Ο κινηματογράφος φλερτάρει συχνά με το τι είναι πραγματικότητα, τι όνειρο, τι φαντασία, τι προβολή των δικών μας συναισθημάτων στη μεγάλη οθόνη. Κάθε ταινία είναι ένα τέτοιο ταξίδι, ένα παιχνίδι μεταξύ αλήθειας και σινεμά - του μεγάλου ψέματος που λέει επώδυνες αλήθειες.
Υπάρχουν ταινίες όμως που αυτό τον διάλογο θέλουν να τον εξερευνήσουν ακόμα πιο βαθιά. Να αγγίξουν ερωτήσεις για τους άγνωστους τόπους που περισσότερο τους αισθάνεσαι παρά τους καταλαβαίνεις. Και, ταυτόχρονα, να κρατήσουν τον καθρέφτη και να προβάλουν αντικατοπτρισμούς. Φαινομενικά αντίθετες έννοιες που όμως συνορεύουν. Κόσμους που συνυπάρχουν παράλληλα, στην ίδια διάσταση. Η αγάπη και η προδοσία. Η απώλεια και η παρουσία. Η μοναξιά στο «μαζί». Η ζωή κι ο θάνατος. Ο ζωντανός-νεκρός άνθρωπος που περιφέρει το κουφάρι του. Η αγάπη, που όταν τελειώνει, μοιάζει με θάνατο που ζωντανό σ' αφήνει.
Διαβάστε την κριτική του Flix: Berlinale 2024: Ο Γιώργος Ζώης μας βάζει στα… παπούτσια του «Arcadia»
Στο «Arcadia», την δεύτερη ταινία του Γιώργου Ζώη μετά το «Interruption» όλοι αυτές οι διαστάσεις συνθέτουν τον κόσμο μας. Δεν είναι «ο άλλος κόσμος», είναι ένας, ολόκληρος. Τον κατοικούν άνθρωποι, πνεύματα, ζώα. Παγιδευμένα φαντάσματα ως βαριές αποσκευές των ζωντανών. Εχουν κι αυτά τον τόπο τους - δίπλα μας, μέσα μας. Αν τους το επιτρέψουμε, αν τα αφήσουμε για λίγο ελεύθερα, βγαίνουν μέσα στη νύχτα και συναντιούνται. Αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας την κάθαρση, μάς απελευθερώνουν. Η επίλυση της εκκρεμότητας φέρνει τη ζωή, ή την ανάσταση.
Πώς προέκυψε μία τέτοια σύνθετη, φιλοσοφική ιδέα και ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στην απεικόνισή της; Συναντήσαμε τον Γιώργο Ζώη και τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές του, την Αγγελική Παπούλια και τον Βαγγέλη Μουρίκη, λίγο πριν μπουν στα αυτοκίνητα της Berlinale που θα τους μετέφεραν στην πρεμιέρα τους για μία συζήτηση που κινήθηκε από το κυριολεκτικό στο μεταφυσικό με παράδοξη ευκολία. Αλλωστε, όσοι αγαπάμε το σινεμά, το θεωρούμε κόσμο μας. Οχι έναν άλλον κόσμο.
Το 74ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 15 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες.
Γιώργο, μετά το «Interruption» είχες ανακοινώσει ότι θα κάνεις sci-fi: την ανάπτυξη του «Third Kind» σε μεγάλου μήκους. Ομως τελικά αποφάσισες να μάς πεις μία άλλη ιστορία φαντασίας…
Γιώργος Ζώης: Ναι, είχα κάτι άλλο στα σκαριά, είχα πολλά άλλα πράγματα στα σκαριά. Κάθε φορά μου συμβαίνει αυτό να κυνηγάω πολλές ιδέες μαζί. Και να καταλαβαίνω ότι αυτό που με στοιχειώνει κάπως περισσότερο τελικά, είναι αυτό που θέλω να πω και το πρότζεκτ που πρέπει να κάνω. Κι εκείνη την περίοδο με στοίχειωσε αυτή η ιστορία, μία ιστορία φαντασμάτων.
