Φεστιβάλ / Βραβεία

Κάννες 2017: Ο Ανταμ Σάντλερ άξιος ακόμα και για βραβείο στο γλυκόπικρο «The Meyerowitz Stories» του Νόα Μπόμπακ

στα 10

Μία ακόμα δυσλειτουργική οικογένεια, μία ακόμα νεοϋορκέζικη ιστορία, μία ακόμα γλυκόπικρη και τρυφερά απροσάρμοστη ταινία για ήρωες που νιώθουν ακριβώς έτσι. Μήπως ο Ανταμ Σάντλερ βρήκε τη θέση του στο σινεμά του Νόα Μπόμπακ;

Κάννες 2017: Ο Ανταμ Σάντλερ άξιος ακόμα και για βραβείο στο γλυκόπικρο «The Meyerowitz Stories» του Νόα Μπόμπακ

Γνωρίστε τους Μεγιέροβιτς. Ο πρωτότοκος γιος, Ντάνι, έχει μόλις πάρει διαζύγιο μετά από 20 χρόνια γάμου. Εκείνος μεγάλωνε τη 18χρονη κόρη τους στο αντισυμβατικό τους σπιτικό (η γυναίκα του δούλευε, ο Ντάνι ως αποτυχημένος μουσικός έμεινε πίσω να μεγαλώνει το παιδί) και τώρα του στοιχίζει που πρέπει να την αποχωριστεί. Ο ρόλος του πατέρα ήταν η ταυτότητά του. Το μόνο πράγμα που είχε πετύχει στη ζωή του. Την οδηγεί στο πατρικό του στη Νέα Υόρκη, για ένα αποχαιρετιστήριο δείπνο με όλη την οικογένεια, πριν εκείνη φύγει για το κολλέγιο. Εκεί τους περιμένει η μοναχική, παράξενη αδελφή του, Τζιν, μισοκρυμμένη στο σαλόνι. Αλλωστε, έτσι μεγάλωσε, μισοκρυμμένη (και για αυτό η δική της ιστορία θα παραμείνει μικρή και μυστηριώδης, σαν αμελεητέα παρένθεση, μέχρι το τέλος). Και φυσικά ο πάτερ φαμίλιας. Ο πάλαι ποτέ ένδοξος γλύπτης Χάρολντ Μεγιέροβιτς, ο οποίος έζησε το ζωή του ως εγωκεντρικός και μεγαλομανής καλλιτέχνης: τρεις γάμοι (τον πρώτο δεν τον παραδέχεται για τον ακύρωσε), τρία παιδιά. Τα πρώτα δύο εισέπραξαν την αδιαφορία του, καθώς η τέχνη του είχε πάντα τον πρώτο λόγο. Ο μικρός του όμως είναι και ο χαϊδεμένος του. Το καμάρι του. Αν ρωτήσει βέβαια κανείς τον ίδιο τον 40χρονο Μάθιου (ο οποίος επέλεξε να γίνει οικονομολόγος κι όχι καλλιτέχνης και να ζει στο Λος Αντζελες κι όχι κοντά στον τοξικό πατέρα) θα ακούσει μία άλλη εκδοχή της ανατροφής του. Γνωρίστε τους Μεγιέροβιτς. Τους συναντάμε τη στιγμή που πρέπει να αποδεχτούν, να επαναστατήσουν, να συγχωρέσουν, να προχωρήσουν μπροστά με τις ζωές τους, κόβοντας τα ενοχικά βαρύδια των οικογενειακών δεσμών.

Διαβάστε επίσης: Ο Ανταμ Σάντλερ είναι στις Κάννες. Και είναι ενθουσιασμένος. Και μοιάζει και φαβορί για βραβείο!

Meyerowitz 607 1

Ο Νόα Μπόμπακ («The Squid and the Whale», «Greenberg», «Frances Ha», «Margot at the Wedding») κάνει, σχεδόν πάντα, την ίδια ταινία. Και για αυτό τον αγαπάμε. Απροσάρμοστοι ενήλικες που κουβαλούν ακόμα τα παιδικά τους τραύματα σα διαβατήριο από το ένα στάδιο της ζωής τους στο επόμενο. Δυσλειτουργικές οικογένειες που δεν έχουν άλλο τρόπο να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Losers που παλεύουν με τις αποτυχίες, τα λάθη και τις εμμονές τους. Και μία Νέα Υόρκη ως καμβάς πολυκοσμίας, πολυμορφίας, μίας πολύβοης πιθανότητας που είναι ζωή - αν και μόνο μπορούσες να τη δεις καθαρά και να καταλάβεις που πρέπει να παρκάρεις.

