Σε μια σκηνή του βιογραφικού «Από τη Χίλντε, με Αγάπη», μια μεσόκοπη κυρία, μπαίνοντας σε ένα καφέ των βερολινέζικων προαστίων του ’40, μαζί με το καλημέρα πετάει κι ένα «χάιλ Χίτλερ» στον μαγαζάτορα, πριν στραφεί προς τους γνωστούς της, την νεαρή Χίλντε και την παρέα της, που έχουν αραδιασμένα στο τραπέζι τους λογοτεχνικά βιβλιαράκια, αλλά στην πραγματικότητα ασχολούνται κρυφά με αντικαθεστωτικές προκηρύξεις και σχέδια για αποστολή πληροφοριών στους Σοβιετικούς μέσω ραδιοφωνικού πομπού. Από την ξαφνική αμηχανία στο ερώτημά της τί κάνουν θα τους σώσει τελικά η Χίλντε με τη γνώση και την ευστροφία της, μιλώντας της για το περιεχόμενο ενός από τα βιβλία.
Το στιγμιότυπο του χιτλερικού χαιρετισμού είναι ίσως και το μόνο τυπικό ναζιστικό σήμα που εκπέμπεται άμεσα σε ολόκληρη την ταινία του Αντρέας Ντρέζεν ως ένδειξη της συνθήκης μέσα στην οποία αυτή κινείται. Δεν υπάρχουν εδώ άλλες αναφορές στον Φίρερ. Ούτε δείχνονται τρομακτικοί Γκεστάπο να περιπολούν δρόμους ουρλιάζοντας ή να πυροβολούν εδώ κι εκεί όπως σε ένα σύνηθες αντιναζιστικό δράμα. Όλα είναι κοινά, έως και ενίοτε ειδυλλιακά, όπως μια εκδρομή φίλων στην εξοχή, ας πούμε. Ωστόσο, η απειλή λανθάνει σε κάθε πλάνο. Αν ο χαιρετισμός είναι πινέζα στον χάρτη του ύπουλου παραδείσου, όλα τα γύρω είναι πρόκες που σκουντάνε τους ήρωες όλο και βαθύτερα προς στο σκοτάδι του θανάτου.
Η σκηνή, ένα από τα φλασμπάκ στη ζωή της Χίλντε Κόπι πριν φυλακισθεί από το ναζιστικό καθεστώς για την ανατρεπτική της δράση, θα λέγαμε πως συμπυκνώνει το φιλμ, εκτός από υφολογικά, και χαρακτηρολογικά: Η Χίλντε, το καλό και συνεσταλμένο κορίτσι, είναι πρότυπο θάρρους και αποφασιστικότητας όταν χρειαστεί. Μπορεί να είναι ευάλωτη, ντροπαλή, λιγομίλητη, αλλά βγει μπροστά με την εξυπνάδα και την πρακτικότητά της και θα περατώσει τη δουλειά, χωρίς ποτέ να ζητά τα εύσημα. Είναι ιδιοφυής ο τρόπος με τον οποίο ο Ντρέζεν παίζει με τις αντιθέσεις αυτές (όπως και με τα κοντράστα σε ολόκληρη την ταινία: βλέπε και την αντίστροφη χρονική αλληλουχία των φλασμπάκ, ενώ ο τωρινός χρόνος αφήγησης, με την Χίλντε να περιμένει έγκυος την καταδίκη της στη φυλακή, κυλά κανονικά προς τα εμπρός). Και εκπληκτική η συνέπεια και η ψυχραιμία με τις οποίες τις εμψυχώνει η Λιβ Λίσα Φρις στον ομότιτλο ρόλο.
Η ιστορία της Χίλντε Κόπι είναι σχεδόν άγνωστη εκτός Γερμανίας, όπως άλλωστε και του συζύγου της, Χανς Κόπι, ενός από τους ενεργότερους αγωνιστές της «Κόκκινης Ορχήστρας», όπως ονόμαζε η Γκεστάπο τις ομάδες αντιστασιακών που δρούσαν σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, συμμαχικές και μη. Προτιμότερο, λοιπόν, να μην επεκταθούμε στις υπό εγκλεισμό δοκιμασίες της στον παρόντα χρόνο, απ’ όπου ξεκινά και η αφήγηση από τη στιγμή της σύλληψής της (και πριν αρχίσουν να παραλληλίζονται με εκείνες της ελευθερίας της στον παρελθόντα, που θα καταλήξουν στην απαρχή της γνωριμίας της με τον Χανς και της πολιτικής της συνειδητοποίησης). Ας πούμε απλώς πως, με όλες τις λύπες και ενίοτε τις μικροχαρές τους, που όμως εκπέμπονται πάντοτε απέριττα, χωρίς ίχνος συναισθηματισμού ακόμη και στις πιο ανθρώπινες σκηνές, μικρογραφούν έναν λαό σε μόνιμη αδυναμία να αποκτήσει τον έλεγχο της μοίρας του, όπως όλοι στην εμπόλεμη τότε Ευρώπη.
Είναι φανερό πως ο Αντρέας Ντρέζεν, πολιτικό και καλλιτεχνικό όν με μακρά προϋπηρεσία στη χώρα του (στην Ελλάδα έχουν διανεμηθεί εξωφεστιβαλικά μονάχα τα «Μικρά Ψέματα, Μεγάλες Απιστίες» το 2002 και «Ραμπιγιέ Κουρνάζ Εναντίον Τζορτζ Μπους» προ διετίας), αδιαφορεί πλήρως για οτιδήποτε κινηματογραφικά νεωτεριστικό. Υπηρετεί όμως έναν ακαδημαϊσμό στιβαρό, γνωρίζοντας πώς ακριβώς να δέσει το περιεχόμενο με την φόρμα, σε βαθμό που να μοιάζει αδύνατο να λυθούν
Το 74ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 15 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για την παροχή των εισιτηρίων του ταξιδιού στο 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.