Μία ιστορία αγάπης, μία ιστορία φαντασμάτων; Εσύ πώς θα περιέγραφες την ταινία;
Γιώργος Ζώης: Η ταινία είναι το χρονικό ενός προαναγγελθέντος χωρισμού. Ή, αν θέλεις, μίας μεγάλης αγάπης που, επειδή δεν τελείωσε όπως έπρεπε στη ζωή, το τέλος είναι αναγκαίο να γίνει σε μια άλλη ζωή, σ’ έναν άλλο κόσμο. Υπάρχει ένα μωσαϊκό από ήρωες και ηρωίδες στην ταινία, ανθρώπων και ζώων, κι όλες οι ιστορίες τους είναι άλυτες κι ανείπωτες εκκρεμότητες. Πράγματα που δεν αντιμετωπίστηκαν, για αυτό και τα κουβαλούν, τους ακολουθούν, τους στοιχειώνουν.
Είναι μία ταινία και για την μνήμη;
Γιώργος Ζώης: Ναι, με ενδιέφερε πολύ να το εξερευνήσω αυτό. Κατά πόσο η μνήμη δεν είναι μία πραγματικότητα που υπάρχει - αντικειμενικά. Η μνήμη είναι μυθοπλασία. Ο καθένας θυμάται πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Και πάλι, διαφορετικοί κόσμοι συνυπάρχουν. Θεωρούμε ότι ζήσαμε κάτι, όπως (θέλουμε να) το θυμόμαστε. Και στην ουσία δεν το ζήσαμε ποτέ. Για αυτό και μέσα στην ταινία οι ήρωες είναι όμηροι στις μνήμες των άλλων.
Αγγελική, άλλος ένας ρόλος-πρόκληση. Τι σου έκανε κλικ διαβάζοντας το σενάριο και θέλησες να τον αναλάβεις;
Αγγελική Παπούλια: Αυτό που με ιντριγκάρισε αρχικά ήταν οι δύο αυτοί κόσμοι. Είναι διαφορετικοί; Παράλληλοι; Συνδέονται; Αυτό είναι κάτι που απασχολεί κι εμένα, προσωπικά. Δεν θεωρώ ότι οι άνθρωποι που χάνουμε, εξαφανίζονται. Συνεχίζουμε να συνδεόμαστε - μέσω των ονείρων, μέσω της μνήμης. Και αναρωτιέμαι συχνά αν βρίσκονται ακόμα ανάμεσά μας, σαν παρουσίες, αν επιχειρούν να επικοινωνήσουν. Το καταλαβαίνουμε; Τους νιώθουμε; Αυτά είναι τα ερωτήματα και της Κατερίνας και μου άρεσε πολύ που θα τα εξερευνούσαμε μαζί.
Βαγγέλη, παραδίδεις μία σιωπηλή, μελαγχολική ερμηνεία. Πώς συνδέθηκες με τον ήρωα σου;
Βαγγέλης Μουρίκης: Ο Γιάννης είναι σιωπηλός γιατί είναι ένας ήρωας σε σοκ. Ενα σοκ που διαφοροποιείται, μεγαλώνει σταδιακά, όσο κι ο ίδιος συνειδητοποιεί την αλήθεια, ολόκληρη. Επίσης, ο ήρωας πρέπει να σιωπάσει για να επιτρέψει χώρο και χρόνο στον θεατή, που βιώνει όσα βιώνει κι εκείνος, να συνειδητοποιήσει τι συμβαίνει. Ο Γιάννης είναι το όχημα του θεατή σε αυτό τον κόσμο. Μετέπειτα βέβαια, όταν η αλήθεια αποκαλύπτεται, ο Γιάννης είναι βουβός γιατί πενθεί - πολλά πράγματα μαζί.
Πόσο μεγάλη πρόκληση ήταν να παίζεις με την Αγγελική, χωρίς στα αλήθεια να παίζεις μαζί με την Αγγελική;
Βαγγέλης Μουρίκης: Ηταν πράγματι κάτι το πολύ ιδιαίτερο και ενδιαφέρον και μοναχικό. Ενώ ο ηθοποιός είναι δίπλα σου, δεν έχεις ούτε μισό βλέμμα να παίξεις, να αντιδράσεις Και μην ξεχνάμε ότι σινεμά είναι βλέμματα. Το ψάξαμε στις πρόβες, δοκιμάσαμε πράγματα, φυσικά στηρίζαμε ο ένας τον άλλον, αλλά με έναν εντελώς νέο τρόπο. Τελικά κατάλαβα ότι με οδήγησε το ένστικτο: κοιτούσα προς την μεριά που ήταν ο άνθρωπος μου, αλλά στην ουσία κοιτούσα μέσα μου.