Στο χωρισμένα σε κεφάλαια «The Meyerowitz Stories», κάθε ήρωας μάς αφηγείται την ιστορία του. Κι ο Μπόμπακ οριοθετεί αυτές τις βινιέτες επίτηδες, για να τους αναδείξει. Να δώσει την απαραίτητη σημασία στις αρετές, τα κατορθώματα, τις αποτυχίες, το παράπονο που έχει ο κάθε ένας ξεχωριστά. Αυτό που προσπαθούσαν μάταια οι ίδιοι μια ζωή: να πείσουν τον εγωιστή πατέρα να τους προσέξει, να τους εκτιμήσει, να τους επαινέσει, να τους δώσει την απαραίτητη αυτοπεποίθηση και να τους αφήσει να ζήσουν ελεύθεροι τη ζωή τους. Να τους αγαπήσει.

Meyerowitz 607 2

Με τη σειρά του, ο Χάρλοντ Μεγιέροβιτς μετρά και ο ίδιος τις προσωπικές του ανασφάλειες και απογοητεύσεις: ξοφλημένος, γερασμένος, αποσυρμένος στο σπίτι του στο Ανατολικό Βίλατζ με την αλκοολική παλαβιάρα τέταρτη γυναίκα του, παρακολουθεί από τις εφημερίδες τις καριέρες των συνομηλίκων του να συνεχίζονται, ενώ ο ίδιος είναι ξεχασμένος από γκαλερίστες και κριτικούς τέχνης.

Ο Μπόμπακ τους σκιαγραφεί με την σήμα κατατεθέν του καρικατουρίστικη σάτιρα, αλλά τους πλησιάζει με ζεστό, τρυφερό βλέμμα και συγκίνηση. Μπορεί τα ανθρώπινα ελαττώματα, η ατελής μας φύση, η βαθιά μοναξιά της αποτυχίας που όλοι κουβαλάμε να ξεγυμνώνονται με πικρό χιούμορ, αλλά ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης δεν ξεχνά να προσθέσει κατανόηση, γλύκα αλλά και φόβο στη συναισθηματική αβεβαιότητα. Κι έτσι το σινεμά του γίνεται οικείο, αναγνωρίσιμο, βαθιά προσωπικό.

Meyerowitz 607 3

Μεγάλο του πλεονόκτημα οι ερμηνείες. Ο Μπεν Στίλερ είναι πάντα στιβαρός όταν οι ήρωές του περπατούν σε τεντωμένο σκοινί, ο Ντάστιν Χόφμαν προσδίδει με ακρίβεια και γενναιοδωρία τον γεροξεκούτη χειριστικό πατέρα, η Εμα Τόμπσον είναι κάτι παραπάνω από απολαυστική ως η χίπισα αλκοολική μητριά.

Αυτός όμως που αποτελεί αποκάλυψη είναι ο Ανταμ Σάντλερ. Κουβαλώντας την αποδοκιμασία των κριτικών για το εμπορικό πακέτο εκατομμυρίων που έκλεισε με το Netflix (σε κανέναν δεν άρεσαν τα «The Ridiculous 6», «The Do-Over», «Sandy Wexler»), ο Σάντλερ επιστρέφει στις Κάννες (πόσα χρόνια έχουν περάσει από το «Punch Drunk Love» του Πολ Τόμας Αντερσον;) για να αποδείξει ότι μπορεί και να τον έχουμε παρεξηγήσει. Μπορεί και να νομίζουμε ότι ξέρουμε τα όρια της ερμηνευτικής του στόφας. Εκείνος έχει πολλά ακόμα να εξερευνήσει. Με μικρές μικρές ανθρώπινες λεπτομέρειες, ιδανικό timing και μία θλίψη που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει, ο Σάντλερ έκλεψε την παράσταση.

Η ταινία θα μπορούσε να είναι ένα μικρό αριστούργημα. Δεν είναι. Η ιστορία των Μεγιέροβιτς παραμένει μικρή και άνιση. Υπάρχουν όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να την αναδείξουν ως μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, αλλά ο Μπόμπακ δεν καταφέρνει να πει τίποτα καινούργιο, καταφεύγει σε οικείες μανιέρες και προβλεψιμότητες, θυσιάζει το χαρακτήρα του Χόφμαν πολύ νωρίς (θέλαμε κι άλλο) και χάνει τελικά το ρυθμό της συναισθηματικής κυρίως αφήγησης.

Περισσότερες κριτικές από το 70ό Φεστιβάλ Καννών:

To 70ό Φεστιβάλ Καννών διεξάγεται φέτος από τις 17 μέχρι και τις 28 Μαΐου. Τo Flix θα βρίσκεται εκεί για ενημέρωση κάθε λεπτό για όσα θα συμβούν εντός και εκτός των σκοτεινών αιθουσών. Διαβάστε περισσότερα στο ειδικό του τμήμα, αφιερωμένο στο Φεστιβάλ Καννών, που ανανεώνεται συνεχώς.