίζει περισσότερο art installation εκτός εποχής, με ιδέες που ξεπηδούν μέσα από το μεγάλο βιβλίο του σύμπαντός του, αλλά ειδικά εδώ αρνούνται να μπουν στην τροχιά μιας πραγματικά συναρπαστικής διαδρομής που θέλει, αλλά σχεδόν στα όρια της παρωδίας, δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε καν ως σάτιρα πάνω στην αγωνία των ανθρώπων να νικήσουν την αρρώστια, το θάνατο, την απώλεια.
Αυτή η κεντρική ιδέα - ενός ανθρώπου που θέλει να συνεχίσει να ζει με τη νεκρή γυναίκα του με οποιονδήποτε τρόπο και έχει ήδη εξασφαλίσει και μια θέση δίπλα της στο νεκροταφείο - είναι και η πιο διαπεραστική, καθώς ο Κρόνενμπεργκ αναλογίζεται πάνω σε όσα μας κρατάνε ζωντανούς ενώ (οφείλουν να) έχουν άμεση σχέση με το θάνατο. Εικόνες όπως αυτή ενός 3D σκελετού που περιστρέφεται σε real time ή αυτή μιας γυναίκας όπως η ολόγυμνη Ντάιαν Κρούγκερ ακρωτηριασμένη με ένα στήθος, υπάρχουν επειδή πίσω από την κάμερα βρίσκεται ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. Αλλά δεν μοιάζουν αρκετές να σώσουν μια ταινία που πάσχει από περισσότερες από μια απώλειες.
Απώλεια πρώτη ο πρωταγωνιστής της Βενσάν Κασέλ που όσο κι αν θυμίζει - ως κλείσιμο του ματιού - τον ίδιο τον Κρόνενμπεργκ σε στιλ, σιλουέτα, γκρίζο μαλλί και παγωμένο βλέμμα, δεν μπορεί να πείσει ως ένας άντρας βουτηγμένος στη θλίψη. Απώλεια δεύτερη ο βαρύς, αδιάκοπος διάλογος που δεν αφήνει την ταινία - και το υπέροχο επιβλητικό σκορ του μόνιμου συνεργάτη του Χάουαρντ Σορ - να αναπνεύσει ως μια καθαρτική διαδρομή θρήνου και επούλωσης τραυμάτων που θα έπρεπε να είναι. Απώλεια τρίτη, μια ολόκληρη υπό-υπόθεση στην οποία εμπλέκεται σαν από άλλη ταινία (σίγουρα όχι του Κρόνενμπεργκ) ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Γκάι Πιρς και η οποία μοιάζει εντελώς αποκομμένη από την ατμόσφαιρα και τις αναζητήσεις της υπόλοιπης ιστορίας. Απώλεια τέταρτη και από τις σημαντικότερες, το σεξ που εδώ παίζει τον κεντρικό ρόλο που παίζει σε όλες τις ταινίες του Ντέιβιντ Κρόνενεμπεργκ, αλλά που δεν αργεί να γίνει από μηχανισμός λύτρωσης και παιχνίδι ξανακερδισμένης επιθυμίας σε κάτι που φέρνει αβίαστο γέλιο ερήμην του δημιουργού του, στις πιο άβολες σκηνές της ταινίας.
Απώλεια σημαντικότερη όλων, το νόημα που μοιάζει χαμένο από νωρίς σε μια ταινία που ενώ ξεκινάει με τη δυναμική μιας ανακουφιστικής αποτίναξης του θρήνου για το θάνατο και ίσως και μια νίκη πάνω στον τρόμο του καρκίνου, γίνεται σταδιακά ένα φόρουμ ιδεών, γιαπωνέζικων ντεκόρ, groomed σκύλων, σπασμένων ισχίων (!) και σαβάνων (σχεδιασμένων μάλιστα από τον οίκο Saint Laurent και τον παραγωγό της ταινίας καλλιτεχνικό διευθύντη του οίκου, Αντονι Βακαρέλο) που καταλήγουν τελικά σε μια μπανάλ ιστορία άπιστης συζύγου (ή κάτι τέτοιο) με μυστικά που δεν ενδιαφέρουν κανέναν και σίγουρα όχι μια ταινία που έχει για κεντρικό σετ ένα νεκροταφείο νέας εποχής που μόλις έχει (spoiler alert #not) συλληθεί.
Στα 81 του χρόνια, ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ δηλώνει παρών και κάνει καλά. Και τον βλέπεις μέσα στην ταινία - ειδικά στις σκηνές της «νεκρής» Ντάιαν Κρούγκερ (σε ένα διπλό ρόλο είναι καλύτερη ως νεκρή παρά ως ζωντανή) που φέρνουν μνήμες από το αριστουργηματικό «Crash» και στην αγωνία του να διώξει τη θλίψη και να την ανταλλάξει με μια νέα, ερωτική, ελεύθερη από φαντάσματα ζωή - αλλά μόνο επειδή θέλεις να τον δεις και σίγουρα όχι επειδή τα «Σάβανα» έχουν τη δύναμη να σε κάνουν να θρηνήσεις κάτι περισσότερο από ένα σχεδόν ολοκληρωτικά αποτυχημένο φιλμικό - ειρωνικά ή μη - θάνατο.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη βοήθεια πραγματοποίησης του ταξιδιού στο 77ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.