Πάντως έχει μεγάλο ενδιαφέρον ότι συνεχώς παίζετε και με τις έννοιες του ποιος είναι ο πραγματικά νεκρός. Σαν όλα να είναι αντικατοπτρισμοί…
Αγγελική Παπούλια: Ναι, την κάναμε συνεχώς αυτή την ερώτηση. Ποιος είναι ο ενεργητικός, ποιος έχει ένα στόχο - να ξεφύγει, να αποδεσμευτεί. Ποιος είναι ο παθητικός; Ποιος είναι το βάρος και ποιος η σκιά; Παίζαμε με την ειρωνία και τις αντιθέσεις. Ο Γιάννης υπήρξε ζωντανός-νεκρός για πολλά χρόνια…
Σας είχε δώσει ο Γιώργος κινηματογραφικές αναφορές; Σας έβαλε να δείτε ταινίες που αντιμετωπίζουν το μεταφυσικό με τον τρόπο, το στυλ που ήθελε κι ο ίδιος να προσεγγίσει;
Αγγελική Παπούλια: Ναι, μάς είχε πει να δούμε το «Ο Θείος Μπουνμί Θυμάται τις Προηγούμενες Ζωές του» του Απιτσατπόνγκ Βιρασετάκουν, καθώς χειρίζεται ιδιαίτερα την συνύπαρξη του παρελθόντος με το παρόν, του ανθρώπου με το φάντασμα. Επίσης το«A Ghost Story» του Ντέιβιντ Λόρι, το «Birth» του Τζόναθαν Γκλέιζερ. Είχαμε συζητήσει γενικότερα για τον Γκλέιζερ, ακόμα και για το «Under the Skin», καθώς έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να χειρίζεται τις διαφορετικές «πραγματικότητες» των ηρώων του. Τον Γιώργο τον ενδιέφερε να χτίσουμε ερμηνείες που δεν στηρίζονται στο «άυλο», στο «φανταστικό», αλλά στο «κανονικό». Να παίξουμε τα πράγματα straight.
Γιώργος Ζώης: Ναι, γιατί βλέποντας για παράδειγμα το σινεμά του Βιρασετάκουν, καταλαβαίνεις ότι οι Ασιάτες έχουν βαθιά μέσα στην κουλτούρα τους ότι όλα αποτελούν μία πραγματικότητα. Εμείς οι δυτικοί, επηρεασμένη και από τον χριστιανισμό, θεωρούμε τους κόσμους ξεχωριστούς - ζωή, θάνατος, παράδεισος, κόλαση. Σε άλλους πολιτισμούς, σε γηγενείς, Αβορίγινες, Ασιάτες η ζωή κι ο θάνατος δεν έχουν ξεκάθαρο σύνορο.
Αγγελική Παπούλια: Και πέρα από το χριστιανισμό, στη δική μας αρχαία μυθολογία ήταν και πάλι ξεχωριστός ο Άδης - έπρεπε να πάρεις τη βάρκα, να ταξιδέψεις για να συναντήσεις τον κόσμο τον νεκρών.
Γιώργος Ζώης: Ναι, έτσι είναι. Εγώ ήθελα να συνυπάρχουν γιατί μιλούσα για την αγάπη. Η απώλεια, η απουσία της αγάπης, πολλές φορές την κάνει πολύ πιο παρούσα από όταν την έχεις δίπλα σου, στη ζωή σου. Όταν αντιλαμβάνεσαι ότι έχασες έναν άνθρωπο που αγαπούσες, ο πόνος σε κάνει να τον νιώθεις δίπλα σου, να τον κουβαλάς. Ενώ μπορεί (είτε γιατί τον θεωρούσες δεδομένο, είτε γιατί περνούσες τη δική σου κρίση) όταν ήταν με σάρκα και οστά στη ζωή σου, να μην τον έβλεπες. Τότε να ήταν ένα φάντασμα.
Μου αρέσει πολύ ότι οι χαρακτήρες είναι γραμμένοι έτσι ώστε να μην είναι κανείς αθώος ή ένοχος. Υπάρχει προδοσία, υπάρχει εκκρεμότητα που βαραίνει τις συνειδήσεις με φαντάσματα, αλλά συνεχίζει να υπάρχει αγάπη…
Γιώργος Ζώης: Αυτός ήταν ο σκοπός. Όσα κουβαλάμε είναι μπερδεμένα - συναισθήματα, αγάπη, οργή, επιλογές, ενοχές. Το ένα γίνεται σκιά του άλλου. Μπορεί να χωρίσεις, να αποκοπείς, αλλά αφήνεις κι ένα κομμάτι σου πίσω.
