Στο πολύ κοντινό μέλλον, οι μεγάλες πολυεθνικές θα παράγουν κλωνοποιημένα ζώα για να μπορέσουν να ικανοποιήσουν τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό με φτηνό, «νόστιμο» τυποποιημένο κρέας. Από τα νεοϋορκέζικα γραφεία της Mirando Corporation, η Λούσι Μιράντο (Τίλντα Σουίντον) μάς πληροφορεί ότι το μέλλον έφτασε στην πόρτα μας. Ή σε 26 φάρμες ανά τον κόσμο. Ενα παράξενο γουρουνάκι που «βρέθηκε» στη Χιλή και μεγάλωσε σε διαστάσεις ελέφαντα, δίνει ελπίδες ότι οι απόγονοί του μπορούν να είναι η λύση στο πρόβλημα του πλανήτη. Η Λούσι (που θέλει να δημιουργήσει ένα πιο φιλικό προφίλ στην εταιρία που δημιούργησε ο αδίστακτος πατέρας της και η αμείλικτη δίδυμη αδελφή της) δεν αναφέρει τη λέξη «κλώνος» φυσικά, ούτε ότι το γουρουνάκι δεν είναι παρά ένα γενετικά μεταλλαγμένο πείραμα σε εργαστήρια του Νιου Τζέρσεϊ. Για να μπορέσει να προσελκύσει το κοινό, οργανώνει ένα διαγωνισμό και χτίζει έναν μύθο: 26 παράγωγα γουρουνάκια ανατίθενται σε κτηνοτρόφους σε διαφορετικά μέρη της γης και θα τα ξανασυναντήσουμε σ' ένα τηλεοπτικό ριάλιτι σόου (με παρουσιαστή τον εκκεντρικό ζωολόγο που σκιαγραφεί ο Τζέικ Τζίλανχαλ) 10 χρόνια μετά, για να ανακαλύψουμε ποιος θα μας παραδώσει τον πρωταθλητή - το καλύτερο, το μεγαλύτερο, το «Super Pig». Ο νικητής θα βραβευτεί σε μία ανεπανάληπτη φιέστα στην καρδιά της 5ης Λεωφόρου και οι καταναλωτές θα μπορούμε να ευφησυχαστούμε: η κατανάλωση κρέατος θα συνεχίσει για πάντα.
Μία δεκαετία μετά και εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την αμερικανική μητρόπολη, σ' ένα ορεινό δάσος της Κορέας, η Μίσα ζει με τον ερημίτη παππού της. Οταν ήταν 3 χρονών έμεινε ορφανή, αλλά όχι μόνη. Η Μίσα μεγαλώνει με την «Οκτσα», ένα από τα μεταλλαγμένα γουρουνάκια της Mirando, που σήμερα έχει πάρει διαστάσεις «γουρουνοπόταμου». Η Μίσα και η Οκσα είναι φιλαράκια, σύντροφοι, οικογένεια - παίζουν, κυνηγούν, ψαρεύουν, κολυμπούν, φροντίζουν τον παππού μαζί. Ενα μικρό κοριτσάκι κι ένα τεράστιο, μονοκόμματο, γκαφατζίδικο, ευφυέστατο, σκανταλιάρικο γουρούνι. Με μεγάλη αντίληψη (όταν η Μίσα κινδυνεύει, τη σώζει από βέβαιο θάνατο) και μεγάλη καρδιά.
Εχει φτάσει όμως η ώρα της κρίσης. Η Οκτσα επιλέγεται ως πρωταθλητής («Ποιο είναι το μυστικό σας;» / «την αφήναμε να μεγαλώνει ελεύθερη») και η Μίσα συνειδητοποιεί για πρώτη φορά στη ζωή της τη μοίρα της παιδικής της συντροφιάς. Θα την μεταφέρουν στις νεοϋορκέζικες εγκαταστάσεις, αρχικά ως προϊόν μάρκετινγκ για το καταναλωτικό κοινό που περιμένει να δει το «Super Pig» και μετά ως απλό προϊόν: θα σφαγιαστεί, πακεταριστεί και διανεμηθεί στα σούπερ μάρκετ ως... χοιρινό κρέας.
Κι εκεί κάπου ξεκινά η μεγάλη περιπέτεια. Ενος κοριτσιού που θα φτάσει στα πέρατα του κόσμου για να σώσει το «τέρας» που της στάθηκε πιο πολύ κι από άνθρωπος. Και του τέρατος που γνώρισε τη φρίκη των ανθρώπων και τους συγχώρεσε.
Με επικό, ασυμβίβαστο βλέμμα, πολιτικό σχόλιο, χιούμορ και απαράμιλλη ανθρωπιά, ο Μπονγκ Τζουν-χο κατασκευάζει κάτι πολύ μεγαλύτερο από ένα υπέροχο CGI κινηματογραφικό ήρωα. Κάτι πολύ περισσότερο από ένα παιδικό παραμύθι με οικολογικό μήνυμα. Κάτι πολύ σπουδαιότερο από έναν σκηνοθετικό φόρο τιμής στο ουμανιστικό σύμπαν του Χαγιάο Μιγιαζάκι, τη σήμα-κατατεθέν «Εξωγήινη» αθωότητα του Στίβεν Σπίλμπεργκ, την άνευ όρων αγάπη του Τιμ Μπάρτον για τα παρεξηγημένα τέρατα της ζωής μας.