Αγγελική Παπούλια: Η Κατερίνα τον αγαπά τον Γιάννη είναι κάτι που το δούλεψα πολύ - στα βλέμματα, στην αγκαλιά, στα χαμόγελα. Την έχει πονέσει κι εκείνος, τον πόνεσε κι αυτή. Αλλά η αγάπη δεν φεύγει.
Βαγγέλης Μουρίκης: Αντιμετωπίζοντας τα φαντάσματα σου εξελίσσεσαι και προχωράς. Το φως και το σκοτάδι παίζουν πάντα μέσα μας.
Γιατί «Αρκαδία»; Υπάρχει σύνδεση με τους αρχαιοελληνικούς μύθους;
Γιώργος Ζώης: Ναι, στην ελληνική μυθολογία η Αρκαδία ήταν πάντα ο κόσμος που άνθρωποι, μυθικά πλάσματα, πνεύματα ζούσαν μαζί σε κοινό τόπο. Ηθελα η ταινία να εξετάζει με αυτό τον τρόπο το εφήμερο της ζωής και το αναπόφευκτο του θανάτου. Να είναι δύο κόσμοι που συνυπάρχουν - δεν υπάρχει ένας «άλλος κόσμος» όπως, για παράδειγμα, το «Upside Down» του «Strangers Things» που είναι από κάτω, έχει portal, έχει σύνορο, είναι μαύρος και σκοτεινός. Ηθελα να συνυπάρχουν όλοι και όλα - άνθρωποι, ζώα, πνεύματα, φαντάσματα, Ερινύες. Στην ίδια διάσταση, στη γη, κάτω από το φως του ήλιου, στον ίδιο χωροχρόνο.
Στην ουσία όμως τοποθετείς τη δράση στον Μαραθώνα, το φράγμα, τον Σχοινιά…
Γιώργος Ζώης: Πάντα αυτά τα μέρη τα θεωρούσα μυστικιστικά μ’ έναν τρόπο. Έχουν τοπία που μοιάζουν στοιχειωμένα. Επίσης, το location για μένα σ’ αυτή την ταινία λειτουργεί ως ένας ακόμα χαρακτήρας. Μία μεταφορά για όσα θέλω να πω για τον αντικατοπτρισμό ζωής/θανάτου. Αν πας χειμώνα στα θέρετρα είναι πεθαμένα. Το καλοκαίρι έχουν άλλο χρώμα, ζωή, αποτελούν προορισμό. Τον χειμώνα μοιάζουν νεκρά. Με ενδιέφερε πολύ αυτό.
Πώς σκέφτηκες το εύρημα του σεξ, ως τρόπο ανάκτησης της μνήμης;
Γιώργος Ζώης: Ηθελα να κάνω το ανάποδο με αυτό που συμβαίνει στην πραγματική ζωή. Κατά τη διάρκεια του οργασμού, ο άνθρωπος δεν ξέρει καν που βρίσκεται, δεν θυμάται μετά την έκσταση τι του συνέβη, δεν μπορεί να συνδεθεί με την λογική. Μάλιστα υπάρχει κι ο όρος στα αγγλικά του «little death», του οργασμού ως «μικρού θανάτου». Σκέφτηκα ότι για έναν νεκρό, ο οργασμός θα λειτουργεί αντίθετα - θα φέρνει μνήμες ζωής.
Είστε λίγη ώρα πριν την πρεμιέρα σας στην Berlinale. Θεωρούμε πλέον δεδομένο ότι το ελληνικό σινεμά έχει τη θέση του στα μεγάλα διεθνή φεστιβάλ - κάτι που 20 χρόνια πριν ήταν σπάνιο ή αδύνατο. Πώς αισθάνεστε που έχουμε κατακτήσει αυτή την εξωστρέφεια;
Γιώργος Ζώης: Δεν το συζητώ - είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος που είμαστε εδώ όλοι μαζί. Περήφανος και για τους ηθοποιούς και το συνεργείο μου και την ίδια την ταινία. Για την πόρτα που ανοίγεται να τη δει ένα διεθνές κοινό, για τις προοπτικές της για διανομή και σε άλλα μέρη του κόσμου. Αν το σκεφτείς, ακόμα και στα ίδια τα φεστιβάλ που θα ταξιδέψει μία ταινία, στο τέλος συγκεντρώνει χιλιάδες κόσμου που την είδε. Θεατές διαφορετικών πολιτισμών που μπορείς να πάρεις feedback πολύτιμο για το μέλλον.
Αγγελική Παπούλια: Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, αυτό έχω καταλάβει κι εγώ. Γυρίζουμε μία ταινία σε μια συγκεκριμένη χώρα, με συγκεκριμένους ανθρώπους και ξαφνικά, μέσω των φεστιβάλ, ανοίγει η βεντάλια κι αποδέκτες της είναι τόσο πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι. Είναι μαγικό αυτό - πώς το σινεμά ανοίγει την πόρτα για να χωρέσει στην ιστορία σου τόσος κόσμος. Να επικοινωνήσει με χιλιάδες ανθρώπους, να τους επηρεάσει. Δεν είναι πια κάτι μικρό αυτό που έκανες, δεν ανήκει στην χώρα σου, σε σένα, στους συνεργάτες σου. Ανήκει σε όλους. Αυτό εμένα μου δίνει πάρα πολύ μεγάλη χαρά.
Βαγγέλης Μουρίκης: Και για να το δέσουμε και λίγο με το «Arcadia», η ελληνική ταινία σ’ ένα διεθνές φεστιβάλ είναι κι αυτή μία «φωνή παρουσίας», όπως και η ηρωίδα. Βάζει όλες τις δυνάμεις της να διαπεράσει τον δικό της κόσμο, να ακουστεί απέναντι. Το ελληνικό σινεμά ταξιδεύει στον υπόλοιπο κόσμο γιατί θέλει να επικοινωνήσει, έχει ιστορίες να διηγηθεί.
Έχουμε αποτινάξει επιτέλους την ταμπέλα του “weird”; Το «Poor Things» είναι στα Οσκαρ, στην πιο mainstream έκφανση της διεθνούς κινηματογραφίας. Επίσης, στην Ελλάδα ήταν Νο1 για εβδομάδες στο box office. Ο Ελληνας θεατής είναι επιτέλους έτοιμος για κάτι πιο ποπ;
(Γέλια)
Βαγγέλης Μουρίκης: Ο Έλληνας θεατής επέστρεψε στην αίθουσα κι αυτό είναι μόνο θετικό. Μπορεί να ήθελε τον χρόνο του, όπως και σε όλα τα πράγματα. Αρχικά υπήρξε δυσκολία επικοινωνίας με έναν κινηματογράφο που του έδειχνε τις ανησυχίες του με έναν άλλον τρόπο. Κι αυτό το σινεμά άλλωστε αυτό ήθελε να κάνει. Να χαράξει έναν άλλον τρόπο, μία άλλη διαδρομή, και να πει στον θεατή «μάγκες, εμείς κάνουμε αυτά - το ξέρουμε σας δυσκολεύει ίσως, αλλά δεν πειράζει, εμπιστευθείτε μας, κάποια στιγμή, λίγο παρακάτω, θα βρεθούμε». Κι έτσι έγινε.
Γιώργος Ζώης: Πάντα ο άνθρωπος έχει μία επιφυλακτικότητα απέναντι στο άγνωστο, το νέο, το ξένο, το διαφορετικό. Πάντα. Υπάρχει ένας φόβος σε σχέση με το άγνωστο. Όμως όταν τολμάει να το πλησιάσει, να το αφουγκραστεί, να το γνωρίσει, τότε έχει μόνο κέρδος. Το άγνωστο θα σε πάει παρακάτω - κι αυτό αφορά στους πάντες, επιστήμονες, καλλιτέχνες, πολιτικούς. Όσοι τολμούν να ακολουθήσουν νέους δρόμους, μόνο αυτοί προοδεύουν. Χαίρομαι πολύ λοιπόν που ο Έλληνας θεατής άρχισε να εξοικειώνεται και να τολμά να δει ιστορίες, αλλιώς. Μάς περιμένει ένας υπέροχος διάλογος.
Το 74ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 15 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για την παροχή των εισιτηρίων του ταξιδιού στο 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.