Σε μία εποχή που έχουμε ξεχάσει ποιος είναι ο ρόλος μας σε αυτό τον πλανήτη, που ο άνθρωπος είναι πρώτα και πάνω από όλα καταναλωτής, ο Τζουν-χο με μία σκηνοθετικά εντυπωσιακή, mainstream οικογενειακή περιπέτεια (γυρισμένη σε λαμπερό εντυπωσιακό σινεμασκόπ από τον φωτογράφο Ντάριους Κόντζι), επικαλείται το ψέμα που είναι το σινεμά για να μας υπενθυμίσει κάτι πολύ αληθινό: τα ζώα έχουν πολλά να μας διδάξουν για το πώς κανείς θα έπρεπε να αναπνέει, να αγαπά, να στηρίζει την οικογένειά του, να τιμά τους φίλους του, να πηγαίνει βόλτες, να παίζει, να χαρίζει αγκαλιές ή να χουζουρεύει στον ήλιο.
Κι αν όλα αυτά σας κάνουν να φοβάστε ότι ο σκηνοθέτης των «The Host» και «Snowpiercer» μεταλλάχθηκε ξαφνικά σε αλά Disney νερόβραστο δημιουργό, μην ανησυχείτε καθόλου. Το αδέκαστο καυστικό του σχόλιο (τόσο προς τον Καπιταλισμό, όσο και προς τον ανήθικο ακτιβισμό, ή την μοδάτη οικολογική πολιτική ορθότητα), η τολμηρή σκοτεινή του κάμερα και το πικρό του φινάλε δεν μπορούν παρά να ανοίξουν έναν κινηματογραφικό διάλογο για το παρόν και το μέλλον του κόσμο μας, που υπόσχεται να μας ενηλικιώσει απότομα.
Οσο ωμό όμως κι αν είναι το «Meat is Murder» μήνυμα του, τόσο συγκινητικά τρυφερό είναι το παράλληλο κάλεσμά του στο συναίσθημα. Ναι ο κόσμος μας ήταν είναι και θα παραμείνει κυνικός, το σύστημα αδιάβλητο και ο καπιταλισμός ανίκητος. Ομως η επιλογή για το πώς θα ζήσουμε τη ζωή μας είναι πάντα δική μας. Και η διαφύλαξη του παιδιού, αλλά και του αλλόκοτου τέρατος, που κρύβουμε μέσα μας είναι η καλύτερη εκδίκηση.
Και για να μιλήσουμε και για «την Οκσα στο δωμάτιο»: Μία τέτοια μαγική ταινία, με ένα γιγαντιαίο ήρωα και ένα τεράστιο μήνυμα θα έπρεπε να προβάλεται σε μεγάλες οθόνες. Το μεγάλο σκάνδαλο του φεστιβάλ είναι ότι η Netflix διανομή της θα στριμώξει το όραμα του Τζουν-χο σε οθόνες smart phone, laptop και τηλεοράσεων. Από την άλλη όμως υπάρχει ένα πλεονέκτημα: θα μεταγγίσει την ιστορία και το μήνυμά της σε εκατομμύρια ζευγάρια μάτια σε όλο τον κόσμο, ταυτόχρονα.
Ισως πρέπει να δείξουμε μία μικρή εμπιστοσύνη στον Τζουν-χο. Μπορεί να τους ξεγέλασε όλους για να κάνει το αδιανόητο: να τρυπώσει, αιφνιδιαστικά, το «τέρας» σπίτι μας. Ας δώσουμε μία ευκαιρία στο διαφορετικό κι ας περιμένουμε.
Περισσότερες κριτικές από το 70ό Φεστιβάλ Καννών:
- Κάννες 2017: Tο «Jupiter's Moon» του Κορνέλ Μουντρούτσο δεν απογειώνεται ποτέ
- Κάννες 2017: Η ευρωπαϊκή ανατολή είναι η νέα Αγρια Δύση στο «Western»
- Κάννες 2017: Στο «Wonderstruck», ο Τοντ Χέινς μιλά για την αγάπη: με δυο εποχές, τρεις ταινίες και μια μακέτα
- Το τέλος ενός γάμου και μιας ολόκληρης χώρας στο «Χωρίς Αγάπη» του Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ
- Κάννες 2017: Η Βανέσα Ρεντγκρέιβ κάνει το προσφυγικό προσωπική της υπόθεση στο «Sea Sorrow»
- Κάννες 2017: Τα «Φαντάσματα του Ισμαήλ» δεν είναι σίγουρα το «8 1/2» του Αρνό Ντεπλεσέν